Σάββατο 9 Μαρτίου 2013

ΟΙ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΚΑΙ Η ΑΠΟΣΥΡΣΗ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΓΙΟΥΓΚΙΑΝΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ (15)

Συνέχεια από Κυριακή 3 Μαρτίου 2013

Αντανακλάσεις της ψυχής
MarieLouise von Franz

Β .Το αρσενικό συμπλήρωμα της γυναικείας ψυχής
Ακριβώς όπως η anima προέρχεται από την μητρική εικόνα ενός άνδρα, έτσι και ο animus είναι μια ανανεωμένη μορφή της εικόνας του πατέρα. Σαν «πατέρας» αντιπροσωπεύει ένα παραδοσιακό πνεύμα το οποίο εκφράζεται με «ιερές πεποιθήσεις», που η ίδια η γυναίκα δεν τις έχει ποτέ στην πραγματικότητα σκεφθή κατά βάθος. Ο animus σαν θεϊκό   p u e r     a e t e r n u s (αιώνιο παιδί), από την άλλη μεριά, εμφανίζεται σαν ένα δημιουργικό πνεύμα που μπορεί να εμπνεύση μια γυναίκα ώστε να κατoρθώση τα δικά της πνευματικά επιτεύγματα. Αυτό το πνεύμα είναι ένα πνεύμα αγάπης, δηλαδή του δικού της ζωντανού εσωτερικού μυστηρίου, που βρίσκει την υλοποίησή του στον έρωτα ανάμεσα στον άνδρα και την γυναίκα. Στην ιστορία του Απουλήιου, επομένως, η Ψυχή μπορεί να εννοηθή, όπως την καταλαβαίνει ο Neumann, σαν ένα πρότυπο γυναίκας που ελευθερώνεται από ένα κούφιο, αποκλειστικά θηλυκό μητριαρχικό τρόπο ζωής και φθάνει σε μια ανώτερη, ατομική θηλυκότητα μέσα από πολλή ταλαιπωρία και από μια εμπειρία του αρσενικού κόσμου. Το ότι η Ψυχή στην ιστορία καταλήγει στον Όλυμπο, σημαίνει ότι ακόμη και εδώ αυτός ο τρόπος εξατομίκευσης για μια γυναίκα δεν έχει επιτευχθή μέσα στην ανθρώπινη πραγματικότητα. Φαίνεται πως είναι μέσα στην φύση του animus να παρασύρη την γυναίκα μακριά από την πραγματικότητα κατά καιρούς. Ενώ η anima εμφανίζεται συνήθως με την μορφή μιας μαγείας, μιας γοητείας που τραβάει τον άνδρα στην ζωή, ο animus συχνά εμφανίζεται σαν ένα πνεύμα του θανάτου. Πραγματικά, υπάρχουν ακόμη και παραμύθια στα οποία μια γυναίκα παντρεύεται έναν όμορφο άγνωστο ξένο, που αποκαλύπτεται αργότερα ότι είναι ο θάνατος προσωποποιημένος, και αυτή η αποκάλυψη φέρνει τον θάνατο της ίδιας της γυναίκας. Αυτό συνδέεται με το γεγονός ότι, σαν παράγοντας που δημιουργεί προβολές, η anima ενός άνδρα προκαλεί κυρίως παθητικές, δηλαδή εμπαθητικές προβολές (Σ. τ. Μ. εμπάθεια: ψυχολογική ιδιότητα του να προβάλλη κάποιος τον εαυτό του σε ένα αντικείμενο, ή να συμμετέχη στα συναισθήματα ενός άλλου προσώπου) που δένουν τον άνδρα με τα αντικείμενα· ο animus, από την άλλη μεριά, δημιουργεί περισσότερο ενεργητικές, δηλαδή περισσότερο  κ ρ ι τ ι κ έ ς  προβολές που τείνουν να αποκόψουν την γυναίκα από τον κόσμο των αντικειμένων. Και στις δύο περιπτώσεις, η anima και ο animus έχουν σαν αποτέλεσμα μια αποξένωση από την πραγματικότητα, επειδή οι εμπαθητικές προβολές της anima είναι απατηλού χαρακτήρα, και οι κρίσεις του animus πολύ συχνά δεν έχουν καμμιά σχέση με την αλήθεια.
Δεν έχουμε κανένα γραπτό κείμενο από την ύστερη αρχαιότητα, από όσο γνωρίζω, που να περιγράφη τον αρσενικό δαίμονα της γυναίκας υπό τύπον βιογραφίας, αλλά έχουμε έναν από τον σύγχρονο με την ύστερη αρχαιότητα χριστιανικό χώρο, δηλαδή την τραγική ιστορία της μάρτυρος Περπέτουας από την Καρχηδόνα. Η Περπέτουα ήταν μια 22χρονη Ρωμαίας καλής κοινωνικής τάξης που καταδικάστηκε σε θάνατο. Ενώ βρισκόταν στην φυλακή περιμένοντας την εκτέλεσή της, είδε διάφορα όνειρα – οράματα, στα οποία συναντούσε μορφές του προσωπικού της  animus στο πρόσωπο του συμμάρτηρά της Σατούρνου και του διακόνου Πομπόνιου (αυτοί αντιστοιχούν στην μορφή της Χαρίτης στις «Μεταμορφώσεις» του Απουλήιου), και στα οποία οράματα εμφανίσθηκαν με ιδιαίτερο τρόπο ένας λευκοντυμένος θεϊκός βοσκός και (σε ένα μεταγενέστερο όραμα) ένας εξυπηρετικός δάσκαλος της ξιφομαχίας. Ο πρώτος, στο πρώτο όραμα, της έδωσε τυρί σαν «τροφή αθανασίας», και ο δεύτερος, στο τελευταίο όραμα, ένα πράσινο κλαδί με χρυσά μήλα. Ενισχυμένη από αυτούς τους ονειρικούς δαίμονες, η Περπέτουα βάδισε χωρίς φόβο προς τον θάνατό της. Γι’ αυτήν οι δύο ονειρικές μορφές ήταν εμφανίσεις του Χριστού σε αλλαγμένη μορφή, αλλά τα ίδια τα όνειρα – οράματα δεν λένε αυτό. Αυτοί οι δαίμονες, ή, καλύτερα, αυτός ο δαίμονας (επειδή οι δύο είναι ταυτόσημοι) είναι, μάλλον, μια αρχετυπική μορφή που ήταν κρυσταλλωμένη εκείνη την εποχή στο συλλογικό ασυνείδητο ολόκληρου του κόσμου, περιλαμβάνοντας και τον μη χριστιανικό, ένα πνεύμα θρησκευτικής ανανέωσης, που ιδιαίτερο διακριτικό του σημείο ήταν  ν α   ε μ φ α ν ί ζ ε τ α ι   ά μ ε σ α   σ τ ο   ξ ε χ ω ρ ι σ τ ο   ά τ ο μ ο   σ α ν   έ ν α   π ν ε ύ μ α   π ο υ   δ ε ί χ ν ε ι  τ ο ν   δ ρ ό μ ο.  Θα το συναντήσουμε πάλι σαν μια εσωτερική μορφή σε άνδρες. Στο βίο της Περπέτουα, πάντως, πρέπει χωρίς αμφιβολία να κατανοηθή σαν μια μορφή animus – ένα μεσολαβητικό πνεύμα.
Ακριβώς όπως στην περίπτωση του Απουλήιου η μορφή της μητέρας – anima εμφανίζεται διαφοροποιημένη σε μια μορφή πιο κοντά προς το ανθρώπινο στοιχείο (Χαρίτη) και δύο θεϊκές μορφές (Ψυχή και Ίσις), έτσι και η Περπέτουα οδηγείται στα οράματά της από την μια μεριά από μορφές του animus που συμβολίζονται από άνδρες του περιβάλλοντός της, και από την άλλη από τον θεϊκό βοσκό και τον δάσκαλο της ξιφομαχίας, που είναι μορφές εντελώς διαπροσωπικές. Στο πρώτο όραμα ένας συμμάρτηράς της, ο Σατούρνος, την παίρνει από το χέρι και την οδηγεί στην ουράνια σκάλα που φθάνει ως τον κοσμικό βοσκό. ο Σατούρνος στην πραγματικότητα ζητούσε το μαρτύριο εκούσια και σχετιζόταν εθελοντικά με τους φυλακισμένους και τους έδινε πνευματική παρηγοριά. Ενώ ο Σατούρνος ενσαρκώνει τις ιδιότητες του θάρρους και της πίστης, ο Πομπόνιος είναι πιο κοντά στην εικόνα του πνευματικού δασκάλου· προσωποποιεί τις βαθυνόμενες σταδιακά χριστιανικές ενοράσεις της Περπέτουας. Ήταν μόνο εικοσιδύο χρονών, και είχε κατηχηθή μόνο για ένα μικρό χρονικό διάστημα· ήταν από κάθε άποψη ακόμη αρχάρια στον πνευματικό κόσμο του Χριστιανισμού. Αντίστοιχα με την θεά  Ίσιδα του Απουλήιου, η υπέρτατη, εντελώς αρχετυπική δύναμη εμφανίζεται εδώ σαν ο κοσμικός βοσκός και ο γιγάντιος δάσκαλος της ξιφομαχίας, που προσφέρουν και οι δύο στην Περπέτουα σύμβολα της αιώνιας ζωής. Ο «Ποιμένας των ανθρώπων» (“Ποιμάνδρης”), όπως ονομάζεται σε ένα σύγγραμμα περίπου της ίδιας περιόδου, σημαίνει ένα «Πνεύμα της Αλήθειας» που «συνοδεύει τους ανθρώπους όπου και αν βρίσκονται». Σε ένα Ναασσηνό κείμενο, ο θεός Άττις εξυμνείται σαν κοσμικός θεάνθρωπος και «ποιμένας των λαμπρών άστρων», ένα επίθετο που επίσης αποδίδεται στον Αιγυπτιακό θεό Άνουβι και στον θεό Ώρο· ο τελευταίος, για παράδειγμα, ονομάζεται «ο καλός ποιμένας που κυβερνάει τις τέσσερις φυλές των ανθρώπων».
Ο Φίλων από την Αλεξάνδρεια ερμηνεύει την εικόνα του βοσκού ως εξής:
«Το να είσαι βοσκός είναι κάτι τόσο εξαιρετικά καλό ώστε ορθά αποδόθηκε όχι μόνο σε βασιλείς και σε σοφούς και σε ψυχές καθαρισμένες από τον εξαγνισμό, αλλά επίσης στον ίδιο το Θεό, Κυβερνήτη του Σύμπαντος. Σαν βοσκός σε ένα λειβάδι ή αγρό, ο Θεός, ο Ποιμένας και Βασιλιάς, κυβερνάει δίκαια και με τον δικό του νόμο την γη και το νερό, τον αέρα και την φωτιά, και τα φυτά και τα ζωντανά πλάσματα μέσα τους, θνητά και θεϊκά, και επίσης την φύση του ουρανού και την πορεία του ήλιου και της σελήνης, και τα μονοπάτια των άλλων ουρανίων σωμάτων και τις αρμονικές τροχιές τους, δίνοντάς τους για να τα καθοδηγή τον αληθινό Λόγο, τον πρωτότοκο γιό του, που θα αναλάβη την φροντίδα αυτού του ιερού ποιμνίου σαν κυβερνήτης σταλμένος από τον Μεγάλο Βασιλιά».
Έτσι, σε αυτό το κείμενο ο βοσκός συμβολίζει την αντίληψη για τον Θεό και για τον Λόγο σαν ένα  π ν ε ύ μ α  που κυβερνάει τον κόσμο και «φθάνει από τον ουρανό στην γη». Στον Χριστιανισμό όλες οι λειτουργίες αυτού του διαδεδομένου συμβόλου του βοσκού αποδόθηκαν στον Χριστό, όπως δείχνει ο Ψαλμός 22, 1: «Κύριος ποιμαίνει με, και ουδέν με υστερήσει». Η πρώιμη χριστιανική τέχνη, επομένως, παρίστανε συχνά τον Χριστό σύμφωνα με την παράδοση του Ερμή, με τον αμνό στους ώμους του και τα ουράνια σώματα στα πόδια του. Σαν κυβερνήτης του κόσμου βρίσκεται παντού, και συγχρόνως εμφανίζεται στο άτομο σαν προσωπικό φυλακτήριο πνεύμα, ακριβώς όπως ο βοσκός/δάσκαλος της ξιφομαχίας στα οράματα της Περπέτουα ενδιαφέρεται γι’ αυτήν. Στο τελευταίο όραμα, όταν στο αμφιθέατρο η Περπέτουα πρέπει να παλέψη με έναν γίγαντα Αιγύπτιο – το πνεύμα της ειδωλολατρίας – κατ’ αρχήν ξεντύνεται από όμορφους νέους και αλείφεται με λάδι. Κατά την διαδικασία αυτή  μ ε τ α μ ο ρ φ ώ ν ε τ α ι  σ ε  ά ν δ ρ α  και με την μορφή αυτή, του  σ τ ρ α τ ι ώ τ η  τ ο υ  Χ ρ ι σ τ ο ύ, νικάει έπειτα τον εχθρό. Ο Κλήμης ο Αλεξανδρέας αναφέρει ένα απόσπασμα από σύγχρονό του κείμενο που λέει ότι μετά τον θάνατο το αρσενικό στοιχείο ενώνεται αμέσως με το παγκόσμιο πνεύμα (τον Λόγο) στο Υπερπέραν, ενώ το θηλυκό εισέρχεται στο πλήρωμα μόνο μετά από μια διαδικασία αρρενοποίησης. Η βαθειά τραγική μοίρα της χριστιανής γυναίκας φαίνεται εδώ: επειδή η χριστιανική εικόνα του Θεού είναι αποκλειστικά αρσενική, μπορεί να γίνη ένα με τον θεό μόνο μέσω της αλλοτρίωσης από την γυναικεία της φύση.
Αυτό, όμως, δεν είναι τίποτε άλλο από μια πνευματική κατοχή, μια άρνηση της θηλυκής της συνείδησης και της υλικής της πραγματικότητας Έτσι και ο Αυγουστίνος γράφει (De anima – Περί ψυχής: IV, 18: 26): «Σε ένα όνειρο είδα την Περπέτουα, μεταμορφωμένη σε άνδρα, να παλεύη με έναν Αιγύπτιο. Ποιος μπορεί να αμφιβάλη ότι αυτή η ανδρική μορφή ήταν η ψυχή της, όχι το πραγματικό της σώμα, που είχε παραμείνει εντελώς θηλυκό και που βρισκόταν εκεί, ασυνείδητο, ενώ η ψυχή της πολεμούσε με την μορφή ενός αρσενικού σώματος;».
Η Περπέτουα αλλάζει το φύλο της σε κατάσταση έκστασης· η μεταμόρφωσή της είναι σαν αυτή των ιερέων της μεγάλης συριακής μητέρας – θεάς Κυβέλης, οι οποίοι σε κατάσταση έκστασης μεταμορφώνονται σε γυναίκες. Ο Απουλήιος περιγράφει μια τέτοια σκηνή εκστατικής εκθήλυνσης, που την ονομάζει αρρωστημένη φρενίτιδα, «ακριβώς σαν οι άνδρες να είχαν εξασθενήσει και αρρωστήσει μέσω της παρουσίας των θεών, και να είχαν γίνει χειρότεροι από ό,τι ήταν πριν». Ο Απουλήιος πραγματικά καταδίκαζε αυτό το είδος λατρείας, αλλά γνωρίζουμε ότι το ξύρισμα του κεφαλιού, η ενδυμασία και η όλη ζωή των “Galloi» (ευνούχων) που ευνουχίζονται οι ίδιοι, είχε την σημασία ενός είδους εκστατικής αφιέρωσης και θυσίας προς την θεά. Εάν παραβλέψουμε την ηθική αξιολόγηση του Απουλήιου, αυτό είναι ένα ακριβές παράλληλο με την αρρενοποίηση της Περπέτουα: ολοκληρωτική θρησκευτική κατοχή.
Είναι κατανοητό το ότι η πατριαρχική μονομέρεια της πρώιμης χριστιανικής εικόνας του Θεού προκάλεσε αργότερα αντισταθμίσεις, που προέρχονταν εξ ίσου και από τις ψυχικές ανάγκες της γυναίκας: η ανακήρυξη στην Έφεσο (Σ. τ. Μ.: Γ΄ Οικουμενική Σύνοδος, το 431, επί Θεοδοσίου Β΄, κατά του αιρετικού Νεστόριου) της Παρθένου Μαρίας ως  Θ ε ο τ ό κ ο υ (αυτή που γέννησε τον Θεό) και η ανάπτυξη ενός δόγματος για την ανδρόγυνη φύση του Χριστού μπορούν να κατανοηθούν με αυτή την έννοια.
Στα αποτελέσματά της στην πράξη η αρρενοποίηση της Περπέτουα συμβολίζει μια εκστατική κατάσταση αρπαγής: μεταφέρεται στον χώρο του πνευματικού, ακριβώς ο Απουλήιος – Λούκιος χαμηλώνει στην μέχρι τότε αποσχισμένη συναισθηματική πλευρά του κατά την συνάντησή του με την Ίσιδα. Ο Λούκιος, πάντως, θα κληθή λίγο αργότερα σε μια άλλη, ακόμη βαθύτερη εμπειρία, σε μια συνάντηση με το Ταυτό, η οποία τον μεταφέρει μέσα και πέρα από την συνάντησή με την anima. Η Περπέτουα, από την άλλη μεριά, εξαφανίζεται· μια θηλυκή θεότητα θα έπρεπε να είχε έρθει σε βοήθειά της εάν προοριζόταν να ζήση περισσότερο.
Εάν συγκρίνουμε τους δύο δαίμονες, την Anima και τον Animus, όπως περιγράφονται στα δύο μας παραδείγματα, γίνεται φανερό ότι, για τον Απουλήιο, η Ίσις θα ήταν η anima, ενώ θα συμβόλιζε το Ταυτό για μια γυναίκα, ακριβώς όπως ο κοσμικός βοσκός εμφανίζεται σαν animus στα οράματα της Περπέτουα, αλλά συγχρόνως σαν προσωποποίηση του Ταυτού σε κείμενα που αφηγούνται τις εσωτερικές εμπειρίες ανδρών. Η εξ ολοκλήρου αρχετυπική πλευρά, επομένως, αυτών των δύο μορφών είναι κατά βάση πέρα απ’ όλες τις διαφορές φύλου. Πρόκειται για εσωτερικές εικόνες που αφορούν και τους άνδρες και τις γυναίκες, αν και με πολύ διαφορετικό τρόπο. Είναι λοιπόν σύμβολα ευρύτατης συλλογικής σπουδαιότητας – σχεδόν όχι δαίμονες αλλά μάλλον θεοί, για να μιλήσουμε με την γλώσσα του Απουλήιου.
Βλέπουμε και εδώ, όπως στην περίπτωση των κακών δαιμόνων, ότι η αρχετυπική δομή αυτών των μορφών μπαίνει στον χώρο του προσωπικού μόνο με μια της άκρη, και ότι μεγάλα της τμήματα είναι διαπροσωπικά. Ακριβώς αυτά τα αναφομοίωτα μέρη είναι, όπως έδειξε ο Jung   ο ι  παράγοντες δημιουργίας προβολών, δηλαδή  α υ τ ο ί  που κινούν μυστικά νήματα του πεπρωμένου μας, και που είναι τόσο παράδοξα δύσκολο για εμάς να τους εντοπίσουμε. Στην «Ψυχολογία της Μεταβίβασης» ο Jung προσπάθησε να δείξει τί συμβαίνει με την περίπτωση της ισχυρής ερωτικής έλξης ανάμεσα σε έναν άνδρα και μια γυναίκα. Πρόκειται για την εξαπλή σχέση  τ ε σ σ ά ρ ω ν  μορφών, δηλαδή του άνδρα και της anima του και της γυναίκας και του animus της.
Η anima και ο animus όπως τους έχουμε γνωρίσει με την μορφή της Ίσιδας και του βοσκού (Ερμή – Ψυχοπομπού) στα δύο παραδείγματα που συζητήσαμε πιο πάνω, εμφανίζονται στην αλχημιστική παράδοση σαν βασιλιάς και βασίλισσα. Ο Jung τους χρησιμοποίησε σαν παράδειγμα για να διασαφήση την θέση του.





Αυτές οι μορφές, βασιλιάς και βασίλισσα ή θεός και θεά, είναι οι σύντροφοι στον «ιερό γάμο», την ένωση των κοσμικών αντιθέτων που ήταν ο στόχος των αλχημιστών. Σε προφανώς «αθώα» μορφή αυτό το αρχέτυπο του  ι ε ρ ο ύ     γ ά μ ο υ βρίσκεται πίσω από το πιο συχνό τέλος των παραμυθιών, στο οποίο ο ήρωας και η ηρωίδα ενώνονται τελικά.
Η αγάπη είναι ένας τόσο μοιραίος παράγοντας στην ζωή κάθε ανθρώπου επειδή, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, έχει την δύναμη να απελευθερώνη την ζωή από την δεμένη στο εγώ συνείδηση· μας φέρνει μια νύξη ενός μεταβατικού συμβάντος, δίνοντάς μας την δυνατότητα να παρακολουθήσουμε το θεϊκό δράμα της ένωσης του Shiva και της Shakti, του θεού και της θεάς, πέρα από την πεζότητα αυτής της γήινης ζωής. Είναι ένα μυστήριο στο οποίο κανένας άνθρωπος δεν έχει ως τώρα διεισδύσει, αλλά που την ίδια στιγμή είναι ο στόχος της ζωής, ο οποίος γεννιέται από την αρχή σε κάθε έναν από εμάς. Το μόνο που μπορούμε να πούμε είναι ότι πρόκειται για μέρος μιας διαδικασίας αμοιβαίας εξατομίκευσης, συνειδητοποίησης και ολοκλήρωσης με την επαφή. Στο τέλος της ζωής αυτό το σύμβολο εμφανίζεται σαν ένας «γάμος θανάτου»· πολλά όνειρα μεγάλων στην ηλικία ανθρώπων που δεν είναι μακριά από το τέλος της ζωής δείχνουν αυτό το στοιχείο. Κάτι αιώνιο, κάτι με μεγαλύτερη σημασία αρχίζει να λάμπη μέσα από το σκοτεινό πέπλο της γήινης ύπαρξης.. Έτσι μια διακόνισσα περίπου ογδόντα ετών ονειρεύθηκε ότι της δόθηκε ένα νυφικό, και αναρωτιόταν σε τί θα μπορούσε να της χρησιμεύση. Έναν χρόνο αργότερα, άκουσε μια φωνή σε ένα όνειρο που της έλεγε να ετοιμασθή για το γάμο. Τέτοια όνειρα είναι προφανώς μια προετοιμασία για την εμπειρία του θανάτου. Ένας γιατρός που ήταν μόνο πενήντα τεσσάρων χρόνων, και δεν υποψιαζόταν ότι ο άγγελος του θανάτου πλησίαζε, είδε το εξής όνειρο: Πήγε σε μια κηδεία, όπως ήταν συχνά υποχρεωμένος να κάνη από το επάγγελμά του. Ο άνδρας που κηδευόταν του ήταν άγνωστος, και επομένως αισθανόταν αδιάφορος απέναντι του. Η πομπή της κηδείας σταμάτησε σε μια πλατεία στο κέντρο της πόλης· μερικοί άνδρες μετέφεραν το φέρετρο στο γρασίδι στο κέντρο της πλατείας, και το έβαλαν επάνω σε έναν ετοιμασμένο από πριν σωρό από ξύλα. Η πυρά άναψε και οι φλόγες άρχισαν να γλείφουν το φέρετρο. Έπειτα το σκέπασμα από το φέρετρο άνοιξε και μια υπέροχη γυμνή γυναίκα πήδηξε έξω και έτρεξε προς τον ονειρευόμενο με απλωμένα χέρια, και αυτός ξύπνησε με ένα απερίγραπτα μακάριο αίσθημα αγάπης. Δύο χρόνια αργότερα ο ονειρευόμενος πέθανε απροσδόκητα από καρδιακή ανεπάρκεια. Ο άνδρας που κηδευόταν στο όνειρο αντιπροσωπεύει το σωματικό εγώ του, που είχε γίνει ξένο και αδιάφορο γι’ αυτόν· με τον θάνατο, όμως, η ψυχή του (anima)ξυπνάει και ενώνεται με το αθάνατο κομμάτι του εαυτού του στον «ιερό γάμο».
Όταν σε έναν άνδρα δεν αφυπνίζεται κάπως το αιώνιο στοιχείο που είναι κεντρικό στον έρωτα, αυτό μπορεί εύκολα να δημιουργήση μια προσωπική τραγωδία· σε αυτήν την περίπτωση «μια σπίθα της αιώνιας φωτιάς σβήνει μέσα σε ένα νερόλακκο»· «το θεϊκό παιδί» των δύο υπερβατικών παραγόντων, το σύμβολο της ολοκληρωμένης εξατομίκευσης, δεν μπορεί και αυτό τότε να γεννηθή.
Εάν συγκρίνουμε τις προβολές που προέρχονται από το σύμπλεγμα της σκιάς με αυτές που προκαλούνται από το σύμπλεγμα της anima ή του animus, μπορούμε να πούμε ότι η διάκριση των προβολών της σκιάς από κάποιον σημαίνει πρώτα απ’ όλα μια ηθική ταπείνωση, έντονη δοκιμασία. Η διάκριση των προβολών που ξεκινούν από την anima και τον animus, απαιτεί όχι τόσο ταπείνωση όσο ισορροπημένη κρίση και κοινή λογική στην αυτοπαρατήρηση και τον διαλογισμό, τα οποία απαιτούν ορισμένη σοφία και προσγείωση στην ανθρώπινη ιδιότητα, επειδή αυτές οι μορφές πάντοτε θέλουν να μας παρασύρουν μακρυά από την πραγματικότητα σε εκστατικές καταστάσεις ή να μας τραβήξουν προς ένα εσωτερικό φανταστικό κόσμο. Όποιος δεν μπορεί να παραδωθή σε αυτήν την εμπειρία δεν έχει ζήσει ποτέ· όποιος βουλιάζει μέσα της δεν έχει καταλάβει τίποτε.
(Σ. τ. Μ.: Στο τέλος αυτού του κεφαλαίου παραθέτουμε τον βίο της Αγίας Περπέτουας, που τιμάται την 1η Φεβρουαρίου, από το αντίστοιχο Μηναίο:
«Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, μνήμη της ἁγίας μάρτυρος Περπέτουας και τῶν σύν αὐτῇ Σατύρου, Ρενκάτου, Σατορνίλου, Σεκούνδου και Φιλικιτάτης.
Η ἁγία μάρτυς Περπέτουα ἦν ἐκ πόλεως Θουβριτανῶν της Άφρικῆς· συνελήφθη δέ ὑπό τῶν ἀπίστων και ἢχθη τῷ χιλιάρχῳ μετά των εἰρημένων νεανίσκων, κατηχουμένων. Τῇ ἁγίᾳ Περπέτουᾳ, ᾅμα τῇ Φηλικιτάτῃ, ἀφίεται δάμαλις ἀγρία, ἣτις ἐπιδραμοῡσα διεσπάραξεν αὐτάς. Οι δέ  λοιποί ἃγιοι ὑπό του ὄχλου μαχαίραις ἀναιροῡνται».)
(συνεχίζεται)
Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: