Τρίτη 11 Ιουνίου 2013

ΠΕΡΙ ΔΙΑΛΟΓΟΥ (9)

Η ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ: Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΤΩΝ ΘΡΗΣΚΕΙΩΝ.
  
RAIMON PANIKKAR.


Ο Διάλογος πρέπει να είναι ΣΥΝΕΧΗΣ (τελευταίο)

Η συνάντηση των θρησκειών είναι μια συνεχής πρόοδος. Είναι πάντοτε καθ’ οδόν. Ο σκοπός της δεν είναι να φθάσει στην πλήρη ομοφωνία ή να ανακατέψει όλες τις θρησκείες, αλλά η επικοινωνία, η συμπάθεια, η αγάπη, η πολική συμπληρωματικότης. Η ζωή θέλει να ζήσει και να μην γλιστρήσει στον θάνατο. Το Είναι, το ον, είναι ένα ρήμα. Η πραγματικότης είναι πολική, δυναμική – τριαδική θα συμπλήρωνα. Η πιο δυνατή αρμονία, όπως βεβαιώνει ο Ηράκλειτος, είναι η κρυμμένη. Η αφανής αρμονία είναι μεγαλύτερη της φανερής. Και εδώ έχουμε μια τριπλέτα!

Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΣΥΝΕΧΗΣ ΠΡΟΟΔΟΣ.

Καθώς ο διάλογος αντιπροσωπεύει έναν αυτοσκοπό (γίνεται διάλογος για τον διάλογο, όπως τέχνη για την τέχνη, επιστήμη για την επιστήμη), ο σκοπός δεν είναι να ολοκληρωθεί και να γίνει επομένως αργά ή γρήγορα περιττός. Η πληρότης του διαλόγου δεν είναι ένα τέλος, αλλά μια άσκηση ολοκλήρου της ζωής. Αυτή η συστατική προσωρινότης δεν συνεπάγεται σχετικοποίηση, αλλά σχετικότητα. Ούτε σημαίνει πως ο διάλογος δεν θέλει ή δεν μπορεί να δώσει συγκεκριμένες απαντήσεις σε ιδιαίτερες ερωτήσεις. Αυτό που σημαίνει είναι πως κάθε απάντηση είναι σχετική με την ερώτησή της και πως η ίδια η ερώτηση φαίνεται σαν ερώτηση μόνον σε σχέση με ένα συγκεκριμένο επίπεδο πραγμάτων. Ο διάλογος δεν δίνει καθοριστικές απαντήσεις, διότι δεν υπάρχουν καθοριστικές ερωτήσεις.

Ο διάλογος είναι προσωρινός με την σημασία επίσης πως δεν υπάρχει ποτέ ένας ολοκληρωμένος διάλογος. Όχι μόνον δεν προσφέρει ποτέ, αλλά δεν είναι ποτέ εξαντλημένος. Αυτό το άνοιγμα δεν μαρτυρεί μόνον τον δυναμισμό του, την πρωτοτυπία του και την ανοχή του, αλλά αποκαλύπτει επίσης και την απουσία απολύτων. Οι απαντήσεις δεν είναι ποτέ καθοριστικές. Υπάρχει πάντοτε ο χώρος για συμπλήρωμα, διόρθωμα, συνέχεια. Ο διάλογος είναι συνεχής. Παραμένει πάντοτε ανολοκλήρωτος και παρ’ όλα αυτά κάθε διάλογος αληθινός έχει καθ’ εαυτός μια πρωτογενή πληρότητα, είναι αυτοτελής. Ίσως εδώ είναι χρήσιμο να επικαλεστούμε την επιστημονική μεταφορά του σύμπαντος που αυτό-απλώνεται και αυτοοργανώνεται.

Ο Διάλογος είναι… τριαδικός.

Αυτή η προσωρινότης αντικατοπτρίζει την ανθρώπινη κατάσταση. Δεν είναι μια αδυναμία του διαλόγου καθ’ εαυτού. Ο διάλογος για τον οποίο ομιλούμε δεν είναι διαλεκτικός, αλλά διαλογικός, όπως έχουμε βεβαιώσει. Ο διαλεκτικός διάλογος θέτει μια θέση ενάντια σε μια αντί-θέση και τείνει προς μια σύνθεση (ο Εγελιανός μόνον). Είναι δυαλιστικός. Ο διαλογικός διάλογος είναι μια πρόοδος που δεν τελειώνει ποτέ, ανήκει στην ίδια την ζωή του ανθρώπου. Η σχέση παραμένει συστατικώς ανοιχτή, αναδεικνύοντας μια τριαδική δομή. Και αυτό όχι επειδή πρέπει να υπάρχουν τρεις λόγοι, αλλά επειδή η ίδια η πρόοδος θέτει τους δύο λόγους που συμμετέχουν σε έναν ανοιχτό χώρο, οι οποίοι δεν επιτρέπουν στον διάλογο να φράξει εσωτερικά ή και να σβήσει εντελώς. Υπάρχει πνεύμα, πίσω από κάθε λόγο. Ένας κλασσικός όρος γι’ αυτό το άνοιγμα είναι η υπερβατικότης. Και μάλιστα μια υπερβατικότης η οποία εμφανίζεται στην διάρκεια ενός κανονικού διαλόγου. Κανένα ξεχωριστό μέλος, αλλά ούτε και οι συμμετέχοντες στην ολότητά τους, έχουν στην διάθεσή τους την ολότητα της πραγματικότητος. Βρισκόμαστε σε διάλογο για ένα κάτι που μας υπερβαίνει, κάτι που δεν μπορούμε να διαθέσουμε όποτε το θέλουμε. Υπάρχει πάντοτε κάτι που ξεκινά τον διάλογο. Αυτό το «κάτι» είναι έξω από την δύναμη κάθε συμμετέχοντος. Θα μπορούσαμε να πούμε πως αμφότεροι οι συμμετέχοντες υπερβαίνονται από ένα τρίτο, που μπορούμε να ονομάσουμε θεό, αλήθεια, Λόγο, Karman, πρόνοια, φιλανθρωπία ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο (είναι ο Αρχαίος ΝΟΥΣ). Αυτό το «τρίτο» γύρω από το οποίο ο διάλογος φλογίζεται, εμποδίζει κάθε χειραγώγηση και από τα δύο τα μέρη. Δεν είμαστε οι απόλυτοι κύριοι του θρησκευτικού διαλόγου. Και η κατάσταση είναι ακόμη πιο ιδιαίτερη καθόσον κάθε εξωτερικός κριτής είναι εκτός θέματος. Ο διάλογος δεν είναι μια θεσμική αντιδικία απέναντι σε κάποιους δικαστές.

Μια επιστημονική συζήτηση μπορεί και θα έπρεπε να ξεκαθαρίσει τι είδους προϋποθέσεις απαιτεί. Μπορούμε να μιλήσουμε για ταχύτητα, επιτάχυνση (spin), εντροπία ή ότι άλλο, από την στιγμή που θα έχουμε καθορίσει τους όρους μας. Μπορούμε τότε να συζητήσουμε για νόμους, σχέσεις και μαθηματικές δομές, ή για εμπειρικές αποδείξεις των υποθέσεων. Αλλά από την στιγμή που ο διάλογός μας είναι στραμμένος προς το αγαθό, στον θεό, στην ανθρώπινη μοίρα, την δικαιοσύνη ή την ελευθερία, τότε η γνώμη μου δεν είναι τίποτε περισσότερο από μια πρόσκληση να ακουστεί η αντίστοιχη γνώμη από το άλλο μέρος. Και αυτό δίνει την δυνατότητα να ξεκινήσει ο διάλογος χωρίς να διαθέτουμε ένα θετικό κριτήριο ενός ανεξάρτητου δικαστού. Η λογική αντίφαση μπορεί να είναι ένα αρνητικό κριτήριο. Σε ένα λογικό διάλογο δεν μπορούμε να επιτρέψουμε τίποτε που να είναι σε ολοκληρωτική αντίφαση με τον εαυτό του. Αλλά ο θρησκευτικός διάλογος δεν είναι περιορισμένος μόνον στην λογική, παρότι δεν μπορεί να είναι παράλογος, εάν θέλει να είναι πραγματικά διά-λογος.
Αυτή η τρίτη διάσταση μπορεί να είναι στ’ αλήθεια χωρίς πρόσβαση, από τις σκέψεις μας, καθότι δεν μπορούμε με την σκέψη μας να σπάσουμε τους νόμους της σκέψης. Αυτό το τρίτο στοιχείο δεν υποτάσσεται στους δικούς μας τρόπους σκέψης. Παρ’ όλα αυτά, εκφράζουμε την απαίτηση να διαθέτουμε αυτό το «τρίτο» στον διάλογο, διότι έχουμε συνείδηση των ορίων μας, της περατότητός μας. Μερικοί συμμετέχοντες μπορούν να αποκτήσουν, παρότι μόνον μέσω της λογικής, να έχουν πρόσβαση στην αποκάλυψη, αλλά καθένας σταματά στον τελευταίο ορίζοντα μέσα στον οποίο οι λέξεις μας έχουν ένα νόημα. Πρέπει να σταματήσουμε σε κάποιο μέρος, λένε οι Έλληνες. Αυτό το «κάποιο μέρος» είναι το μυστήριο, ο μύθος. Μόνον εάν εκφράζουμε τις διαφορές μας, αλλά είμαστε ταυτοχρόνως και προσεκτικοί σε αυτό το «τρίτο» στοιχείο, ο διάλογος μπορεί να υπάρξει. Με άλλα λόγια, και ο ουρανός και η γη, λαμβάνουν μέρος στον διάλογο και είναι μάρτυρες όλων αυτών που εμείς τα ανθρώπινα όντα έχουμε να πούμε ο ένας στον άλλον.

Αυτή η τριαδική δομή μαρτυρεί το άνοιγμα και την συνεχή πρόοδο του διαλόγου. Ο τρίτος αόρατος partner δεν είναι αναγκαίως μια αυθύπαρκτη, αμετάβλητη ΟΥΣΙΑ ή ένας παντογνώστης θεός. Οι διαλογούντες δεν θα έπρεπε να επηρεάζονται και να καθορίζονται από θεμέλια πλατωνικά ή θεϊστικά. Όμως αυτό το τρίτο στοιχείο του διαλόγου είναι πάντοτε παρόν: το πνεύμα που πνέει παντού, όταν και όπως θέλει. [Η γνωστή ύβρις την οποία εισήγαγε στο κεφάλι μας η ομάδα των Οικουμενιστών με τελευταίο ήρωα τον Παπαθανασίου].

Ο Διάλογος είναι… συστατικώς ατελής.

Η ανθρώπινη σύσταση είναι διαλογική. Η πολικότης ανήκει στην ουσία του ανθρώπου αλλά και στην πραγματικότητα. Ο θρησκευτικός διάλογος φέρει στο φως την πιο βαθιά μας ανθρωπότητα.
Μιλούμε για την τελική δομή του διαλόγου, από την στιγμή που σε άλλα επίπεδα ο διάλογος μπορεί να διορθώσει πολλά ανθρώπινα λάθη, να εμβαθύνει κάθε είδους εμπνεύσεων, να αντικαταστήσει γνώμες που δεν πείθουν με άλλες καλύτερες. Οι θρησκείες μπορούν να καθαρίσουν τον εαυτό τους και να αποκλείσουν δυσάρεστες τελετές, σύμβολα απονεκρωμένα, δόγματα ληγμένα και πάει λέγοντας. Μέσω του διαλόγου, οι θεσμοί εμβαθύνουν και οι πεποιθήσεις μεταμορφώνονται.
Αλλά θέλω να φθάσω σε κάτι άλλο. Κάθε αληθινός διάλογος είναι καθ’ εαυτός πλήρης διότι δεν είναι ένα μέσον για κάτι άλλο πέραν του ιδίου του διαλόγου. Και όμως, εντελώς παράδοξα, δεν είναι τέλειος, δηλαδή τελειωμένος, σαν να μην μπορούσαμε να προσθέσουμε τίποτε άλλο. Ο διάλογος ανήκει στην ανθρώπινη ζωή και η ζωή είναι σταθερή ανανέωση. Προχωρούμε ασχολούμενοι με τον διάλογο όπως προχωρούμε ζώντας συμβιώνοντας με τον ουρανό και την γη, χωρίς να εξαντλούμε ποτέ την πληρότητα της ζωής. Η διαλογική δραστηριότης ανήκει σε αυτό το επίπεδο.

Εδώ βρίσκεται η πιο βαθιά ανθρωπολογική και κοσμική δομή του διαλόγου. Τα θεμέλιά του βρίσκονται στο γεγονός πως κανένα ανθρώπινο ον δεν μπορεί δικαιωματικά να απαιτήσει την πλήρη του πρόσβαση σε ολόκληρη την αλήθεια της ανθρώπινης ράτσας. Ένας άγγελος, σαν ένα μοναδικό άτομο του είδους του, μπορεί να μην έχει την ανάγκη οποιουδήποτε διαγγελικού διαλόγου. Δεν είναι έτσι όμως για τον άνθρωπο. (Δεν μπορεί να κατανοήσει την αγγελική φύση του Νοός, διότι δεν διαθέτει γνώση της αρχαίας φιλοσοφίας και της πατερικής θεολογίας. Το κατ’ εικόνα είναι νοερά, αγγελική φύσις, και είναι ο νοητός κόσμος, η ανθρώπινη Φύσις, την οποία αρνήθηκε ο Δυτικός πολιτισμός και η φιλοσοφία μετά τον Κάντ). Παρότι λοιπόν ένας άνθρωπος ή ένας λαός μπορεί να δεχθεί μια ιδιαίτερη θεία αποκάλυψη, ο ανθρώπινος υποδοχέας αυτής της αποκαλύψεως θα είναι πάντοτε περιορισμένος από την ανθρώπινη συμπτωματικότητα. Ο αντίλαλος του Απολύτου δεν είναι πλέον Απόλυτος (ο αντίλαλος, η Ηχώ, είναι ακριβώς ο λόγος του Νάρκισσου. Ο λόγος του Ράμφου,του Γιανναρά, του Δημητριάδος).  

Πρέπει να διατηρήσουμε οπωσδήποτε το νόημα του ανθρωπίνου μεγέθους, αλλά και να σκεφτούμε ρεαλιστικά. Μπορούμε να έχουμε τις καλύτερες προθέσεις και να αγκαλιάσουμε με καλωσύνη κάθε πρόοδο προς την ανοχή και την κατανόηση, που συντελούνται στον διάλογο, και παρ’ όλα αυτά η ανθρώπινη Φύσις (μιλούμε για την ανθρώπινη Φύση που δεν προσέλαβε ο ενσαρκωμένος Χριστός, για τα διαβλητά πάθη, τα οποία σαν απρόσληπτα δεν μετέχουν και της σωτηρίας εν Κυρίω), παρότι δεν είναι αμετάβλητη, δεν απεδείχθη ποτέ ιδιαιτέρως φιλειρινική ή καθαρά τη καρδία. Ο διάλογος είναι ο αναγκαίος δρόμος του ανθρώπου, αλλά μπορεί να βρει εμπόδια ή να περεμποδιστεί αυτοβούλως. Και στο μήκος του δρόμου υπάρχουν και έρημοι και θάλασσες και βουνά. Μερικές φορές λοιπόν ο διάλογος διακόπτεται ή απλώς δεν συντελείται.

Μια άλλη ταιριαστή λέξη για την διαλογική σύσταση του ανθρώπου είναι ο πλουραλισμός. Και είναι η ανθρώπινη στάση την οποία υιοθετούμε όταν μας διαγράφεται καθαρά πως είναι αδύνατον, χωρίς μια επώδυνη μείωση, να κατορθώσουμε την ενότητα της ανθρώπινης εμπειρίας χωρίς χειραγωγήσεις. Με άλλα λόγια μέσω του διαλόγου καλλιεργούμε τον ανθρωπισμό μας. Ο θρησκευτικός διάλογος είναι η έκφραση αυτής της αναζητήσεως. Σε αυτή την αναζήτηση, μετέχουμε τόσο βαθιά του Λόγου εν πνεύματι, που φτάνουμε να πιούμε από την ίδια πηγή από την οποία αντλεί και ο Λόγος: ΤΗΝ ΣΙΩΠΗ.

Ο διάλογος, απαραίτητος και αναπόφευκτος δεν είναι μόνον μια κοινωνική επιταγή, ένα ιστορικό χρέος. Είναι η συνειδητοποίηση πως για να είμαστε ο εαυτός μας, απλώς για να είμαστε, πρέπει να εισέλθουμε σε κοινωνία με την γη από κάτω μας, τους ανθρώπους δίπλα μας και τους ουρανούς από πάνω μας.

ΤΕΛΟΣ.

Θα συνεχίσουμε με την παρουσίαση των δύο υπολοίπων στύλων του διαλόγου των θρησκειών. Περί της θεότητος και Περί της Ειρήνης.


Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: