Σάββατο 21 Οκτωβρίου 2017

ΜΕΡΙΚΕΣ ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΕΩΣ ΣΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΣΜΟ. (2 )

Συνεχίζεται από: Παρασκευή 20 Οκτωβρίου 2017

ΜΕΡΙΚΕΣ ΕΚΤΙΜΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΕΩΣ ΣΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΣΜΟ. 
Του Renzo Bertalot.
         
ΙΙ. Ο Paul Lehmann έρχεται σε επίγνωση και αυτός, όπως και πολλοί άλλοι τής γενιάς μας, τού γεγονότος ότι η Έννοια τής συνειδήσεως έχασε το ενδιαφέρον της και είναι πλέον κατηγορούμενη για ασημαντότητα λόγω τής αδυναμίας της να καθορίσει την συμπεριφορά και απο το αβέβαιο στριφογύρισμά της ανάμεσα σε αυτονομία και ετερονομία, ανάμεσα σε απόλυτότητα και σχετικότητα! Από το ένα μέρος σημειώνει την εγκατάλειψη τού στοιχείου τής ελευθερίας, κάτω απο την πίεση μίας αυξάνουσας εξωτερικής νομοθεσίας, η οποία καθιστά τον άνθρωπο έναν αλλοτριωμένο. Απο το άλλο μέρος σημειώνει ακόμη ότι η επιμονή στην αυτονομία καταστρέφει την υπακοή και καθιστά τον άνθρωπο τόν δημιουργό τών ανθρωπίνων συνθηκών. Κατά βάθος όλη η ιστορία τής έννοιας τής συνειδήσεως δέν είναι άλλο απο την έρευνα ενός πλαισίου ισχύοντος το οποίο την εξασφαλίζει. Θα μπορούσαμε λοιπόν να επαναθέσουμε το πρόβλημα, προτείνοντας ένα νέο σημείο εκκίνησης και θεωρίας ικανού να προσφέρει μία ηθική πραγματικότητα και μία δύναμη πράξης στην συνείδηση!
          Για τον Lehmann η έρευνα πραγματοποιείται ξεκινώντας απο μία μεσσιανική Θεολογία η οποία έχει υπ'όψιν της τήν πράξη τού Θεού στον κόσμο και την κοινωνία τών πιστών. Η απάντηση στην ερώτηση: "Τί πράγμα πρέπει να κάνω σαν πιστός τού Χριστού και σαν μέλος της Εκκλησίας του;" είναι μόνον μία: Το θέλημά Του. Η ενέργεια τού Θεού στον κόσμο συνίσταται στο να καταστήσει ανθρώπινη την ζωή τού ανθρώπου. Πρόκειται για την πολιτική τού Θεού η οποία δέν θέλει να κάνει τον άνθρωπο ένα ηθικό όν αλλά ένα ώριμο όν τού οποίου η ανθρωπότης (ανθρώπινη πληρότης, ολότης) θα είναι κατανοητή με όρους σωτηρίας. Καθότι η θέληση τού Θεού δέν μπορεί να γενικευθεί, έτσι και η συμπεριφορά τού ανθρώπου δέν μπορεί να περιορισθεί απο αρχές και τύπους, αλλά πρέπει να είναι ελεύθερη, δυναμική, προσεκτική και υπάκοη. Ανάμεσα στην ενέργεια ή τήν πράξη τού Θεού και την ανθρώπινη κατάσταση πρέπει να βρεθεί η "σωστή λέξη". Δέν είναι θέμα προφορικής αληθοφάνειας αλλά "παραβολών τής αλήθειας".
          Η κατάσταση, στην Μεσσιανική προοπτική, αντιπροσωπεύει λοιπόν το πλαίσιο για τον ηθικό στοχασμό τής συνειδήσεως. Ανάμεσα στην ελευθερία και την αναγκαιότητα, ανάμεσα στην αυτονομία και την ετερονομία τίθεται λοιπόν, η Θεονομική συνείδηση! Ο άθρωπος δέν αποφασίζει απο μόνος, αλλά στο πλαίσιο τού ανθρωπισμού τού ανθρώπου, δείχνοντας κάθε φορά το όριο ανάμεσα στην ανθρωποποίηση και την απανθρωπία! Η Θεονομική συνείδηση εδραιώνει την σχέση η οποία οφείλει να διατρέξει ανάμεσα στην πολιτική τού Θεού στον κόσμο και την υπακοή τής πίστης.
          Αυτή δέν είναι λοιπόν ούτε νομικιστική ούτε αυτόνομη, αλλά μία παραβολή τής ελευθερίας τού Χριστού, το κεντρικό σημείο τού ηθικού στοχασμού. Ο ίδιος ο Απ. Παύλος κατά τον Lehmann πραγματοποιεί αυτή την επανάσταση στην έννοια τής συνειδήσεως, τοποθετώντας την σε σχέση με την πολιτική τού Θεού, δίνοντάς της δηλαδή ένα συμφραζόμενο για την Εκκλησία! Η συνείδηση τού πλησίον, στο εσωτερικό τής κοινωνίας συμπίπτει με τον στοχασμό σαν συμφραζόμενο (Ι Κορ. 8,8-13), αλλά δέν συνιστά τον κανόνα! Μόνον ο Θεός κυβερνά και μορφοποιεί την συνείδηση σύμφωνα με το δικό του κριτήριο δράσης. Η Θεονομική συνείδηση αποστερείται την δύναμή της να κατηγορεί και να συγχωρεί τόσο τον πλησίον, όσο και τον εαυτό της, διότι γίνεται ένα όργανο της πολιτικής του Θεού (Ι Κορ. 10,31). Αναδύεται λοιπόν η καλή συνείδηση, η ακεραιότης τής καρδιάς, η οποία έχει την δύναμη να καθορίζει, στην Χριστιανική κοινωνία, την συμπεριφορά μέσω τής υπάκοης ελευθερίας, τής ελευθερίας τής υπακοής!
          Το αλάθητο, σαν ερώτημα το οποίο δέν είναι δυνατόν να αντιμετωπισθεί, βρίσκει την απάντησή του όχι στις λογικές γενικεύσεις στις οποίες θα μπορούσε να μειωθεί μία μερική έρευνα στην γλώσσα, αλλά στην δύναμη τής μεταμορφώσεως. Η συμπεριφορά εκφράζει με παραβολές την νέα ανθρωπότητα, επομένως η γνωστή λέξη αναζητάται συμβολικά, όχι με  όρους τελειότητος, αλλά παραβολικής δυνάμεως, κάτι που αποκλείει το μονοδιάστατο!
          ΙΙΙ. Ο Πώλ Τίλλιχ, αφού έλαβε γνώση τής δύσκολης εξέλιξης τής έννοιας τής συνειδήσεως και τής δυσκολίας ακόμη και τής κατανοήσεώς της στην σημερινή κατάσταση, προσπαθεί να εξάγει νέα συμπεράσματα, κατάλληλα στην Θεολογική του σκέψη, διατρέχοντας τήν οδό τού υπαρξιακού στοχασμού. Έτσι αναφέρεται στον Χάιντεγκερ και στην δική του έννοια τής ένοχης ύπαρξης. Η πράξη εμπλέκει μία ενοχή, και γι'αυτό η καλή συνείδηση παραμένει μία ψευδαίσθηση! Δέν είναι δυνατόν, παρατηρεί ο Τίλλιχ, να συνδυάσουμε μία ευαίσθητη συνείδηση με μία καλή συνείδηση. Πρέπει να κατορθώσουμε την υπέρβαση αυτής τής διαμάχης τόσο στην ψυχανάλυση όσο και στην θρησκεία. Όσον αφορά δε αυτή την τελευταία, η σωτηρία συστήνει την ηθική κατάσταση η οποία επιτρέπει την υπέρβαση τής κρίσης. Η σιγουριά τής πίστης δέν μπορεί να έλθει απο την συνείδηση, αλλά μπορεί να αναδυθεί απο μία συνείδηση πέραν τής ηθικής, ξεκινώντας απο το Λουθηρανό δόγμα τής δικαιώσεως διά τής χάριτος.
          Αυτή η καλή δια-ηθική συνίσταται στην αποδοχή τής κακής ηθικής συνειδήσεως, η οποία είναι καθαυτή αναπόφευκτος. Με άλλα λόγια πρόκειται για την υπέρβαση τού πλαισίου μέσα στο οποίο η συνείδηση θεωρείται επαρκής, για να μεταφερθεί στην σφαίρα απο την οποία προσλαμβάνει την αξία της.
          Αυτές οι υποδείξεις τού Τίλλιχ διαβάζονται παράλληλα με τους στοχασμούς του στην γλώσσα οι οποίοι ενδιαφέρουν επίσης σαν ένα περασμένο πλαίσιο τού θέματός μας.
          Ο διαχωρισμός ανάμεσα σε υποκείμενο και αντικείμενο είναι η προϋπόθεση κάθε γνώσεως: ή καταργούμε το ένα εις βάρος του άλλου ή βρίσκεται μία αρχή κοινή που τα ενώνει. Η γλώσσα η οποία ειναι η βασική έκφραση τού ανθρωπίνου πνεύματος, βρίσκεται περιορισμένο ανάμεσα στους δύο πόλους αυτού τού σχήματος, σε μία διαλεκτική η οποία το φθείρει και το νικά διαρκώς. Αλλά είναι επίσης αλήθεια ότι πρέπει να γνωρίζουμε να διακρίνουμε έναν ιδιαίτερο παράγοντα, συνδεδεμένο με τον τρόπο συνάντησης με την πραγματικότητα, και έναν καθολικό ο οποίος εκφράζει τον Λόγο, το κριτήριο κάθε ιδιαιτέρου λόγου! Διότι κάτι καθολικώς ισχύον περιέχεται σε κάθε σημαντική έκφραση, περιορισμένη στις δυνατότητές της, διότι εξαρτώμενη απο διάφορες νοοτροπίες, νοητικές στάσεις και συμπεριφορές!

Συνεχίζεται
Αμέθυστος. 

2 σχόλια:

χαλαρωσε είπε...

χαιρεστε διαχειριστες και φιλοι.

http://www.pemptousia.gr/2017/10/dialexi-tou-mitropoliti-afstrias-k-arseniou-sto-tmima-theologias-a-p-th-gia-ton-rolo-tis-orthodoxias-stin-evropi/

Σημειώνει χαρακτηριστικά ο άγιος Διοκλείας: „Το χριστιανικό μήνυμα σωτηρίας μπορούμε κάλλιστα να το συνοψίσουμε σε έννοιες όπως συμμετοχή, αλληλεγγύη και αναγνώριση. Η συμμετοχή αποτελεί την έννοια-κλειδί, τόσο για την περί της Αγίας Τριάδος διδασκαλία όσο και για την περί εναθρωπήσεως διδασκαλία του Θεού Λόγου. Η πρώτη μας γνωρίζει πως, όπως ο άνθρωπος μόνον διά της συμμετοχής του μαζί με άλλους καθίσταται πραγματικώς πρόσωπο,


έτσι κι ο Θεός δεν είναι μία μονάδα, αλλά ενότητα τριών, που το καθένα κατοικεί μέσα στ᾽ άλλα δύο με τη δύναμη μιάς αέναης κίνησης αμοιβαίας αγάπης. Κατά όμοιο τρόπο κι η διδασκαλία περί της εναθρωπήσεως του Θεού Λόγου αναφέρεται στη μετοχή ή συμμετοχή“

amethystos είπε...

Φίλε είναι απίστευτα όσα αποκαλύπτονται. Η προχειρότης, η άγνοια, η αδιαφορία. Κόβουν καί ράβουν όλοι από τά ιμάτια τού Κυρίου. Ακόμη καί ο Γιανναράς ήταν τόσο πρόχειρος, τόσο επιφανειακός. Ισως γέρασε πιά. Τό μόνο πού κρατάει τίς ψυχές "ζωντανές" είναι η αντιπαλότητα, η αντίθεση, η αντιπαράθεση μέ κάθε κόστος. Ο τυφλός έλεγχος.