Τρίτη 30 Απριλίου 2013

Ο ΑΠΟΚΡΥΦΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΥ ΙΔΕΑΛΙΣΜΟΥ (9)

Συνέχεια απο : Κυριακή 28 Απριλίου 2013

του HENRI DE LYBAC

 
ΣΕΛΛΙΝΓΚ (5)
Ένα εξαιρετικό σχήμα λοιπόν, προθέσεις βαθειές πολλές φορές, γεναιόδωρο πέταγμα που δίνονταν με θέρμη στην έκφραση: «Δέν πονούσε η καρδιά μας όταν μιλούσε;» θα πεί ένας ακροατής των μαθημάτων του Μονάχου. Αλλά ένα όραμα μπερδεμένο, του οποίου οι ιστορικές αντιφάσεις και ασυνέπειες όπως και ο φανταστικός του χαρακτήρας είναι φανεροί. Πρέπει να θυμόμαστε όμως πώς οι τρείς στιγμές, οι οποίες διακρίθηκαν με τόση φροντίδα και ενώθηκαν ξανά, απο τον Σέλλινγκ, εάν πραγματικά τις εμπνεύστηκε απο την ιστορία της Εκκλησίας, ίσως αντιπροσωπεύουν πάνω απ’όλα στην σκέψη του διαλεκτικές στιγμές, εσωτερικές, στην προσωπική ζωή του Χριστιανού. Αυτές οι στιγμές ορίζουν τα στάδια που ξεπερνά ή πρέπει να ξεπεράσει ο Χριστιανός για να αποκτήσει την ελευθερία που κατακτήθηκε μία φορά για πάντα για την ανθρωπότητα απο τον Χριστό, η οποία όμως δέν παύει να διακυβεύεται, όσο διαρκεί η ιστορία απο την αντίθετη δύναμη της αμαρτίας.
Μπορούμε ήδη λοιπόν να κατανοήσουμε πώς οι αντιφάσεις που αναφύονται στην έκθεση της σκέψης του οφείλονται λιγότερο απο οπτικές γωνίες ιστορικές, οι οποίες δέν συμφωνούν μεταξύ τους και περισσότερο απο την δυσκολία να ξεδιπλώσει με την μορφή της ιστορίας μία σκέψη η οποία είναι ουσιωδώς διαλεκτικού τύπου. Λόγω της πεποιθήσεως του πώς στην πραγματικότητα, η διαλεκτική φανερώνεται και ξεδιπλώνεται αναγκαστικώς σε μία ιστορία.
Απο εδώ προέρχεται, νομίζουμε η αρχή μίας βαθειάς διαφοράς, παρόλη την εμφανή τους συγγένεια, ανάμεσα στον Σέλλινγκ και τον Ιωακείμ ντα Φιόρε. Ο Σέλλινγκ δέν περιμένει ένα μέλλον δηλαδή μία μελλοντική περίοδο του χρόνου που θα χαρακτηρίζεται απο μία πραγματική υπέρβαση του Χριστού. Ο Ιωάννης, όπως τον συλλαμβάνει ο ίδιος, δέν είναι ο οραματιστής της Πάτμου ο οποίος γοητεύεται απο τον Άγγελο που ανακοινώνει το αιώνιο Ευαγγέλιο, παραμένει ο αγαπημένος μαθητής για τον οποίο μιλά το Ευαγγέλιο του. Επι πλέον η αντίφαση της Τρίτης εποχής, που υποχρεώνει πολλούς ερμηνευτάς του Ιωακείμ να σκεφτούν πώς πρόκειται μόνον για την είσοδο στην αιώνια ζωή, νομίζουμε πώς ταιριάζει πολύ περισσότερο, αυτή η υπόθεση, στην ερμηνεία του Σέλλινγκ.
Ξεχωρίζει σ’ αυτόν ένα είδος παραλληλισμού και ανταποκρίσεως συμβολικής ανάμεσα σε δύο ακραία σημεία: οι πρωτότυπες απορροές της αποστολικής εποχής, η πρώτη έκρηξη τής ελευθερίας και η μεγάλη σύνοδος, τελική επανένωση της Νέας Ιερουσαλήμ, η οποία θα αποτελέσει την Εκκλησία του πνεύματος, και η οποία θα είναι κάτω απο το σύμβολο, το σημείο του Ιωάννη. Επειδή το πρώτο απο αυτά τα άκρα δέν ανήκε ακόμη στην εποχή της Εκκλησίας, το δεύτερο δέν της ανήκει πλέον. Ανάμεσα σ’ αυτούς τους δύο πόλους, εκ των οποίων ούτε ο ένας, ούτε ο άλλος αποτελεί ένα μοντέλλο που μπορεί να εφαρμοστεί σ’αυτή την εμπειρική εκκλησία, εκτυλίσσεται η ιστορία του Χριστιανισμού, φτιαγμένη ταυτοχρόνως απο την σύγκρουση και απο την προσπάθεια ενώσεως ανάμεσα στην Εκκλησία του Πέτρου και την Εκκλησία του Παύλου ή ακριβέστερα απο την δύσκολη προσπάθεια, όσο και αναγκαία, εισαγωγής της αρχής του Παύλου στο εσωτερικό της Εκκλησίας του Πέτρου.
[Όπως φαίνεται καθαρά ο Χριστός δέν είναι θεάνθρωπος. Η Εκκλησία είναι ανθρωπόθεη, θεωμένη. Όπως την κήρυξε ακριβώς και ο Σολόβιεφ και την δίδαξε η σύγχρονη Ρωσική Εκκλησία μέσω των διασήμων μαθητών του. Συνεχιστές των οποίων είναι όλοι οι σύγχρονοι ορθόδοξοι Έλληνες Θεολόγοι. ΟΛΟΙ. Ακόμη και ο Ρωμανίδης, που νομίζουμε ότι είναι η εξαίρεση. Γι’αυτόν και για τους ακολούθους του, υπάρχουν οι Καππαδόκες πατέρες και οι Σχολαστικοί του Τρεμπέλλα. Στην μέση, σαν σύνθεση η θεοποιός άκτιστη ενέργεια, η οποία καθιστά τον ευεργετηθέντα προφήτη. Όπως τον Ρωμανίδη. Ο Ζηζιούλας, σε αντιπαράθεση, προέκρινε μία διαφορετική μεσότητα, μία διαφορετική σύνθεση. Την θεολογία του Ακινάτη και το summum Bonnum. Το τέλειο Είναι που είναι ο αληθινός Θεός. Και την πυραμίδα που σχηματίζεται ιεραρχικά, όπως διδάσκει ο Αρεοπαγίτης, έχοντας στην κορυφή της, πότε το αληθινό Είναι, πότε το έσχατο Είναι που είναι το τέλος της ανθρωποθεότητος, η αποθέωσί της. Όμως το Είναι, κλεμμένο απο την Φιλοσοφία, είναι υπερβατικό αλλά κτιστό, και είναι ενυπάρχον. Στην άρρητη και άναρχη και αόρατη και σταθερή δομή των όντων. Στην Δημιουργία. Και μ’ αυτήν την ενύπαρξη ερμηνεύει η σχολή του και τους λόγους των όντων του Αγίου Μαξίμου, επιτρέποντας την ταύτιση των λόγων αυτών με τις ιδέες του Πλάτωνος. Ο Θεός αυτός δέν είναι άκτιστος, δέν υπάρχει προ και μετά την Δημιουργία. Όταν ομιλούν λοιπόν για θεολογία και οικονομία και την ταύτιση τους, όπως το αποφάσισε ο Κάρλ Ράνερ π.χ. ομιλούν για τον ενυπάρχοντα αιώνιο και σταθερό (immanent) Θεό και την ενσάρκωση αυτής της αρχής στον Ιησού. Μία παράνοια. Φυσικώς επομένως όλοι οι Θεολογούντες καταλαβαίνουν ότι το Θεϊκό στοιχείο που ανακάλυψε η Φυσική επιστήμη μπορεί να σχετίζεται μ’αυτόν τον άρρητο, αποφατικό Θεό, της ψευτοθεολογίας, και αναπτερώνουν τις ελπίδες τους. Σ’αυτόν τον Θεό στηρίζεται και η φιλοσοφία του προσώπου. Η Ορθοδοξία των Πατέρων και των Αγίων, φυσικά, δέν υφίσταται σ’αυτή την σύγχρονη Βαβέλ. Δέν είναι στρατευμένη Εκκλησία, όπως ψεύδεται η Διοίκηση της Εκκλησίας για να δικαιολογήσει την απιστία της. Για να καταλάβουμε, η Ορθόδοξη Εκκλησία των Πατέρων και όχι κάθε "Ορθοδοξία" που χρησιμοποιεί για τα επιχειρήματα της τους Πατέρες, είναι η θριαμβεύουσα Εκκλησία. Στο σχήμα του Σέλλινγκ είναι η πρώτη φάση και η έσχατη, η οποία σύμφωνα με τους λόγους του δέν ανήκει κάν στην Εκκλησία που υπάρχει και γράφει ιστορία, στην εμπειρική Εκκλησία. Η Εκκλησία ή η Ορθοδοξία των Πατέρων μας, δέν είναι η ιστορική Εκκλησία, την οποία διδάσκουν σήμερα όλες οι Θεολογικές σχολές. Ούτε ενυπάρχει στην ιστορία και την γνωρίζει μόνον ο Κύριος. Η Εκκλησία του Κυρίου είναι ξένη πρός τον κόσμο, όπως και ο Κύριος της.] 

Όπως ο διάσημος ηγούμενος Ντα Φιόρε, ο λαμπρός καθηγητής του Μονάχου σκέπτεται την Χριστιανική πραγματικότητα μέσω «ιστορικών τύπων» και η ακολουθία αυτή, η οποία δέν έχει τίποτε το παράνομο, είναι πολύ γόνιμη. Όπως σε σχέση με τον πρόγονο του, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι ο Σέλλινγκ έχει το προνόμιο να μήν καταστήσει (καταντήσει ίσως καλύτερα) τον ίδιο τον Ιησού έναν τύπο, τον τύπο του πνεύματος που θα έλθει.
Καταλαβαίνουμε άραγε ότι βρισκόμαστε στην κολυμβήθρα απο όπου βγήκε η Θεολογία του Ζηζιούλα και η Φιλοσοφία του Γιανναρά; Ο Γιανναράς ιδιαιτέρως, όταν θεολόγησε για πρώτη φορά στην ζωή του, έφτιαξε μία νέα θρησκεία, κηρύσσοντας την αθανασία της λογικής και λέγοντας ότι με το ίδιο όργανο που προσλαμβάνουμε τις κτιστές ενέργειες τώρα, με το ίδιο μετά θάνατον θα προσλάβουμε τις άκτιστες και θα αποκτήσουμε όλοι μας σώμα του Αγίου-Πνεύματος.
Καταλαβαίνουμε άραγε;
Αμέθυστος  

1 σχόλιο:

ΑΡΧΑΙΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ είπε...

Η γιανναρική επισήμανσή σου,εδώ,χρήζει περαιτέρω επεξήγησης και ανάλυσης,κρίνω και φρονώ,αδελφέ μου(Το κατά δύναμί σου-σας βεβαίως).Με το νου ή χωρίς;Για ακτιστοποίηση και αφθαρτοποίησή του 'στο αόρατο -άγνωστο για εκείνον(/''άγνωστο για εκείνον'';)-μέλλον του και τότε του,τρόπον τινά;Ομιλεί για ενσωμάτωση των ακτίστων ενεργειών του Αγίου Πνεύματος από το πνεύμα του ανθρώπου,της ψυχής(ή ''την ψυχή'' εδώ;)του ανθρώπου μετά το θάνατό του κατά κάποιον τρόπο;