Δευτέρα 13 Ιουνίου 2011

ENRICO BERTI-ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗΣ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ (16)

Συνέχεια απο : Παρασκευή, 6 Μαΐου 2011

Βιβλία Γ, Δ, Ε - ΙV, V, VI

 Αυτό όμως δε σημαίνει πως το Ον (Είναι) είναι ένα μοναδικό γένος, και θα δούμε στη συνέχεια ότι δεν είναι. Ο Αριστοτέλης το είπε ήδη στο βιβλίο Βήτα, πως το Είναι και το Ένα δεν είναι ένα γένος (998b22). Παρ’ όλα αυτά, παρότι δεν είναι ένα γένος, το Είναι έχει τις αιτίες του, οι οποίες αν και ανήκουν σε διαφορετικά γένη, είναι όλες τους αιτίες τού καθ’ εαυτού είναι, δηλ. του όντος σαν ον, και μ’ αυτόν τον τρόπο σέβονται τη συνθήκη η οποία στα Αναλυτικά ύστερα, επισημάνθηκε σαν την συνθήκη υπάρξεως μιας επιστήμης δηλ. την ενότητα, την ομογένεια του αντικειμένου της. Ετούτη είναι μια ομογένεια λίγο ιδιαίτερη, διότι το αντικείμενο δεν είναι ένα γένος, παρόλα αυτά εφόσον είναι δυνατόν να υπολογισθεί καθ’ αυτό και αφού πρέπει να ερευνήσουμε τις αιτίες που είναι αιτίες αυτού του αντικειμένου το οποίο υπολογίζεται καθ’ αυτό, αυτή η καθ’ εαυτή εξάρτηση από το Είναι, κατά κάποιο τρόπο εξομοιώνει μεταξύ τους και τα τέσσερα γένη αιτιών και δίνει τη δυνατότητα ώστε η επιστήμη αυτών να είναι μια μοναδική επιστήμη, να είναι η ίδια επιστήμη. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο Αριστοτέλης εισάγει την έννοια «το ον σαν ον», για να εξασφαλίσει την ενότητα της επιστήμης που ερευνούμε, δηλ. της μεταφυσικής.



         Αμέσως μετά ο Αριστοτέλης ανοίγει από μόνος του, αυθόρμητα, αυτή που φαίνεται να είναι μια αντίρρηση σ’ αυτή τη λύση, δηλ. ακριβώς όπως τήν είδαμε λίγο πριν, ότι η απαραίτητη συνθήκη ώστε η επιστήμη να είναι μοναδική, είναι να ανήκει το αντικείμενο σ’ ένα μοναδικό γένος, μια συνθήκη η οποία δεν μπορεί να εφαρμοστεί στην περίπτωση του Είναι. Έτσι λοιπόν, ο Αριστοτέλης συνεχίζει, ξεκινώντας με μια αντιστροφή, η οποία είναι αναγκαίο να διατηρείται στις μεταφράσεις: «το δε ον λέγεται μεν πολλαχώς» θα ‘πρεπε να μεταφραστεί «αλλά το ον κτλ», διότι αυτό το αλλά είναι μια δυσκολία, είναι μια αντίρρηση που γεννιέται.

Είπαμε μόλις παραπάνω πως πρέπει να ερευνήσουμε τις πρώτες αιτίες του Είναι σάν Είναι, αλλά το Είναι ή το Ον, λέγεται πολλαχώς, δηλ. εσωτερικώς είναι μια πολλαπλότης και επομένως σημαίνει διαφορετικά πράγματα, σημαίνει πράγματα που είναι μεταξύ τους διαφορετικά. Γι’ αυτό σε άλλα σημεία, όπως για παράδειγμα στο βιβλίο Βήτα, ο Αριστοτέλης λέει πως το Είναι και το Ένα δεν είναι ένα γένος, διότι δεν συμπεριφέρονται όπως συμπεριφέρονται συνήθως τα γένη (998b23-27). Τα γένη είναι οι κοινές πλευρές σε μια πολλαπλότητα ειδών, λένε τί πράγμα είναι κοινό, όπως για παράδειγμα, το γένος ζώο λέει τι κοινό υπάρχει ανάμεσα στον άνθρωπο, το άλογο, τον σκύλο κ.τ.λ. Όμως στη συνέχεια, για να πούμε τί είναι ο άνθρωπος, τί είναι το άλογο, πρέπει να προσθέσουμε στο γένος τη λεγόμενη ιδιαίτερη διαφορά, και τότε θα πρέπει να πούμε πως ο άνθρωπος είναι για παράδειγμα λογικό ζώο; Ενώ το άλογο δεν είναι. Αυτό το «λογικό» είναι σ’ αυτήν την περίπτωση η ιδιαίτερη διαφορά.

         Φυσιολογικώς, το γένος ορίζει μόνον αυτό που είναι κοινό ανάμεσα σε πολλά είδη, δεν λέει όμως τι πράγμα τα ξεχωρίζει το ένα από το άλλο, δε λέει τη διαφορά, λέει «ζώο» δε λέει επίσης και «λογικό»! Για να πω τί είναι ο άνθρωπος, δεν φτάνει να πω πως είναι ζώο, πρέπει να προσθέσω πως είναι επίσης λογικό, διότι δεν περιέχεται στον όρο «ζώο».

Ενώ αντιθέτως «Είναι» και «Ένα», ή Ον και Ένα, κατά τον Αριστοτέλη, λένε οπωσδήποτε αυτό που είναι κοινό ανάμεσα σε όλα τα όντα, και γι’ αυτό είναι τα πιο καθολικά κατηγορήματα, αλλά λένε και κάτι άλλο : ο,τιδήποτε υπάρχει, έχει σαν κατηγόρημά του το Ον, και ό,τι υπάρχει σαν Ένα, έχει σαν κατηγόρημα το Ένα, οτιδήποτε υπάρχει είναι Ένα και έτσι το Ον και το Ένα είναι τα πιο καθολικά κατηγορήματα. Στο Μεσαίωνα η σχολαστική θα ονομάσει υπερβατικά (trascendetali), δηλ. υπερβαίνουν τις ξεχωριστές κατηγορίες, πάνε πέρα από αυτές, αγκαλιάζουν την ολότητα.

         Αλλ’ όμως παρατηρεί ο Αριστοτέλης, εκτός του ότι δείχνουν τις κοινές πλευρές όλων των όντων, οι όροι του Είναι και του Ενός, δείχνουν επίσης και τις διαφορές, διότι και οι διαφορές είναι όντα και είναι Ένα, διότι κάθε διαφορά είναι ένα ον και είναι και Ένα, μία. Έτσι λοιπόν το Είναι και το Ένα δε συμπεριφέρονται σαν τα γένη, δε λένε μόνο τις κοινές πλευρές, λένε και τις διαφορές, λένε τα πάντα για τα πάντα. Είναι όροι οι οποίοι όχι μόνον αγκαλιάζουν όλα τα όντα, τα περιέχουν τρόπον τινά, άλλα διεισδύουν σ’ αυτά επίσης: το Είναι λέει όλο το Είναι όλων των όντων, και γι’ αυτό που είναι κοινό ανάμεσά τους, και γι’ αυτό που είναι διαφορετικό, λέει δηλ. και τις διαφορές, δηλ. κάτι το οποίο υπάρχει ενδογενώς, ο Αριστοτέλης λέει «αμέσως», διαφοροποιημένο. Το είναι δηλ. δεν είναι πριν κάτι ενωμένο και αμέσως μετά σε μια δεύτερη φάση διαφοροποιείται: όχι, είναι από την πρώτη στιγμή, αμέσως θα πει ο Αριστοτέλης στο βιβλίο Γάμμα (100Μα5) είναι αμέσως διαφοροποιημένο. Δηλ. τη στιγμή που εμείς θα πούμε «ον», λέμε κάτι που είναι μαζί καθολικό και ιδιαίτερο, εκεί ακριβώς που δείχνει τις διαφορές ανάμεσα στη μία πραγματικότητα και στην άλλη. Αυτό όμως τώρα φαίνεται να παρουσιάζει ένα εμπόδιο στην ενότητα της επιστήμης με την οποία ασχολείται.

Αλλά, για καλή μας τύχη, αυτή η πολλαπλότης δεν είναι απολύτως χωρίς ενότητα. Υπάρχει κάτι που ενώνει, που δένει ανάμεσά τους τις διαφορετικές σημασίες του όντος, δηλ. το γεγονός πως υπάρχει ένα, ανάμεσά τους, το οποίο είναι πρώτο απέναντι σε όλα τα άλλα (1003b5-6). Τί σημαίνει όμως «πρώτο»; Συνθήκη του Είναι όλων των άλλων, συνθήκη λόγω της οποίας τα άλλα μπορούν να ονομασθούν όντα, με το οποίο όλα τα άλλα μπορούν να ειπωθούν όν, και όλα τα άλλα λέγονται όντα αναφερόμενα σ’ αυτό, σε αναφορά με το πρώτο ο Αριστοτέλης ονομάζει αυτήν την κατάσταση με μια χαρακτηριστική έκφραση, δύσκολη στη μετάφραση: ομωνυμία προς Εν, κάτι σαν ομωνυμία σχετική προς Ένα.

 Τι θα πει όμως ομωνυμία; Ο όρος αυτός φωτίζεται σε Ένα άλλο έργο, τις Κατηγορίες (1 α 1-2). Η ομωνυμία υπάρχει όταν υπάρχουν πράγματα διαφορετικά που έχουν το ίδιο όνομα: όμοιον όνομα! Όνομα ίσο, όνομα ταυτόσημο. Όταν λοιπόν υπάρχουν διαφορετικά πράγματα που έχουν το ίδιο όνομα, βρισκόμαστε σε μια ομωνυμία.

Είναι κάτι που λέγεται και στις σύγχρονες γλώσσες: ότι δηλ. δύο πρόσωπα μπορούν να είναι ομώνυμα: εάν έχουν το ίδιο όνομα, τα οποία όμως είναι διαφορετικά παρ’ όλα αυτά.

 Ε λοιπόν, αυτή η ομωνυμία, για τον Αριστοτέλη, μπορεί να είναι καθολική ή όπως λέει κάπου αλλού, αιτιατή, όταν τα πράγματα που είναι διαφορετικά μεταξύ τους, έχουν κοινό μόνον το όνομα και τίποτε άλλο. Τότε το γεγονός πως έχουν κοινό το όνομα είναι κάτι εντελώς τυχαίο, μεταξύ τους δεν υπάρχει καμμιά άλλη σχέση, πρόκειται για μια καθαρή καί απλή ομωνυμία.

Δεν ισχύει όμως αυτή η κατάσταση όσον αφορά το θέμα του Είναι, διότι κάτω από το όνομα του «Είναι» έχουμε, πράγματι διαφορετικές πραγματικότητες, όντα διαφορετικά μεταξύ τους, τα οποία δεν μπορούν να περιοριστούν σε ένα μοναδικό γένος, που όμως δεν έχουν κοινό μόνον το όνομα των όντων, αλλά διαθέτουν σαν κοινό και το γεγονός πως αναφέρονται όλα αυτά σε ένα από αυτά που είναι το πρώτο. Αυτό το πρώτο ανάμεσα στα όντα, κατά τον Αριστοτέλη, είναι εκείνο που ονομάζει ουσία!

Από τη μεριά της γραμματικής, ουσία είναι το αφηρημένο ουσιαστικό που προέρχεται από το θηλυκό γένος του ρήματος «Είναι»: ον, ούσα, ον. Από το ούσα προέρχεται το ουσία, που ήταν ένας όρος χρησιμοποιημένος ήδη από τον Πλάτωνα για να δείξει αυτό που είναι κατεξοχήν, μόνιμο, σταθερό. Για τον Πλάτωνα, ουσία ήταν οι ιδέες, ο κόσμος των Ιδεών ήταν η αληθινή ουσία, δηλ. το αληθινό Είναι, το Είναι με όλη του τη σημασία. Ο Πλάτων την ονόμαζε επίσης παντελώς όν (Πολιτεία V, 477 α), αυτό που Είναι με όλη του τη σημασία!

Συνεχίζεται.

Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου