Δευτέρα 2 Ιουλίου 2012

Marie Louise von Franz --- Puer aeternus (40)

Συνέχεια απο Κυριακή, 24 Ιουνίου 2012
Puer aeternus
Μέρος δεύτερο
Μια πραγματική περίπτωση
5 Το μεγάλο όνειρο 11
Στο επόμενο όνειρο, για το οποίο μου μίλησε, είχε μπλεχτεί σε ένα είδος καταδίωξης από την αστυνομία. Δεν προσπαθεί να διαφύγει, γιατί πιστεύει πως θα φανεί από μόνο του πως είναι αθώος. Τον μεταφέρουν σε ένα δωμάτιο. Μετά από λίγο ανοίγει την πόρτα και βλέπει πως ο φύλακας του είναι μια γυναίκα. Την ρωτά αν θα τον αφήσει να φύγει αφού είναι αθώος, και αυτή του απαντά: «ναι, φυσικά θα σας αφήσω να φύγετε, αφού είστε αθώος, αλλά πρώτα πρέπει να σας κάνουμε μερικές ερωτήσεις.» τότε ακούει ένα αναστεναγμό, που ερχόταν από το διπλανό δωμάτιο, και τότε αντιλαμβάνεται πως η ανάκριση περιλαμβάνει βασανιστήρια. Και πράγματι χτυπούν τους ανθρώπους στο μέτωπο. Φοβάται πολύ τον αναμενόμενο σωματικό πόνο και ξυπνά.
Δεν μου έδωσε άλλους συνειρμούς, αλλά αυτό το όνειρο οφείλεται στην φοβία του προς την φυλακή και την αστυνομία. Ας θυμηθούμε ότι δεν μπορούσε να διασχίσει τα ελβετικά σύνορα, γιατί πίστευε ότι θα τον έβαζαν στην φυλακή, και ότι όποτε έβλεπε αστυνομία απομακρυνόταν. Ως συνειρμό για την γυναίκα που τον φύλαγε στο όνειρο, μου ανέφερε πως κάποτε είχε ζωγραφίσει το πορτραίτο μιας άγνωστης γυναίκας. Τέσσερα χρόνια δούλευε πάνω στο πορτραίτο αυτό, ώστε αυτό του είχε γίνει τόσο ζωντανό και σημαντικό, ώστε έπρεπε να το σκεπάζει με ένα ρούχο, γιατί φοβόταν ότι θα μπορούσε να ζωντανέψει και να τον απειλήσει. Για τον λόγο αυτό δεν μπορούσε να κοιμάται στο ίδιο δωμάτιο με την ζωγραφιά. Έτσι το ζωγράφιζε βιαστικά και το σκέπαζε αμέσως. Συνέβαινε μάλιστα να περάσουν εβδομάδες για να ξαναδεί το έργο, γιατί ήταν κάτι ζωντανό γι’ αυτόν. Αυτό είναι ένα πραγματικά εντυπωσιακό παράδειγμα της άνιμα. Η ζωγραφιά δεν του υπενθύμιζε καμιά συγκεκριμένη γυναίκα. Ήταν η αναπαράσταση της άνιμα, της εικόνας της γυναίκας μέσα του, και είχε γίνει τόσο ζωντανή γι’ αυτόν, ώστε την φοβόταν. Αυτό είναι το παλιό μοτίβο του Πυγμαλίωνα.

Θα ασχοληθούμε τώρα με αυτό σύμπλεγμα αστυνομίας-φυλακής, που στην περίπτωση του εκδηλώθηκε ως φοβία.
Το όνειρο είναι πολύ σημαντικό, γιατί αρχίζει να φανερώνει αυτό στο οποίο ήθελα να καταλήξω: ότι έχουμε να κάνουμε με ένα πρόβλημα το οποίο δεν είναι μόνο προσωπικό, αλλά έχει και το επιπλέον χαρακτηριστικό να ανήκει στην εποχή μας. Το αστυνομοκρατούμενο κράτος, το απολυταρχικό σύστημα που βασανίζει χιλιάδες ανθρώπους, γίνεται όλο και μεγαλύτερο πρόβλημα στην εποχή μας. Αυτό που είναι περίεργο, είναι το γεγονός πως αυτοί που ως επί τω πλείστον βασανίζουν, και που ορθώνουν τυραννικά και δολοφονικά αστυνομικά συστήματα, είναι οι Pueri aeterni. Ο Puer λοιπόν και το αστυνομοκρατούμενο κράτος έχουν ένα μυστικό δεσμό, και το ένα πραγματώνει το άλλο. Φασιστικά και κομμουνιστικά καθεστώτα έχουν δημιουργηθεί από άνδρες τέτοιου τύπου. Ο πραγματικός τύραννος και ο οργανωτής βασανιστηρίων και καταπίεσης του ατόμου, έχουν λοιπόν την πηγή τους στο άλυτο μητρικό σύμπλεγμα. Κατέχονται από αυτό, και από αυτή την κατάσταση της κατοχής από το σύμπλεγμα, προβαίνουν ή διοργανώνουν τέτοιες ανήθικες και εξοργιστικές πράξεις.

Ο ονειρευόμενος βρίσκεται στο δρόμο-μπορούμε λοιπόν να πούμε: στο σύνολο. Στην πραγματικότητα όμως δεν έχει καμία σχέση με το σύνολο, είναι ένα απομονωμένο, μοναχικό άτομο, με μια εντελώς αντικοινωνική στάση. Το αίσθημα του δεν τον συνδέει με τίποτα. Δεν έχει κανένα πραγματικό φίλο, μόνο τον άνδρα στον οποίο παρέδωσε το κορίτσι του. Η σχέση του με αυτόν όμως δεν είχε ισχυρό συναισθηματικό δεσμό. Γι’ αυτό είναι χαμένος μέσα στο σύνολο. Είναι ο ανώνυμος άνδρας πάνω στο δρόμο και εκεί τον συλλαμβάνει το αστυνομοκρατούμενο σύστημα. Καθένας που έχει μια αδύναμη προσωπικότητα και που δεν έχει ακόμα δουλέψει πάνω στην ατομικότητα του, απειλείται από δυο πλευρές: δεν απειλεί μόνο το συλλογικό ασυνείδητο να τον πνίξει, αλλά η εξωτερική συλλογικότητα. Ένα πρόσωπο με αδύναμο εγώ κολυμπά μεταξύ Σκύλλας και Χάρυβδης. Έτσι λοιπόν, είτε θα τον συλλάβει το συλλογικό ασυνείδητο, είτε κάποιο συλλογικό κίνημα οποιασδήποτε μορφής, δηλαδή η συμβατικότητα. Η ταυτότητα με την περσόνα ή με το συλλογικό κίνημα, είναι λοιπόν σύμπτωμα μιας αδύναμης προσωπικότητας, όπως πχ, το  να τρελαθεί κανείς ή να καταφαγωθεί από το συλλογικό ασυνείδητο. Αυτές είναι απλά παραλλαγές του ιδίου πράγματος, και για τον λόγο αυτό είναι οι φορείς αυτών των συλλογικών απολυταρχικών κινημάτων πολύ αδύναμοι σε ότι αφορά το εγώ.
Ένας γιατρός, ο οποίος κατά την περίοδο του β’ παγκόσμιου πολέμου ήταν διάσημος γαστρεντερολόγος, μου διηγήθηκε ότι είχε ως ασθενή ένα υψηλό στέλεχος των ναζί, ο οποίος είχε έλκος στομάχου. Κατάφερε να θεραπεύσει τον άνδρα αυτόν. Ως αποτέλεσμα, είχε αποκτήσει την φήμη ενός καλού γαστρεντερολόγου στους κύκλους των ναζί. Καθ’ όλη την διάρκεια του πολέμου λοιπόν έρχονταν πολλοί μεγάλοι των ναζί για θεραπεία. Λόγω της ιατρικής δεοντολογίας δεν μπορούσε να τους αρνηθεί την θεραπεία. Ήταν εντυπωσιακό, να βλέπεις αυτούς τους βασανιστές των στρατοπέδων συγκέντρωσης, τους ούτω καλούμενος ήρωες, να βγάζουν την όμορφη στολή τους και το πουκάμισο, να αποκαλύπτουν το μαυρισμένο από τον ήλιο αθλητικό κορμί τους, και από κάτω, να βρίσκεις ένα νευρικό, υστερικό στομάχι. Αυτοί οι ψευτοήρωες ήταν καθαροί μαλάκες(αδυνατούληδες), κακομαθημένα παιδιά της μαμάς. Μεγάλο μέρος από αυτούς έπρεπε να διώξει από την θεραπεία, λέγοντας τους πως το πρόβλημα ήταν καθαρά ψυχικό. Αυτό του άνοιξε τα μάτια. Δεν ήταν αυτό που ο ίδιος περίμενε, αν και οι συσχετίσεις μας είναι ξεκάθαρες. Όταν τους συμβούλευε να κάνουν κάποια θεραπεία, ή να ακολουθήσουν ένα όχι τόσο άνετο τρόπο ζωής, δεν ήθελαν να δοκιμάσουν. Αν τύχαινε να σκαλίσει το πρόβλημα, μερικοί άρχιζαν να κλαίνε. Και μου ανέφερε, πως όταν η μάσκα του ήρωα έπεφτε, είχε την εντύπωση πως μπροστά του ήταν μια υστερική γυναίκα.

Ο νεαρός μας νομίζει πως θα ξεφύγει γιατί είναι αθώος. Έχει λοιπόν την παλιομοδίτικη εικόνα ενός κράτους δικαίου, όπως η Ελβετία, όπου συλλαμβάνεται κανείς, μόνο όταν έχει παραβεί κάποιο νόμο. Δεν χρειάζεται να φοβάται την αστυνομία, γιατί αν δεν έχει κάνει κάτι παράνομο, θα τον αφήσουν να φύγει. Από το τέλος του ονείρου θα γίνει σαφές πως το ερώτημα σωστό ή λάθος δεν παίζει κανένα ρόλο. Η αστυνομία τον αφήνει ελεύθερο, αλλά τον βασανίζει πρώτα. Η προσπάθεια του να φέρει ως επιχείρημα την αθωότητα του δεν πετυχαίνει. Σε ότι αφορά την εντύπωση του ότι είναι αθώος, πρέπει να πάρουμε αυτόν τον όμορφο, απαλό, ξανθό νεαρό πλάσμα, με το ουρανί παλτό, και να τον ρωτήσουμε, τι έκανε στη ζωή του εσφαλμένα. Και τότε θα μπορούμε να πούμε, πως δεν έκανε τίποτα άδικο, εκτός από το γεγονός πως δεν έκανε απολύτως τίποτα! Αμάρτησε με το να μην έχει κάνει καμιά αμαρτία. Δεν έζησε. Όταν ζείτε είστε αναγκασμένοι να αμαρτάνετε. Όταν τρώτε κάτι, άλλοι δεν μπορούν να έχουν αυτό συγκεκριμένο φαγητό. Κλείνουμε τα μάτια μας μπρος στο γεγονός πως χιλιάδες ζώα σφάζονται για να ζήσουμε εμείς. Η ζωή συνδέεται με ενοχή, και αυτός επειδή δεν ζούσε, δεν είχε μαζέψει πολύ ενεργητική ενοχή, αλλά ένα βουνό παθητική ενοχή. Ας θυμηθούμε όλα τα κορίτσια που εγκατέλειψε. Δεν τις μάλωνε με φωνές ούτε τους είχε κάνει εξώγαμο παιδί. Δεν έκανε όλα αυτά που ένας πιο αρσενικός άνδρας θα είχε πιθανόν κάνει. Αντ’ αυτού τις εγκατέλειπε εξαφανιζόμενος, πράγμα το ίδιο ανήθικο και αποτροπιαστικό όσο και μια λεγόμενη κακή πράξη. Προέβη στην αμαρτία της μη-ζωής. Είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού του είδους άνδρα, που λόγω του μητρικού συμπλέγματος έχουν μια αισθητική και υπερυψωμένη στάση προς την ζωή, και πιστεύουν πως με το μένουν έξω απ’ όλα, μπορούν να διατηρήσουν την ψευδαίσθηση της καθαρότητας και της αθωότητας. Δεν συνειδητοποιεί πως μυστικώς μαζεύει ακαθαρσίες. Το όνειρο όμως του λέει σαφώς πως δεν μπορεί να πάει μακρυά με την ψευδαίσθηση. Η ζωή θα τον φτάσει. Δεν μπορεί να συνεχίσει να ζει σαν το μικρό αθώο αγόρι της μαμάς, που δεν έκανε ποτέ κάτι λάθος, γιατί η ζωή παρόλα αυτά θα τον φτάσει. Για τον λόγο αυτό συλλαμβάνεται από την αρνητική μορφή των συλλογικών δυνάμεων. Μπορούμε να πούμε πως στην αστυνομία εμφανίζεται ο ανδρισμός του. Και επειδή δεν τον ζει ο ίδιος, ζει ο ανδρισμός αυτός εναντίον του. Οτιδήποτε έχει κανείς μέσα του αλλά δεν το ζει, μεγαλώνει εναντίον του. Γι’ αυτό και τον καταδιώκει η αστυνομία και οι βασανιστές. Τότε ανακαλύπτει πως ο πραγματικός διάβολος είναι η μορφή της άνιμα του, στην ζωγραφιά της οποίας δεν είχε δουλέψει για πολύ καιρό. Αυτή είναι ο πραγματικός βασανιστής στο παρασκήνιο. Αυτή η μορφή της άνιμα είναι προφανώς μια παραλλαγή της μητρικής εικόνας μέσα του. Και όμως αυτή είναι η άνιμα με την στενή έννοια, που ταυτίζεται όμως με την μητρική εικόνα, που στα παρασκήνια δρα σαν διάβολος. Έχουμε υπ’ όψιν μας την Σφίγγα ως εικόνα της μεγάλης μητέρας, που κάνει βασανιστικές ερωτήσεις σε εκείνους που θέλουν να μείνουν αθώοι. Και ο Οιδίπους ήθελε να μείνει αθώος. Έφυγε από το σπίτι για να ξεφύγει από την προφητεία, σύμφωνα με  την οποία θα σκότωνε τον πατέρα του και θα παντρευόταν την μητέρα του. Τρέχοντας όμως μακριά από αυτό και προσπαθώντας να αποφύγει την ενοχή, έτρεξε κατευθείαν μέσα στην ενοχή. Μέσα στο όνειρο έχουμε μια μοντέρνα παραλλαγή του μύθου του Οιδίποδα: και αυτός ο άνδρας πιστεύει πως  μπορεί να ξεφύγει από την μοίρα, αλλά και αυτός πέφτει στα νύχια της Σφίγγας, που του θέτει ένα ερώτημα στο οποίο δεν υπάρχει απάντηση.
Συνέχεια  
Aμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου