Σάββατο 12 Μαΐου 2012

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ

Καί ὅτι πρέπει νά καταφρονοῦμε τά παρόντα

γίου Γρηγορίου το Παλαμ

λη ατή τήν περίοδο πού διανύομε τώρα, πεκτεινομένη σέ πενήντα μέρες, ορτάζομε τήν πό τούς νεκρούς νάστασι το Κυρίου καί Θεο καί Σωτρος μας ᾿Ιησο Χριστο, δεικνύοντας μέ ατή τήν παράτασι τήν περοχή της πέναντι στίς λλες ορτές. Αν καί βέβαια ατή περίοδος τν μερν περιλαμβάνει καί τήν πέτειο μνήμη τς πανόδου στούς ορανούς, λλά καί ατή δεικνύει τή διαφορά το ναστάντος Δεσπότου πρός τούς νθρώπους κείνους πού κατά καιρούς χουν ναβιώσει.

Πραγματικά λοι σοι ναστήθηκαν πό τούς νεκρούς ναστήθηκαν πό λλους καί, φο πέθαναν πάλι, πέστρεψαν στή γ. δέ Χριστός, φο ναστήθηκε πό τούς νεκρούς, δέν κυριεύεται πλέον καθόλου πό τόν θάνατο. Διότι μόνο ατός, φο νέστησε τόν αυτό του τήν τρίτη μέρα, δέν πέστρεψε πάλι στή γ, λλά νέβηκε στόν ορανό, καθιστώντας τό φύραμά μας πού εχε λάβει μόθρονο μέ τόν Πατέρα ς μόθεο.

Γι᾿ ατό εναι μόνος πού γινε ρχή τς μελλοντικς ναστάσεως λων καί μόνος πού κατέστη παρχή τν νεκρν καί πρωτότοκος πό τούς νεκρούς καί πατέρας το μέλλοντος αἰῶνος. Καί πως λοι, μαρτωλοί καί δίκαιοι, ποθαίνουν στόν ᾿Αδάμ, τσι στόν Χριστό θά ζωοποιηθον λοι, μαρτωλοί καί δίκαιοι, λλ᾿ καθένας στήν τάξι του. παρχή εναι Χριστός, πειτα ο παδοί το Χριστο κατά τήν παρουσία του, πειτα ο τελευταοι, ταν καταργήση κάθε ρχή καί ξουσία καί δύναμι καί θέση λους τούς χθρούς του κάτω πό τά πόδια του.

Τελευταος χθρός πού θά καταργηθ εναι θάνατος (Α´ Κορ. 15,22 ἑἑ), κατά τήν κοινή νάστασι, μέ τήν σχάτη σάλπιγγα. Διότι πρέπει τό φθαρτό τοτο στοιχεο νά νδυθ φθαρσία καί τό θνητό τοτο νά νδυθ θανασία (Α´ Κορ. 15,53).

Τέτοια δωρεά μς προσφέρει νάστασις το Κυρίου, καί γι᾿ ατό μόνο ατήν ορτάζομε μέ τόση διάρκεια σάν θάνατη καί νώλεθρη καί ἀΐδια, προεικονίζοντας μέ ατά καί τήν μέλλουσα μακαριότητα τν γίων, πό τήν ποία χει ξαφανισθ κάθε δύνη, λύπη καί στεναγμός. πάρχει δέ σ᾿ ατήν εφροσύνη καί πανήγυρις νθουσιώδης καί ναλλοίωτη. Διότι κε εναι πραγματικά κατοικία τν εφραινομένων.

Γι᾿ ατό χάρις το Πνεύματος νομοθέτησε πρίν πό τίς μέρες ατές νά τελομε τήν ερά τεσσαρακοστή μέ νηστεία καί γρυπνία καί μέ προσευχή καί κάθε εδος σκήσεως τν ρετν. Μέ τήν τεσσαρακοντάδα τν μερν δεικνύει τι σ᾿ ατόν τόν αἰῶνα ζωή τν σωζομένων δέν εναι τίποτε λλο παρά μετάνοια καί θεοφιλής βίος. Μέ τήν πεντηκοστή δέ ατή, πού διανύομε τώρα, πιδεικνύει τήν νεσι καί πόλαυσι πού θά ποδεχθ ατούς πού ζησαν δ ναγωνίως γιά τόν Θεό.

Γι᾿ ατό κείνη μέν εναι τεσσαρακοστή, χει συνακόλουθη τήν μνήμη τν σωτηρίων παθν καί μετά τήν βδόμη βδομάδα λαμβάνει τήν λύσι τς νηστείας.ατή δέ σάν πεντηκοστή συμπεριλαμβάνει καί τήν πό τή γ μετάθεσι στόν ορανό καί τήν κατάβασι καί διάδοσι το θείου Πνεύματος. Διότι ατός δ αών εναι βδοματικός καί συνίσταται πό τέσσερις ποχές καί μέρη καί στοιχεα καί γι᾿ ατούς πού σ᾿ ατόν καθιστον τούς αυτούς των κοινωνούς τν παθημάτων το Χριστο πιφέρει τήν ορτή τς Πεντηκοστς, πού ρχίζει πό τήν γδόη καί καταλήγει στήν γδόη καί φο ξεπεράση τήν βδομάδα καί τήν τετρακτύ, διά τς ναστάσεως το Κυρίου καί τς πειτα πό ατήν ναλήψεως παριστάνει τήν μέλλουσα νάστασι το νθρωπίνου γένους καί τήν κατ᾿ ατήν νύψωσι τν ξίων στά σύννεφα πρός τήν θεία συνάντησι καί στήν συνέχεια τήν συνύπαρξι καί νάπαυσι μέ τόν Θεό στούς αἰῶνες.

Ατή λοιπόν θά λθη στόν καιρό της. Ο δέ Κύριος κηρύττοντας τό εαγγέλιο τς βασιλείας πρίν πό τό πάθος καί δεικνύοντας στούς μαθητάς τι δέν θά γίνη μόνο νάμεσα στούς ᾿Ιουδαίους κλογή τν ξίων τς πίστεως καί τς πό ατόν προτεινομένης ἀΐδιας κληρονομίας λλά καί νάμεσα στούς ᾿Εθνικούς, κατά τήν σήμερα ναγινωσκομένη στήν κκλησία περικοπή το εαγγελίου (᾿Ιω. 4,5-30) “ρχεται σέ μιά πόλι τς Σαμαρείας, πού λέγεται Σιχάρ, πλησίον το τόπου πού δωσε ᾿Ιακώβ στόν υἱό του ᾿Ιωσήφ.

᾿Εκε ταν πηγή το ᾿Ιακώβ”. Πηγή φυσικά νομάζει τό φρέαρ, διότι εχε δωρ πηγαο, πως θά φαν πό τήν συνέχεια το λόγου.ταν δέ το ᾿Ιακώβ, πειδή κενος τό εχε νοίξει. Ο δέ τόπος πού δωσε ᾿Ιακώβ στόν ᾿Ιωσήφ εναι τά Σίκημα. Διότι επε πρός ατόν, ταν πνεε τά σχατα στήν Αγυπτο καί καμε διαθήκη. “᾿Ιδού γώ πεθαίνω, ν σς θά σς παναφέρη Θεός πό ατή τή γ στή γ τν πατέρων μας. ᾿Εγώ δίδω τά Σίκημα κατ᾿ ξαίρεσι πό τούς δελφούς σου σέ σένα, τά ποα λαβα πό τούς ᾿Αμορραίους μέ τό ξίφος καί τό τόξο μου”. Γι᾿ ατό τά μέν Σίκημα κατοικονταν στερα πό τήν φυλή το ᾿Εφραίμ, ποος ταν πρωτότοκος υἱός το ᾿Ιωσήφ, τόν δέ τόπο γύρω πό ατά κατοικοσαν ο δέκα φυλές το ᾿Ισραήλ, τίς ποες κυβέρνησε ποστάτης Ιερουβοάμ.

᾿Αφο δέ ατοί προσέκρουσαν στόν Θεό πολλές φορές καί γκαταλείφθηκαν πό ατόν πολλές φορές, στερα γιναν λο τό γένος αχμάλωτοι, πότε ντί ατν γέτης τν ᾿Ασσυρίων γκατέστησε στόν τόπο θνη πού συνάθροισε πό διάφορα μέρη καί τούς νόμασε Σαμαρετες πό τό ρος Σομόρ. Οπως δέ ᾿Ιακώβ περνώντας πό κε πέταξε τά Σίκημα, καθώς λέγει στορία, τσι περνώντας Χριστός τώρα πέταξε τή Σαμάρεια. ᾿Αλλά κενος μέν τό καμε, πως λέγει διος, μέ τήν ρομφαία καί τό τόξο του, δηλαδή πρός ξολόθρευσι καί καταστροφή τν παλαιν κατοίκων, δέ Χριστός μέ λόγο καί διδασκαλία, δηλαδή γιά σωτηρία.“Διότι ᾿Ιησος”, λέγει, “κουρασμένος π᾿ τήν δοιπορία, καθόταν τσι δίπλα στό πηγάδι. ρα ταν περίπου κτη”.

Καί ρα καί κόπος καί τόπος πέβαλλαν νά καθήση καθένας πού χει σμα σάν τό δικό μας. Θέλοντας λοιπόν νά πιβεβαιώση τοτο καί προβλέποντας τό μελλοντικό κέρδος, καθόταν, λέγει, τσι δίπλα στό πηγάδι, δηλαδή φελς κάτω, μόνος του σάν νας δοιπόρος πό τούς πολλούς, διότι ο μαθηταί του εχαν φύγει στήν πόλι, γιά ν᾿ γοράσουν τροφές.

Καθώς λοιπόν καθόταν τσι μόνος του δίπλα στό πηγάδι, ρχεται μιά γυνακα πό τήν Σαμάρεια νά πάρη νερό. Ο δέ Κύριος, ς νθρωπος διψώντας καί βλέποντας νά ρχεται κάποια νθρωπίνως διψσα, γιά νά σταματήση τή δίψα της, ς Θεός δέ βλέποντας καί τήν καρδιά της νά διψ γιά σωτήριο δωρ, χωρίς μως νά γνωρίζη ατόν πού μπορε νά τς τό προσφέρη, πείγεται ν᾿ ποκαλύψη τόν αυτό του στήν ποθοσα ψυχή, διότι ποθε καί ατός τούς ποθοντας κατά τά γεγραμμένα, ρχίζει δέ πό κε πού θά γίνη επρόσδεκτος.καί τς λέγει, “δός μου νερό νά πι”. Ατή δέ, καθώς ταν εφυής καί ντελήφθηκε καί πό μόνο τή στολή καί τό σχμα καί τήν κδηλη ξωτερική κοσμιότητα τι εναι ᾿Ιουδαος καί φύλακας το νόμου, επε, θαυμάζω πς ζητες πό Σαμαρείτιδα νερό, ν ο ᾿Ιουδαοι δέν πικοινωνον μέ τούς Σαμαρετες ς θνικούς. Ο δέ Κύριος. παίρνοντας πό ατό φορμή, ρχίζει νά ποκαλύπτη τόν αυτό του πρός ατήν λέγοντας. “ν γνώριζες τήν δωρεά το Θεο καί ποιός εναι ατός πού σο λέγει, δός μου νά πι νερό, σύ θά το ζητοσες καί θα σο δινε ζωντανό δωρ”.

Βλέπεται πιβεβαίωσι περί το τι, ν γνώριζε, θά ζητοσε μέσως καί θά γινόταν μέτοχος πραγματικά ζωντανο δατος, πως πραξε καί πήλαυσε ταν μαθε στερα, ν τό συνέδριο τν ᾿Ιουδαίων, πού ρώτησαν κι᾿ μαθαν σαφς, πειτα σταύρωσαν τόν Κύριο τς δόξης (Α’ Κορ 2,8); ᾿Αλλά ποιά εναι δωρεά το Θεο; “διότι”, λέγει, “ν γνώριζες τή δωρεά το Θεο”.

Γιά ν᾿ φήσωμε τά λλα, καί μόνο τοτο, τό τι νανθρωπήσας Θεός δέν βδελύσσεται τούς θεωρουμένους πό τούς ᾿Ιουδαίους βδελυκτούς καί κοινωνήτους κόμη καί γιά να ποτήρι νερό, πόσο μεγάλη δωρεά καί χάρις δέν εναι; Τό δέ νά τούς θεωρ τόσο γαπητούς, στε χι μόνο νά δέχεται τά διδόμενα πό ατούς, λλά νά μεταδίδη σ᾿ κείνους πό τά δια τά θεα χαρίσματά του (τί λέγω τά χαρίσματα; Διότι προσφέρει τόν αυτό του καί καθιστ τούς πιστούς σκεύη δεκτικά τς θεότητός του, φο, πως προβλέποντας παγγέλλεται, δέν εναι δυνατό νά χουν λλις μέσα τους πηγή, πού νά τρέχη στήν αἰώνια ζωή), ποιός νος θά τό καταλάβη; Ποιός λόγος θά κφράση τό περβάλλον τς δωρες;

Η Σαμαρετις, πειδή δέν κατάλαβε κόμη τό μεγαλεο το ζωντανο δατος, πρτα μέν πορε, πό πού θά ερη τό δωρ πού πόσχεται συνομιλητής, φο κουβ δέν χει καί τό πηγάδι ενα βαθύ. Επειτα πιχειρε νά τόν συγκρίνη μέ τόν ᾿Ιακώβ, τόν ποο ποκαλε καί πατέρα, ξυμνώντας τό γένος πό τόν τόπο, καί ξαίρει τό νερό το πηγαδιο, μέ τή σκέψι τι δέν μπορε νά ερεθ καλύτερο πό ατό. Οταν δέ κουσε τόν Κύριο νά λέγει τι “τό δωρ πού θά σο δώσω γώ, θά γίνη γιά τόν δεχόμενο πηγή πού τρέχει πρός αἰώνια ζωή”, φησε λόγο ψυχς πού ποθε καί δηγεται πρός τήν πίστι, λλά δέν μπόρεσε κόμη νά κυττάξη καθαρά πρός τό φς.“δός μου”, λέγει, “Κύριε, τό δωρ τοτο, γιά νά μήν διψ κι᾿ οτε νά ρχωμαι δ νά παίρνω”. Ο δέ Κύριος, θέλοντας κόμη νά ποκαλύπτεται λίγο λίγο, τήν προστάσσει νά φωνάξη καί τόν νδρα της. Καθώς δέ κείνη, κρύβοντας τή διαγωγή της καί συγχρόνως σπεύδοντας νά πάρη τό δρο, λεγε, “δέν χω νδρα”, κούει πόσους νδρες εχε δικούς της πό παιδί καί λέγχεται τι τώρα χει νδρα πού δέν εναι δικός της. Δέν στενοχωρεται μως πό τόν λεγχο, λλά μέσως, ντιληφθεσα τι εναι προφήτης συνομιλητής, πιλαμβάνεται ψηλοτέρων ζητημάτων.

Βλέπεται πόση εναι μακροθυμία καί φιλομάθεια τς γυναικός; Διότι, λέγει, “ο πατέρες μας προσκύνησαν στό ρος τοτο καί σες λέγετε τι τόπος που πρέπει νά προσκυνομε εναι στά ᾿Ιεροσόλυμα”. Βλέπετε πόση συλλογή εχε στήν διάνοιά της καί πόση γνώσι τς Γραφς εχε; Πόσοι τώρα πό τούς γεννημένους πιστούς καί τροφίμους τς ᾿Εκκλησίας γνοον ,τι γνώριζε Σαμαρετις, τι ο πατέρες μας, ᾿Ιακώβ δηλαδή καί ο πό ατόν πατριάρχες, προσκύνησαν τόν Θεό στό ρος τοτο; Ατήν τή γνσι καί τήν βαθειά μελέτη τς θεόπνευστης Γραφς δεχόμενος Χριστός σάν σμή εωδίας, πέμεινε συζητώντας εχαρίστως μέ τή Σαμαρείτιδα. Οπως δηλαδή, ν πάνω στούς νθρακες τοποθετήσης κάτι εοσμο, παναφέρεις καί συγκρατες τούς πλησιάζοντας, ν μως βάλης κάτι βαρύ καί δύσοσμο, τούς πωθες καί τούς πομακρύνεις, τσι καί στήν διάνοια. ν χεις ερά μελέτη καί σπουδή, καθιστς τόν αυτόν σου ξιον θείας πιστασίας, διότι ατή εναι σμή εωδίας πού σφραίνεται Κύριος. ν μως τρέφης μέσα πονηρούς καί ρυπαρούς καί γηίνους λογισμούς, πομακρύνεσαι πό τήν θεία πιστασία, καθιστώντας τόν αυτό σου ξιον τς ποστροφς, λλοίμονο, το Θεο. Διότι “δέν θά παραμείνουν παράνομοι πέναντι στούς φθαλμούς σου”, λέγει πρός τόν Θεό ψαλμωδός προφήτης (Ψαλμ. 5,5). ᾿Αφο νόμος διατάσσει “νά μνημονεύης διαπαντός τόν Κύριο τόν Θεό σου, ταν κάθεσαι καί ταν βαδίζης, ταν εσαι ξαπλωμένος καί ταν εσαι ρθιος”, τό δέ εαγγέλιο λέγει, “ρευντε τίς Γραφές”, διότι σ᾿ατές θά ερτε ζωή αἰώνια (᾿Ιω. 5,39), καί πόστολος παραγγέλει, “νά προσεύχεσθε διαλείπτως” (Α´ Θεσσ. 5,17), ατός πού σχολεται πίμονα μέ γηίνους λογισμούς εναι πωσδήποτε παράνομος, πολύ περισσότερο ατός πού σχολεται μέ πονηρούς καί ρυπαρούς.

᾿Αλλά πότε προσκύνησαν τόν Θεό σ᾿ ατό τό ρος ο πατέρες μας; Οταν πατριάρχης ᾿Ιακώβ, ποφεύγοντας τόν φοβερό δελφό του ᾿Ησα καί πειθαρχώντας στίς συμβουλές το πατρός ᾿Ισαάκ, νεχώρησε πρός τή Μεσσοποταμία καί ταν πανλθε πό κε μέ γυνακες καί τέκνα. Κατά τήν πάνοδο, ταν ᾿Ιακώβ πηξε σκηνές σ᾿ ατόν περίπου τόν τόπο, που μιλοσε Κύριος μέ τήν Σαμαρείτιδα, μετά τό πεισόδιο τς Δείνας καί τήν λωσι τν Σικήμων, το επε Θεός, πως γράφεται στή Γένεσι. “Σήκω καί πήγαινε στήν Βαιθήλ καί κατασκεύασε κε θυσιαστήριο στόν Θεό πού σο μφανίσθηκε ταν πέδρασες πό τήν παρουσία το δελφο σου ᾿Ησα”. Μετά τά λόγια ατά ᾿Ιακώβ σηκώθηκε καί νέβηκε στό παρακείμενο ρος καί οκοδόμησε κε, λέγει, θυσιαστήριο καί κάλεσε τό νομα το τόπου Βαιθήλ. Διότι κε το μφανίσθηκε Θεός.

Γι᾿ ατό λέγει Σαμαρετις τι ο πατέρες μας προσκύνησαν στό ρος τοτο, κολουθώντας τούς ρχαίους κείνους.διότι ο σχετικές διατάξεις γιά τόν ναό τν ᾿Ιεροσολύμων νομοθετήθηκαν στερα. Καί πειδή βέβαια τόπος κενος νομάσθηκε πό τόν ᾿Ιακώβ οκος Θεο, διότι τοτο σημαίνει τό νομα Βαιθήλ ρμηνευόμενο, ατή πορε ποθώντας νά μάθη, πς δέν λέγετε τι κε εναι μλλον οκος το Θεο, λλά στά ᾿Ιεροσόλυμα, που νομίζετε τι πρέπει νά θυσιάζετε καί νά προσκυντε τόν Θεό. Ο δέ Κύριος, λοκληρώνοντας δη τόν σκοπό τν λόγων του καί προφητεύοντας περί τς γυναικός, τι θά εναι τέτοια καθώς τήν ζητε καί τήν δέχεται Θεός, καί ποκρινόμενος πρός τούς λόγους της λέγει, “γυνακα, πίστευσέ με, τι ρχεται ρα, πότε οτε στό ρος τοτο οτε στά ᾿Ιεροσόλυμα θά προσκυντε τόν Πατέρα”, καί πειτα πό λίγο, “τέτοιους ζητε Θεός ατούς πού τόν προσκυνον”.

Βλέπετε τι καί γι᾿ ατήν βεβαιώνει τι θά γίνη τέτοια, πως τήν θέλει Θεός, καί τι θά προσκυν τόν Υψιστο Πατέρα, χι τοπικς λλά εαγγελικς, (διότι πρός ατήν πευθύνεται λόγος τι οτε στό ρος τοτο οτε στά ᾿Ιεροσόλυμα θά προσκυντε τόν Πατέρα), συγχρόνως δέ προαναγγέλλει σ᾿ ατήν φανερά καί τήν μετάθεσι το νόμου; Διότι, φο θά μετατεθ προσκύνησις, ναγκαίως θά γίνη μετάθεσις καί το νόμου.

᾿Αλλά καί τό νδιάμεσο κείμενο “σες προσκυνετε ,τι δέν γνωρίζετε, μες προσκυνομε, ,τι γνωρίζομε, τι σωτηρία εναι πό τούς ᾿Ιουδαίους”, εναι πόκρισις πρός τόν λόγο κείνης, λλά συγχρόνως ποτελε συνέπεια τν λόγων του. Διότι λέγει τι κατά τοτο μες ο ᾿Ιουδαοι (διότι τοποθετε καί τόν αυτό του μ᾿ κείνους, φο κατά σάρκα εναι πό κείνους). μες λοιπόν, λέγει, πού δέν διαψεύδομε τό νομα, λλά γνωρίζομε τά δικά μας, κατά τοτο διαφέρομε στήν προσκύνησι πό σς τούς Σαμαρετες, τι γνωρίζομε πώς ρίζεται νά τελται στήν ᾿Ιουδαία προσκύνησις γιά τόν λόγο τι πό τούς ᾿Ιουδαίους θά προέλθη σωτηρία λου το κόσμου, δηλαδή θά λθη Χριστός. ᾿Επειδή δέ δέν πρόκειται νά λθη στό μέλλον, διότι ταν ατός διος, δέν επε τι σωτηρία θά εναι πό τούς ᾿Ιουδαίους, λλ᾿ τι εναι. “᾿Αλλά ρχεται ρα”, λέγει, “καί εναι τώρα”.

Καί ατά εναι προφητικάό ρχεται χρησιμοποιήθηκε διότι δέν τελέσθηκε κόμη, λλά θά τελεσθ, τό δέ “τώρα εναι”, χρησιμοποιήθηκε πειδή τήν βλεπε τοιμη νά πιστεύση σύντομα καί νά προσκυν πνευματικς καί ληθς.“ρχεται λοιπόν”, λέγει, “ρα, καί τώρα κριβς εναι, πότε ο ληθινοί προσκυνηταί θά προσκυνον τόν Πατέρα κατά Πνεμα καί λήθεια”.διότι ψιστος καί προσκυνητός Πατήρ, εναι Πατήρ ατοαληθείας, δηλαδή το μονογενος Υο, καί χει Πνεμα ληθείας, τό Πνεμα τό γιον, καί ατοί πού τόν προσκυνον κατ᾿ ατούς, τό πράττουν διότι τσι πιστεύουν καί διότι νεργονται δι᾿ ατν. Διότι, λέγει πόστολος, τό Πνεμα εναι ατό διά το ποίου προσκυνομε καί διά το ποίου προσευχόμαστε (Βλ. Ρωμ. 8,26), καί “κανείς δέν ρχεται πρός τόν Πατέρα παρά μόνο δι᾿ μο”, λέγει μονογενής Υἱός το Θεο (᾿Ιω. 14,6).

Ατοί λοιπόν πού προσκυνον τσι κατά τό Πνεμα καί τήν λήθεια τόν ψιστο Πατέρα, ατοί εναι ο ληθινοί προσκυνηταί. ᾿Αφο δέ ξέβαλε καί τά ᾿Ιεροσόλυμα καί τήν Σαμάρεια, γιά νά μή νομίση κανείς τι πρόκειται νά εσαχθ ντί γι᾿ ατά λλος τόπος, στήν συνέχεια πομακρύνει πάλι τόν κροατή πό κάθε σωματική ννοια καί τόπο καί προσκύνησι, λέγοντας, “Πνεμα εναι Θεός, καί ατοί πού τόν προσκυνον πρέπει νά προσκυνον κατά Πνεμα καί λήθεια”, δηλαδή ννοώντας τόν σώματο ντελς ξω πό σώματα.διότι τσι θά τόν δον καί ληθινς παντο μέσα στό Πνεμα καί τήν ᾿Αλήθειά του. Ως πνεμα δηλαδή πού εναι Θεός εναι σώματος, τό δέ σώματο δέν ερίσκεται σέ τόπο οτε περιγράφεται μέ τοπικά ρια.

Επομένως ατός πού λέγει τι Θεός πρέπει νά προσκυνται μόνο στά ρια τν ᾿Ιεροσολύμων το ρους τς Σαμαρείας σέ κάποιον λλο πό τούς πανταχο στή γ καί τόν ορανό τόπους, δέν μιλε ληθς οτε προσκυνε ληθς. ᾿Αλλά ς σώματος Θεός δέν εναι πουθενά, ς Θεός δέ εναι πανταχο.ἐάν πάρχη ρος τόπος κτιστό πργμα, που δέν πάρχει Θεός, πάλι θά ερεθ νά περιγράφεται σέ κάτι.εναι λοιπόν πανταχο καί σέ λα Θεός. Πς λοιπόν πανταχο καί σέ λα; Ως περιεχόμενος χι πό μέρος λλά πό τό σύμπαν; Οχι βέβαια, διότι πάλι θά εναι σμα. Επομένως, ς συνέχων καί περιέχων τό πν, ατός εναι στόν αυτό του, πανταχο καί πάνω πό τό σύμπαν, προσκυνούμενος πό τούς ληθινούς προσκυνητάς κατά τό Πνεμα καί τήν ᾿Αλήθειά του.

Πανταχο λοιπόν, χι μόνο τς γς λλά καί τν περάνω τς γς, θά προσκυνηθ Θεός πό τούς τσι πιστεύοντας ληθς καί θεοπρεπς, Πατήρ σώματος καί κατά τόν χρόνο καί τόπο ἀόριστος, στό γιο καί ἀΐδιο Πνεμα καί στόν συνάναρχο Υἱό καί Λόγο, πού εναι νυπόστατη λήθεια το Πατρός. Βέβαια καί ψυχή καί γγελος εναι σώματα, δέν εναι σέ τόπο, λλά δέν εναι πανταχο, διότι δέν συνέχουν τό σύμπαν λλά χουν νάγκη το συνέχοντος, πομένως καί ατά εναι στόν συνέχοντα καί περιέχοντα τό σύμπαν, ριζόμενα πό ατόν καταλλήλως. Η ψυχή μως, συνέχοντας τό σμα μέ τό ποο κτίσθηκε μαζί, εναι πανταχο το σώματος, χι ς ερισκομένη σέ τόπο οτε περιεχομένη σέ σμα, λλά ς συνέχουσα καί περιέχουσα ατό, φο χει καί τοτο κατ᾿ εκόνα Θεο.

Η δέ Σαμαρετις, καθώς κουσε πό τόν Χριστό ατά τά ξαίσια καί θεοπρεπ λόγια, τι Θεός πουθενά δέν πρέπει νά προσκυνται ληθινά, παρά μόνο κατά τό Πνεμα καί τήν ᾿Αλήθειά του, πως στό Ασμα τν ᾿Ασμάτων ψυχή πού νυμφεύεται τόν Θεό, ναπτερωμένη πό τή φωνή το νυμφίου τς φθαρσίας, μνημονεύει τόν προσδοκώμενο καί ποθούμενο καί, κρυφά κόμη, παρόντα νυμφίο, λέγοντας. “γνωρίζω τι Μεσσίας, λεγόμενος Χριστός, ρχεται.ταν λθη κενος θά μς τά διδάξη λα”. Βλέπετε πώς ταν τοιμοτάτη γιά τήν πίστι, τι πλησιάζει δη προσδοκώμενος, καί γεμάτη λπίδα; Αρα δέν ταίριαζε νά επ καί ατή κατά τόν Δαβίδ, “τοιμη εναι καρδιά μου, Θεέ, τοιμη εναι καρδιά μου, θά τραγουδήσω καί θά ψάλω κατά τήν δόξα μου” (Ψαλμ. 56,8).

᾿Από πού θά γνώριζε τοτο μέ τόση βεβαιότητα καί σφάλεια καί θά εχε τήν ψυχική διάθεσι γι᾿ ατό, ν δέν εχε μελετήσει τά προφητικά βιβλία μέ κρα σύνεσι; Γι᾿ ατό εχε καί τόν νο τόσο μετάρσιο, φο εχε γεμίσει πό τήν θεία κατοχή.στε μένα, καθώς βλέπω τώρα μέ χαρά τόν σφοδρό πνευματικό πόθο τς Σαμαρείτιδος ατς πρός τόν Χριστό, μο ρχεται νά επ πάλι γι᾿ ατήν τά λόγια το σματος κείνου, “ποιά εναι ατή πού προβάλλει σάν αγή, ραία σάν σελήνη, κλεκτή σάν λιος;” (Ασμα 6,10). Διότι, φο ξαγγέλλει τι σέ λίγο θά φαν νοητός λιος τς δικαιοσύνης Χριστός καί ποδηλώνει τι δι᾿ ατς ρχίζει ᾿Εκκλησία τν θνν, σάν νά νεβαίνη πό ερά κολυμβήθρα, τήν πηγή πάνω στήν ποία στεκόταν, καθώς κατηχετο πό τόν Σωτρα, τήν βλέπω νά προβάλλη σάν πολυέραστος ρθρος.

Εναι δέ ραία σάν σελήνη, πείδη φέγγει, ν καί πικρατε νύκτα τς σεβείας κόμη.κλεκτή δέ σάν λιος, γι᾿ ατό νομάσθηκε Φωτεινή πό τόν Σωτρα καί καταγράφηκε καί ατή στόν κατάλογο τν μελλόντων νά λάμψουν σάν λιος κατά τό εαγγέλιο, πειδή πεσφράγισε τόν πόλοιπο φωτοειδ βίο της μέ μακάριο καί μαρτυρικό τέλος, καί τώρα δέ νεγνώρισε τόν Χριστό ς ληθινό Θεό καί τόν ξύμνησε τελείως ς Θεό, καί ,τι επε ατός στερα στούς μαθητάς περί το συμφυος καί μοτίμου Πνεύματος, τι, θά λθη κενος, θά διδάξη λη τήν λήθεια, τοτο λέγει προλαβαίνοντας καί ατή περί ατο, “ταν λθη κενος θά μς τά διδάξη λα” (᾿Ιω. 15,26).

᾿Αλλά μόλις τήν εδε νά εναι τέτοιας λογς νοητός νυμφίος Χριστός, λέγει πρός ατήν προκαλύπτως, “γώ εμαι πού σο μιλ”. ᾿Εκείνη δέ γίνεται μέσως κλεκτή πραγματικά εαγγελίστρια καί φήνοντας τήν δρία καί τρέχοντας πρός τήν πόλι τούς πείθει μέ τά λόγια καί τούς δηγε πρός τήν πίστι το φανέντος, λέγοντας “λθετε νά δτε νθρωπο, πού μο επε λα σα καμα.μήπως ατός εναι Χριστός;”. Ομιλε δέ τσι χι τι χει κάποια μφιβολία, λλά διότι πιστεύει τι καί ο λλοι θά πληροφορηθον καλύτερα μέ τή θέα καί θά πεισθον εχερέστερα διά τς συνομιλίας πρός τόν Κύριο, πως καί στήν πρξι συνέβηκε.

᾿Εγώ καί τά προηγούμενα νέπτυξα συνοπτικς, λλά καί τή συνέχεια τν εαγγελικν λόγων θά παραλείψω τώρα, διότι βλέπω τι ρα σς βιάζει πρός τίς νάγκες το βίου καί τά ργα το βίου. ᾿Αλλά σες προσέξατε ατήν τήν Σαμαρείτιδα. Μόλις κουσε τά εαγγελικά λόγια, πού νακοινώνομε κι᾿ μες πρός τήν γάπη σας, μέσως κατεφρόνησε λες τίς νάγκες το σώματος. Αφησε μέσως καί τή στάμνα καί τήν οκία, καί, τρέχοντας στήν πόλι καί παρασύροντας τούς Σαμαρετες, πανλθε πάλι μαζί μέ ατούς πρός τόν Χριστό.διότι τό, “λθετε νά δτε”, τοτο κριβς σημαίνει, “κολουθήσατέ με καί θά σς δηγήσω καί θά σς δείξω τόν πό τούς ορανούς Σωτρα πού λθε στόν κόσμο”.

Ετσι προέτρεψε τότε κείνους καί τούς παρουσίασε στόν Χριστό. μς δέ τώρα μέ τήν γκατάλειψι τς οκίας καί τς στάμνας διδάσκει νά θεωρομε προτιμότερη πό τίς βιοτικές νάγκες τήν φέλεια πό τή διδασκαλία, τήν ποία Κύριος νόμασε γαθή μερίδα πρός τήν Μάρθα το εαγγελίου, περασπίζοντας τήν Μαρία πού παρακολουθοσε τόν λόγο (Λουκ. 10,42). ᾿Εάν δέ πρέπει νά περιφρονομε τά ναγκαα, πόσο περισσότερο τά λλα; Αλλωστε τί σέ βιάζει πρός τά κε καί σέ πομακρύνει πό τά φέλιμα κούσματα; ᾿Επιμέλεια οκου καί παιδιν καί γυναίκας; Οκεο συγγενικό πένθος χαρά; ᾿Αγορά κτημάτων πώλησις; Χρσις λων τν παρχόντων σου μλλον κατάχρησις; ᾿Αλλ᾿ κουσε μέ σύνεσι τά ποστολικά διδάγματα. Ο καιρός, δελφοί εναι συνεσταλμένος στό ξς, στε καί σοι χουν γυνακες νά εναι σάν νά μή χουν καί σοι κλαίουν σάν νά μή κλαίουν καί σοι χαίρονται σάν νά μή χαίρωνται καί σοι γοράζουν σάν νά μή κατέχουν καί σοι χρησιμοποιον τόν κόσμο τοτο σάν νά μήν τόν παραχρησιμοποιον.διότι τό σχμα το κόσμου τούτου παρέρχεται” (Α´ Κορ. 7,29).

Τί σημαίνει τι “ καιρός εναι συνεσταλμένος”; Σύντομος βίος, πλησίον θάνατος, φθαρτός κόσμος ατός, λλος εναι κενος πού μένει παντοτινά. μς δέ μς παραπέμπει πρός κενον μέ σφάλεια καταφρόνησις το παρόντος κόσμου, τοιμασία γιά κενον τόν μέλλοντα, κατά τό δυνατό διαβίωσις πό δ σύμφωνα μ᾿ κείνη τή διαγωγή καί κατά δύναμι ποφυγή τν πιβλαβν το παρόντος βίου. Οπως δέ ταν γίνεται πυκνά πιδρομή χθρν στά κτός τς πόλεως, χομε τούς γρούς σάν νά μή τούς χωμε καί τόν περισσότερο καιρό, φεύγοντας πό κείνους, καθόμαστε μέσα σέ σφάλεια, κι᾿ ν ο χθροί ναχωρήσουν γιά λίγο, χρησιμοποιομε σύντομα τούς περιπάτους μπρός πό τό στυ, χωρίς κατάχρησι, διότι βλέπουμε τόν καιρό τς χρήσεως συνεσταλμένο.τσι καί ατόν τόν κόσμο παραινε πόστολος νά τόν χρησιμοποιομε λλά νά μήν τόν παραχρησιμοποιομε. Διότι βλέπει τούς οράτους χθρούς νά πεμβαίνουν δεινς καί τήν πειλή τς φθορς. “παρέρχεται”, λέγει, “τό σχμα το κόσμου τούτου”.

᾿Αλλ᾿ μως, πειδή τά παρόντα δέν φίστανται οσιωδς λλ᾿ ποτελον σχηματισμό, καί γίνονται μέν λλά δέν εναι, φαινόμενα γιά λίγο καί παρερχόμενα, κι᾿ ν θελήση κανείς νά τά κατέχη, δέν θά μπορέση ποτέ, σάν σκιά θερινς γονης νεφέλης πού διώκεται πό νεμο καί παρέρχεται γρήγορα, παραίνεσις παρέρχεται γιά νά γίνη φανερά πρόθεσις το καθενός καί γιά νά δώση σημεο τς πιγνώσεως τν πό τόν Θεό διαταγμάτων. Διότι κι᾿ ν θελήση κανείς νά τά κατέχη, πως επα, τά παρόντα δέν εναι καθεκτά, κι᾿ ατό διττς.χι μόνο κόσμος ατός παρέρχεται, λλά κι᾿ καθένας πό μς, πού χρησιμοποιομε ατόν τόν κόσμο, μερικές φορές παρέρχεται καί πρίν πό τά γκόσμια πού χει στή διάθεσί του.

Κάθε νθρωπος παρέρχεται σάν νά βαδίζη δόν, πού κι᾿ ατή κινεται πολυειδς καί παρέρχεται πό ατόν, καί συμβαίνει να πό τά δύο, τόν προφθάνει δός καί σα κατεχε δέν μπορε πλέον νά τά κατέχη ατός προφθάνει καί δέν μπορε πλέον νά κατέχη τά το βίου.διότι, φο εναι θνητός νθρωπος, εναι συνημμένος μέ τά το βίου, πού εναι καί ατά τρεπτά.

Η λοιπόν ς συνημμένος μέ τά τρεπτά τρέπεται πολυτρόπως κι᾿ χασε σα κατεχε, πλοτο σως, λαμπρότητα, εθυμία, πεθαίνοντας προφθάνει νά πιφέρη στόν αυτό του κεφαλαιωδέστερη τροπή καί ναχωρε γυμνός, γκαταλείποντας τά τωρινά γαθά του καί τίς λπίδες γι᾿ ατά. Ισως σέ παιδιά, λλά ποιά εναι εχαρίστησι καί π᾿ ατό; Ατός μέν δέν χει πλέον καμμιά ασθησι τν δ πραγμάτων, τά δέ παιδιά θά πέσουν μέ τόν διο λλον τρόπο.

Τό τέλος λοιπόν τν προσκολλημένων σ᾿ ατόν τόν κόσμο εναι πάντοτε συμφορά, φο τελικς κφέρονται γυμνοί καί γκαταλείπουν λα τά δ γαπητά πράγματα. Σέ σους δέ περιφρονον τά πράγματα το κόσμου τούτου καί ζητον νά μάθουν περί το μέλλοντος κόσμου καί σπεύδουν νά πράττουν ατά πού θά συντελέσουν γιά κενον, θάνατος, ταν ρχεται δέν πιφέρει ζημία, λλά μλλον τούς μεταφέρει πό τοτα τά μάταια καί ρευστά, πρός νέσπερη μέρα, πρός φθαρτη τρυφή, πρός ἀΐδια δόξα, πρός τά πραγματικά πάρχοντα καί ναλλοιώτως διαμένοντα.

Ατά εθε νά πιτύχωμε λοι μες, μέ τήν χάρι καί φιλανθρωπία ατο πού κλινε τούς ορανούς καί κατέβηκε πέρ μν, χι ως μς, λλά καί ως τίς γκλειστες στά καταχθόνια ψυχές.καί πού πό κε ξανανέβηκε δι᾿ ναστάσεως καί ναβιώσεως καί προσέφερε σ᾿ μς τόν φωτισμό καί τή γνσι καί τήν λπίδα τν ορανίων καί ϊδίων, στά ποα εναι δεδοξασμένος στούς αἰῶνες τν αἰώνων. Γένοιτο.

(ΕΠΕ, ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΛΑΜΑ ΕΡΓΑ, ΤΟΜΟΣ 9, ΠΑΤΕΡΙΚΑΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ»)
πηγή
 πηγή Τρελο-Γιάννης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου