Η επίσημη εξήγηση, κατά τους λόγους του, είναι η αναξιότης της πλειοψηφίας των λαϊκών να προσέρχονται συχνά στο ποτήριο και επομένως η αναγκαιότης να υπάρξουν γι’ αυτούς κάποιες συμπληρωματικές απαιτήσεις και εγγυήσεις. Οι λαϊκοί ζουν στον κόσμο σε συνεχή επαφή με την ρυπαρότητά του, την αναλήθεια, την αμαρτωλότητα, το ψέμα του και χρειάζονται επομένως ιδιαίτερη κάθαρση, ιδιαίτερη προετοιμασία, ιδιαίτερη προσπάθεια Μετανοίας, πράγμα που οδηγεί στην απομάκρυνση των κληρικών απ’ τους λαϊκούς, πράγμα που οδηγεί την ίδια την Εκκλησία σε μιαν τερατώδη κατάκριση. Ο Σμέμαν ερμηνεύει αυτή την έκπτωση σαν ευσεβιστική, επειδή προέρχεται απ’ την συναίσθηση της αμαρτωλότητος, από σεβασμό στο ιερό και αποστροφή του βέβηλου. Ένα φαινόμενο το οποίο είναι η ουσία του Φαρισαϊσμού και της θρησκείας. Γι’ αυτό και ενώνεται σήμερα η Εκκλησία με όλες τις θρησκείες, επειδή λόγω του κληρικαλισμού έπαψε να είναι η Εκκλησία. Διότι ο Κύριος ανέτρεψε ακριβώς όλα τα δεδομένα της θρησκείας με το μυστήριο της μετανοίας. Διότι τώρα πια σώζει ακριβώς η συναίσθηση της αμαρτωλότητος, ενώνει, δεν διαιρεί όπως το επιθυμεί ο εωσφόρος. Η μετάνοια ενώνει με τον Κύριο.
Ακόμη και στην Βυζαντινή Εκκλησία υπήρχαν οι σωτήριες διδασκαλίες, όπως του Χρυσοστόμου : «Υπάρχουν όμως περιπτώσεις κατά τις οποίες ο ιερέας δέν διακρίνεται απ’ τον υφιστάμενο, όταν πρέπει π.χ. να μεταλάβουν των Αγίων Μυστηρίων.... επειδή σε όλους προσφέρεται ένα Σώμα και ένα Ποτήριο.... και εμείς χωρίς διάκριση ασπαζόμαστε ο ένας τον άλλον». Η μείωση της Εκκλησίας στην ιεροποίηση και στον Κληρικαλισμό φαίνεται ακόμη και στην εξέλιξη του ναού και της διαρρύθμισής του, που όλο και περισσότερο τονίζει τον διαχωρισμό των λαϊκών απ’ τον κλήρο. Πάλι όμως ο ίδιος ο Χρυσόστομος έλεγε: «Ελθών ο Χριστός και της πόλεως έξω παθών, πάσαν την γήν εκάθηρε, πάντα τόπον ευκτήριον ειργάσατο. Βούλει μαθείν, πώς πάσα η Γη ναός εγένετο και πώς πας τόπος ευκτήριος κατέστη;» Και όμως αυτό το πνεύμα χάθηκε νωρίς απ’ την Εκκλησία.
Όσων αφορά στην συνεχή συμμετοχή των πιστών στην Θεία Ευχαριστία είναι αποκαλυπτικές και αποδεικτικές οι ίδιες οι ευχές, στις οποίες απ’ την αρχή της Αναφοράς, δηλ. της λειτουργίας των πιστών, και μέχρι το τέλος της, δέν βρίσκουμε ούτε μία μνεία για συμμετοχή σε αυτήν δύο κατηγοριών προσευχομένων: των κοινωνούντων και των μη-κοινωνούντων των Αγίων Μυστηρίων.
Μόνον μετά την περάτωση της ευχής της μεσιτείας: πάντας ημάς πρόσδεξαι είς την Βασιλείαν Σου.... υπάρχει η ευχή και η Ικεσία για ατομικό καθαρμό καθενός από μας: Ίνα εν καθαρώ τω μαρτυρίω της συνειδήσεως ημών... και υποδεξάμενοι αυτά αξίως... Ναι, ο Θεός ημών και μηδένα ημών ένοχον ποιήσης των φρικτών Σου τούτων και επουρανίων μυστηρίων... αλλά δος ημίν, μέχρι της εσχάτης ημών πνοής, αξίως υποδέχεσθαι την μερίδα των αγιασμάτων Σου, εις εφόδιον ζωής αιωνίου, εις απολογίαν ευπρόσδεκτον, την επί του φοβερού βήματος του Χριστού Σου...
Είναι ακριβώς το πνεύμα του Απ. Παύλου, ο οποίος στην (Ά Κορ 11, 16-32) Επιστολή του γράφει: «Οσάκις αν εσθίητε τον άρτον τούτον και το ποτήριον τούτο πίνητε, τον θάνατον του Κυρίου καταγγέλλετε, άχρις ου άν έλθη. Ώστε ος αν εσθίη τον άρτον τούτον η πίνη το ποτήριον του Κύριου αναξίως, ένοχος έσται του σώματος και του αίματος του Κυρίου. Δοκιμαζέτω δε άνθρωπος εαυτόν, και ούτως εκ του άρτου εσθιέτω και εκ του ποτηριού πινέτω˙ ο γάρ εσθίων και πίνων αναξίως, κρίμα εαυτώ εσθίει και πίνει, μή διακρίνων το σώμα του Κυρίου. «Ει γαρ εαυτούς διακρίνομεν, ουκ αν εκρινόμεθα, κρινόμενοι δε υπό του Κυρίου παιδευόμεθα, ίνα μη συν τω κόσμω κατακριθώμεν».
Βλέπουμε λοιπόν πως το κοινό δυναμώνει το ατομικό και το ατομικό δεν είναι δυνατό χωρίς το κοινό, στον πρώιμο Χριστιανισμό. Αλλ’ ο Απ.Παύλος δέν προτείνει ποτέ ούτε στους αναξίους εκλογή: «Εσείς οι άξιοι μετέχετε, εσείς οι ανάξιοι απέχετε. Μια εκλογή η οποία οδήγησε σιγά σιγά στην αποχή σχεδόν την πλειοψηφία των μελών της Εκκλησίας και στην απώλεια της αίσθησης και κατανόησης της Ευχαριστίας σαν κοινής πράξης, σαν λειτουργίας. Αλλά και η ίδια η αίσθηση της αποχής εξέπνευσε, μεταβλήθηκε σε πειθαρχική εντολή (τέσσερις φορές τον χρόνο) με υποχρεωτική την εξομολόγηση, σαν ιδιότυπο εισιτήριο για τη Θ.Κοινωνία».
Αυτή είναι η φοβερή καταγγελία του Σμέμαν και είναι πέρα για πέρα αληθινή. Όπως μας είχε βεβαιώσει και ο κύριος Πατρώνος. Γι’ αυτόν τον λόγο η σύγχρονη Ορθοδοξία δεν είναι πλέον Χριστιανική. Και δεν πρέπει να μας εκπλήσσει ο Μεσσηνίας, ο οποίος αποδέχεται τόσο ήρεμα τη διαίρεση της Εκκλησίας. Αφού είναι ήδη διαιρεμένη μέσα στον ίδιον τον ναό.
Ο αγαπητός Σμέμαν όμως προτείνει λύσεις. Οι οποίες ίσως είναι χειρότερες απ’ το πρόβλημα και προκαλούν φοβερές παρενέργειες, όπως π.χ. την ευχαριστιακή Εκκλησιολογία του Ζηζιούλα.
Λέει λοιπόν: «Μετά την ομολογία πίστεως λέει ο Ιερεύς : Στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου, πρόσχωμεν την Αγίαν αναφοράν εν ειρήνη προσφέρειν.
Στώμεν καλώς. Καλόν.... « Και είπεν ο Θεός, ότι καλόν». Πού βρίσκουμε όμως το ίδιο το βίωμα, την άμεση γνώση του αρχέγονου, του άφθαρτου καλού; Εκεί που αντήχησε σαν ανθρώπινη απάντηση στο θεϊκό καλόν « Κύριε, καλόν εστίν ημάς ώδε είναι» (Ματθ. 17,4). Με αυτή την απάντηση, εκεί στο όρος της Μεταμορφώσεως, επιβεβαιώθηκε για πάντα, στους αιώνες, η αποδοχή από τον άνθρωπο του θεϊκού "καλόν", σαν δικής του ζωής, σαν δικού του προορισμού. Και μ’ αυτό το όραμα, μ’ αυτήν τη γνώση, μ’ αυτό το βίωμα ζεί η Εκκλησία σε όλο της το βάθος. Κέντρο αυτού του βιώματος και συγχρόνως πηγή και παρουσία του, δώρο και πραγμάτωσή του είναι η Θεία Λειτουργία, η συνεχής ανύψωση και αναφορά της Εκκλησίας στον ουρανό, στον θρόνο της δόξας, στο ανέσπερο φώς, και στη χαρά της βασιλείας του Θεού: ενώ στέκεσαι στον ναό, βρίσκεσαι στον ουρανό υπερβατικά».
Συγκλονιστική ερμηνεία, απ’ τήν οποία η μετάλλαξη της λειτουργίας και του επισκόπου, από μέρους τού Ζηζιούλα, σε έκφραση της Δόξας του Κυρίου κι όχι πλέον της θυσίας Του, απέχει ελάχιστα. Όπως επίσης κι η σωτηρία του κόσμου σαν σκοπού και σαν αποστολής τής εκκλησίας, εφόσον ταυτίζεται το κοσμικό καλόν με την αποκάλυψη της θεότητος στο Θαβώρ. Παρεπιπτόντως χάνεται και η πτώση, εκτός απ’ την καινή δημιουργία. Και να υπενθυμίσουμε επίσης πως μετά το Θαβώρ και παρότι το Θαβώρ, όλοι οι μαθητές τού Κυρίου πλην ενός, τον πρόδωσαν.
Ας δούμε όμως σ’ αυτό το σημείο τί λέει η παράδοσίς μας, και συγκεκριμένα ο Ν.Καβάσιλας ο οποίος ερμήνευσε τη Θ.Λειτουργία και έσωσε τουλάχιστον τη νοημοσύνη μας.
Λέει : «Απαγγέλλεται λοιπόν η ομολογία, το Σύμβολον της Πίστεως και έπειτα ο ιερεύς λέει : «Στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου». Ας μείνουμε σταθεροί σ’ αυτήν την ομολογία, Ας μην κλονισθούμε από παραπλανητικούς λόγους αιρετικών. Ας μείνουμε σταθεροί με φόβο, διότι είναι πολύς ο κίνδυνος γι’ αυτούς που δέχθηκαν στην ψυχή κάποιαν αμφιβολία γι’ αυτήν την πίστη».
Αυτές είναι οι εκκλησιολογικές εξελίξεις της νεωτερικότητος. Θα επανέλθουμε.
Αμέθυστος
Συμφωνώ για αυτά που λέτε με τους διαχωρισμούς που επέφερε ο κληρικαλισμός αλλά δεν έχω καταλάβει γιατί είναι λανθασμένη η εξήγηση του Σμέμαν...
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο Φως της Μεταμορφώσεως δεν είναι το Άκτιστο Φως; Με τα Μυστήρια της Εκκλησίας δεν ερχόμαστε σε επαφή με τις Άκτιστες Ενέργειες του Θεού; Δεν μας δίνεται αυτή η δυνατότητα χάρην στην ενσάρκωση του Κυρίου ο οποίος έγινε ίδιος σε όλα με εμάς εκτός αμαρτίας, και αφού είναι ο Θεάνθρωπος μέσω Αυτού μπορούμε να ενωθούμε και εμείς με τον Θεό; Ο Κύριος ο ίδιος είναι και κατά τη δόξα του στο Όρος Θαβώρ και κατά τη θυσία Του στον Γολγοθά αλλά επειδή αυτό δεν μπορούσε να γίνει αντιληπτό από τους μαθητές Του, έγιναν μάρτυρες της Μεταμορφώσεως για να μην σκανδαλιστούν για τα πάθη που θα ακολουθούσαν, ή τουλάχιστον να έχουν μια παρηγοριά. Δεν καταλαβαίνω την παρατήρηση "Το ότι πλην ενός οι άλλοι μαθητές Τον πρόδωσαν".
Γιατί, είναι υποχρεωτικό όποιος φθάσει στη Θέα του Ακτίστου Φωτός να φτάσει και στην Θέωση δίχως να κινδυνεύει πλέον να πέσει;
Στη Θεία Λειτουργία δεν ενώνονται τα επίγεια με τα επουράνια;
Αφού λέμε "ως τον Βασιλέα των όλων υποδεξόμενοι, ταις αγγελικαίς αοράτως δορυφορούμενον τάξεσιν"
ο Σμέμαν ταυτίζει το Θαβώρ με το είπεν ο Θεός καλόν της δημιουργίας του κόσμου, το οποίο κατα τη γνώμη μας δέν έχει ουδεμία σχέση.
ΑπάντησηΔιαγραφήΑγαπητέ φίλε άς πούμε πώς καί η Δημιουργία έγινε με τίς άκτιστες ενέργειες τού Θεού, αλλά ο Σμέμαν ταυτίζει τό "είπε και εγένετο" με τήν Δόξα τού Κυρίου. Πράγμα απίστευτο, διότι καταργεί πλήρως τήν ενσάρκωση.
ΑπάντησηΔιαγραφή