Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2010

Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΙΣ ΤΗΣ ΑΙΡΕΣΕΩΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ

πηγή : ΑΠΟΤΕΙΧΙΣΗ

ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΟΣΙΟ ΘΕΟΔΩΡΟ ΤΟΝ ΣΤΟΥΔΙΤΗ
Η ΔΙΑΚΟΠΗ ΤΗΣ ΜΝΗΜΟΝΕΥΣΕΩΣ
Νέα βιβλία-Ἱερομονάχου Εὐθυμίου Τρικαμηνά

του κ. Παναγ. Σημάτη, Θεολόγου

Μία οὐσιαστικὴ ἀνατομία τῆς συγχρόνου αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ κάνει ὁ π. Εὐθύμιος Τρικαμηνᾶς στὸ καινούργιο βιβλίο του. Μιᾶς αἱρέσεως, μὲ τὴν ὁποία συμβιώνουμε χωρὶς νὰ τὸ ἔχουμε συνειδητοποιήσει καὶ ἀσφαλῶς, χωρὶς νὰ ἔχουμε συνειδητοποιήσει τὴν φθοροποιὸ δράση της. Χωρίς νὰ μασάει τὰ λόγια του ὁ π. Εὐθύμιος παρουσιάζει ἀναλυτικὰ τὴν σύγχυση στὴν ζωὴ καὶ τὴν σκέψη τῶν χριστιανῶν, ποὺ ἡ γαγγραινώδης αὐτὴ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἔχει «ἀνεπαισθήτως» δημιουργήσει.

Μὲ ἁπλὸ καὶ ἀνεπιτήδευτο λόγο καὶ χρησιμοποιώντας ὡς μέτρο ὄχι δικά του μεθοδολογικὰ ἐργαλεῖα καὶ σκέψεις, ἀλλὰ τὰ συγγράμματα ἑνὸς ἁγίου τῆς Ἐκκλησίας μας, τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου (στὴν σκέψη τοῦ ὁποίου ἔχει ἐντρυφήσει πάνω ἀπὸ μιὰ δεκαπενταετία καὶ τὴν ἀκολουθεῖ μὲ θρησκευτικὴ εὐλάβεια), μᾶς βοηθᾶ νὰ ἀντιληφθοῦμε, καὶ καθὼς τὸ ἀντιλαμβανόμεθα νὰ μένουμε ἔκπληκτοι, γιὰ τὸ πόσο μακριὰ εἴμαστε ἀπὸ τὴν ὀρθοδοξία καὶ ὀρθοπραξία τῶν Ἁγίων μας καὶ γενικὰ τὸν εὐαγγελικὸ τρόπο ζωῆς ποὺ ἐκεῖνοι ἐβίωσαν καὶ ἐδίδαξαν.

Βέβαια παρόμοιες ἀναλύσεις ἔχουν τελευταῖα γίνει καὶ ἀπὸ ἄλλους ἀξιόλογους πνευματικούς μας πατέρες. Το ἰδιαίτερο ποὺ ἔχει τὸ βιβλίο τοῦ π. Εὐθύμιου εἶναι, ὅτι δὲν ἀναλύει μόνο «θεολογικὰ» κάποιες ἔννοιες, δὲν καταγράφει μόνο τὶς ὑποχωρήσεις σὲ θέματα πίστεως τῶν αρχιερέων, επισκόπων καὶ λαϊκῶν θεολόγων, ποὺ συντελοῦν στὴν περαιτέρω ἀνάπτυξη τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, ἀλλὰ προχωρεῖ λίγο παραπέρα, στὸ διὰ ταῦτα.

Ἀκολουθώντας, λοιπόν, κατὰ πόδας τὸν Ἅγιο Θεόδωρο, μᾶς παρουσιάζει μέσα ἀπὸ τὰ κείμενα καὶ τὶς ἐπιστολές του ὄχι μόνο τὶς διὰ λόγων διαμαρτυρίες, ἀλλὰ καὶ τὶς πράξεις, τὶς κακοπάθειες, τὶς ἐξορίες ποὺ ὑπέστη (ὁ ἴδιος καὶ οἱ συναγωνιστές του ἐπίσκοποι, ἡγούμενοι, μοναχοὶ καὶ τὰ πνευματικά του τέκνα) στὴν προσπάθειά τους νὰ ἀνατραποῦν οἱ δύο αἱρέσεις τῆς ἐποχῆς του· δηλαδή, ἡ αἵρεση τῆς Εἰκονομαχίας, ἀλλὰ καὶ ἡ μοιχειανικὴ αἵρεση.

Καὶ ἡ στάση τοῦ Ἁγίου ἦταν θυσιαστικὴ ρήξη μὲ ὅλους ὅσους παράβαιναν τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τοὺς Ἱεροὺς ἐκκλησιαστικοὺς Κανόνες. Δὲν δίστασε ὁ Ἅγιος Θεόδωρος νὰ διακόψει τὸ μνημόσυνο δύο ἄλλων ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας, τοῦ Ἁγίου Ταρασίου (προέδρου τῆς Ζ΄ Οἰκουμ. Συνόδου) καὶ τοῦ πατριάρχου Κων/πόλεως Ἁγίου Νικηφόρου, οἱ ὁποῖοι ἐφέρθησαν μὲ ἐπιείκεια πρὸς τοὺς αἱρετικούς, κάνοντας χρήση τῆς Οἰκονομίας. Τελικά, ἐπειδὴ ἐπρόκειτο γιὰ ἁγίους, ἀντελήφθησαν ποιος εἶχε δίκιο καὶ ἔτσι τὸ θέμα ἐλύθη, ἀφοῦ ἀπεδέχθησαν τὶς θέσεις τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου.

Ἡ στάση τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου ἐναντίον τῶν αἱρέσεων τῆς ἐποχῆς του, ξεκίνησε μὲ διαμαρτυρία, συνεχίστηκε μὲ μερικὴ διακοπὴ τῆς κοινωνίας καὶ κατέληξε στὴν διακοπὴ μνημοσύνου καὶ ἀποτείχιση ἀπὸ ὅσους πατριάρχες καὶ ἐπισκόπους συμμετεῖχαν στὴν αἵρεση ἢ ἀνέχονταν τοὺς αἱρετικούς.

Τότε, ἐπισημαίνει ὁ π. Εὐθύμιος, ἀκόμα καὶ εὐσεβεῖς ἡγούμενοι καὶ πιστοὶ δὲν ἀκολουθοῦσαν τὴν πατερικὴ γραμμὴ ποὺ ὑπεδείκνυε ὁ Ἅγιος Θεόδωρος, ἐπειδὴ ἐσκέπτοντο τὶς συνέπειες: κοινωνικές, οἰκονομικές, ἀκόμα καὶ πνευματικές. Ἔτσι (κατὰ τὸν Ἅγιο) ἀπὸ ὑπολογισμοὺς ἢ δειλία, ὁδηγήθηκαν σὲ συμβιβασμό. Καὶ ναὶ μέν, πίστευαν ὀρθόδοξα, ἀλλὰ δὲν ἔπρατταν ὀρθόδοξα.

Γράφει συγκεκριμένα ὁ Ἅγιος Θεόδωρος: «Ἐγώ», λέγει, «δέν δύναμαι νά ἐπαινέσω αὐτούς, οἱ ὁποῖοι ἔκαναν μέν τήν ὁμολογία, χωρίς ὅμως νά χάσουν καί τήν φροντίδα καί ἐπιμέλεια τῶν μοναστηριῶν των. Κατ’ αὐτόν τόν τρόπο λοιπόν παρουσιάζονται ὡς διπρόσωποι, δηλαδή νά συντάσσωνται καί μέ ἐμᾶς καί μέ τούς εἰκονομάχους. Μαζί μας παρουσιάζονται ὡς πρός τήν ὁμολογία καί μέ τούς εἰκονομάχους ὡς πρός τήν κατοχή τῶν μοναστηριῶν των… Αὐτό δέ, ὅπως φαίνεται, εἶναι παγίδα τοῦ διαβόλου, ὁ ὁποῖος θέλει νά ἐξευτελίση τήν ὁμολογία, νά ὑποτιμήση τόν διωγμό καί νά μολύνη διά τῆς κοινωνίας μέ τήν αἵρεσι ἅπαντας». («Ἐγώ δέ οὐδέ ἐκείνους ἐπαινεῖν ἔχω, οἵ τήν μέν ὁμολογίαν διεσώσαντο, τῶν δέ οἰκείων μοναστηρίων φροντίζειν οὐκ ἀπέσχοντο, καί εἰσί πως ἀμφοτεροπρόσωποι, καί μεθ' ἡμῶν καί μετά τῶν ἑτεροδόξων», Ἁγ. Θεόδ. Στουδίτου, Μικρά Κατήχησις 92).

Ἀντίθετα ὁ Ἅγιος προτίμησε νὰ «καεῖ» τὸ μοναστήρι του, νὰ διωχθοῦν καὶ ἐξοριστοῦν οἱ μοναχοί του στὰ τέσσερα σημεῖα τοῦ ὁρίζοντος, νὰ ἀφήσει «ὀρφανοὺς» τοὺς ὑπ’ αὐτῶν καθοδηγουμένους πνευματικὰ μοναχοὺς καὶ λαϊκούς –ἀναθέτωντάς τους ἔτσι στὸν Θεό–, παρὰ νὰ κάνει «οἰκονομίες» γιὰ θέματα πίστεως, νὰ ὑποστείλει τὸν ἀγῶνα ἐναντίον τῆς αἱρέσεως. Γιατὶ ἡ αἵρεση, εἶχε ἤδη μολύνει τὶς καρδιὲς καὶ τὴ ζωὴ τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, διακινδύνευε τὴν σωτηρία τους καί, ἐξελισσομένη, θὰ κατέτρωγε τὰ θεμέλια τῆς Ἐκκλησίας καὶ θὰ παγιωνόταν ὡς καθεστώς.

Ἂν λοιπὸν τότε, διέκοψε τὸ μνημόσυνο τῶν Ἐπισκόπων ὁ Ἅγιος, εἴτε γιὰ τὴν αἵρεση τῆς Εἰκονομαχίας, εἴτε ἀμέσως μετὰ τὴν παράβαση μιᾶς μόνο Εὐαγγελικῆς Ἐντολῆς, τί θὰ ἔκανε σήμερα ἂν εὑρίσκετο ἐνώπιον τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ; Μιᾶς παναιρέσεως ποὺ ἀριθμεῖ ὄχι λίγους μῆνες ἢ χρόνια, μὰ κάποιες δεκαετίες καὶ ποὺ –φανερὰ καὶ ψηλαφήσιμα– ἔχει νοθεύσει τὸ ὀρθόδοξο φρόνημα ἐπισκόπων καὶ πιστῶν, ἔχει μολύνει τὴν ἐκκλησιαστική τους συνείδηση καὶ παραβαίνει ἀσύστολα Εὐαγγελικὲς Ἐντολὲς καὶ Ἱεροὺς Κανόνες;

* * *
Ἐδῶ νὰ σταθοῦμε ἰδιαίτερα σὲ μιὰ ἀπὸ τὶς προσφορὲς τοῦ βιβλίου, ποὺ εἶναι ἡ γνωστοποίηση καὶ ἡ ἀνάλυση μιᾶς κρίσιμης καὶ ἐπίκαιρης ἔννοιας: τοῦ τί θεωρεῖται «καιρὸς αἱρέσεως» στὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ὁ Ἅγιος Θεόδωρος, μᾶς ἔχουν διδάξει τὴν ἔννοια αὐτή, καὶ μὲ τὶς πράξεις τους μᾶς ἔδειξαν ἀκριβῶς τὸ πῶς πρέπει νὰ συμπεριφερόμαστε στὸν «καιρὸ τῆς αἱρέσεως», δηλαδὴ στὴν περίοδο κατὰ τὴν ὁποία ἐμφανίζεται καὶ ἀρχίζει νὰ διαδίδεται μιὰ αἵρεση.

Εἶναι εὐνόητη ἡ ἀξία αὐτῆς τῆς παρουσιάσεως, γιατί, ἐνῶ βρισκόμαστε σὲ καιρὸ τῆς παναιρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, φερόμαστε σὰν νὰ ζοῦμε μιὰ εἰρηνικὴ περίοδο τῆς Ἐκκλησίας (ἀφοῦ ἔτσι καθοδηγούμαστε ἀπὸ τοὺς Ποιμένες μας), οἱ ὁποῖοι οὐδεμία πρόνοια λαμβάνουν γιὰ νὰ μᾶς προφυλάξουν ἀπὸ τὴν αἵρεση, καὶ ἐπὶ πλέον ἀρνοῦνται νὰ κατονομάσουν συνοδικά, ποιοί εἶναι οἱ αἱρετικοὶ Οἰκουμενιστὲς Ἐπίσκοποι, παρότι παρεκλήθηκαν πολλάκις πρὸς τοῦτο.

Κατὰ τὸν π. Εὐθύμιο, «καιρὸς αἱρέσεως ἐννοεῖται κάθε περίοδος χρονικὴ κατὰ τὴν ὁποία ἀναφύεται μία αἵρεσις, μέχρις ὅτου καταδικασθῆ τελεσιδίκως ἀπὸ ὀρθόδοξο Σύνοδο». Γιὰ τὴν ἐποχὴ «τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, καιρὸς αἱρέσεως» ἦταν «ἡ περίοδος κατὰ τὴν ὁποία ἐθεσμοθετήθη ὁ παράνομος γάμος τοῦ αὐτοκράτορος» καὶ «ἡ περίοδος ἀπὸ τὴν δεύτερη ἔναρξι τῆς Εἰκονομαχίας» μέχρι τὴν τελικὴ καταδίκη τους. Καὶ «διὰ τὴν σημερινὴ ἐποχὴ …ἡ περίοδος τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἄρχισε ἀπὸ τὸ 1920 μὲ τὴν βλάσφημο αἱρετικὴ ἐγκύκλιο τοῦ Οἰκουμενισκοῦ Πατριαρχείου» διὰ τῆς ὁποίας θεωροῦνται Ἐκκλησίες οἱ αἱρετικὲς κοινότητες τῆς Δύσεως. Καὶ αὐτὴ «ἡ αἵρεσις μέχρι σήμερα ὄχι μόνον δὲν κατεδικάσθη, ἀλλὰ διαρκῶς ὡς λοιμικὴ νόσος ἐπεκτείνεται καὶ τείνει διὰ τῶν Ἐπισκόπων καὶ μέσῳ τοῦ ἱερατείου νὰ ἐπικρατήση καὶ στὸν λαό».

* * *
Εἶναι εὐλογία ποὺ σ’ αὐτὴν τὴν κρίσιμη στιγμὴ τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας ζωῆς, ἐκδόθηκε αὐτὸ τὸ βιβλίο, ποὺ μᾶς φανερώνει τὴν πατερική πρακτικὴ ἀπέναντι στὴν αἵρεση, ὅπως τὴν διασώζει ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης. Γιατὶ πολλοὶ ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἔχουν συνειδητοποιήσει τὴν κατάσταση, συμφωνοῦν μὲ τὴν διακοπὴ μνημοσύνου, καθὼς ὑπάρχει καὶ τὸ προηγούμενο τῆς διακοπῆς τοῦ μνημοσύνου τοῦ Πατριάρχη Ἀθηναγόρα ἀπὸ τρεῖς Ἐπισκόπους καὶ ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος τὴ δεκαετία τοῦ 1960· μιᾶς διακοπῆς μνημοσύνου ποὺ πραγματοποιήθηκε ὅταν τὰ σχέδια τῶν Οἰκουμενιστῶν ἄρχισαν νὰ ἀποκαλύπτονται καθαρά, ἂν καὶ ὁ Οἰκουμενισμὸς εὑρίσκετο ἀκόμα σ’ ἕνα νηπιῶδες στάδιο καὶ ρυθμὸ ἀναπτύξεως. Παρόλο, λοιπόν, ποὺ ἡ διακοπὴ μνημοσύνου εἶναι μιὰ πράξη προβλεπόμενη ἀπὸ τοὺς Πατέρες καὶ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες, παρόλο ποὺ πραγματοποιήθηκε τότε, στὰ ἀρχικὰ στάδια τῆς ἀνάπτυξης τῆς αἱρέσεως τοῦ Οἰκουμενισμοῦ, παρόλο ποὺ σήμερα «ὡρίμασε» ἡ αἵρεση, καὶ καλπάζει ἀσυγκράτητη, οἱ χριστιανοὶ καὶ οἱ ἐπίσκοποι δείχνουν συγκρατημένοι καὶ διαστακτικοὶ στὴν καταπολέμηση τῆς αἱρέσεως.

Κι αὐτὸ συμβαίνει, γιατὶ οἱ οἰκουμενιστὲς ἀρχιερεῖς –ποὺ ἐν τῷ μεταξὺ προωθήθηκαν– καὶ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο –ποὺ πρωτοστατεῖ στὴν αἵρεση διὰ τῆς θεολογίας τοῦ Ζηζιούλα– κατάφεραν νὰ περάσουν στοὺς πιστοὺς τὴν ἀποψη, ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος εἶναι τὸ πᾶν στὴν Ἐκκλησία καὶ χωρὶς αὐτὸν δὲν μπορεῖ νὰ γίνει τίποτα, ὅτι τοῦ ὀφείλουμε ὑπακοὴ ἀπεριόριστη καὶ ἄρα, οὔτε συζήτηση γιὰ διακοπὴ μνημοσύνου τῶν αἱρετικῶν καὶ τῶν αἱρετιζόντων Ἐπισκόπων, ἰδίως ἐκείνων ποὺ κατέχουν Πατριαρχικὲς καὶ ἄλλες ἡγετικὲς θέσεις.

Αὐτὴ ἀκριβῶς τὴ στιγμὴ ἔρχεται τὸ βιβλίο τοῦ π. Εὐθύμιου, καὶ μᾶς βοηθᾶ νὰ δοῦμε τὸ θέμα τῆς Ἀποτείχισης, ὄχι μὲ τὴ ματιὰ κάποιου σύγχρονου μελετητή, τοῦ ὁποίου ἡ γνώμη θὰ μποροῦσε νὰ ἀμφισβητηθεῖ, ἀλλὰ μέσα ἀπὸ τὴν διδασκαλία ἑνὸς Ἁγίου τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ ὁποῖος ὀρθοτομεῖ τὸν λόγον τῆς ἀληθείας καὶ μᾶς μεταδίδει τὴν Παράδοση τῶν πρὸ αὐτοῦ Ἁγίων. Οἱ δὲ δισταγμοὶ γιὰ τὸν κατάλληλο χρόνο ἀντιδράσεως ἐναντίον τῆς αἱρέσεως, λύνεται κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο: μὲ τὴν παράθεση τῆς σχετικῆς διδασκαλίας ἀπὸ τὸν Ἅγιο Θεόδωρο.

Δὲν ἔχουμε παρὰ νὰ μελετήσουμε τὸ βιβλίο καὶ νὰ ἀκολουθήσουμε τὴ διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου, ποὺ ἀποτελεῖ συγκεφαλαίωση-σύνοψη ὅλων τῶν Ἁγίων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Ἡ προσφορά τοῦ βιβλίου, ἤδη ἔχει ἀρχίσει νὰ ἀναγνωρίζεται ἀπὸ τοὺς πρώτους ἀναγνῶστες του, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ κάποιοι Γέροντες, οἱ ὁποῖοι ἐξαίρουν τὴν σημασία τοῦ βιβλίου καὶ θεωροῦν ὅτι μπορεῖ νὰ χρησιμοποιηθεῖ ὡς ἕνα βοήθημα στὴν ἐποχὴ τῆς συγχύσεως ποὺ διερχόμεθα, ἀφοῦ ὑποδεικνύει δρόμους ἐξόδου καὶ ἀπομακρύνσεως ἀπὸ τὴν παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ.

Τέλος, πρέπει νὰ σημειώσουμε, τὴν ταπεινὴ παράκλησηποὺ διατυπώνει ὁ συγγραφεύς στὸ βιβλίο: ἐπειδὴ θεωρεῖ πὼς τὸ θέμα ποὺ διαπραγματεύεται εἶναι κρίσιμο καὶ ἔχει σχέση μὲ τὴν σωτηρία μας, παρακαλεῖ τοὺς θεολόγους καὶ Πατέρες ποὺ ἔχουν μελετήσει τὸ θέμα, μὲ θεολογικὸ-πατερικὸ λόγο, νὰ ἐπισημάνουν τυχὸν θέσεις τοῦ βιβλίου, ποὺ χρήζουν βελτιώσεως ἢ διορθώσεως.
_________________________________
Κεντρικὴ διάθεση τοῦ βιβλίου: Βιβλιοπωλεῖο «ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ», 23ης Ὀκτωβρίου 11, Τ.Κ. 41221 Λάρισα ΤΗΛΕΦ. καὶ ΦΑΞ 2431-284449

Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: