Πέμπτη 1 Απριλίου 2010

Ο Ελκόμενος

Σχόλιο του Μητροπολίτου Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων κ. Νεκταρίου

Σε μία από τις πιο συγκλονιστικές αγιογραφίες των Παθών, ο Κύριος απεικονίζεται ως ο Ελκόμενος. Με τα χέρια Του δεμένα να σύρεται από τους στρατιώτες προς τον Σταυρό, ενώ ο Σίμων ο Κυρηναίος φέρει στους ώμους του το όργανο του μαρτυρίου και της ατιμώσεως του Θεού. Εάν ένας άνθρωπος, ο οποίος συλλαμβάνεται για κάποιο έγκλημα, βιώνει τον εξευτελισμό δημόσια να του φορούν χειροπέδες και όλοι να τον απορρίπτουν, μόνο και μόνο η απεικόνιση του Θεού να πορεύεται ως ο μεγαλύτερος των κακούργων από το δημιούργημά Του, τον άνθρωπο, αποτελεί αφορμή πνευματικού θαυμασμού, αλλά και βαθύτατου συγκλονισμού.

Ο Θεός αγαπά τόσο τον άνθρωπο, ώστε προσλαμβάνει την φύση του. Και φέρει την φύση ως τα έσχατα όριά της, που είναι ο θάνατος. Όχι όμως ένας ήρεμος θάνατος, ανώδυνος, ανεπαίσχυντος, ειρηνικός. Ο Θεός θα υποστεί έναν θάνατο μαρτυρικό, επώδυνο, βίαιο. Έναν θάνατο που μαρτυρεί την ανταρσία του ανθρώπου εναντίον Του σε όλες τις διαστάσεις. Η άνοδος του Χριστού στο Σταυρό δεν αφήνει κανένα περιθώριο στον άνθρωπο να ισχυριστεί ότι υπήρχε κάτι άλλο που θα μπορούσε να κάνει ο Θεός γι’ αυτόν και δεν το έκανε. Αλλά δεν ήταν μόνο το τέλος του Χριστού κατά άνθρωπον απόδειξη της αγάπης του Θεού. Ήταν και όσα προηγήθηκαν του τέλους. Η προδοσία. Η εγκατάλειψη από τους οικείους Του. Η παρωδία δίκης. Η άρνηση της εξουσίας να μετρήσει τη ζωή ενός προσώπου πιο πάνω από την όποια απειλή εναντίον της. Τα βασανιστήρια. Η διαπόμπευση και ο εξευτελισμός. Η αχαριστία και η αγνωμοσύνη. Η αναισθησία, ακόμη και στην τελευταία επιθυμία για λίγο νερό. Η παραθεώρηση των φυσικών συμβάντων που συνόδευσαν την άνοδο του Χριστού στου Σταυρό. Του σκοτασμού του ηλίου. Του σεισμού. Της αναταραχής. Αλλά και η συνέχιση της κακίας των ανθρώπων με την εκ των προτέρων αμφισβήτηση της Αναστάσεως του Κυρίου, που εφάνη με την εγκατάσταση κουστωδίας έξω από τον τάφο και το σφράγισμα του λίθου. Ο άνθρωπος έκανε ό,τι μπορούσε για να δείξει στο Θεό ότι δεν Τον αγαπά. Έκανε ό,τι μπορούσε για να βεβαιωθεί ότι ο Θεός πέθανε.

Πιστεύουμε σε έναν Θεό ταπεινό. Η δόξα Του δεν είναι το να φέρει δώδεκα λεγεώνες Αγγέλων και να συντρίψει τους εχθρούς Του, επιβάλλοντας τη δικαιοσύνη. Μέσα στα όσα προηγήθηκαν της Σταυρώσεως, αλλά και όσα την ακολούθησαν, διαφαίνεται καθαρά ότι ο Θεός δεν ζητά από τον άνθρωπο να υποταχθεί στην εξουσία Του και στην παντοδυναμία Του. Δεν του ζητά ούτε καν να υποταχθεί στην αγάπη Του. Ταπεινά προσφέρεται στον άνθρωπο, ώστε όποιος Τον ακολουθήσει να γνωρίσει ότι εν τη ταπεινώσει ημών εμνήσθη ημών ο Κύριος. Δεν υπάρχει «δούλος μείζων του κυρίου αυτού». Ο Θεός ανέχεται να σέρνεται από τον άνθρωπο, όχι γιατί δεν μπορεί να τον σύρει ή να τον συντρίψει Εκείνος, αλλά γιατί η αγάπη δεν διαπομπεύει, δεν εξευτελίζει, όπως και δεν επιβάλλει.

Καθώς μπροστά μας περνά και πάλι ο Ελκόμενος επί Σταυρού Κύριος, ας αναρωτηθούμε πόσο διαφέρουμε από τους σταυρωτές Του. Γνώμονας εκείνων η υπερηφάνεια. Οι Φαρισαίοι και οι Γραμματείς θεωρούσαν τους εαυτούς τους συνεχιστές του Μωυσή. Ότι δικαιωματικά τους ανήκε το προνόμιο να εκφράζουν την αλήθεια τους και να απορρίπτουν οποιονδήποτε δεν τους αναγνώριζε ως αυθεντίες. Ο Ηρώδης και ο Πιλάτος θεωρούσαν τους εαυτούς τους εκφραστές της εξουσίας, ότι αυτοί είχαν το δικαίωμα της ζωής και του θανάτου, όχι όμως με βάση την συνείδηση και την δικαιοσύνη, αλλά με βάση το συμφέρον και την ισχύ των όπλων. Οι στρατιώτες θεωρούσαν τους εαυτούς τους όχι απλώς ως εκτελεστικά όργανα της εξουσίας, αλλά ως έχοντες δικαίωμα να διασκεδάζουν με τον ανθρώπινο πόνο, να μοιράζονται τα ιμάτια αθώων και ενόχων και να εμπαίζουν εκείνους που παραδίδονταν εις χείρας τους. Και ο λαός θεωρούσε τον εαυτό του ως ανεύθυνο για τις επιλογές του που γίνονταν ελαφρά τη καρδία και ότι η θανάτωση εκείνου που τους ευεργέτησε, τους δίδαξε, τους ελευθέρωσε από την λύπη και τους πρότεινε νόημα ζωής και αιωνιότητας δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ένα θέαμα, το οποίο ικανοποιούσε την περιέργειά τους, αλλά και την αυταρέσκεια ότι αυτοί ήταν οι περιούσιοι, οι οποίοι θα είχαν το δικαίωμα να κυβερνήσουν τον κόσμο.

Αυτή η υπερηφάνεια χαρακτηρίζει και την εποχή μας. Απορρίπτουμε το Θεό στο όνομα της εξουσίας που μας δίνει η τεχνολογία, ο γιγαντισμός του ανθρωπίνου πνεύματος, οι ανέσεις και ο ευδαιμονισμός. Απορρίπτουμε το Θεό στο όνομα της όποια λογικής μας κάνει να νομίζουμε ότι μόνο εμείς κατέχουμε την αλήθεια. Απορρίπτουμε το Θεό διασκεδάζοντας με τα πάθη και την φιληδονία μας. Απορρίπτουμε το Θεό επειδή πιστεύουμε ότι μόνο ο παρών αιώνας υπάρχει και μας ανήκει, παραδομένοι στο θέμα της εικονολαγνίας και της αυταρέσκειας ότι ζωή είναι μόνο ό,τι βλέπουμε και ό,τι επιθυμούμε.

Αυτή η υπερηφάνεια μεταφέρεται τόσο εντός ημών, στην καρδιά μας, όσο και στην κοινωνία και τον κόσμο μας, με αποτέλεσμα γνώμονας της ζωής μας να είναι ο εαυτός μας και όχι η αγάπη. Αυτή την υπερηφάνεια, χαρακτηριστικό του άρχοντος του κόσμου τούτου, κρίνει ο Ελκόμενος επί Σταυρού Κύριος και μας καλεί να Τον μιμηθούμε στην ταπείνωση, να προσφέρουμε και να προσφερθούμε και να αλλάξουμε στάση ζωής, βιώνοντας τη σχέση μαζί Του εν τη Εκκλησία ως αφετηρία διαφορετικής θεάσεως του κόσμου και της ζωής μας. Η Εκκλησία προβάλλοντας τον Ελκόμενο μας καλεί να μην λησμονούμε ότι μπορεί τα Πάθη να φαίνονται δυσβάσταχτα, όμως ο πρώην Ελκόμενος θα Αναστηθεί. Και μαζί Του και όλοι όσοι απορρίπτονται για το ταπεινό τους φρόνημα από τους υπερηφάνους του κόσμου τούτου. Ας είναι με αυτούς και η δική μας μερίδα.

Πηγή: Amen.gr

5 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Μου άρεσε πολύ η ανάρτηση εκτός από τη πρόταση:
"Απορρίπτουμε το Θεό στο όνομα της όποια λογικής μας κάνει να νομίζουμε ότι μόνο εμείς κατέχουμε την αλήθεια".
Αν δεχτούμε κάτι τέτοιο δεν σχετικοποιούμε την Αλήθεια προσεγγίζοντας τον Οικουμενισμό;

Μόσχος Εμμ.Λαγκουβάρδος είπε...

Αν όλοι κατέχουν την αλήθεια και οι παπικοί και οι προτεστάντες και οι βουδιστές και οι ινδουιστές και οι παγανιστές και οι ειδωλολάτρες κανείς δεν κατέχει την αλήθεια.
Άλλωστε δεν είναι θέμα κατοχής της αλήθειας αλλά ομολογίας ότι ο Κύριος Ιησούς είναι ο Θεός και ότι αυτός είναι η Οδός και η Αλήθεια και η Ζωή. Ομολογία με την εννοια του "ομού-λέγω" δηλαδή τα λόγια μου δεν είναι ψιλή γνώση, αλλά ο εαυτός μου, το όνομά μου, η μορφή μου, τα πνευματικά μου στοιχεία. Δεν είναι λόγος αυτονομημένος από αυτόν που τον εκφέρει.Ο Κύριος είπε στο συνέδριο των Ιουδαίων "εν κρυπτώ είπον ουδέν".
Είμαστε τα πρόβατα που γνωρίζουν τη φωνή του Κυρίου και γνωρίζονται από τον Κύριο ή δεν είμαστε;
Η γνώση της φωνής του Κυρίου δεν είναι θέμα λογικής, αλλά είναι η αγάπη που μας συνδέει με τον Ιησού.
Είναι η σχέση με όλο μας το είναι,με όλη μας την καρδιά (εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της διανοίας σου και εξ όλης της ισχύος σου. Με τα βιώματά μας, με τις εμπειρίες μας. Τί θα μας χωρίσει απ΄ την αγάπη του Ιησού; Έίμαστε αγέννητοι πριν από την αγάπη μας γι Αυτόν. Και τώρα όλα αυτά τα δικά Του είναι δικά μας και τα δικά μας είναι δικά του. Ποια λογική και ποια γνώση; Δεν οδηγεί η λογική και η γνώση στην αγάπη αλλά στην υπερηφάνεια. "Η γνώσις φυσιοί".

Μόσχος Εμμ. Λαγκουβάρδος είπε...

Καλό Πάσχα!

Πιστεύουμε ότι δεν είναι σκόπιμη η παράλειψη γι΄ αυτό και ζητούμε εκ των προτέρων συγνώμην για την επισήμανση που κάνουμε στο παρόν σχόλιό μας.
Το κείμενο του σεβασμιωτάτου είναι γραμμένο με τέτοιο αφηρημένο τρόπο , ώστε ο αναγνώστης είτε πιστεύει είτε δεν πιστεύει σ΄ αυτό το αποδέχεται αφού πρόκειται για ένα κάποιο πράγμα και όχι για κάτι συγκεκριμένο. Ο γράφων μιλάει π.χ. για το Χριστό, ως ένα κάποιο Χριστό για τον οποίο θα μιλούσε και ένας βουδιστής που δεν πιστεύει ότι υπήρξε ο ιστορικός Χριστός, ούτε ότι υπάρχει Θεός ή ένας Ινδουϊστής που πιστεύει ότι υπάρχουν δύο και περισσότεροι θεοί το ίδιο κι ένας ειδωλολάτρης; Το ίδιο αφήνεται να εννοηθεί σε όλα ακόμα και ο σταυρός, που μπορεί να είναι «ένας κάποιος σταυρός», ή παρωδία της δίκης ,«μια κάποια παρωδία δίκης» ή « ένας κάποιος Πιλάτος»κλπ.;
Σε κείμενα και σε ομιλίες χριστιανικού περιεχομένου τον τελευταίο καιρό παραλείπεται η αναφορά στο όνομα του Κυρίου Ιησού, πράγμα που προκαλεί αλγεινή εντύπωση στους πιστούς. Είναι γνωστόν ότι το Όνομα του Ιησού, το υπέρ παν Όνομα είναι σημείον αντιλεγόμενον. Σε όλα μπορεί να εννοήσει κανείς ότι αναφέρεται ο ομιλών ή ο γράφων σε ένα κάποιο πράγμα αφηρημένα. Μόνο στο όνομα του Ιησού του Υιού της Παρθένου Μαρίας, του γεννηθέντος εν Βηθλεέμ τη πόλει δεν μπορεί να μιλήσει ή να γράψει αφηρημένα. Είναι άραγε αυτός ο λόγος που στο κείμενο δεν γίνεται ούτε μία αναφορά στο Όνομα του Ιησού; Πιστεύουμε όχι.

amethystos είπε...

Αγαπητέ μας φίλε καλή Ανάσταση, καλό Παράδεισο, ο Κύριος γεννήθηκε στή γή χωρίς Πατέρα. Αυτό σημαίνει ότι δέν είναι ένα καινούριο όν, πού θα ήταν εάν είχε Πατέρα. Γιαυτό το λόγο δέν χρειάζεται μιά συγκεκριμένη ταυτότητα, την οποία χρειάζεται κάθε τί νέο, πρωτοεμφανιζόμενο.Γιαυτό ο Κύριος ΔΕΝ ΜΠΗΚΕ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ, την ΑΛΛΑΞΕ!!!
Ιστορία είναι η συγκέντωση τών νέων.

Αντιθέτως όλων αυτών ΕΜΕΙΣ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΜΠΟΥΜΕ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ, εγκαταλείποντας την δική μας.
Καλή Ανάσταση και πάλι.

Ανώνυμος είπε...

Πολύυυ μπέρδεμα! τι περίεργοι νεολογισμοί περί ιστορίας είναι αυτοί αμέθυστε ;