Κυριακή 29 Απριλίου 2012

"Μυροφόρες"



Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά

Ομιλία ΙΗ'
[...] 4 Λοιπόν, Μυροφόρες είναι οι γυναίκες που ακολουθούσαν τον Κύριο μαζί με την Μητέρα του, έμειναν μαζί της κατά την ώρα του σωτηριώδους πάθους και εφρόντισαν να αλείψουν με μύρα το σώμα του Κυρίου. Όταν δηλαδή ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος εζήτησαν κι έλαβαν από τον Πιλάτο το δεσποτικό σώμα, το κατέβασαν από τον Σταυρό, το περιέβαλαν σε σινδόνια μαζί με εκλεκτά αρώματα, το ετοποθέτησαν σε λαξευτό μνημείο κι έβαλαν μεγάλη πέτρα επάνω στη θύρα του μνημείου, παρευρίσκονταν θεωρώντας κατά τον ευαγγελιστή Μάρκο η Μαρία η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία που εκαθόταν απέναντι του τάφου. Με την φράσι και η άλλη Μαρία εννοούσε οπωσδήποτε την Θεομήτορα διότι αυτή ελεγόταν μητέρα και του Ιακώβου και του Ιωσή, που ήταν από τον Ιωσήφ τον Μνήστορα.
Δεν παρευρίσκονταν δε μόνο αυτές παρατηρώντας, όταν ενταφιαζόταν ο Κύριος, αλλά και άλλες γυναίκες, όπως ιστόρησε
ο Λουκάς γράφοντας "παρακολουθώντας κάποιες γυναίκες που είχαν έλθει μαζί του από την Γαλιλαία, είδαν το μνημείο και την σ' αυτό τοποθέτησι του σώματός του' ήσαν η Μαγδαληνή Μαρία και η Ιωάννα και η Μαρία του Ιακώβου και οι άλλες μαζί τους".

*******
'Αρας επί ώμων Ιωσήφ,
τον εν δεξιά τη πατρώα, Υιόν καθήμενον,
μύρον το ακένωτον, μύροις εκήδευσας'
την του κόσμου ανάστασιν, προτέθεικας τάφω'
τον αναβαλλόμενον φως ως ιμάτιον,
λίθω συγκαλύπτεις αφράστως.
'Οθεν τούτου μέλπομεν ύμνοις,
τα φωσφόρα πάθη και την έγερσιν.

Πρωί της Γ' Εβδομάδος
Στιχηρόν ιδιόμελον
'Ηχος β'

5 Αφού δε επέστρεψαν, λέγει, αγόρασαν αρώματα και μύρα'
διότι δεν είχαν καταλάβει ακριβώς ότι αυτός είναι αληθινά η οσμή της ζωής για εκείνους που τον πλησιάζουν με πίστι, όπως οσμή θανάτου καταλαμβάνει τους έως το τέλος απειθείς, και η οσμή των ενδυμάτων του, δηλαδή του ιδίου του σώματος, είναι ανωτέρα από όλα τα αρώματα και το όνομά του είναι μύρο χυμένο, με το οποίο εγέμισε θεία ευωδία την οικουμένη...[..]

Μετά φόβου ήλθον αι γυναίκες, επί το μνήμα,
αρώμασι το Σώμα σου μυρίσαι σπουδάζουσαι'
και τούτο μη ευρούσαι,
διηπόρουν πρός αλλήλας,
αγνοούσαι την Ανάστασιν.
Αλλ' επέστη αυταίς 'Αγγελος , και είπεν'
Ανέστη Χριστός, δωρούμενος ημίν το μέγα έλεος.
Κυριακή των Μυροφόρων
Εις την Λιτήν
Στιχηρόν Ιδιόμελον της Οκτωήχου
'Ηχος α'
******
Συ τον ναόν του σώματος,
ήγειρας τον λυθέντα,
τριήμερον εκ τάφου, ως επηγγείλω αγαθέ'
ίνα εν αληθεία γνωρίσης την δόξαν σου,
ην ημίν πηγάζεις δια της πίστεως,
δεσμίους αφελών,
ούς κατείχε πάλαι 'Αδης πεπεδημένους.

Από τον Κανόνα των Μυροφόρων
Ποίημα Ανδρέου Κρήτης
'Ηχος β'

7 Φαίνονται βέβαια να διαφωνούν κάπως οι Ευαγγελισταί μεταξύ τους τόσο για την ώρα, όσο και για τον αριθμό των γυναικών, επειδή, όπως είπα, οι Μυροφόρες ήσαν πολλές, και ήλθαν στον τάφο όχι μια φορά, αλλά και δύο και τρείς φορές, συντροφιά μεν, αλλ' όχι οι ίδιες, και κατά τον όρθρο μεν όλες, αλλ' όχι τον ίδιο χρόνο ακριβώς, η δε Μαγδαληνή ήλθε πάλι μόνη της κι έμεινε περισσότερο. Κάθε ευαγγελιστής λοιπόν αναφέρει μια προσέλευσι μερικών και παραλείπει τις άλλες. Όπως δε εγώ υπολογίζω και συνάγω από όλους τους ευαγγελιστάς, σύμφωνα με όσα είπα προηγουμένως, πρώτη από όλες ήλθε στον τάφο του Υιού του Θεού η Θεοτόκος, έχοντας μαζί την Μαγδαληνή Μαρία.Τούτο κυρίως το συμπεραίνω από τον ευαγγελιστή Ματθαίο. Διότι λέγει, "ήλθε η Μαγδαληνή Μαρία και η άλλη Μαρία", που ήταν οπωσδήποτε η Θεομήτωρ, για να ιδούν τον τάφο...[...]

'Ηλθον επί το μνημείον,
η Μαγδαληνή και η άλλη Μαρία,
ζητούσαι τον Κύριον'
και τον 'Αγγελον είδον ωσεί αστραπήν,
καθεζόμενον επί τον λίθον,
και λέγοντα αυταίς'
Τι ζητείτε τον ζώντα μετά των τεθνεώτων;
ανέστη, καθώς είπεν'
εν Γαλιλαία αυτόν ευρήσετε'
πρός όν βοήσωμεν'
Ο αναστάς εκ των νεκρών, Κύριε, δόξα σοι.
Κυριακή των Μυροφόρων
Στιχηρόν ιδιόμελον της Λιτής
'Ηχος α'

8 Όλες λοιπόν οι άλλες γυναίκες ήλθαν μετά τον σεισμό και την φυγή των φυλάκων, κι ευρήκαν τον τάφο ανοιγμένο και την πέτρα αποκυλισμένη' η δε Παρθενομήτωρ έφθανε τη στιγμή που εγινόταν ο σεισμός, αποκυλίσθηκε η πέτρα και ανοιγόταν ο τάφος και οι φύλακες ήσαν παρόντες, αν και συγκλονισμένοι από τον φόβο' γι'αυτό μετά τον σεισμό αυτοί ανασηκώθηκαν κι εκύτταξαν αμέσως να φύγουν, ενώ η Θεομήτωρ εντρυφούσε στη θέα.
Εγώ πάντως νομίζω ότι γι'αυτήν πρώτη ανοίχθηκε ο ζωηφόρος εκείνος τάφος (διότι γι'αυτήν πρώτη και δι'αυτής έχουν ανοιχθεί σ'εμάς όλα, όσα είναι επάνω στον ουρανό και κάτω στη γή),
και ότι γι'αυτήν άστραπτε έτσι ο άγγελος, ώστε, αν και η ώρα ήταν ακόμη σκοτεινή, αυτή με το πλούσιο φως του αγγέλου όχι μόνο να ιδή τον τάφο κενό, αλλά και τα εντάφια να είναι τακτοποιημένα και πολυτρόπως να μαρτυρούν την έγερσι του ενταφιασθέντος.


Ουκ ήνοιξας πύλας Παρθένου εν τω σαρκούσθαι'
μνήματος ουκ έλυσας τας σφραγίδας,
Βασιλεύ της κτίσεως'
όθεν εξαναστάντα σε,
θεασαμένη ηγάλλετο.

Από τον Κανόνα των Μυροφόρων
Ποίημα Ανδρέου Κρήτης
'Ηχος β'

10 "Αφού δε εξήλθαν", λέγει, "με φόβο και χαρά μεγάλη".
Εγώ νομίζω πάλι ότι τον μεν φόβο έχει ακόμη η Μαγδαληνή Μαρία και οι άλλες γυναίκες που είχαν έλθει έως τότε μαζί (διότι αυτές δεν κατενόησαν τη σημασία των λόγων του αγγέλου ούτε μπόρεσαν να συλλάβουν τελείως το φως, ώστε να ιδούν και να μάθουν ακριβώς), ενώ η Θεομήτωρ απέκτησε τη μεγάλη χαρά, διότι κατενόησε τα λόγια του αγγέλου και παραδόθηκε ολόκληρη στο φώς, ως τελεία καθαρά και θείως χαριτωμένη, εγνώρισε με όλα αυτά την αλήθεια κι επίστευσε στον αρχάγγελο, επειδή αυτός από πολύ καιρό της εφάνηκε δια των έργων αξιόπιστος.
Πως άλλωστε, αφού ήταν παρούσα στα γεγονότα η θεόσοφος Παρθένος, δεν θα κατανούσε το συμβάν, αφού δηλαδή είδε σεισμό, και μάλιστα μεγάλο, άγγελο να κατέρχεται από τον ουρανό, και μάλιστα αστραποβόλο, τη νέκρωσι των φυλάκων και του λίθου την μετάθεσι, την κένωσι του τάφου και το μέγα θαύμα των ενταφίων, που ήταν άλυτα και συγκρατημένα με σμύρνα και αλόη και συγχρόνως εφαίνονταν αδειανά από το σώμα, και επι πλέον αφού έλαβε την χαρμόσυνη πρός αυτήν θέα και αγγελία του αγγέλου; Όταν δε εξήλθαν μετά τον ευαγγελισμό τούτον, η μεν Μαγδαληνή Μαρία, σαν να μη άκουσε καν τον άγγελο, αφού άλλωστε ούτε εκείνος ωμίλησε γι'αυτήν, διαπιστώνει μόνο την κένωσι του τάφου, χωρίς να αναφέρη καθόλου τα εντάφια' και τρέχει πρός τον Σίμωνα Πέτρο και τον άλλο μαθητή, όπως λέγει
ο Ιωάννης.[...]

Ανήκται το πάλαι κρατούμενον,
τω θανάτω και φθορά,
δια του σαρκωθέντος,
εκ σης αχράντου γαστρός,
πρός την άφθαρτον,
και αΐδιον ζωήν,
Θεοτόκε Παρθένε.
Θεοτοκίον
Από τον Κανόνα των Μυροφόρων
Ποίημα Ανδρέου Κρήτης
'Ηχος α'

15 Δεν ωφελεί τίποτε λοιπόν αδελφοί μου, εάν λέγη κανείς ότι έχει θεία πίστι, δεν έχει όμως έργα κατάλληλα στην πίστι.
Τι ωφέλησαν οι λαμπάδες τις μωρές παρθένους, αφού δεν είχαν έλαιο, δηλαδή τα έργα της αγάπης και της συμπάθειας; Τι ωφέλησε η επίκλησις του Αβραάμ σαν πατρός τον πλούσιο εκείνον που τηγανιζόταν στην άσβεστη φλόγα εξ αιτίας της ασυμπαθείας πρός τον Λάζαρο; Τι ωφέλησε η δήθεν ευπείθεια πρός την πρόσκλησι εκείνον τον άνθρωπο που δεν είχε αποκτήσει δια των αγαθών έργων ένδυμα κατάλληλο για το θείο γάμο και για τον άφθαρτο εκείνο νυμφώνα; Προσκλήθηκε μεν και προσήλθε, διότι επίστευσε οπωσδήποτε, και παρακάθησε με τους αγίους εκείνους συνδαιτυμόνες, αλλ' όταν εξεσκεπάσθηκε και καταισχύνθηκε, ως ενδεδυμένος την φαυλότητα από τα ήθη και τις πράξεις εδέθηκε ανηλεώς χειροπόδαρα κι ερρίφθηκε στη γέεννα του πυρός, όπου επικρατεί ο κλαυθμός και ο τρυγμός των οδόντων.


16 Αυτήν είθε να μη την δοκιμάση κανείς Χριστιανός, αλλ' επιδεικνύοντας όλοι διαγωγή πρέπουσα στην πίστι, να εισέλθωμε στον νυμφώνα της άφθαρτης ευφροσύνης και να ζήσωμε αιωνίως μαζί με τους αγίους εκεί, όπου είναι η κατοικία όλων των ευφραινομένων. Γένοιτο.


Στερέωσον της πίστεως εν τη πέτρα,
και πλάτυνον αγάπης σου τω πελάγει,
καρδίαν και διάνοιαν των σων δούλων.
Μονάς τρισήλιε'
συ γαρ ει Θεός ημών,
εφ' ώπερ ελπίζοντες,
μη αισχυνθείημεν.

Κυριακή των Μυροφόρων
Από τον Τριαδικό Κανόνα του Μεσονυκτικού
'Ηχος β'
Χριστός Ανέστη!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου