πηγή : πύλη
ἡ δ’ ἐκ πλειόνων κωμῶν κοινωνία τέλειος πόλις, ἤδη πάσης ἔχουσα
πέρας τῆς αὐταρκείας ὡς ἔπος εἰπεῖν, γινομένη μὲν τοῦ
(30) ζῆν ἕνεκεν, οὖσα δὲ τοῦ εὖ ζῆν. διὸ πᾶσα πόλις φύσει ἔστιν,
εἴπερ καὶ αἱ πρῶται κοινωνίαι. τέλος γὰρ αὕτη ἐκείνων,
ἡ δὲ φύσις τέλος ἐστίν• οἷον γὰρ ἕκαστόν ἐστι τῆς γενέσεως
τελεσθείσης, ταύτην φαμὲν τὴν φύσιν εἶναι ἑκάστου, ὥσπερ
ἀνθρώπου ἵππου οἰκίας. ἔτι τὸ οὗ ἕνεκα καὶ τὸ τέλος βέλ-
[1253a] τιστον• ἡ δ’ αὐτάρκεια καὶ τέλος καὶ βέλτιστον. ἐκ τούτων οὖν
φανερὸν ὅτι τῶν φύσει ἡ πόλις ἐστί, καὶ ὅτι ὁ ἄνθρωπος
φύσει πολιτικὸν ζῷον, καὶ ὁ ἄπολις διὰ φύσιν καὶ οὐ διὰ
τύχην ἤτοι φαῦλός ἐστιν, ἢ κρείττων ἢ ἄνθρωπος• ὥσπερ
(5) καὶ ὁ ὑφ’ Ὁμήρου λοιδορηθεὶς «ἀφρήτωρ ἀθέμιστος ἀνέστιος»•
ἅμα γὰρ φύσει τοιοῦτος καὶ πολέμου ἐπιθυμητής, ἅτε περ
ἄζυξ ὢν ὥσπερ ἐν πεττοῖς. διότι δὲ πολιτικὸν ὁ ἄνθρωπος
ζῷον πάσης μελίττης καὶ παντὸς ἀγελαίου ζῴου μᾶλλον,
δῆλον. οὐθὲν γάρ, ὡς φαμέν, μάτην ἡ φύσις ποιεῖ• λόγον
(10) δὲ μόνον ἄνθρωπος ἔχει τῶν ζῴων• ἡ μὲν οὖν φωνὴ τοῦ
λυπηροῦ καὶ ἡδέος ἐστὶ σημεῖον, διὸ καὶ τοῖς ἄλλοις ὑπ-
άρχει ζῴοις (μέχρι γὰρ τούτου ἡ φύσις αὐτῶν ἐλήλυθε, τοῦ
ἔχειν αἴσθησιν λυπηροῦ καὶ ἡδέος καὶ ταῦτα σημαίνειν
ἀλλήλοις), ὁ δὲ λόγος ἐπὶ τῷ δηλοῦν ἐστι τὸ συμφέρον καὶ
(15) τὸ βλαβερόν, ὥστε καὶ τὸ δίκαιον καὶ τὸ ἄδικον• τοῦτο γὰρ
πρὸς τὰ ἄλλα ζῷα τοῖς ἀνθρώποις ἴδιον, τὸ μόνον ἀγαθοῦ
καὶ κακοῦ καὶ δικαίου καὶ ἀδίκου καὶ τῶν ἄλλων αἴσθησιν
ἔχειν• ἡ δὲ τούτων κοινωνία ποιεῖ οἰκίαν καὶ πόλιν. καὶ
πρότερον δὲ τῇ φύσει πόλις ἢ οἰκία καὶ ἕκαστος ἡμῶν ἐστιν.
(20) τὸ γὰρ ὅλον πρότερον ἀναγκαῖον εἶναι τοῦ μέρους• ἀναιρου-
μένου γὰρ τοῦ ὅλου οὐκ ἔσται ποὺς οὐδὲ χείρ, εἰ μὴ ὁμ-
ωνύμως, ὥσπερ εἴ τις λέγοι τὴν λιθίνην (διαφθαρεῖσα γὰρ ἔσται
τοιαύτη), πάντα δὲ τῷ ἔργῳ ὥρισται καὶ τῇ δυνάμει, ὥστε
μηκέτι τοιαῦτα ὄντα οὐ λεκτέον τὰ αὐτὰ εἶναι ἀλλ’ ὁμ-
(25) ώνυμα. ὅτι μὲν οὖν ἡ πόλις καὶ φύσει καὶ πρότερον ἢ ἕκα-
στος, δῆλον• εἰ γὰρ μὴ αὐτάρκης ἕκαστος χωρισθείς, ὁμοίως
τοῖς ἄλλοις μέρεσιν ἕξει πρὸς τὸ ὅλον, ὁ δὲ μὴ δυνάμε-
νος κοινωνεῖν ἢ μηδὲν δεόμενος δι’ αὐτάρκειαν οὐθὲν μέρος
πόλεως, ὥστε ἢ θηρίον ἢ θεός. φύσει μὲν οὖν ἡ ὁρμὴ ἐν
(30) πᾶσιν ἐπὶ τὴν τοιαύτην κοινωνίαν• ὁ δὲ πρῶτος συστήσας
μεγίστων ἀγαθῶν αἴτιος . ὥσπερ γὰρ καὶ τελεωθεὶς βέλτι-
στον τῶν ζῴων ἄνθρωπός ἐστιν, οὕτω καὶ χωρισθεὶς νόμου καὶ
δίκης χείριστον πάντων. χαλεπωτάτη γὰρ ἀδικία ἔχουσα
ὅπλα• ὁ δὲ ἄνθρωπος ὅπλα ἔχων φύεται φρονήσει καὶ
(35) ἀρετῇ, οἷς ἐπὶ τἀναντία ἔστι χρῆσθαι μάλιστα. διὸ ἀνοσιώ-
τατον καὶ ἀγριώτατον ἄνευ ἀρετῆς, καὶ πρὸς ἀφροδίσια
καὶ ἐδωδὴν χείριστον. ἡ δὲ δικαιοσύνη πολιτικόν• ἡ γὰρ
δίκη πολιτικῆς κοινωνίας τάξις ἐστίν, ἡ δὲ δικαιοσύνη τοῦ
δικαίου κρίσις.
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ :
Η κοινωνία τελικώς η συγκειμένη εξ αριθμού τινος κωμών, είναι η πόλις• αύτη κατορθώνει εις άκρον, συντόμως ειπείν, την αυτάρκειαν, συσταθείσα μεν προς (30) διασφάλισιν του στοιχειώδους βίου, υπάρχουσα δε επί τω σκοπώ του ευδαίμονος. Διά τούτο πάσα πόλις εκ φύσεως υπάρχει, εάν βεβαίως εκ φύσεως και αι πρώται ((ως ανωτέρω)) κοινωνικαί συστάδες• διότι η πόλις είναι ολοκλήρωσις εκείνων, πάσα δε φυσική ύπαρξις, όταν περατωθή πλέον το στάδιον της γενέσεως, είναι ολοκλήρωσις τις και την ολοκλήρωσιν ταύτην χαρακτηρίζομεν ως φύσιν εκάστου όντος, οίον του ανθρώπου, του ίππου, της οικίας. Επί πλέον το ου ένεκα έκαστον ον υπάρχει και ο [1253a] τελικός αυτού σκοπός είναι το ((δυνατόν)) άκρον αγαθόν• αλλ' η αυτάρκεια και τελικός σκοπός είναι και άκρον αγαθόν. Εκ τούτων λοιπόν φανερόν καθίσταται ότι η πόλις, ((η εν τη πόλει τουτέστι πολιτειακώς ωργανωμένη κοινωνία)), είναι εκ των κατά φύσιν όντων, και ο άνθρωπος ον εκ φύσεως προωρισμένον να διαβιοί εν τη πολιτειακώς ωργανωμένη κοινωνία• απεναντίας, ο εκ φύσεως και ουχί εκ τύχης εκτός ταύτης ζων ή υπεράνθρωπος ή υπάνθρωπος είναι (ως εκείνος (5) ο υπό του Ομήρου ονειδισθείς διά των χαρακτηρισμών
αφρήτωρ, αθέμιστος, ανέστιος,
διότι εκ φύσεως ο τοιούτος είναι εν ταυτώ και πολεμοχαρής), καθό άνευ ομοίου του, ως πεσσός αποχωρισθείς του ετέρου. Το διατί δε ο άνθρωπος είναι περισσότερον πάσης μελίσσης και παντός αγελαίου ζώου ον προωρισμένον να διαβιοί εντός κοινωνικής οργανώσεως, είναι φανερόν. Ουδέν δηλαδή, ως διακηρύττομεν, ασκόπως η φύσις ποιεί• εξ όλων δε των ζώων (10) μόνον ο άνθρωπος έχει τον έναρθρον λόγον. Η μεν απλή τουτέστι φωνή είναι οιονεί διά σημείου έκφρασις του αισθήματος του προξενουμένου υπό του λυπηρού και του ευχαρίστου, διό και εις τα λοιπά ζώα υπάρχει (μέχρι τούτου δηλαδή επροχώρησε του σημείου η φύσις αυτών, του να έχουν αίσθησιν της προκαλουμένης λύπης ή ευχαριστήσεως και να εκφράζουν τούτο δι' ιδιοσήμου κραυγής μεταξύ των), ο λόγος όμως εξ εναντίας εδόθη υπό της φύσεως προς δήλωσιν του συμφέροντος και του (15) επιζημίου, συνεπώς και του δικαίου και αδίκου. Τούτο δηλονότι είναι το διακρίνον τον άνθρωπον των άλλων ζώων κατ' εξοχήν ίδιον, το ότι μόνος αυτός έχει αντίληψιν του αγαθού και του κακού και του δικαίου και του αδίκου και των άλλων συναφών• ταύτα δε κοινά καθιστάμενα δίδουν γένεσιν εις την οικίαν και την πολιτειακώς ωργανωμένην κοινωνίαν. Και φύσει μάλιστα προϋπάρχει η πόλις της οικίας και εκάστου ημών• (20) και τούτο διότι κατ' ανάγκην το όλον προϋφίσταται του μέρους• διότι εάν καταστραφή το όλον δεν υπάρχει πλέον και το μέρος, ως επί νεκρώσεως του ανθρωπίνου σώματος, μεθ' ην ούτε πους υπάρχει πλέον ούτε χειρ, ή μόνον καθ' ομωνυμίαν προς το αληθές, οίον η λιθίνη χειρ, ήτις, μολονότι δεν είναι χειρ, χειρ ονομάζεται• η καταστραφείσα δε αληθής τοιαύτη είναι• η αληθής δηλονότι φύσις εκάστου έγκειται εις το εφ' ω ώρισται έργον και ες την προς επιτέλεσιν τούτου δυναμικότητα, ούτως ώστε, εις την περίπτωσιν δεν είναι πλέον τούτο οίον ώρισται κατά το έργον και την δυναμικότητα, δεν πρέπει να εκλαμβάνηται ως το αυτό, αλλ' ως άλλο (25) ομώνυμον. Είναι λοιπόν φανερόν ότι και η πόλις είναι το κατά φύσιν πρότερον εκάστου ημών• διότι εφ' όσον έκαστος αποχωρισθείς του συνόλου παύει να εξαρκή εις εαυτόν διά των ιδίων δυνάμεων, συνέπεται ότι έχει προς την πολιτείαν την σχέσιν ην και των λοιπών ((ζώντων)) οργανισμών τα μέρη προς το όλον• εντεύθεν συνάγεται ότι κατ' ουδέν αποτελεί μέρος ((μιας οιασδήποτε)) πολιτειακής κοινωνίας μόνον ο μη δυνάμενος να προσαρμοσθή εις κοινωνικόν βίον ή ο ουδενός έχων ανάγκην, ως διά των ιδίων δυνάμεων ικανός να εξαρκή εις εαυτόν• αλλ' ούτος συνεπώς ή θηρίον είναι ή θεός. Αφ' ενός λοιπόν φύσει υπάρχει εις τον άνθρωπον (30) η προς την τοιαύτην κοινωνίαν ενόρμησις, αφ' έτερου δε μεγίστων αγαθών αίτιος κατέστη ο πρώτος συστήσας ταύτην• διότι ο άνθρωπος, ως ακριβώς είναι το υπεροχώτερον των ζώων εάν τελειοποιηθή, ούτω και εάν αποχωρισθή 'νόμου' και 'δίκης' αποβαίνει το χείριστον όλων. Τούτο δε διότι κατ' εξοχήν φοβερά είναι η έχουσα όπλα αδικία, ο δε άνθρωπος γεννάται έχων εκ φύσεως όπλα, όπως μεταχειρισθή ταύτα επί φρονήσει και (35) αρετή, τα οποία όμως δύναται και διά τα άκρως αντίθετα να χρησιμοποιήση. Διό και ο άνευ αρετής άνθρωπος είναι το ανοσιώτατον και αγριώτατον των όντων και ως προς τα αφροδίσια και την λαιμαργίαν το χείριστον. Απ' εναντίας, στοιχείον της πολιτείας είναι η δικαιοσύνη• διότι τάξις της πολιτειακώς ωργανωμένης κοινωνίας είναι η 'δίκη'• 'δίκη' δε είναι η εν πάση περιπτώσει διακρίβωσις του δικαίου.
http://www.greek-language.gr/greekLang/ancient_greek/tools/corpora/anthology/content.html?t=41&m=1
Μτφρ. Π. Λεκατσάς. [1939] χ.χ. Αριστοτέλης. Πολιτικά. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.
ΣΧΟΛΙΟ : Βλέπουμε λοιπόν ότι η ατομικότης ή η εξατομίκευση αφορά ή θηρία ή θεούς. Επομένως κάθε ψευτοδιανοούμενος ο οποίος ισχυρίζεται ότι η ατομικότης καί τό γέννημά της, τό υποκείμενο, αποτελούν τήν εξέλιξη καί τήν σωτηρία τού ανθρωπίνου πολιτισμού, υποχρεούνται νά μάς αποδείξουν κατά πρώτον ότι ο Αριστοτέλης έχει λάθος, όταν τούς ονομάζει ΘΗΡΙΑ ή ΘΕΟΥΣ. Οι σύγχρονοί μας διανοούμενοι δυστυχώς γι αυτούς καί γιά όσους τούς χειροκροτούν είναι θηρία πού πιστεύουν ότι είναι θεοί. Κάτι άλλο πού προκύπτει επιπλέον είναι ότι ο Δυτικός πολιτισμός είναι μιά αβυσσαλέα οπισθοδρόμηση από τήν αρχαία σοφία καί τήν Βυζαντινή πρωτοπορία. Η Δύση παρασυρμένη από τόν φθόνο της, ονειρεύτηκε να ξεκινήση εκ τού μηδενός, καί βρίσκεται ακόμη εκεί.
Είχαμε σχολιάσει στήν ανάρτηση τή σχετική μέ τήν Βόρειο Ήπειρο ότι οι Έλληνες πολιτικοί εννοούν τή διακυβέρνηση σάν ιδιοκτησία. Κάτι πού αποτελεί καί τήν ουσία τής οικογενειοκρατίας. Τώρα έχουμε μιά εξήγηση. Διότι είναι θηρία πού νομίζουν ότι είναι θεοί.
ΟΎΣΤ ΑΠΟ ΔΩ ΓΑΪΔΟΥΡΙΑ
ΣΧΟΛΙΟ: Η τωρινή κυβέρνηση τής χώρας ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΚΑΜΜΙΑ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ νά κάνει ο,τιδήποτε από αυτά πού κάνει. Είναι μιά ψευτοκυβέρνηση η οποία έχει αντικαταστήσει όλους τούς Έλληνες. Εννοεί τήν διακυβέρνηση τής χώρας σάν ιδιοκτησία της επί τής χώρας. Μόνον δεσποτικές μογγολικές νοοτροπίες εννοούσαν έτσι την διακυβέρνηση.
Αμέθυστος
ἡ δ’ ἐκ πλειόνων κωμῶν κοινωνία τέλειος πόλις, ἤδη πάσης ἔχουσα
πέρας τῆς αὐταρκείας ὡς ἔπος εἰπεῖν, γινομένη μὲν τοῦ
(30) ζῆν ἕνεκεν, οὖσα δὲ τοῦ εὖ ζῆν. διὸ πᾶσα πόλις φύσει ἔστιν,
εἴπερ καὶ αἱ πρῶται κοινωνίαι. τέλος γὰρ αὕτη ἐκείνων,
ἡ δὲ φύσις τέλος ἐστίν• οἷον γὰρ ἕκαστόν ἐστι τῆς γενέσεως
τελεσθείσης, ταύτην φαμὲν τὴν φύσιν εἶναι ἑκάστου, ὥσπερ
ἀνθρώπου ἵππου οἰκίας. ἔτι τὸ οὗ ἕνεκα καὶ τὸ τέλος βέλ-
[1253a] τιστον• ἡ δ’ αὐτάρκεια καὶ τέλος καὶ βέλτιστον. ἐκ τούτων οὖν
φανερὸν ὅτι τῶν φύσει ἡ πόλις ἐστί, καὶ ὅτι ὁ ἄνθρωπος
φύσει πολιτικὸν ζῷον, καὶ ὁ ἄπολις διὰ φύσιν καὶ οὐ διὰ
τύχην ἤτοι φαῦλός ἐστιν, ἢ κρείττων ἢ ἄνθρωπος• ὥσπερ
(5) καὶ ὁ ὑφ’ Ὁμήρου λοιδορηθεὶς «ἀφρήτωρ ἀθέμιστος ἀνέστιος»•
ἅμα γὰρ φύσει τοιοῦτος καὶ πολέμου ἐπιθυμητής, ἅτε περ
ἄζυξ ὢν ὥσπερ ἐν πεττοῖς. διότι δὲ πολιτικὸν ὁ ἄνθρωπος
ζῷον πάσης μελίττης καὶ παντὸς ἀγελαίου ζῴου μᾶλλον,
δῆλον. οὐθὲν γάρ, ὡς φαμέν, μάτην ἡ φύσις ποιεῖ• λόγον
(10) δὲ μόνον ἄνθρωπος ἔχει τῶν ζῴων• ἡ μὲν οὖν φωνὴ τοῦ
λυπηροῦ καὶ ἡδέος ἐστὶ σημεῖον, διὸ καὶ τοῖς ἄλλοις ὑπ-
άρχει ζῴοις (μέχρι γὰρ τούτου ἡ φύσις αὐτῶν ἐλήλυθε, τοῦ
ἔχειν αἴσθησιν λυπηροῦ καὶ ἡδέος καὶ ταῦτα σημαίνειν
ἀλλήλοις), ὁ δὲ λόγος ἐπὶ τῷ δηλοῦν ἐστι τὸ συμφέρον καὶ
(15) τὸ βλαβερόν, ὥστε καὶ τὸ δίκαιον καὶ τὸ ἄδικον• τοῦτο γὰρ
πρὸς τὰ ἄλλα ζῷα τοῖς ἀνθρώποις ἴδιον, τὸ μόνον ἀγαθοῦ
καὶ κακοῦ καὶ δικαίου καὶ ἀδίκου καὶ τῶν ἄλλων αἴσθησιν
ἔχειν• ἡ δὲ τούτων κοινωνία ποιεῖ οἰκίαν καὶ πόλιν. καὶ
πρότερον δὲ τῇ φύσει πόλις ἢ οἰκία καὶ ἕκαστος ἡμῶν ἐστιν.
(20) τὸ γὰρ ὅλον πρότερον ἀναγκαῖον εἶναι τοῦ μέρους• ἀναιρου-
μένου γὰρ τοῦ ὅλου οὐκ ἔσται ποὺς οὐδὲ χείρ, εἰ μὴ ὁμ-
ωνύμως, ὥσπερ εἴ τις λέγοι τὴν λιθίνην (διαφθαρεῖσα γὰρ ἔσται
τοιαύτη), πάντα δὲ τῷ ἔργῳ ὥρισται καὶ τῇ δυνάμει, ὥστε
μηκέτι τοιαῦτα ὄντα οὐ λεκτέον τὰ αὐτὰ εἶναι ἀλλ’ ὁμ-
(25) ώνυμα. ὅτι μὲν οὖν ἡ πόλις καὶ φύσει καὶ πρότερον ἢ ἕκα-
στος, δῆλον• εἰ γὰρ μὴ αὐτάρκης ἕκαστος χωρισθείς, ὁμοίως
τοῖς ἄλλοις μέρεσιν ἕξει πρὸς τὸ ὅλον, ὁ δὲ μὴ δυνάμε-
νος κοινωνεῖν ἢ μηδὲν δεόμενος δι’ αὐτάρκειαν οὐθὲν μέρος
πόλεως, ὥστε ἢ θηρίον ἢ θεός. φύσει μὲν οὖν ἡ ὁρμὴ ἐν
(30) πᾶσιν ἐπὶ τὴν τοιαύτην κοινωνίαν• ὁ δὲ πρῶτος συστήσας
μεγίστων ἀγαθῶν αἴτιος . ὥσπερ γὰρ καὶ τελεωθεὶς βέλτι-
στον τῶν ζῴων ἄνθρωπός ἐστιν, οὕτω καὶ χωρισθεὶς νόμου καὶ
δίκης χείριστον πάντων. χαλεπωτάτη γὰρ ἀδικία ἔχουσα
ὅπλα• ὁ δὲ ἄνθρωπος ὅπλα ἔχων φύεται φρονήσει καὶ
(35) ἀρετῇ, οἷς ἐπὶ τἀναντία ἔστι χρῆσθαι μάλιστα. διὸ ἀνοσιώ-
τατον καὶ ἀγριώτατον ἄνευ ἀρετῆς, καὶ πρὸς ἀφροδίσια
καὶ ἐδωδὴν χείριστον. ἡ δὲ δικαιοσύνη πολιτικόν• ἡ γὰρ
δίκη πολιτικῆς κοινωνίας τάξις ἐστίν, ἡ δὲ δικαιοσύνη τοῦ
δικαίου κρίσις.
ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ :
Η κοινωνία τελικώς η συγκειμένη εξ αριθμού τινος κωμών, είναι η πόλις• αύτη κατορθώνει εις άκρον, συντόμως ειπείν, την αυτάρκειαν, συσταθείσα μεν προς (30) διασφάλισιν του στοιχειώδους βίου, υπάρχουσα δε επί τω σκοπώ του ευδαίμονος. Διά τούτο πάσα πόλις εκ φύσεως υπάρχει, εάν βεβαίως εκ φύσεως και αι πρώται ((ως ανωτέρω)) κοινωνικαί συστάδες• διότι η πόλις είναι ολοκλήρωσις εκείνων, πάσα δε φυσική ύπαρξις, όταν περατωθή πλέον το στάδιον της γενέσεως, είναι ολοκλήρωσις τις και την ολοκλήρωσιν ταύτην χαρακτηρίζομεν ως φύσιν εκάστου όντος, οίον του ανθρώπου, του ίππου, της οικίας. Επί πλέον το ου ένεκα έκαστον ον υπάρχει και ο [1253a] τελικός αυτού σκοπός είναι το ((δυνατόν)) άκρον αγαθόν• αλλ' η αυτάρκεια και τελικός σκοπός είναι και άκρον αγαθόν. Εκ τούτων λοιπόν φανερόν καθίσταται ότι η πόλις, ((η εν τη πόλει τουτέστι πολιτειακώς ωργανωμένη κοινωνία)), είναι εκ των κατά φύσιν όντων, και ο άνθρωπος ον εκ φύσεως προωρισμένον να διαβιοί εν τη πολιτειακώς ωργανωμένη κοινωνία• απεναντίας, ο εκ φύσεως και ουχί εκ τύχης εκτός ταύτης ζων ή υπεράνθρωπος ή υπάνθρωπος είναι (ως εκείνος (5) ο υπό του Ομήρου ονειδισθείς διά των χαρακτηρισμών
αφρήτωρ, αθέμιστος, ανέστιος,
διότι εκ φύσεως ο τοιούτος είναι εν ταυτώ και πολεμοχαρής), καθό άνευ ομοίου του, ως πεσσός αποχωρισθείς του ετέρου. Το διατί δε ο άνθρωπος είναι περισσότερον πάσης μελίσσης και παντός αγελαίου ζώου ον προωρισμένον να διαβιοί εντός κοινωνικής οργανώσεως, είναι φανερόν. Ουδέν δηλαδή, ως διακηρύττομεν, ασκόπως η φύσις ποιεί• εξ όλων δε των ζώων (10) μόνον ο άνθρωπος έχει τον έναρθρον λόγον. Η μεν απλή τουτέστι φωνή είναι οιονεί διά σημείου έκφρασις του αισθήματος του προξενουμένου υπό του λυπηρού και του ευχαρίστου, διό και εις τα λοιπά ζώα υπάρχει (μέχρι τούτου δηλαδή επροχώρησε του σημείου η φύσις αυτών, του να έχουν αίσθησιν της προκαλουμένης λύπης ή ευχαριστήσεως και να εκφράζουν τούτο δι' ιδιοσήμου κραυγής μεταξύ των), ο λόγος όμως εξ εναντίας εδόθη υπό της φύσεως προς δήλωσιν του συμφέροντος και του (15) επιζημίου, συνεπώς και του δικαίου και αδίκου. Τούτο δηλονότι είναι το διακρίνον τον άνθρωπον των άλλων ζώων κατ' εξοχήν ίδιον, το ότι μόνος αυτός έχει αντίληψιν του αγαθού και του κακού και του δικαίου και του αδίκου και των άλλων συναφών• ταύτα δε κοινά καθιστάμενα δίδουν γένεσιν εις την οικίαν και την πολιτειακώς ωργανωμένην κοινωνίαν. Και φύσει μάλιστα προϋπάρχει η πόλις της οικίας και εκάστου ημών• (20) και τούτο διότι κατ' ανάγκην το όλον προϋφίσταται του μέρους• διότι εάν καταστραφή το όλον δεν υπάρχει πλέον και το μέρος, ως επί νεκρώσεως του ανθρωπίνου σώματος, μεθ' ην ούτε πους υπάρχει πλέον ούτε χειρ, ή μόνον καθ' ομωνυμίαν προς το αληθές, οίον η λιθίνη χειρ, ήτις, μολονότι δεν είναι χειρ, χειρ ονομάζεται• η καταστραφείσα δε αληθής τοιαύτη είναι• η αληθής δηλονότι φύσις εκάστου έγκειται εις το εφ' ω ώρισται έργον και ες την προς επιτέλεσιν τούτου δυναμικότητα, ούτως ώστε, εις την περίπτωσιν δεν είναι πλέον τούτο οίον ώρισται κατά το έργον και την δυναμικότητα, δεν πρέπει να εκλαμβάνηται ως το αυτό, αλλ' ως άλλο (25) ομώνυμον. Είναι λοιπόν φανερόν ότι και η πόλις είναι το κατά φύσιν πρότερον εκάστου ημών• διότι εφ' όσον έκαστος αποχωρισθείς του συνόλου παύει να εξαρκή εις εαυτόν διά των ιδίων δυνάμεων, συνέπεται ότι έχει προς την πολιτείαν την σχέσιν ην και των λοιπών ((ζώντων)) οργανισμών τα μέρη προς το όλον• εντεύθεν συνάγεται ότι κατ' ουδέν αποτελεί μέρος ((μιας οιασδήποτε)) πολιτειακής κοινωνίας μόνον ο μη δυνάμενος να προσαρμοσθή εις κοινωνικόν βίον ή ο ουδενός έχων ανάγκην, ως διά των ιδίων δυνάμεων ικανός να εξαρκή εις εαυτόν• αλλ' ούτος συνεπώς ή θηρίον είναι ή θεός. Αφ' ενός λοιπόν φύσει υπάρχει εις τον άνθρωπον (30) η προς την τοιαύτην κοινωνίαν ενόρμησις, αφ' έτερου δε μεγίστων αγαθών αίτιος κατέστη ο πρώτος συστήσας ταύτην• διότι ο άνθρωπος, ως ακριβώς είναι το υπεροχώτερον των ζώων εάν τελειοποιηθή, ούτω και εάν αποχωρισθή 'νόμου' και 'δίκης' αποβαίνει το χείριστον όλων. Τούτο δε διότι κατ' εξοχήν φοβερά είναι η έχουσα όπλα αδικία, ο δε άνθρωπος γεννάται έχων εκ φύσεως όπλα, όπως μεταχειρισθή ταύτα επί φρονήσει και (35) αρετή, τα οποία όμως δύναται και διά τα άκρως αντίθετα να χρησιμοποιήση. Διό και ο άνευ αρετής άνθρωπος είναι το ανοσιώτατον και αγριώτατον των όντων και ως προς τα αφροδίσια και την λαιμαργίαν το χείριστον. Απ' εναντίας, στοιχείον της πολιτείας είναι η δικαιοσύνη• διότι τάξις της πολιτειακώς ωργανωμένης κοινωνίας είναι η 'δίκη'• 'δίκη' δε είναι η εν πάση περιπτώσει διακρίβωσις του δικαίου.
http://www.greek-language.gr/greekLang/ancient_greek/tools/corpora/anthology/content.html?t=41&m=1
Μτφρ. Π. Λεκατσάς. [1939] χ.χ. Αριστοτέλης. Πολιτικά. Αθήνα: Ζαχαρόπουλος.
ΣΧΟΛΙΟ : Βλέπουμε λοιπόν ότι η ατομικότης ή η εξατομίκευση αφορά ή θηρία ή θεούς. Επομένως κάθε ψευτοδιανοούμενος ο οποίος ισχυρίζεται ότι η ατομικότης καί τό γέννημά της, τό υποκείμενο, αποτελούν τήν εξέλιξη καί τήν σωτηρία τού ανθρωπίνου πολιτισμού, υποχρεούνται νά μάς αποδείξουν κατά πρώτον ότι ο Αριστοτέλης έχει λάθος, όταν τούς ονομάζει ΘΗΡΙΑ ή ΘΕΟΥΣ. Οι σύγχρονοί μας διανοούμενοι δυστυχώς γι αυτούς καί γιά όσους τούς χειροκροτούν είναι θηρία πού πιστεύουν ότι είναι θεοί. Κάτι άλλο πού προκύπτει επιπλέον είναι ότι ο Δυτικός πολιτισμός είναι μιά αβυσσαλέα οπισθοδρόμηση από τήν αρχαία σοφία καί τήν Βυζαντινή πρωτοπορία. Η Δύση παρασυρμένη από τόν φθόνο της, ονειρεύτηκε να ξεκινήση εκ τού μηδενός, καί βρίσκεται ακόμη εκεί.
Είχαμε σχολιάσει στήν ανάρτηση τή σχετική μέ τήν Βόρειο Ήπειρο ότι οι Έλληνες πολιτικοί εννοούν τή διακυβέρνηση σάν ιδιοκτησία. Κάτι πού αποτελεί καί τήν ουσία τής οικογενειοκρατίας. Τώρα έχουμε μιά εξήγηση. Διότι είναι θηρία πού νομίζουν ότι είναι θεοί.
ΟΎΣΤ ΑΠΟ ΔΩ ΓΑΪΔΟΥΡΙΑ
ΣΧΟΛΙΟ: Η τωρινή κυβέρνηση τής χώρας ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΚΑΜΜΙΑ ΕΞΟΥΣΙΟΔΟΤΗΣΗ νά κάνει ο,τιδήποτε από αυτά πού κάνει. Είναι μιά ψευτοκυβέρνηση η οποία έχει αντικαταστήσει όλους τούς Έλληνες. Εννοεί τήν διακυβέρνηση τής χώρας σάν ιδιοκτησία της επί τής χώρας. Μόνον δεσποτικές μογγολικές νοοτροπίες εννοούσαν έτσι την διακυβέρνηση.
Αμέθυστος
Πες τα Αμέθυστε!
ΑπάντησηΔιαγραφή"Η Δύση παρασυρμένη από τόν φθόνο της, ονειρεύτηκε να ξεκινήση εκ τού μηδενός, καί βρίσκεται ακόμη εκεί."
ΣΤΟ ΜΗΔΕΝ βρισκεται η Δυση...ή μηπως τωρα οδευει προς το "Υπο του Μηδενος";
Μυρμιδόνας