Παρασκευή 18 Απριλίου 2014

ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΤΗΣ ΤΡIΑΔΟΣ (6)

ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΣΤΗΝ ΤΡΙΑΔΑ. 
του Franz Courth
Συνέχεια από Σάββατο, 12 Απριλίου 2014  
5. Στα ίχνη του Αυγουστίνου (Henri de Lubac) 
Α. Η σφραγίδα της Ιστορίας της σωτηρίας. 

Παρότι ο de Lubac είχε ξεπεράσει την οντική εννοιολόγηση του Θεού και είχε μορφωθεί να τον θεωρεί σαν Κοινωνία της Αγάπης, ζωντανό δώρο, σωτηρία του ανθρώπου, δεν θέλησε τελικώς να μειώσει όλο αυτό σε μια σύλληψη καθαρά λειτουργική, πιστεύοντας πως το δόγμα του Θεού δεν μπορούσε να μειωθεί στην πίστη της σωτηρίας και μόνον. Και αυτό διότι ο Θεός είναι πάρα πάνω από την σωτηριώδη του πράξη. Αυτό που αναγνωρίζουμε από την Οικονομική Τριάδα, από την Τριάδα της Σωτηρίας, παραπέμπει στην αιωνιότητα, «επιστρέφει στο απρόσιτο φως της οντολογικής Τριάδος στην οποία συμβαίνει από την αιωνιότητα ακόμη η πρόοδος από τον Θεό-Πατέρα στον Θεό-Υιό, και από τον Θεό-Πατέρα και τον Θεό-Υιό στον Θεό-Πνεύμα» (Πιστεύω, σ. 76). Τα ονόματά τους βγαλμένα από την Οικονομική Τριάδα, μας οδηγούν στο απροσμέτρητο μυστήριο της μεταϊστορικής ενδοθεϊκής ζωής. [Η Οικονομική Τριάδα, αφορά αποκλειστικά την σωτηρία από την αμαρτία, διότι η ενσάρκωση σύμφωνα με αυτούς έγινε λόγω της αμαρτίας. Και δυστυχώς ο προαιώνιος Τριαδικός Θεός γι’ αυτούς είναι μια προβολή της Οικονομικής Τριάδος, χωρίς όμως την θέωση και την ένωση, χωρίς τον Αγιασμό και την μετάνοια και την Βασιλεία. Ακόμη και η Οικονομική Τριάδα δεν συμφωνεί με την αλήθεια του Ευαγγελίου, καθότι είναι δυάδα]. Βλέποντας κριτικά την όλο και βαθύτερη άβυσσο ανάμεσα σε έναν οντολογικό στοχασμό όλο και πιο αφηρημένο και έναν γυμνό ιστορικισμό, ο de Lubac υπερασπίζεται μια συνέργεια ανάμεσα στην παρατήρηση της ιστορίας της σωτηρίας και την Τριαδική θεωρία. Και σ’ αυτό βοηθιέται από την ιστορία της Χριστιανικής σκέψης και από την Βαπτισματική θεολογία της πρώτης Εκκλησίας.
Η τόσο επιθυμητή συνέργεια ανάμεσα στις δύο προσεγγίσεις είναι ιδιαιτέρως ορατή στον de Lubac, όταν αντιμετωπίζει το γεγονός του Χριστού. Στο πρόσωπο τού Χριστού, και ιδιαιτέρως στον σταυρό του και στην ανάστασή του, συμπυκνώνεται το δώρο που κάνει ο Θεός, η προσφορά του εαυτού του. Σ’ αυτά τα γεγονότα ακριβώς η Τριαδική πίστη, το αντικείμενο της οποίας είναι αιώνιο, εμπλέκεται στον μέγιστο βαθμό. Είναι η αλάνθαστη προϋπόθεση της Θεολογίας της ενσαρκώσεως. «Η Τριάδα του Θεού, παρότι είναι ένα απρόσιτο Φως στην ανθρώπινη νόηση, είναι η μοναδική υπόθεση που μας επιτρέπει να κατανοήσουμε το φαινόμενο του Χριστού, (έτσι όπως είναι συνεχώς παρόν την Βίβλο, στην Εκκλησία, στην Ιστορία) χωρίς να βιάσουμε τα γεγονότα. Σαν πρώτο βιβλικό θεμέλιο αυτής της δηλώσεως, ο de Lubac θυμίζει την ιδιαίτερη σχέση του Ιησού με τον Θεό, την σχέση του προσώπου με τον Πατέρα και το Πνεύμα. Ο δεσμός του Ιησού με τον Πατέρα, την πηγή της ζωής, και εκείνου με το Πνεύμα, ζωντανό θεϊκό δώρο, είναι τόσο εσωτερικός που κανένα πλάσμα δεν είναι σε θέση να βρίσκεται σε απευθείας επαφή με τον Πατέρα.  Είμαστε συνδεδεμένοι μ’ Αυτόν πάντοτε μέσω του Υιού και του Πνεύματος. Για τον Lubac είναι αδιανόητο ότι μπορεί κάποιος να έχει μια σχέση με τον Πατέρα που – και λογικά μόνον – να είναι προγενέστερη της σχέσεώς του μέσω του Υιού και του Πνεύματος.
Εγκαθιδρύοντας μια συνέργεια ανάμεσα στις δύο θεωρίες, την ανιούσα, ιστορικο-σωτηριολογική, και την κατιούσα και οντολογική, ο συγγραφεύς μας θέλει να καταστήσει κατανοητό στον αναγνώστη πως η γνώση της Τριάδος είναι στενά δεμένη σε εκείνη του έργου της και πως αυτό το έργο παραπέμπει σε κάτι που βρίσκεται πέραν, σε κάτι που βάζει σε δοκιμασία κάθε ερμηνευτική διατύπωση.
Η Τριαδική πίστη, σφραγίδα της οικονομίας της σωτηρίας και θεμέλιο του Χριστολογικού δόγματος, συνιστά επίσης και τον κορμό της αντιλήψεως που έχει ο Lubac για την Εκκλησία. Γι’ αυτόν το Εκκλησιαστικό καταστατικό της ΙΙας Βατικανής συνόδου, το Φως των Εθνών, είναι η ερμηνεία ό,τι πιο κεντρικού και αρχαίου υπάρχει στην παράδοση, όταν ορίζει την Εκκλησία σαν τον λαό ενωμένο με την Τριάδα και την ομολογία της Τριαδικής πίστης. Το ίδιο ισχύει και για το διάταγμα σχετικά με τον Οικουμενισμό, για τον οποίο το μυστήριο της ενότητος και της πολλαπλότητος στην Εκκλησία έχει στην Τριάδα το θεμέλιό της. «Το υπέρτατο μοντέλο και η αρχή αυτού του μυστηρίου είναι η ενότης στην Τριάδα των προσώπων ενός μόνον Θεού Πατρός και Υιού μέσα στο Άγιο Πνεύμα». [όπως βλέπουμε η Εκκλησία έπαψε να είναι σώμα Χριστού, αλλά υπολογίζεται σαν εικόνα της Αγίας Τριάδος. Απόλυτη έλλειψη Αγιότητος, Χάρητος και πνευματικής ζωής]. Ο δεσμός της ενότητος τής Εκκλησίας είναι αυτή η πίστη στον Θεό και τα μυστήρια τα οποία τελούνται σύμφωνα μ’ αυτήν, και ιδιαιτέρως το βάπτισμα. Μέσω της Τριαδικής της πίστεως η Εκκλησία είναι για τον ξεχωριστό πιστό «το μοντέλο της θετικής απάντησης του Θεού». Μάλιστα δε «μόνον και μόνον λόγω της συγχωνεύσεώς του στο σώμα της Εκκλησίας του επιτρέπεται να πιστέψει στην Τριάδα».
Β. Ολοκλήρωση του ανθρώπου
Για να αναγγείλει στον σύγχρονο άνθρωπο αυτή την πίστη σαν μήνυμα σωτηρίας, ο Lubac πλαταίνει την πατριστική του προοπτική και την συνδέει με τα αποτελέσματα της φιλοσοφίας των θρησκειών και της ανθρωπολογίας. Συμπερασματικά πρόκειται για την έννοια, που εμφανίζεται στον Αυγουστίνο, σύμφωνα με την οποία ο άνθρωπος εδημιουργήθη κατευθυνόμενος στον Θεό. Ακόμη και αν συνεχίζει να λαθεύει στην αναζήτησή του, ο άνθρωπος δεν θα πάψει ποτέ να θέτει ερωτήσεις στην ζωή, μέχρις ότου βρει την ειρήνη στον Θεό. [Παραπέμπουμε στήν κριτική τού Αγγελικούδη]. Η αποκάλυψη εν Χριστώ δεν τον πλησιάζει λοιπόν για να τον βάλει σε κίνηση προς τον Θεό, καθ’ ότι η ζωή του είναι ήδη μια αναζήτηση, αλλά τον κατευθύνει προς τον σωστό δρόμο και τον βοηθά να αγαπήσει με τον τρόπο με τον οποίο αγαπά ο ίδιος ο Θεός. [Αυτό είναι όλο. Η ενσάρκωση μειώνεται σε αποκάλυψη και όλα σε μια σωστή κατεύθυνση του πόθου που υπάρχει ήδη αναμμένος. Απίστευτο].
Η ολοκλήρωση του ανθρώπου βρίσκεται στην απάντησή του σ’ αυτή την κλήση, καθότι «στο εσωτερικό και πιο οικείο της ανθρώπινης φύσης, κρυμμένος κάτω από τα λάθη της νοήσεως και της ελευθερίας της βουλήσεως, παραμένει ένας πόθος για το αγαθό και την ευτυχία [η ουσία η ίδια του προπατορικού], διατεθειμένος πάντοτε να αναγνωρίσει το τέρμα της περιπλάνησής του, του προσκυνήματός του, στην αγάπη, χωρίς προσωπικό ενδιαφέρον, του Θεού. [Φύσει ορέγεται του ειδέναι τον Θεόν, ο άνθρωπος. Ο Δυτικός Χριστιανισμός καταργώντας την μετάνοια, την πύλη της Βασιλείας, την Εκκλησία σαν το Άγιο σώμα του Χριστού, και αναδεικνύοντάς την σε εικόνα της Αγίας Τριάδος υποχώρησε σε προ-χριστιανικές, μονοθεϊστικές πεποιθήσεις, στον ψυχικό άνθρωπο της Φιλοσοφίας στην καλύτερη περίπτωση].
Ένας αθεϊσμός όσο κι’ αν επιθυμεί το καλό του ανθρώπου, δεν μπορεί να διατηρήσει και να προστατέψει την αξιοπρέπεια αυτού που επιθυμεί να ωφελήσει. Μόνον η πίστη στον Χριστό είναι ικανή να δείξει την κατεύθυνση στην οποία μπορούμε να βρούμε το νόημα της υπάρξεως, της ατομικής και της κοινωνικής.
Η αποκάλυψη του Θεού που παρουσιάζεται στον άνθρωπο στο πρόσωπο του Χριστού έχει σαν αποτέλεσμα το δυνάμωμα της προσωπικότητος του ξεχωριστού ατόμου και την θεμελίωση μιας κοινωνίας ανάμεσα στους ανθρώπους, επιτρέπει να αναγνωρίσουμε τον Θεό σαν προσωπικό Θεό όσο και σαν Απόλυτο και απαιτεί από τον αποδοχέα μια προσωπική απάντηση. Και γεννά επομένως μια σχέση, μια αμοιβαία σχέση, η οποία σωστά ονομάζεται διαπροσωπική.
Από Χριστιανικής απόψεως, η έννοια του προσώπου παραπέμπει σε κάτι πιο μεγάλο από την προσωπικότητα και από την απόκτηση του εαυτού: παραπέμπει σε μια θεία κλήση και στο αίτημα που κατευθύνεται στο ξεχωριστό άτομο, να διαδραματίσει στην οικογένεια της ανθρωπότητος, η οποία ζει μέσα στην αναπότρεπτη ροή του χρόνου, τον ρόλο που είναι ο δικός του. [Η ουσία ακριβώς του κληρικαλισμού, της εκκλησιαστικής ιεραρχίας, που επιβάλλει στην Εκκλησία ο παπισμός]. Και αυτή η απάντηση είναι εφικτή στην κοινωνία με τον Τριαδικό Θεό, κατά την οποία το αμοιβαίο δώρο της ζωής μας, χαρακτηρίζεται από μια ουσιώδη ενότητα όσο και από μια ασύγχυτη αυτονομία. [Παρακάμπτεται λοιπόν ο Κύριος και μπαίνει στην θέση του η αποκάλυψη της Αγία Τριάδος και η μίμησή της, για να μπει στην θέση του ο πιστός, ή ο άνθρωπος. Διότι η ενότης και η ασύγχυτη αυτονομία του προσώπου που κοινωνεί με την Αγία Τριάδα είναι τα χαρακτηριστικά των δύο φύσεων του ενσαρκωμένου Χριστού, οι οποίες βρίσκονται ενωμένες ασυγχύτως και αδιαιρέτως. Αυτό είναι το πρόσωπο που διέλυσε την θεολογία μας. Και εκμεταλλεύθηκε ο Ζηζιούλας. Η απόλυτη παράνοια. Μια εξέλιξη, μια πρόοδος του Φιλιόκβε].
Ο Λυμπά [και όπως δείχνει και το όνομά του τά 'κανε όλα λύμπα] προσπαθεί να φανερώσει την Χριστιανική έννοια του προσώπου ξεκινώντας από την Τριαδική πίστη. «Μόνον η πίστη μας επιτρέπει να φθάσουμε στην αλήθεια μέσω του πιο μυστηριώδους από τα μυστικά της, χωρίς να μπορούμε να την δούμε όμως. Μας φέρει σε εκείνο του σημείο της επικεντρώσεως, για μας ανεπανόρθωτα σκοτεινό, από το οποίο όμως ξεπηδά το φως της ολοκληρώσεως. Εμείς πιστεύουμε στα τρία πρόσωπα του Θεού. Είναι δυνατόν να φαντασθούμε πιο δυνατές σχέσεις αντιθέσεως από εκείνες που σχηματίζονται από αυτές τις τρείς αγνές σχέσεις, των οποίων η αντιπαράθεση είναι το ουσιώδες χαρακτηριστικό; [Χάθηκε και η αγνωσία, ήταν απλά ένας ρητορικός λόγος]. Και όμως είναι δυνατές μόνον χάρη στην ενότητα και πιο συγκεκριμένα, χάρη στην ενότητα σε μια μόνη φύση. Η ολοκλήρωση του ανθρώπου λοιπόν, μας φανερώνεται στο Είναι, του οποίου κάθε άλλο είναι, αποτελεί αντικατοπτριζόμενη εικόνα, μια σκιά ή ένα ίχνος. Μας φανερώνεται σαν τον καρπό και την σφραγίδα της πιο πλήρους ενότητος». [Όπως βλέπουμε γι’ άλλη μια φορά, κυριαρχεί στη Δύση η αποκατάσταση του κατ’ εικόνα και του καθ’ ομοίωσιν. Το προπατορικό έχει γίνει εφιάλτης, δεν συγχώρεσαν ποτέ τον άνθρωπο που το έχασε και έχουν βαλθεί να το ανακαινίσουν, προκειμένου να μην χάσει ο άνθρωπος την αυτονομία του, να μην πει ποτέ: Ιδού δούλος Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το Ρήμα Σου! Απολύτως Εωσφορικός Χριστιανισμός από τα γεννοφάσκια του, από τον Αυγουστίνο].
Μέσα στο βάθος του μυστηρίου της Τριάδος, η προσωπικότης ενός ανθρώπου γίνεται κατανοητή σε τελευταία ανάλυση σαν το κάλεσμα να υπολογίσουμε την ύπαρξή μας μέσα στην κοινωνική ύπαρξη και να οδηγήσουμε το ΕΓΩ, διατηρώντας την απολυτότητά του, στην πλήρη του ολοκλήρωση σε ένα εμείς, θεμελιωμένο στην αγάπη!
Εάν ο πιστός λοιπόν κατορθώσει να αναπτύξει αυτήν την αυτοσυνειδησία, αυτό εναπόκειται στο Πνεύμα. Αυτός, τον οποίο υποσχέθηκε ο Χριστός στους δικούς του σαν το τελευταίο του δώρο, είναι πάντοτε ο ίδιος, ταυτόν, ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι «σπέρνει το Ευαγγέλιο στα βάθη μιας ανθρώπινης καρδιάς, ή το αναγγέλλει σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Το πνεύμα δημιουργεί στον άνθρωπο νέα βάθη, που τον καθιστούν σύμμορφο με τα βάθη του Θεού και ταυτόχρονα τον προβάλλει έξω από τον εαυτό του, μέχρι τα σύνορα του κόσμου. Ενεργεί ταυτόχρονα καθολικά και εσωτερικά, οικοδομώντας ή συστήνοντας μέσα στον ξεχωριστό άνθρωπο το πρόσωπο και την κοινωνία».
Μια εννοιολόγηση του προσώπου και της ανθρώπινης υπάρξεως που βιώνεται σαν συνέχεια της αποκαλύψεως του Θεού στον Χριστό, μεγαλώνει την προσοχή του άνθρωπου για τον εαυτό του και την διευρύνει στο ανθρώπινο περιβάλλον που τον περιτριγυρίζει.
Αυτό είμαι ΕΓΩ: πρόσωπο και εικόνα του Τριαδικού Θεού, ανακαινισμένη στην αρχική της λαμπρότητα από τον Χριστό και διατηρημένη στην ζωή εν Πνεύματι Αγίω. ΑΥΤΟ ΕΙΜΑΙ ΕΓΩ ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ. Αυτός είναι ο πλησίον μαζί με Εμένα! ο Άγιο Πνεύμα στηρίζει το κατ’ εικόνα πλέον, για να μην ξαναπέσει, διότι ο Κύριος είχε αποτύχει να το προστατέψει στον παράδεισο με τις γνωστές τραγικές συνέπειες για όλους μας].
Το πρόσωπο, κατανοημένο μ’ αυτόν τον τρόπο, με ενώνει με κάθε άλλο πρόσωπο, δείχνει την δική μου και την δική του καταγωγή σε μια πορεία και σ’ ένα τέρμα κοινά: σε μια μοναδικότητα, την οποία δεν μπορεί να διαθέτει κανείς μας από μόνος του και ταυτοχρόνως σε μια βαθειά ενότητα στον Ένα και Τριαδικό Θεό.
[Η οπισθοδρόμηση είναι απλώς απίστευτη. Μια Εκκλησία του ανθρωπόθεου είναι ήδη έτοιμη μπροστά μας. Κατοικούμε ήδη την Αγία Τριάδα, άνθρωποι!!!].

Συνεχίζεται

Σχόλιο: Ακόμη καί την σημερινή ανάρτησή μας τού κειμένου τού Αγγελικούδη νά διαβάσει κάποιος, θά δεί καθαρά πόσο πρόχειρη καί κακόδοξη είναι η δυτική θεολογία, επειδή ακριβώς εξαρτάται από τήν παιδαριώδη θεολογία τού Αυγουστίνου.

Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: