Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2011

ENRICO BERTI-ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗΣ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ (22)

Συνέχεια απο : Σάββατο, 8 Οκτωβρίου 2011

ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗΣ

ΒΙΒΛΙΑ Ζ,Η,Θ-VII,VIII,IX.

Έτσι λοιπόν το πρόβλημα που ετέθη απο αρχής είναι «τί πράγμα είναι το όν;» και αυτό το ίδιο πρόβλημα τίθεται ακόμη και σήμερα, λέει ο Αριστοτέλης «και νύν». Σήμερα σημαίνει στις μέρες του, πολύ πιθανόν δηλ. στους χρόνους του Πλάτωνος και του Αριστοτέλη στην Αθήνα του 4ου αιώνος π.Χ., διότι και ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης αναρωτήθηκαν «τί το όν», δηλ. ποιό είναι το ουσιώδες του όντος; Τέλος πάντων, εδώ ο Αριστοτέλης δέν μας λέει πως η ερώτηση ‘τί το  όν’ είναι μία αιώνια ερώτηση, προορισμένη δηλ. να διαρκέσει αιωνίως. Θέλει να πεί πως είναι μία ερώτηση που ετέθη από τους πρώτους φιλοσόφους ήδη, όπως και από τους συγχρόνους, και κατόπιν συμπληρώνει πως αυτή η ερώτηση "τί το όν" εξισούται με την ερώτηση «ποιά ή ουσία». Αυτό είναι το συμπέρασμα αυτού που είπε από το ξεκίνημα τού κεφαλαίου: διότι το είναι λέγεται με πολλές σημασίες, και επειδή η πρώτη από αυτές τις σημασίες είναι η ουσία, η οποία είναι πρώτη τόσο ώς προς την έννοια, όσο και ώς προς την Γνώση, και ώς προς τον Χρόνο, τότε συνεπάγεται πως η ερώτηση την οποία υπέβαλλαν πάντοτε οι φιλόσοφοι, και οι αρχαίοι και οι σύγχρονοι, λοιπόν αυτή η ερώτηση πρέπει να ξαναδιατυπωθεί απο «τί το όν» σε «ποιά η ουσία», διότι η πρώτη σημασία του Είναι είναι η ουσία και επομένως όποιος θέλει να ανακαλύψει τί είναι το Είναι πρέπει να ρωτήσει «τί πράγμα είναι η ουσία».
Με αυτά ο Αριστοτέλης ουσιαστικώς κλείνει τον λόγο γύρω από το Είναι σαν Είναι, διότι όπως είδαμε λέγεται πολλαχώς και ως πρώτη σημασία του Είναι η ουσία, και γι’αυτό το αντικείμενο της έρευνάς μας, απο εδώ και στο εξής, θα είναι η ουσία, δέν θα είναι πλέον το Είναι. Ενώ αντιθέτως ,όταν μεταφράζουμε «το αιώνιο αντικείμενο ερεύνης και το αιώνιο πρόβλημα" ακολουθούμε μία τάση η οποία επικράτησε στην μελέτη του Αριστοτέλη, ακόμη μία φορά εξ’αιτίας του Χάϊντεγκερ.

Ο Μάρτιν Χάϊντεγκερ επηρέασε βαθειά την σύγχρονη φιλοσοφία και επηρέασε επίσης και την ανάγνωσή μας του Αριστοτέλη. Ο Χάϊντεγκερ θέλησε να πεί για τον Αριστοτέλη, το πρόβλημα του Είναι είναι ένα αιώνιο πρόβλημα, είναι ένα πρόβλημα που επανατίθεται συνεχώς και επομένως κατά κάποιο τρόπο, κατά τον Χάϊντεγκερ, ο Αριστοτέλης θα είχε ετοιμάσει το έδαφος για την φιλοσοφία του ίδιου του Χάϊντεγκερ, η οποία είναι μία έρευνα στο Είναι. Το πιο περίεργο πράγμα είναι πως όλες τις φορές που ο Χάϊντεγκερ αναφέρεται σ’αυτό το χωρίο, και το αναφέρει καμμιά δεκαριά φορές, το αναφέρει πάντοτε αποσπασματικά, αφαιρώντας δηλ. τις τελευταίες λέξεις, εκεί ακριβώς που ο Αριστοτέλης λέει πως η ερώτηση «τί πράγμα είναι το Είναι» εξισούται, πρέπει δηλ. να αντικατασταθεί επαναδιατυπωμένη, με την ερώτηση «τί πράγμα είναι η ουσία;». Αυτό το τελευταίο μέρος ο Χάϊντεγκερ το αποσιωπά, διότι γι’αυτόν πρέπει να συνεχίσουμε να αναρωτιόμαστε για πάντα τί πράγμα είναι το όν, αιωνίως. Έτσι αναγκάζει τον Αριστοτέλη νά πεί τό αντίθετο από εκείνο που εννοεί, διότι ο Αριστοτέλης θέλει να πεί : μέχρι τώρα ερευνήσαμε πάντοτε για το τί είναι το όν, αλλά επειδή σήμερα κατανοήσαμε πως το όν έχει πολλές σημασίες και πως η πρώτη απο αυτές τις σημασίες είναι η ουσία, απο τώρα και στο εξής  πρέπει να αναρωτηθούμε «τί είναι η ουσία».
Σήμερα στους φιλοσόφους αρέσει πολύ περισσότερο να ερευνούν παρά να βρίσκουν, αρέσει περισσότερο να ερευνούν από το να έχουν απαντήσεις, θα ήθελαν να μπορούσαν να ερευνούν για πάντα, χωρίς να έχουν ποτέ τους καμμία απάντηση, διότι φαίνεται πως η στάση τής ερωτήσεως, της έρευνας, είναι μία πιό ευγενής στάση. Η απάντηση, η ανεύρεση, θεωρούνται δογματικά. Θεωρείται πως ο μοντέρνος φιλόσοφος, οπλισμένος με κριτική αίσθηση πρέπει να τήν αποφύγει. Ο μοντέρνος φιλόσοφος πρέπει να αμφιβάλλει πάντοτε, δέν πρέπει να έχει καμμία βεβαιότητα, δέν πρέπει να υιοθετήσει καμμία συγκεκριμένη κατεύθυνση, πρέπει να βρίσκεται πάντοτε σε μία θέση έρευνας. Δέν ήταν όμως αυτή η θέση του Αριστοτέλη. Ο Αριστοτέλης μπορεί να έκανε λάθος, ήταν όμως πεπεισμένος πως είχε βρεί κάτι. Εξάλλου η έρευνα για την έρευνα δέν είναι ειλικρινής, διότι όποιος ερευνά στ’αλήθεια, ερευνά για να βρεί. Είναι υποκρισία να ερευνούμε μόνο για να ερευνούμε. Εάν ψάχνω σημαίνει πως με ενδιαφέρει να βρώ. Εάν χάσω κάτι σημαντικό, αρχίζω να το ψάχνω, το ψάχνω για να το βρώ, όχι για να το ψάχνω.
Η ερμηνεία του Χάϊντεγκερ υιοθετήθηκε απο τον μεγάλο μελετητή του Αριστοτέλη, τον Pierre Aubenque, τον Γάλλο ο οποίος έγραψε ένα μεγαλειώδες βιβλίο, το πρόβλημα του Είναι κατά τον Αριστοτέλη. Ο Aubenque ισχυρίζεται σε εκείνο το βιβλίο πως η έκφραση «η επιστήμη που ερευνάται», την οποία πράγματι χρησιμοποιεί ο Αριστοτέλης στην Μεταφυσική Αλφα και στήν Βήτα, δείχνει πως ο Αριστοτέλης βρίσκεται συνεχώς στην έρευνα αυτής της επιστήμης και πως αυτή η επιστήμη δέν έχει ποτέ της αποκτηθεί, αλλά είναι μόνον υπό έρευνα. Ο Aubenque κάνει λάθος και όλοι τού το έχουν επισημάνει. Όταν ο Αριστοτέλης λέει «επιστήμη ζητούμενη» (982 α 4), το λέει στην αρχή του έργου του και βεβαίως εννοεί την επιστήμη με την οποία ασχολούμαστε. Εξάλλου ο ίδιος ο Aubenque, ο οποίος έγραψε το βιβλίο του στα 1962, σήμερα συμφωνεί και αυτός πως δέν πρέπει να βιάσουμε την σημασία εκείνης της εκφράσεως και να βάλουμε στο στόμα του Αριστοτέλη πράγματα που δέν είπε. Ο Αριστοτέλης βρήκε, άν όχι τα πάντα, πράγματα πολύ σημαντικά που αφορούν στον προσδιορισμό των πρώτων αρχών.
Ένας άλλος λόγος για τον οποίο ακολουθούμε τον Χάϊντεγκερ είναι πως αυτός πίστευε πως είναι πολύ μειωτικό να στριμώξουμε το πρόβλημα του Είναι, την ερώτηση δηλ. « τί πράγμα είναι το Είναι», στην ερώτηση «τί πράγμα είναι η ουσία;» Αυτό για τον Χάϊντεκγερ ήταν ακριβώς το σημείο της λήθης εκ μέρους τού Αριστοτέλη της διάσημης οντολογικής διαφοράς, η οποία θα ήταν διαφορά ανάμεσα στο Είναι γενικώς και στο όν—και εδώ ακριβώς η ουσία θα ήταν ένα συγκεκριμένο όν. Όπως είπαμε και στο πρώτο βιβλίο για τον Αριστοτέλη, δέν υφίσταται η οντολογική διαφορά, και δέν αληθεύει πως η έρευνα για την ουσία είναι μιά μείωση, δηλ. μιά πτώχευση, ένα χαμήλωμα. Αντιθέτως η ουσία είναι η πρώτη σημασία του Είναι και επομένως το να συγκεντρώσω την προσοχή μου στην ουσία δέν σημαίνει πως ξεχνώ το πιό σπουδαίο πράγμα, σημαίνει πως πηγαίνω κατευθείαν στην καρδιά του Είναι , πηγαίνω στο βάθος, στην καταγωγή, στήν αρχή ολοκλήρου του Είναι. Πηγαίνω σ’αυτό που εξηγεί όλα τα υπόλοιπα, δηλ. δίνω εξήγηση ολοκλήρου του Είναι. Γι’αυτό και επιμένουμε στο να λέμε: η μεταφυσική, η πρώτη φιλοσοφία του Αριστοτέλη, παρουσιάζεται σαν οντολογία, αλλά στην συνέχεια προσδιορίζεται περαιτέρω, με την έννοια πως εμβαθύνει και συγκεντρώνεται η έρευνά του στην ουσία, και θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε και «ουσιολογία», αλλά οι λέξεις δέν έχουν μεγάλη σημασία, το σημαντικό είναι να καταλάβουμε τί λέει: και γιατί λοιπόν ρωτάμε «τί είναι;»--κατ’αρχάς  τί είναι το Είναι, το όν, τί το όν, και στη συνέχεια τί είναι η ουσία; Διότι η ερώτηση «τί πράγμα είναι», σύμφωνα με την θεωρία του Αριστοτέλη περί επιστήμης, η οποία βρίσκεται στα Αναλυτικά ύστερα, είναι η ερώτηση της Αρχής.
Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου