Παρασκευή 27 Ιουλίου 2012

ΜΕΣΑΙΩΝ: ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΣ ΑΝΘΡΩΠΙΣΜΟΣ (1)

ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΟ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ.
LUIGI SARTORI
ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΩΠΟΥ ΣΑΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΑΞΙΑ

Έγινε ένας εκπολιτισμός της πίστεως. Ένας εκπολιτισμός μέσω της πίστεως. Αλλά πρέπει να έχουμε υπόψη μας επίσης την συνθετότητα τού πράγματος : διότι στην ισχύ του φιλοσοφικού ελληνικού πλαισίου (με μία αυξημένη επιρροή της Αριστοτελικής φιλοσοφίας), προστίθενται τώρα η πρόσληψη του Ρωμαϊκού δικαίου και η είσοδος της γερμανικής φεουδαρχικής κουλτούρας στο πεδίο της οργανώσεως της πρακτικής δομής της ζωής αλλά και της ίδιας της Εκκλησίας.
ΕΝΑ ΠΑΡΑΔΟΞΟ
Ο Μεσαίων ενώ φαίνεται να σηματοδοτεί πρώτα απ’όλα τη νίκη τού «συστήματος» και αυτού που εξυψώνει και τονίζει την ενότητα και την καθολικότητα, την προτεραιότητα τού όλου στα μέρη, στην πραγματικότητα αναδύει το αναλυτικό ενδιαφέρον, την προσοχή στα μέρη, μάλιστα δε στα ξεχωριστά «στοιχεία». Από το ένα μέρος αποθεώνεται αυτό που ενώνει: μία μόνη γλώσσα, μία μόνη «κοινωνία» πληρώνοντας για την εξασφάλιση αυτής της κοινωνίας ακόμη και τον χωρισμό από την Ανατολή, ένας μόνον πολιτισμός ραμμένος στην πιο πάνω αναφερθείσα σύνθεση, και από το άλλο αρχίζει να ξεχωρίζει όλο και περισσότερο το ατομικό. Η ζωτική πραγματικότης, ή κοινωνική και πολιτική, ξαναρχίζει από την αρχή σχεδόν, δηλ, από την οικογένεια, από τα χωράφια από τους μαστόρους, από τις κοινότητες. Η ζωηρή δημιουργικότης που χαρακτηρίζει τον Δυτικό Μεσαίωνα, έχει κάτι το εκπληκτικό. Και πώς εξηγείται αυτό το παράδοξο;
Η αναφορά στον Αριστοτέλη έχει σαν αποτέλεσμα την ωρίμανση της ειδικής έννοιας της επιστήμης : Και παρότι είναι ακόμη αναγωγική κατευθύνει την προσοχή στις παρακείμενες αιτίες και επομένως στις άμεσες σχέσεις (πέρα από το γνωστικό ενδιαφέρον για τις έσχατες αιτίες που ενοποιούν σε τάξη το όλον, όπως συνέβαινε στην Πατριστική περίοδο). Η επιστημονική ζήτηση λοιπόν γεννά έναν ασταμάτητο δυναμισμό διακρίσεων και διαχωρισμών σε ειδικές και αυτόνομες επιστήμες. Αρχίζουν να παίρνουν υπόσταση οι ικανότητες των λαϊκών (ξεχωριστά από τους κληρικούς και τους θρησκευόμενους) και επομένως αποκτά σημασία η ανθρώπινη νόηση μέσα στην κοσμικότητα της.
Από μία Εκκλησία εντελώς εσχατολογική (μάλιστα δε μίας εσχατολογίας ήδη πραγματοποιημένης, που γεννούσε τους Χιλιασμούς) σε μία εκκλησία Χριστιανική, η οποία κρατά για τους μοναχούς και τους θρησκευόμενους την προσοχή στην εσχατολογική διάσταση και παράλληλα ενθαρρύνει τους λαϊκούς να δώσουν αξία στην ιστορία και στην πραγματικότητα του συγκεκριμένου πεπερασμένου.
Σιγά-σιγά όμως ακόμη και οι κληρικοί θα προκληθούν όλο και περισσότερο να υποστηρίξουν και να αξιολογήσουν την προσπάθεια των επιστημών υπέρ του ανθρώπου και της ιστορίας. Ο Μεσαιωνικός Χριστιανισμός παραμένει μέν, λοιπόν, αγκυροβολημένος στην πίστη και στον Θεό, αλλά δίνει όλη του την προσοχή πλέον στο ανθρώπινο πρόσωπο (persona hominis)
Μερικές επισημάνσεις
1, Συνεχίζει την ύπαρξη της η πλατωνική ψυχή ιδιαιτέρως στο πλαίσιο του μοναχισμού. Αλλά θα υπηρετήσει την διάκριση του προσώπου του Χριστιανού καθότι συγκεκριμενοποίηση της ίδιας της Εκκλησίας. Το σύνολο των Χριστιανικών αξιών βρίσκει οπωσδήποτε μέσα στην Εκκλησία την πραγματική του σύνθεση, αλλά η Εκκλησία θεωρείται μία μυστικιστική πραγματικότης η οποία πραγματοποιείται σε τρείς συγκεκριμένες μορφές (άρχισαν δε τότε να μιλούν για τρείς εκκλησίες) ή τρία υποκείμενα  α) Τον Ουρανό ( η εκκλησία των εσχάτων, η κοινωνία των αγίων) β) η Χριστιανική κοινωνία της Γής (ή όπως ονομάστηκε στην αρχή, προσκυνηματική Εκκλησία ή οποία μόνον μετά το 1150 θα μετονομαστεί στρατευμένη κάτω από την πίεση των σταυροφοριών και την μυθική γοητεία των Ιπποτών και των Χριστιανικών ηρωισμών), γ) άλλα επίσης (και αυτό μας ενδιαφέρει περισσότερο) κάθε ξεχωριστή ψυχή η οποία ζεί, εξυπακούεται, έναν άγιο τρόπο ζωής. ΚΑΘΕ ΠΡΟΣΩΠΟ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΠΡΟΣΛΑΒΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΕΚΦΡΑΣΕΙ ΤΟ ΟΛΟΝ. Μέσα σ’αυτό το πλαίσιο μπόρεσε να επικρατήσει σιγά-σιγά η θέση της Μαρίας σαν «εικόνος της Εκκλησίας», μία συμπύκνωση του πληρώματος του Χριστιανικού μυστηρίου ερμηνευμένου σαν λήφθεν δώρο.
2, Ο ανθρωπισμός σαν πολιτισμική καθ'εαυτή κίνηση, (π.χ. από το 400 υπάρχει ήδη ο Κουζάνο) θα αναπτύξει το θέμα του ανθρώπου σαν «μικρόκοσμού» και καθρέφτη της απειρίας του Θεού. Και αυτό το ρεύμα βρίσκεται σε μία συνέχεια με τον πλατωνισμό και υπογραμμίζει τον χαρακτήρα της Imago Dei που αναγνωρίστηκε στην δημιουργία και στην φύση, ρισκάροντας μάλιστα να σβήσουν τα ιδιαίτερα δεδομένα της αποκαλύψεως και της χάρης του Χριστού. Σε κάθε περίπτωση, δίνει αξία στης πνευματικές δραστηριότητες του ανθρώπου. Την υπέρτατη υποκειμενικότητα στην σκέψη και στον έρωτα. Αξιοπρέπεια της συνειδήσεως και ελευθερία. Στην Ανατολή τονίζεται η χάρις σαν παράγων θεώσεως του ανθρώπου. Στην Δύση αγαπούν να τονίσουν το Θείο το οποίο έχει ήδη φυτευτεί στον άνθρωπο ήδη από την Δημιουργία, και το οποίο τον καθιστά δημιουργικό υποκείμενο (μία προανάκρουση της μοντέρνας εποχής)
3, Ο Αριστοτελισμός θα ακμάσει στην Χριστιανική σκέψη προβληματίζοντας περισσότερο το θέμα της ανθρώπινης ψυχής στον υπαρξιακό χαρακτήρα της σαν «μοναδικότης» και όχι μόνον στην ουσία (πνευματική και αθάνατη) είναι ενδιαφέρον να σημειώσουμε όσα συνέβησαν ανάμεσα στην σύνοδο τού Λατεράνου IV (1215) και την Λατεράνου V (1513). Εμφανίστηκαν δύο δόγματα: το ένα στο άμεσο ξεκίνημα της εσχατολογίας για κάθε ξεχωριστό άνθρωπο αμέσως μετά τον θάνατο (D 1000 cost. Benedictus deus a 1336) και το άλλο στην άμεση δημιουργία κάθε ξεχωριστής ψυχής (Later V,D 1441). Αυτό το δεύτερο δόγμα μας λέει πώς κάθε ξεχωριστός  άνθρωπος συστήνει, αποτελεί το κέντρο και τον σκοπό όλου του σύμπαντος. Ο Θεός δημιουργεί κάθε ξεχωριστό πρόσωπο όχι σαν ένα στοιχείο της σειράς (ή όχι για τον εαυτό του), ούτε έμμεσα μόνον σαν μέρος ενός όλου ή σαν σημείο μίας καταστάσεως που είναι ανώτερη και προηγείται. Δεν ενδιαφέρει λοιπόν το φαινομενικό «πώς» αυτής της θείας παρεμβάσεως, εκείνη η ιστορική στιγμή η οποία επαληθεύεται πειραματικώς, στην οποία προσφέρεται το γεγονός. Αυτό κατατάσσεται μάλλον στην αιωνιότητα για να χαρακτηρίσει ποιοτικά την θεία πράξη, παρότι επηρεάζει την λύση όλων των διαλόγων των σχετικών με τον σεβασμό του ανθρώπινου εμβρύου.
Το δόγμα του άμεσου ξεκινήματος του επέκεινα για κάθε ξεχωριστό πρόσωπο επιβεβαιώνει πώς ακόμη και η εσχατολογική τελειότης δεν μπορεί να αναπαρασταθεί από έναν παράδεισο-Νιρβάνα, που αποθεώνει την εκμηδένιση των ατόμων σε ένα όλον ανώνυμο και διαφοροποίητο, σαν να κυλούν ποταμάκια και σταγόνες μέσα στον ωκεανό. Έτσι ακόμη και η ουράνια κοινωνία δοξάζει την προτεραιότητα των προσώπων, από την οποία  αρχίζει κάθε αυθεντική κοινωνία.
Αυτόν τον σκοπό φωτίζει εμβληματικά η Μαριολογία : τα δύο δόγματα της Δυτικής Μαριολογίας, της αμώμου συλλήψεως και της αναλήψεως, συνιστούν την συγκεκριμένη εικόνα όπου θα καθρεπτιστεί το Χριστιανικό δόγμα, το οποίο εκφράζεται στα δύο δόγματα που αναφέραμε και τονίζουν το απόλυτο ξεκίνημα και τον τελικό προορισμό του ανθρωπίνου προσώπου.
4, Ίσως η πιο σημαντική ανάπτυξη του ενδιαφέροντος για το πρόσωπο, εξαιτίας της θεολογικής κατευθύνσεως που πήρε κατά τον Μεσαίωνα  να ανιχνεύεται στο έδαφος του νομικού στοχασμού, (χωρίς να φθάνει μέχρι την δημιουργία μίας θεολογίας του δικαίου, και νά περιορίζεται απλώς στην φιλοσοφία και την ηθική του δικαίου ). Δίνεται λοιπόν όλο και μεγαλύτερη αξία στους θείους χαρακτήρες του προσώπου : το αναλλοτριώσιμο και απαραβίαστο των δικαιωμάτων του προσώπου: το αναλλοτριώσιμο και απαραβίαστο των δικαιωμάτων του (μία τόσο υψηλή αξιοπρέπεια που δεν είναι πρέπον ούτε στο ξεχωριστό άτομο να την αλλοτριώσει ή αν την παραδώσει! Δεν φθάνει να την σέβονται και να μην παραβιάζουν οι άλλοι) η αδυναμία ελέγχου της συνειδήσεως από άλλους ή αυτονομία της ελευθερίας. Το θέμα αυτό έφτασε μάλιστα και σε υπερβολές: το πρόσωπο σαν μοναχική ενότης, ατομικότης της αποξενώσεως, υποκειμενικότης στην οποία η Αυγουστινιανή σχέση χάνει την αξία της. Σ’αυτές τις εξελίξεις έπαιξε ρόλο η Ρωμαϊκή-φεουδαλική κατανόηση του δικαίου, το οποίο ευνοεί σαν αναλογική αρχή της σχέσεως με τα πράγματα, το σχήμα της αποκτήσεως και της ιδιοκτησίας (το τείχος των σταθερών συνόρων στον ορίζοντα του χώρου και του χρόνου, κάτι που ολοκληρώνεται στον καθορισμό αυτού του δικαίου με τον αποκλεισμό τρίτων από τις ιδιοκτησίες ακόμη και με την χρήση βίας).
Ακόμη και το υπόλοιπο δίκαιο επηρεάστηκε από αυτή την εξέλιξη (όπως π.χ. το δίκαιο της αυθεντίας), το οποίο ερμηνεύτηκε μέσα στον καθρέφτη του δικαιώματος της αποκτήσεως και χρήσεως αγαθών (μέσα σε έναν καθορισμένο χώρο) Από όπου προέρχεται επίσης η σπουδαιότης των προνομίων υπέρ των δυνατών και των σπουδαίων (ακόμη και των μέγιστων, σπουδαίων και δυνατών, της πίστεως).

5, Και τέλος γίνεται όλο και πιο προβληματικό το θέμα της αποκτήσεως της ενότητος και της καθολικότητος. Ένα παράδοξο του Μεσαίωνος, ο οποίος δέχθηκε το σύστημα και ταυτόχρονα ανέδειξε το πρόβλημα των συγκεκριμένων και των μοναδικών. Η αναφορά στον Θεό υπήρξε αυτονόητη, σαν την Αρχή της ενότητος του παντός με έναν ανθρωπισμό ο οποίος ομολογεί πώς είναι Χριστιανικός. Η πίστη υπήρχε ή τουλάχιστον υπολογιζόταν σαν προϋπάρχουσα. Συνιστούσε ακόμη και τον δεσμό της πολιτισμικής ενότητος, αλλά όλα αυτά έπαιρναν την σημασία τους από τον Θεό των φιλοσόφων και όχι από την Αγία Τριάδα.

Σύμπτωμα αυτής της προόδου και των αδιεξόδων της ή διαμάχη γύρω από τα καθόλου ή γύρω από τον ρεαλισμό ή όχι των ουσιών (είναι στα πράγματα; Στον νού; Στα ονόματα;) [επανέλαβαν τυφλά και ανόητα το πρόβλημα των ιδεών, το οποίο είχε ήδη λυθεί από τον Πλάτωνα, με το πρόβλημα των ουσιών με τις οποίες αντικατέστησε τις ιδέες ο Αριστοτέλης]. Έτσι ακόμη πιο μεγάλης σημασίας υπήρξε η λύση του Νομιναλισμού της ονοματοκρατίας. (Βάσει δε αυτού προσέλαβαν και κακοποίησαν το περί Θείων ονομάτων του Αρεοπαγίτου) , ο νομιναλισμός εκφράζει την αποθέωση των ατόμων, των μοναδικότήτων και θέτει επομένως στην προτεραιότητα της ενότητος  (ακόμη και μίας πιθανής καθολικότητος) η οποία επιτυγχάνεται τελικώς από συγκεκριμένες ιστορικές σχέσεις που υφίστανται ανάμεσα σε υποκείμενα, παρότι αναγκαίως πάντοτε περιορισμένες και μερικές κατά πρώτον στην ιεραρχική υποταγή και στην τάξη (στις αρχές του Μεσαίωνος ) και κατόπιν (στο τέλος του Μεσαίωνος) στην γραμμή της ισότιμης και οριζοντίου αδελφότητος (ήδη προφητικά εκφρασμένη από το μοντέλο των φτωχών του Θεού των ζητιάνων ). Από την ενότητα την οποία εξασφάλιζε και έκανε κατανοητή το αντικείμενο στην ενότητα που επάξια εξασφαλίζει το υποκείμενο.

Συνεχίζεται

Σχόλιο: Ελπίζουμε γι' άλλη μια φορά να γίνεται κατανοητό πώς μέσα στο κεφάλι μας δεν έχουμε πλέον τίποτε Ελληνικό ή Χριστιανικό. Πώς επίσης τα θεμέλια των διανοητικών συστημάτων των Ζηζιούλα, Γιανναρά και Ράμφου είναι ανέξοδες ιστορικές Δυτικές κατακτήσεις. Ολόκληρη η σύγχρονη φιλοσοφική διανόηση στήν Ελλάδα προέρχεται από τίς ιστορίες τής φιλοσοφίας ή τίς φιλοσοφίες τής ιστορίας. Είναι τελικώς ένας κοινός λόγος τόν οποίο επαναλαμβάνουν όλοι, χωρίς νά καταλαβαίνουν ότι ο λόγος παραμένει κοινός ό,τι κι άν επινοούν γιά νά ξεχωρίσουν. "διό δεί έπεσθαι τώ (ξυνώ τουτέστι) τώ κοινώ, ξυνός γάρ ο κοινός, τού λόγου δ'εόντος ξυνού ζώουσιν οι πολλοί ως ιδίαν έχοντες φρόνησιν" (όπως φρονεί ο Γιανναράς μέ το πρόσωπο). ΑΛΛΟ ΚΟΙΝΟ ΆΛΛΟ ΚΑΙΝΟ .

Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου