Κυριακή 3 Μαρτίου 2013

ΟΙ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΚΑΙ Η ΑΠΟΣΥΡΣΗ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΓΙΟΥΓΚΙΑΝΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ (14)

Συνέχεια από Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 2013

Αντανακλάσεις της ψυχής
MarieLouise von Franz
6. ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ ΜΕΣΟΛΑΒΗΤΙΚΟΙ ΔΑΙΜΟΝΕΣ
Α. Η Ψυχή και ο Έρως στον Απουλήιο   (συνέχεια)
Η κόρη ενός βασιλιά, που ονομάζεται Ψυχή, είναι τόσο όμορφη που ξεσηκώνει τον φθόνο της θεάς Αφροδίτης, η οποία στέλνει τον γιό της Έρωτα να την τιμωρήση. Αλλά ο Έρωτας την ερωτεύεται. Παντρεύονται σε ένα παράξενο, απόκοσμο, μαγεμένο παλάτι, αλλά στην Ψυχή δεν επιτρέπεται να δη τον άνδρα της, που την επισκέπτεται μόνο την νύχτα. Παρακινημένη από τις ζηλόφθονες αδελφές της και από την δική της περιέργεια, παίρνει ένα μαχαίρι και ένα λυχνάρι μια νύχτα στο δωμάτιό της για να σκοτώση το τέρας που υποψιάζεται ότι είναι ο άνδρας της. Αντί για ένα τέρας, όμως, αντικρίζει έναν πανέμορφο θεϊκό νέο. Το μαχαίρι πέφτει από τα χέρια της, αυτή τρέμει από αγάπη, και μια σταγόνα λάδι από το λυχνάρι πέφτει επάνω στον Έρωτα και τον ξυπνάει. Την μαλώνει για την περιέργειά της, και για τιμωρία εξαφανίζεται στον Όλυμπο· καθώς φεύγει, πάντως, της λέει πώς θα μπορούσε να τον ξαναβρή, αφού περιπλανηθή πολύ ψάχνοντας γι’ αυτόν και αφού κατεβή στον Άδη. Η Ψυχή, μετά από πολλά βάσανα, βρίσκει πραγματικά και πάλι τον Έρωτα. Επειδή όμως είχε υποκύψει στην περιέργεια, γεννάει όχι ένα θεϊκό αγόρι αλλά μόνο μια κόρη, την Ηδονή. Η ιστορία τελειώνει με μια χαρούμενη γαμήλια γιορτή στον Όλυμπο, στην οποία παίρνουν μέρος όλοι οι θεοί και οι θεές.
Ενώ ο Λούκιος είναι πλημμυρισμένος από τα πάθη της λαγνείας, του εγωισμού, του φόβου και της ανησυχίας, και με βαθύ κυνισμό, το ασυνείδητο του παρουσιάζει με την μορφή αυτής της ιστορίας το μυστικό, βαθύτερο νόημα της κατάστασής του: την μοίρα της anima του που υποφέρει από το πλησίασμα και την απομάκρυνση του θεού Έρωτα. Είναι σαν το ασυνείδητο να του λέη: «Πίσω από την φαινομενικά χωρίς νόημα και άτυχη μοίρα σου παίζεται ένα βαθύτερο δράμα, ένα θεϊκό έργο από δαίμονες, που το νόημά του είναι η λύτρωση της anima μέσω του πνεύματος της αγάπης». Η ίδια η ιστορία δεν έχει επινοηθή από τον Απουλήιο, αλλά ανήκει σε ένα τύπο παραμυθιών που βρίσκει κανείς ακόμη και σήμερα σε όλο τον κόσμο· τα ονόματα, όμως, Ψυχή και Έρως (όπως και των περισσότερων άλλων προσώπων) επινοήθηκαν απ’ αυτόν. Προφανώς πρόβαλε την δική του αντίληψη για τους δαίμονες σε αυτές τις παραμυθητικές μορφές, και υπαινίχθηκε, με λεπτή ψυχολογική διαίσθηση, ότι η ιστορία αφορά στην πραγματικότητα την μοίρα της δικής του συναισθηματικής πλευράς, του δικού του δαίμονα – anima, ενός πνεύματος που μεσολαβεί για την βίωση της εμπειρίας του θείου. Σύμφωνα με τον Jung, η anima είναι  ο  κ α τ’  ε ξ ο   χ ή ν  παράγοντας δημιουργίας προβολών: υφαίνει το κρυφό σχέδιο της μοίρας ενός άνδρα, αλλά επίσης χτίζει μια γέφυρα για μια εμπειρία του Θεού μέσα στην ψυχή του. Ο Reinhold Merkelbach έδειξε με πειστικότητα ότι η πριγκίπισσα Ψυχή είναι στην πραγματικότητα ένας πρόδρομος της θεάς Ίσιδας, η οποία εμφανίζεται στην μεγάλη μυστική τελετή στο τέλος του μυθιστορήματος. Εντούτοις εκπλήσσεται από το ντουμπλάρισμα Ίσιδας – Ψυχής και Ίσιδας – Χαρίτης, επειδή, όπως υπογραμμίζει, η τελευταία – η ακροάτρια στην οποία λέγεται το παραμύθι – είναι επίσης μια παράλληλη     μ ο ρ φ ή  με την Ίσιδα.
Ψυχολογικά, πάντως, αυτός ο διπλασιασμός, ή μάλλον ο τριπλασιασμός, της Ίσιδας μπορεί εύκολα να κατανοηθή. Στην ψυχολογική πράξη βλέπουμε επανειλημμένα ότι η anima εμφανίζεται σαν ένα παράγωγο ή μια ανανεωμένη μορφή της μητρικής εικόνας μέσα στον άνδρα. Ενσαρκώνει, τότε, ένα κομμάτι εσωτερικής θηλυκότητας της ψυχής που έχει έρθει πιο κοντά στον ανθρώπινο στοιχείο, δηλαδή στην εγωική συνείδηση του άνδρα. Η Χαρίτη, μια κοπέλλα που συλλαμβάνεται από τους ληστές ακριβώς όπως και ο Λούκιος, θα ήταν, επομένως, η πιο ανθρώπινη, ας πούμε, μορφή της anima του, η μορφή που βρίσκεται πιο κοντά στην συνειδητότητα· η Ψυχή, από την άλλη μεριά, σαν μια παραμυθιακή μορφή και κόρη ενός βασιλιά, είναι πιο κοντά στο εξωκοσμικό βασίλειο των θεών. Κατά την Αλεξανδρινή περίοδο, όπως αποδεικνύεται από διάφορα χειροποίητα αντικείμενα, η Ψυχή συχνά λατρευόταν σε τελετές μαζί με τον Έρωτα. Την παρίσταναν σαν μια κοπέλλα με φτερά πεταλούδας, δηλαδή σαν ένα πνευματικό ον ή σαν ένα πλάσμα όχι της συγκεκριμένης πραγματικότητας, αλλά αρκετά πραγματικό ψυχολογικά! Από την άλλη μεριά η Ίσιδα που εμφανίζεται στο τέλος του μυθιστορήματος σε όλη της την κοσμική μεγαλοπρέπεια, προσωποποιεί την αρχετυπική συλλογική πλευρά της anima. Δεν υπάρχει πια τίποτε από τις προσωπικές επιθυμίες του Απουλήιου ή από το πάθος του γι’ αυτήν. Είναι η απομακρυσμένη, υψηλή αποκάλυψη της βαθύτερης διαπροσωπικής μοίρας.
Έ ν α  μοτίβο αυτής της πορείας έχει προβληματίσει τους ερμηνευτές: Η Ψυχή πρέπει να πάρη από την Περσεφόνη ένα κουτί που περιέχει κάποιο καλλυντικό, το οποίο κουτί δεν πρέπει να ανοίξη. Αυτή πάλι υποκύπτει στην περιέργεια, και όταν ανοίγει το κουτί την τυλίγει ένας θανάσιμος ύπνος, σαν σύννεφο. Φαίνεται σαν να έχουν χαθή τα πάντα, αλλά ακριβώς τότε εμφανίζεται ο Έρως και την βοηθάει να συνέλθη δίνοντάς της μια σταγόνα από το νερό της ζωής. Η Ψυχή σώζεται, και την ίδια στιγμή έχει τελικά εκπληρώσει το έργο της. Γιατί ένα καλλυντικό σε μια τόσο κρίσιμη στιγμή, και γιατί υποτίθεται ότι ενεργεί θανατηφόρα; Από ψυχολογική άποψη, αυτό συνδέεται με ένα γνωστό πρόβλημα της ανδρικής anima. Η anima πιστεύει αρκετά συχνά, ακόμη και σήμερα, στο παγανιστικό «κ α λ ό ν  κ ἀ γ α θ ό ν», στην ιδέα ότι η ομορφιά και η καλοσύνη πάνε μαζί· ένα τέτοιος άνδρας δεν μπορεί να πεισθή, για παράδειγμα, ότι μια πραγματικά ωραία γυναίκα μπορεί επίσης να είναι ανόητη ή καθόλου ικανοποιητική, και κατά συνέπεια θα έχη ορισμένες άτυχες εμπειρίες στο έρωτα. Στην περίπτωση του ίδιου του Απουλήιου, πάντως, βλέπουμε άλλη μια καταστρεπτική πλευρά αυτού του «καλλυντικού»: στην εκζήτηση της συγγραφής του, στον εθισμό του σε έναν επιτηδευμένο, προσποιητό τρόπο έκφρασης, που θαμπώνει το βάθος του μυθιστορήματος και του στερεί κάτι από την συγκινησιακή του επίδραση. Ο αισθητισμός και η επιτήδευση στην λογοτεχνία σχηματίζουν τελικά ένα είδος εμποδίου για την αυθεντική θρησκευτική εμπειρία, επειδή μια τέτοια εμπειρία προέρχεται από απλοϊκά, πρωτόγονα θεμελιακά επίπεδα της ψυχής. Αυτός είναι ο λόγος που σήμερα η μάλλον αδέξια λαϊκή τέχνη των πρώτων Χριστιανών μας συγκινεί περισσότερο από την προσποιητή, ετοιμοθάνατη αρχαία τέχνη των τοιχογραφιών της Πομπηίας· εκφράζει απλό, ανθρώπινο θρησκευτικό συναίσθημα. Είναι στην φύση της anima να προκαλή την εκζήτηση και την ματαιοδοξία σε κάποιο στάδιο ψυχικής ανάπτυξης, και αν αυτά δεν ξεπερασθούν ή υπερβληθούν εμποδίζουν το θρησκευτικό – πνευματικό βάθεμα της εσωτερικής εμπειρίας· έτσι παριστάνονται στην ιστορία μας σαν ο κίνδυνος του θανάσιμου ύπνου.
Αν και το παραμύθι έχει ένα ευχάριστο τέλος για την Ψυχή και τον Έρωτα, όταν το εξετάσουμε καλύτερα αυτό το τέλος δεν είναι τόσο θετικό όσο θα νόμιζε κανείς. Ο γάμος γίνεται όχι στην γη αλλά στον Όλυμπο, η Ψυχή μεταφέρεται στο βασίλειο των θεών, και ο Έρως δεν κατεβαίνει στην γη. Αυτό σημαίνει ότι και οι δύο μορφές εξαφανίζονται μέσα στο συλλογικό ασυνείδητο. Το μοτίβο του Ιερού Γάμου, της ένωσης των αντιθέτων, βουλιάζει πάλι μέσα στο ασυνείδητο· συνεπώς και οι δύο ακροατές, ο Λούκιος και η Χαρίτη, αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα αμέσως μετά. Και μια άλλη ακόμη λεπτομέρεια δείχνει ότι κάτι παραμένει ασυνειδητοποίητο. Αντί για ένα αγόρι, όπως προβλεπόταν από την μοίρα, η Ψυχή γεννάει ένα κορίτσι, την Ηδονή. Σε όλους τους μεγάλου μύθους ο «θεϊκός γιός» είναι ο καρπός του ιερού γάμου· είναι σύμβολο νέας ζωής και της εσωτερικής ολοκλήρωσης που προέρχεται από την ένωση των αντιθέτων. Η Ψυχή ανανεώνεται πραγματικά με την Ηδονή, αλλά, όπως μας πληροφορεί το όνομα, η διαδικασία κολλάει στον χώρο της anima, δηλαδή στις εμπλοκές της επιθυμίας, στις ασυνείδητες ζωτικές ορμές ενός άνδρα, αντί για την ανάπτυξη προς μια συνειδητοποίηση του Ταυτού. Παρ’ όλα αυτά, η Ηδονή δεν παύει να αντιπροσωπεύει την πιο  π ρ ο σ ω π ι κ ή  anima του Απουλήιου· βρίσκεται πιο κοντά στην συνείδηση από ότι η μητέρα της, η Ψυχή. Μόνο στο τέλος του μυθιστορήματος, όταν ο Λούκιος – Απουλήιος, μετά την τελετή της Ίσιδας στην οποία παίρνει μέρος, μυείται στα μυστήρια του Όσιρι, φθάνει τελικά στην εμπειρία του «θεϊκού γιού», του Ταυτού.
Το κάπως διφορούμενο τέλος της ιστορίας του Έρωτα και της Ψυχής προαναγγέλλει την συμφορά που ακολουθεί λίγο αργότερα. Βέβαια, η Χαρίτη σώζεται από τους ληστές και βρίσκει πάλι τον αρραβωνιαστικό της, αλλά η καλή της τύχη δεν κρατάει για πολύ. Ο Θρασύλλος, ένας αναιδής νέος που την έχει ερωτευθή (Σ. τ. Μ.: Θρασύλλος = από το θράσος), δολοφονεί με απάτη τον άνδρα της. Αυτήν τον εκδικείται τυφλώνοντάς τον, και μετά σκοτώνεται για να ενωθή και πάλι με τον άνδρα της στο Υπερπέραν. Η ζωή της έτσι τελειώνει σε έναν τραγικό «γάμο θανάτου». Από την άποψη της ανθρώπινης μοίρας, η ένωση της Ψυχής και του Έρωτα στον Όλυμπο έχει το ίδιο νόημα. «Αθάνατο θνητό, θνητό αθάνατο, ο θάνατος είναι ζωή για το ένα, και η ζωή είναι θάνατος για το άλλο».
Ο Λούκιος, ο γάιδαρος, ξεφεύγει από τους ληστές και για ένα σύντομο διάστημα, χάρη στο ενδιαφέρον της Χαρίτης, ζη μια καλύτερη ζωή. Αλλά έπειτα πέφτει και πάλι στα χέρια κακών ανθρώπων και τα βάσανά του συνεχίζονται. Οι θετικές κρυσταλλώσεις στο ασυνείδητο δεν φθάνουν στην επιφάνεια της συνείδησης. Ο κυνισμός, ο εγωισμός, η λαγνεία, κυριαρχούν ακόμη μέσα στον Λούκιο· αλλά αυτά τα χαρακτηριστικά της συνειδητής του στάσης τον σώζουν πάλι από τον θάνατο την τελευταία στιγμή. Η ψυχή του, πάντως, υποφέρει βαθειά χωρίς αυτός να το καταλαβαίνη  συνειδητά.
Στο τέλος των περιπλανήσεών του, και έπειτα από μια τελευταία ταπείνωση, ο Λούκιος σωριάζεται σε μια ακρογιαλιά εξουθενωμένος.
«Λίγο αργότερα ξύπνησα με έναν ξαφνικό τρόμο. Μια εκθαμβωτική πανσέληνος έβγαινε από την θάλασσα. Σε αυτήν ακριβώς την μυστική ώρα η θεά της Σελήνης. Μοναδική βασίλισσα του ανθρώπινου γένους, έχει την μεγαλύτερή της δύναμη και μεγαλοπρέπεια. Αυτή είναι η λαμπρή θεά που με την θεϊκή της επίδραση όχι μόνο όλα τα ζώα, άγρια και ήμερα, άλλα επίσης και όλα τα άψυχα πράγματα, αναζωογονούνται… Αυτό το ήξερα καλά, και έτσι αποφάσισα να απευθυνθώ στην ορατή εικόνα της θεάς, ικετεύοντας την βοήθειά της επειδή η Μοίρα φαινόταν τελικά να έχη πάρει την απόφαση ότι είχα υποφέρει αρκετά και μου πρόσφερε μια ελπίδα λύτρωσης…
«Ευλογημένη βασίλισσα του Ουρανού, είτε χαίρεσαι να σε ονομάζουν Δήμητρα, αρχέγονη μητέρα του θερισμού που έκανε το ψωμί να γεννηθή από του πλούσιο έδαφος της Ελευσίνας· είτε Ουράνια Αφροδίτη, που τώρα λατρεύεται στην θαλασσόβρεχτη Πάφο… είτε Άρτεμη, γιάτρισσα αδελφή του Φοίβου Απόλλωνα, που ανακουφίζει τους πόνους της γέννας, και τώρα λατρεύεται στο αρχαίο ιερό της Εφέσου· είτε φοβερή Περσεφόνη… που το τριπλό της πρόσωπο έχει δύναμη ενάντια στα κακά πνεύματα, και τα κρατάει φυλακισμένα κάτω από την γη… Σε ικετεύω, με όποιο όνομα, με όποια μορφή, με όποιες τελετές και αν καταδέχεσαι να σε επικαλεσθούν, λυπήσου με στην έσχατη δυστυχία μου, αποκατάστησε την συντριμμένη μου μοίρα, και ξανάφερέ με στην οικογένειά μου, δώσε μου πάλι τον εαυτό μου».
Έχοντας τελειώσει την προσευχή του, ο Λούκιος πέφτει σε έναν βαθύ ύπνο. Δεν έχει καλά-καλά κλείσει τα μάτια του όταν η θεά του εμφανίζεται στην πιο επιβλητική της μορφή, με ένα φόρεμα που ιριδίζει λάμποντας με διάφορα χρώματα, άλλοτε κόκκινο, άλλοτε κίτρινο, με έναν βαθύ μαύρο μανδύα, ένα στεφάνι, και με την λάμψη του φεγγαριού να καθρεφτίζεται επάνω στο μέτωπό της. Του λέει ότι αυτή, η μητέρα της δημιουργίας και κυρία των στοιχείων, συγκινήθηκε από την προσευχή του, και του εμφανίστηκε για να προφητεύση ότι την επόμενη μέρα θα βρή την λύτρωση στην πομπή προς τιμή της Ίσιδας τρώγοντας τριαντάφυλλα, το λουλούδι της Ίσιδας. Σε αντάλλαγμα θα πρέπει να αφιερώση τον εαυτό του σε αυτή για πάντα, και σε αυτήν την ζωή και στην επόμενη, και να την υπηρετή αιώνια.
Το παραμύθι του Έρωτα και της Ψυχής εμφανίσθηκε και μετά χάθηκε, όπως ένας θησαυρός που ανεβαίνει στην επιφάνεια μιας λίμνης, και μετά, αν κανείς δεν τον ανασύρη, βυθίζεται πάλι. Αυτή τη φορά, πάντως, το περιεχόμενο του ασυνειδήτου περνάει το κατώφλι της συνείδησης. Η Ίσιδα και ο Όσιρις, που κατά την γνώμη και του Πλούταρχου και του Απουλήιου είναι οι μεγαλύτεροι από τους δαίμονες, αντιπροσωπεύουν τις ίδιες αρχέγονες μορφές που αντιπροσωπεύουν η Ψυχή και ο Έρως. Αναδύονται πάλι με αυτή τη νέα μορφή, και αυτήν την φορά το γνήσιο θρησκευτικό αίσθημα που είχε απωθηθή βρίσκει διέξοδο στον Λούκιο - Απουλήιο. Ο διανοητικισμός του φεύγει, η απασχόλησή του με τις μικρότητες ενός καθαρά υλιστικά προσανατολισμένου τρόπου ζωής σταματάει, και ένα βαθύτερο νόημα του αποκαλύπτεται μέσα από μια συντριπτική εμπειρία των αιγυπτιακών  n u m i n a (Σ. τ. Μ. : numen = θεία βουλή, εξουσία, δύναμη. Το θείο, θεότητα) των θεών της αρχαίας πατρίδας. Μπορούμε να δούμε ότι η μεταστροφή του είναι πραγματική επειδή τηρεί την σιωπή που διατάσσεται στα μυστήρια· η διάνοιά του σίγουρα θα τα χρησιμοποιούσε πολύ πρόθυμα σαν ένα διανοητικό παιχνίδι, αλλά τώρα, επειδή τα αντιμετωπίζει σοβαρά, δεσμεύεται και επομένως μπορεί να δώση μόνο ένα-δύο υπαινιγμούς για το νόημά τους. Εξ άλλου, το αποτέλεσμα της ανάπτυξης αυτή τη φορά δεν είναι η γέννηση ενός κοριτσιού, αλλά η συνάντηση με τον Όσιρι, τον σύζυγο και γιο της θεάς Ίσιδας, που ταυτίζεται με τον Ώρο, τον Αρποκράτη, το θεϊκό παιδί, και που επίσης συμβολίζει την φιλοσοφική λίθο, το Ταυτό, στην αλχημεία εκείνης της εποχής. Η θεά Ψυχή – Ίσις δεν είναι πλέον το θύμα και ο υποκινητής της συμφοράς, αλλά έχει γίνει μια γέφυρα προς το συναίσθημα και προς μια πιστότητα προς το Ταυτό.
Βλέπουμε λοιπόν στην περίφημη νουβέλα του Απουλήιου από την ύστερη αρχαιότητα ένα βήμα στην ανάπτυξη της anima που δικαιώνει τις μεγαλύτερες ελπίδες· αλλά αυτή η ανάπτυξη διακόπηκε με την εξάπλωση του Χριστιανικού μηνύματος. Το πνεύμα του αρσενικού Λόγου κυριάρχησε μονόπλευρα σε βάρος της θηλυκής αρχής. Πρέπει να έρθη ο καιρός του μεσαιωνικού Minnedienst (Σ. τ. Μ. Minne= κυρία, dienst= υπηρεσία. Η εποχή της υπηρεσίας στην δέσποινα –θηλυκή αρχή) για να βρούμε πάλι κείμενα με εμπειρίες της anima που να μας συγκινούν τόσο πολύ· δεν είναι τυχαίο το ότι μοτίβα από την περιγραφή της πομπής της Ίσιδας από τις «μεταμορφώσεις» εμφανίζονται στην φιλολογία του Grail. Μου φαίνεται, πάντως, ότι μόλις τώρα έχουμε φθάσει στο σημείο που ο δαίμων Ψυχή με τα φτερά της πεταλούδας έρχεται και πάλι κοντά στους ανθρώπους και μπορεί να κατανοηθή σαν η αρχή της αγάπης που δεν έχει κανένα ίχνος από εγωιστικά κίνητρα, και που ο στόχος της εκφράζει την εξατομίκευση του άνδρα, με την απελευθέρωση από κάθε λογοκρατική μονομέρεια.
Στο έργο του «Έρως και Ψυχή», ο Erich Neuman ερμηνεύει την ιστορία σαν την ανάπτυξη μιας γυναίκας μάλλον, παρά σαν μια περιγραφή της μοίρας της anima του Απουλήιου. Αυτό μπορεί να δικαιολογηθή στον βαθμό που η anima, σαν η θηλυκή ύπαρξη μέσα σε έναν άνδρα, δεν είναι διαφορετική στην δομή της φύσης της από την θηλυκή πλευρά μιας γυναίκας· διαφορετικά δεν θα ήταν δυνατόν οι άνδρες πάντα να προβάλλουν την anima τους επάνω στις γυναίκες.
Η ανωριμότητα της προσέγγισης του προβλήματος του έρωτα στην ιστορία του Έρωτα και της Ψυχής του Απουλήιου είναι φανερή από το ότι ο Έρως συμπεριφέρεται σαν ένας ιδιότροπος νεαρός· μόνο στην νυχτερινή σκηνή με το λυχνάρι φανερώνεται σαν ο μεγάλος και φοβερός θεός που πραγματικά είναι. Η «παιδικότητά» του (είναι το αντίστοιχο της ανωριμότητας του Homunculus και του Ευφορίωνος  στον Faust του Goethe) δείχνει ότι η δυνατότητα μιας συνειδητοποίησης του Ταυτού δεν είναι ακόμα παρούσα. Ο δαίμονας δεν μπορεί ακόμα να αφομοιωθή· έρχεται και φεύγει, και ο άνδρας που τον συναντάει δεν μπορεί να καταλάβη το νόημα ης εμφάνισής του. Αλλά ποιος, ακόμη και σήμερα, μπορεί πραγματικά να συλλάβη το νόημα μιας βαθειάς εμπειρίας αγάπης; Μια προσευχή στον Έρωτα από την ύστερη αρχαιότητα πλησιάζει, ίσως, στην έκφραση αυτής της ακατανόητης εμπειρίας.
«Εσένα καλώ, την πηγή κάθε πλάσματος ζωντανού, που τα φτερά σου είναι απλωμένα πάνω σε όλο τον κόσμο, που είσαι ακατονόμαστος και απροσμέτρητος, που χαρίζεις ζωογόνες σκέψεις σε κάθε ψυχή, που με την δύναμη σου ενώνεις μαζί τα πάντα. Πρωτογέννητε, δημιουργέ των όλων, χρυσοφτέρουγε, σκοτεινέ, γεμάτε μυστήριο, που κρύβεις τις συνετές και πανούργες σκέψεις και εμπνέεις σκοτεινό και δυσοίωνο πάθος, που ζεις κρυμμένος σαν κλέφτης μέσα σε κάθε ψυχή· εσύ ανάβεις την αόρατη φωτιά σε όλα τα έμψυχα με το άγγιγμά του, και βασανίζεις ακούραστα με τον πόθο, με την αγωνιώδη χαρά, από τότε που φάνηκε ο κόσμος… Εσύ ο πιο νέος, χωρίς νόμους, ο άκαρδος, ο αδυσώπητος, ο αόρατος, ο ασώματος, ο κινητής του πάθους, ο τοξότης, ο πυρσοφόρος, εσύ ο κύριος κάθε κίνησης του πνεύματος, όλων των κρυφών πραγμάτων, ο δότης της λησμοσύνης, ο πατέρας της σιωπής, μέσα από τον οποίο και προς τον οποίο ξεχύνεται το φως, τρυφερό παιδί όταν γεννιέσαι μέσα στην καρδιά, παλαιέ των ημερών όταν είσαι τέλειος. Εσένα καλώ τον ανελέητο, χρησιμοποιώντας το μεγάλο σου όνομα. Εσύ είσαι ο πρώτος που εμφανίσθηκε, νυχτερινέ επισκέπτη, χαρούμενα την νύχτα, δημιουργέ της νύχτας, εσύ που ακούς και απαντάς… εσύ που βρίσκεσαι στα βάθη… εσύ κρυμμένα μέσα στην θάλασσα, εσύ γηραιότατε!»
Ιδωμένος από την πλευρά της γυναικείας ψυχολογίας, ο Έρως στην ιστορία του Απουλήιου είναι επίσης μια προ-μορφή του θεού Όσιρι· στην γυναίκα είναι το «πνεύμα που δείχνει τον δρόμο» σύμφωνα με την αρχική σημασία της λέξης (ψυχοπομπός), δηλαδή, ο θετικός της animus. Μπορεί κανείς να μελετήση την καταστρεπτική πλευρά του στις πολύ εντυπωσιακές μεσαιωνικές περιγραφές κατοχής από τον διάβολο, αλλά εδώ είναι ο θετικός animus –δαίμονας στον ρόλο του μεσολαβητή προς το Ταυτό, που για μια γυναίκα θα μπορούσε να θεωρηθή η θεά Ίσιδα· η Ίσιδα ονομαζόταν επίσημα «Ίσις των γυναικών» στα αιγυπτιακά θρησκευτικά κείμενα.
Συνεχίζεται
Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: