Κυριακή 21 Οκτωβρίου 2012

Οι πανανθρώπινες πηγές του ιδεαλισμού (4)

Συνέχεια από Τρίτη 16 Οκτωβρίου 2012
Pawel Florenski
Οι πανανθρώπινες πηγές του ιδεαλισμού 4

Η αίσθηση αυτή του κόσμου δεν είναι πλήρως ανεπτυγμένη στους αγρότες. Υπάρχει ένα πλήθος μυστικών, τα οποία απλά αποδέχεται με εμπιστοσύνη. Είναι αρκετά σοφός, ώστε να μην ερευνά παραπέρα με περιέργεια. Στέκεται με ταπείνωση μπροστά στο άγνωστο, σιωπά, και απαντά με μύθους, που του έρχονται εκείνη την στιγμή στο κεφάλι. Υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός μύθων περί της καταγωγής (legendes des origines). Με τον απλοϊκό συμβολισμό τους βρίσκονται σε αξιοσημείωτη αντίθεση προς τις βαθιές εμπειρίες και παρατηρήσεις (που αφορούν όμως άλλους τομείς της ζωής) των ίδιων αυτών ανθρώπων. Από που προέρχονται τα βουναλάκια πάνω στα χωράφια; -«Ξέρασε ο διάβολος». Από προέρχεται η ακάθαρτη δύναμη; -«Ο Αδάμ είχε τόσα πολλά παιδιά, ώστε ντρεπόταν να τα δείξει στον Θεό. Αυτά μετατράπηκαν τότε σε ακάθαρτη δύναμη». Από προέρχονται οι βάτραχοι; -«Οι γονείς καταράστηκαν τα παιδιά τους επειδή ούρλιαζαν, και οι καταραμένοι έγιναν βάτραχοι». Και δεν έχει τελειωμό το πράγμα. Τα κήτη πάνω στα οποία στηρίζεται η γη, το ζώο Indrik (μονόκερος), το τεράστιο ψάρι, το πύρινο στροβιλιστό φίδι Jeleafal (λεβιάθαν), το πουλί Stratim (στρουθοκάμηλος), ο θρυλικός Kitowras (κένταυρος), και άλλα πράγματα. Εδώ έχουμε να κάνουμε με το «Grenzbegriffe»(οριακές έννοιες) του Καντ, με τα «πράγματα καθ’ εαυτά», για τα οποία δεν πρέπει να ρωτά κανείς, για την ύπαρξη όμως των οποίων δεν υπάρχει αμφιβολία. Οι έννοιες αυτές διαλύονται μόλις αρχίσουμε να τις αναλύουμε. Το άγνωστο δεν καταπιέζει τον αγρότη. Και ίσως αυτή η χαλαρότητα να είναι πιο σοφή από την παθιασμένη δίψα για έρευνα και την φαουστική ανάγκη.
Καταδικάζουμε την λαιμαργία στο φαγητό. Γιατί λοιπόν να μην θεωρείται πάθος η άκρατη ικανοποίηση μιας άλλης φυσικής ανάγκης-της γνώσης; Το να νικήσει κανείς το πάθος της γνώσης είναι αρετή της ίδιας κατηγορίας, όπως και ο περιορισμός των ηδονών της σάρκας.
Μεταξύ των αγροτών όμως υπάρχουν κάποιοι που ξέρουν το άγνωστο. Είναι οι μάγοι και οι μάγισσες. Οι γιατρόσοφοι. Αυτοί πάνω απ’ όλα είναι οι γνωρίζοντες. Σε μερικούς υπάρχει το πράγμα αυτό εκ γενετής. Είναι ιδιαίτερα δεκτικοί για κάθε ταλάντωση του κόσμου. Άλλοι αποκτούν το πρόσωπο αυτό πάνω στο δρόμο της εσωτερικής άσκησης ή της ευσέβειας και του θεωρητικού βίου. Άλλοι πάλι έχουν συμμαχήσει με την δύναμη του σκότους. Η αιτία για την σκλαβιά τους στο ακάθαρτο ήταν κάποια ατυχία, οργή ή πάθος. Οι μεν χρησιμοποιούν την γνώση για καλό, οι δε για το κακό. Είτε είναι καλοί ή κακοί, είτε το έχουν εκ γενετής ή το αποκτήσαν, όλοι τους κατά καιρούς βλέπουν, ακούν ή προσλαμβάνουν κατά κάποιο άλλο τρόπο κάτι που για τους άλλους είναι αόρατο και αγνώριστο. Όλοι τους έχουν μια διπλή ζωή. Σε όλους αυτούς είναι ανοικτές οι πόρτες προς το επέκεινα. Συγκεντρώνοντας όλη την δύναμη της βούλησης του σε μια επιθυμία, ο μάγος γεμίζει από αυτήν την επιθυμία και ενσαρκώνει έτσι μια και μοναδική πράξη της βουλήσεως. Η «βούληση προς πράξη» αποδεσμεύεται από αυτόν, αφήνει τα όρια του και αλληλεπιδρά με την βούληση των πραγμάτων και πλασμάτων της φύσης. Είναι ένα ενεργό πνεύμα (ο μάγος) ανάμεσα σε άλλα πνεύματα, είναι κέντρο μυστηριωδών δυνάμεων ανάμεσα σε άλλα κέντρα. Μάχεται με την φύση και συμμαχεί με αυτήν. Την νικάει και ηττάται από αυτήν. Δεν είναι πια μόνο άνθρωπος, όχι απλά υποκείμενο, για το οποίο ο κόσμος είναι αντικείμενο. Εδώ δεν υπάρχει υποκείμενο και αντικείμενο. Αυτή η διαφοροποίηση χάνεται στην φιλική ή εχθρική σύνδεση με την φύση, στον εναγκαλισμό ή την μονομαχία με τις μυστικές δυνάμεις. Αυτός είναι μέρος της φύσης και αυτή είναι μέρος του. Τελεί ένα γάμο με την φύση. Εδώ βλέπουμε μια υπόδειξη για την στενή σχέση και σχεδόν αδιάλυτη σύνδεση των απόκρυφων δυνάμεων με τις μεταφυσικές ρίζες του φύλου. Τα δυο γίνονται ένα. Οι λογισμοί του μάγου ρέουν από μόνοι τους στις λέξεις. Τα λόγια του είναι η αρχή της πράξης του. Λογισμός και λέξη, λέξη και πράξη είναι αχώριστα, είναι ένα και το αυτό, είναι ταυτόσημα. Το έργο γεννιέται, είναι καρπός αυτής της γαμικής σχέσης του μάγου με την φύση. Ακόμα και η συνηθισμένη συνείδηση, της «ημέρας», δεν σκέφτεται μόνο, γιατί η σκέψη είναι αδύνατη χωρίς λέξεις. Η σκέψη μας αναγκάζει κατά κάποιο τρόπο να κινήσουμε τις φωνητικές χορδές, μας αναγκάζει να προφέρουμε τις λέξεις εσωτερικά. Σκέψη σημαίνει, βάσει μιας μαρτυρίας του Max Müller, για μια έκφραση στην Πολυνησία, «ομιλία εντός της κοιλιάς», δηλαδή άφωνη άρθρωση της λέξης. Μια στιγμή αφαίρεσης αρκεί, και θα την πεις δυνατά την λέξη, η άρθρωση θα φανερωθεί στην φωνή. Ταυτόχρονα όμως, ο λογισμός είναι η αρχή της δράσης. Όταν σκέφτεται κανείς κάτι, προετοιμάζει αναπόφευκτα μια σειρά πράξεων, ετοιμάζει τους μυς του. Όσο πιο έντονη η επιθυμία, τόσο πιο άμεση η συνείδηση, τόσο πιο στενά συνδεδεμένα ο λογισμός, η λέξη και η πράξη. Μέσα στην έκσταση της μαγικής δημιουργικότητας, στην μέθη της δύναμης που δημιουργεί τον κόσμο, χάνονται τα όρια μεταξύ τους (λογισμός, λέξη, πράξη). Το ένα είναι το άλλο. Σαν καυτή λάβα ρέει το μαγικό φίλτρο από τα χείλη. Πέφτοντας πάνω στα πράγματα τα λιώνει και τα χύνει εκ νέου, σε μορφές που ο μάγος καθορίζει. Όποιος ήρθε σε επαφή με την ύπνωση, γνωρίζει την κατάσταση, όπου η λέξη, η απλή μάλιστα επιθυμία, πραγματοποιείται χωρίς ενδιάμεσα στάδια. Ακόμα πιο καλά το ξέρει όποιος προσπάθησε να κινήσει κάποιο αντικείμενο με λεκτική ή διανοητική εντολή, όταν δηλαδή ένα μη ανθρώπινο «γεννηθήτω»  μεταβάλλει την πραγματικότητα – mens agitat molem (το πνεύμα κινεί την μάζα). Εκείνος που έχει την εμπειρία αυτή, θα καταλάβει επίσης, πως η πράξη του μάγου είναι κάτι εντελώς διαφορετικό από την συνηθισμένη, παθητική πρόσληψη του κόσμου.
Σε αυτήν την σύνδεση υποκειμένου αντικειμένου, σε αυτή την σύντηξη, η οποία βάζει την πράξη σε κίνηση, και όπου η πράξη είναι η ενσαρκωμένη λέξη, ο μάγος ζει σαν ημίθεος, σαν ένα ιδιαίτερο πλάσμα, που έχει φύγει από τους ανθρώπους και έχει επιστρέψει στην αγκαλιά της φύσης. Στέλνει αρρώστιες και φέρνει ίαση, σκοτώνει. Κάνει τα ζώα να αρρωσταίνουν, παίρνει το γάλα από τις αγελάδες. Κλείνει το αιδοίο το γυναικών και αφαιρεί την δύναμη από τους άνδρες. Παίζει με όλα τα ανθρώπινα πάθη, εξάπτει και διώχνει τον έρωτα, βασανίζει και ανακουφίζει. Σαν πίσω από τα σκηνικά του κουκλοθέατρου, συγκεντρώνονται μέσα σε αυτόν που απομακρύνθηκε από τους ανθρώπους, όλα τα νήματα της ανθρώπινης κοινωνίας, και δημιουργούν ένα κόμπο της μοίρας. Και αυτό δεν ισχύει μόνο για την κοινωνία, αλλά και για την φύση. Χαλάζι και βροχή εξαρτώνται από αυτόν. Είναι κύριος του ανέμου και της καταιγίδας. Είναι το ενεργό κέντρο της φύσης την οποία διατάζει. Είναι αυτάρκης, αυταρχικός, ισχυρός. Τελώντας μια  συμβολική πράξη ή προφέροντας μια λέξη, που εκφράζει την πράξη αυτή, απαιτεί από την φύση να τον μιμηθεί. Σαν ένας υπνωτισμένος άνθρωπος, η φύση δεν είναι ελεύθερη στις πράξεις της. Σύμφωνα με τον Frazer, τα όργια είναι πράξεις αρχαίας μαγείας, με την βοήθεια των οποίων ο μάγος εξαναγκάζει τον ουρανό σε γάμο με την γη, ώστε να την γονιμοποιήσει με το σπέρμα, την βροχή. Γι’ αυτό και τα δικά μας μαγικά φίλτρα είναι σχεδόν πάντα διμερή. Το πρώτο μέρος, επικό, αναφέρεται σε κάτι που συνέβη παλιά ή που συμβαίνει τώρα, ανάλογο όμως προς αυτό το οποίο θέλει να επιτύχει. Το δεύτερο μέρος υποβάλλει την επιθυμητή ενέργεια. Τα μαγικά φίλτρα αρχίζουν λοιπόν πάντα με τα ακόλουθα: «Εγώ σηκώνομαι», «εγώ πηγαίνω», «εγώ πλένομαι»..., και ο μάγος βιώνει την πραγματικότητα αυτού το οποίο περιγράφει. «Περιβάλλομαι από το σύννεφο, από χίλια άστρα», λέει ο μάγος. «Και την στιγμή αυτή, αυτός είναι ο μάγος που κολυμπά μέσα στο σύννεφο, ζωσμένος από τον γαλαξία, και κάνει μάγια και διαμοιράζει φόβους», λέει ο Wesselowski. Ο λόγος του είναι η πράξη του. Ακόμα και στην συνείδηση η οποία επεξεργάζεται τα γεγονότα, τα μαγικά φίλτρα εμφανίζονται γεμάτα ισχυρό πάθος. Ο μάγος είναι ένας ψιθυριστής, που ψιθυρίζει τα μαγικά φίλτρα, είναι  αυτός που λέει τραγουδιστά το μαγικό φίλτρο, είναι αυτός που με την ομιλία του θεραπεύει. Η μορφή του Bajan, «το αηδόνι από τα παλιά», ή καλύτερα ο τύπος Bajan, όπως το έγραψε ο Πούσκιν, και το εννοεί έτσι και ο καθηγητής Shdanow, αυτός o Bajan (bajati: προφορά, τραγούδισμα των μαγικών φίλτρων) είναι ένας τέτοιος μάγος, που με τον ρυθμικό του λόγο διατάζει τα στοιχεία, και δημιουργεί ιστορία. Ο λόγος του μάγου δεν είναι απλά λέξεις, «άχνα και άδειος ήχος», flatus vocis, και η γλώσσα του δεν είναι απλά flagellum aeris-μαστίγιο του αέρα, όπως συνήθιζε να λέει ο νεοπυθαγόρειος Σεκούνδος και οι σχολαστικοί. Όχι! Είναι προσευχητικός και ισχυρός ο λόγος του. Με την δύναμη του λόγου τους, αυτοί που ψιθυρίζουν τα μαγικά φίλτρα, είναι μεγάλοι, ισχυροί, δυνατοί. Mah στα σανσκριτικά, meg, mag, mug στην αρχαία Zend, magusch στην γλώσσα των Σουμερίων, μέγας στα ελληνικά,  magis στα λατινικά, mogutschi στα ρωσικά, σημαίνουν όλα ένα και το αυτό, δηλαδή κάποιον που είναι από μέσα μεγάλος και ισχυρός, ο οποίος κυριαρχεί με την δύναμη της σοφίας και γνώσης του. Εύκολα βλέπουμε σε αυτόν τον μάγο, τον προγνώστη, τον γόητα, τον θεραπευτή, που είναι πάνω απ’ όλα ο πράττων. Δεν είναι τυχαίο που το ρήμα delat (κάνω, στα ρωσικά), με την αληθινή του σημασία αναφέρεται στην μαγική δραστηριότητα, που είναι πάνω απ’ όλα πράξη. Έτσι στην Μαδαγασκάρη ονομάζουν τους μάγους triasa, δηλαδή οι «πράττωντες». Στα σανσκριτικά η μαγεία έχει μια ολόκληρη φωλιά από λέξεις, που προέρχονται από την λέξη kar-κάνω. Krtya-πράξη, μάγευση; krtvan-μαγικός (ενεργής); karmana-μαγεία (από την λέξη karman-πράξη, έργο); kartra-μαγικό αντικείμενο, μέσο. Στις ρομανικές γλώσσες, το ρήμα facere σχηματίζει επίσης ένα σωρό μαγικών όρων: στα ιταλικά fattura σημαίνει μαγεία, το μαγικό, στα αρχαία γαλλικά faiture, στα πορτογαλικά feitico (από όπου και το φετίχ και άλλα πολλά), σημαίνει το ίδιο πράγμα. O Grimm υποθέτει, πως η καταγωγή της γερμανικής λέξης Zauber, προέρχεται από την αρχαία λέξη zauper, zouver, στα γοτθικά taujan που πιθανότατα σημαίνει κάνω. Με τον ίδιο τρόπο έχουμε στα ελληνικά την λέξη θεουργία-δημιουργία θεών. Έτσι και η ρώσικη λέξη tschary και karowati-μαγεύω, η λιθουανική kereti, kerti με την ίδια σημασία της ρίζας kar-κάνω, που σχετίζονται με την ρίζα wer, quer δρω, πράττω.
(Συνεχίζεται)

Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου