Σάββατο 2 Φεβρουαρίου 2013

Η συνείδηση σε κρίση και ο πειρασμός της τεχνολογίας (6)

Συνέχεια απο Πέμπτη, 31 Ιανουαρίου 2013

Heller als tausend Sonnen
Λαμπρότερο από χίλιους ήλιους
του Robert Jungk
Scherz & Goverts Verlag, 1956
Κεφάλαιο 18ο
Στον Αστερισμό του MANIAC

Ι
Η κατεύθυνση η οποία θα οδηγούσε στην «Super» είχε καθοριστεί εκείνο το αξιοσημείωτο σαββατοκύριακο του Ιουνίου στο Princeton. Στον δρόμο αυτό όμως βρισκόταν ένα σχεδόν ανυπέρβλητο βουνό από αριθμούς. Για την ατομική βόμβα χρειάστηκαν πολλές χιλιάδες λεπτομερείς υπολογισμοί. Αλλά ο ακριβής προσδιορισμός της θερμοπυρηνικής έκρηξης ήταν πολύ πιο δύσκολος. Για τον εξής λόγο: η θερμοπυρηνική έκρηξη είναι μια διαδικασία που περιλαμβάνει πολλά στάδια, και λαμβάνει χώρα σε ένα εκατομμυριοστό του δευτερολέπτου. Αυτή την διαδικασία λοιπόν έπρεπε να περιγράψουν με μαθηματικούς τύπους, με την μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια. Βάσει αυτών των μαθηματικών υποθέσεων θα κατασκεύαζαν ένα εξαιρετικά πολύπλοκο μηχανισμό.

Όλα αυτά έπρεπε να γίνουν με ακόμα μεγαλύτερη πίεση χρόνου σε σύγκριση με τον β’ΠΠ, γιατί μετά την διαταγή του Truman είχε περάσει πάνω από ένας χρόνος, και οι Ρώσοι δούλευαν πολύ πιθανόν πυρετωδώς με τα ίδια θέματα.

Για τον λόγο αυτό, ο Teller και ο διευθυντής του εργαστηρίου στο Los Alamos, ο Norris Bradbury, κινητοποίησαν τα πάντα για να κατακτηθεί το μαθηματικό Έβερεστ. Οι συνεργάτες του εργαστηρίου είχαν αμέσως αποφασίσει να δουλεύουν 6 αντί 5 μέρες την βδομάδα. Η «computer section» είχε μάλιστα ημερήσια και νυχτερινή βάρδια.

Η Cedra Evans, μια ειδικός στον τομέα των νέων «ηλεκτρονικών εγκεφάλων», διηγείται: «Σε καμιά άλλη περίοδο της ζωής μου δεν ήμουν αναγκασμένη να κοιμάμαι και να προγευματίζω σε τόσο ασυνήθιστες ώρες. Καθόμασταν 24 ώρες την ημέρα στα computers μας. Ο ENIAC ήταν μεν πιο γρήγορος από οποιαδήποτε άλλη μαθηματική μηχανή, αλλά ήταν κυκλοθυμικός και λεπτής κατασκευής. Κάθε λίγο χαλούσαν κάτι σωλήνες και κυκλώματα. Μια φορά τον παρέλυσε μια καταιγίδα. Καθόμασταν και περιμέναμε στα τηλέφωνα, να μας ειδοποιήσει η ομάδα επιδιόρθωσης ότι μπορούμε να συνεχίσουμε. Μερικές φορές έλεγαν στο τηλέφωνο: ελάτε, σε δέκα λεπτά είναι έτοιμος. Και όταν φτάναμε εκεί, ήταν δυστυχώς ακόμα χαλασμένος. Μια ολόκληρη βδομάδα περάσαμε έτσι».

Η δουλειά δεν μπορούσε να προχωρήσει, εάν δεν είχαν στα χέρια τους κάθε ένα από τους υπολογισμούς. Η πρόοδος όμως ήταν στην αρχή πολύ αργή. Δεν φαινόταν ότι θα τέλειωναν ποτέ με τους υπολογισμούς. Πάλι απειλούσε να ξεσπάσει μια κρίση. Την στιγμή όμως αυτή εμφανίστηκε ένας σωτήρας. Ο μαθηματικός και ατομικός επιστήμονας John von Neumann ειδοποίησε τον Teller, πως ελπίζει να έχει έτοιμη σε λίγους μήνες, μια νέα ηλεκτρονική υπολογιστική μηχανή, ασύγκριτα πιο ισχυρή από τον ENIAC.

Από τα χρόνια που ήταν φοιτητής στην Göttingen, οι συμφοιτητές του έλεγαν τον έξυπνο Ούγγρο (τον von Neumann), λόγω του πάθους του για τα μηχανικά παιχνίδια, «Doktor Mirakel». Αυτός είναι μια μορφή από τα μυθιστορήματα του Ε.Τ.Α. Hoffmann, όπου κατασκευάζει αυτόματα. Είχε επινοήσει την κούκλα Ολυμπία, που είχε ανθρώπινο μέγεθος, έμοιαζε με άνθρωπο και την οποία ερωτεύτηκε θανάσιμα.

Ο von Neumann είχε μεταναστεύσει στις ΗΠΑ το 1930 (στα 27 του). Την περίοδο αυτή ήταν ήδη ένας από τους κορυφαίους μαθηματικούς της γενιάς του. Η πρόοδος της ηλεκτρονικής εξυπηρέτησε το πάθος του, στο οποίο αφιέρωνε όλο και πιο πολύ χρόνο. Η σύγκριση μεταξύ ανθρώπου και μηχανής τον συνάρπαζε. Επινόησε λοιπόν μια σειρά μηχανισμών, που είχαν «ανθρώπινες» ή και «υπέρ-ανθρώπινες» ιδιότητες (έτσι επινόησε ένα ον, το οποίο μπορεί να αναπαράγει τον εαυτό του εάν του παρέχεται ικανή ποσότητα πρώτης ύλης. Αποτελείται από ένα κουτί, «box» και ένα γενετήσιο όργανο, «genetic tail», το οποίο περιέχει το οικοδομικό σχέδιο για τους απογόνους. Ο μαθητής του von Neumann, ο Kemeny, λέει πως η κατασκευή μπορεί να αναδιαρθρωθεί και ως εξής: «η παροχή της πρώτης ύλης διακόπτεται, οπότε οι μηχανές είναι αναγκασμένες να παλέψουν για τον ζωτικό χώρο, και ίσως να σκοτωθούν μεταξύ τους».

Ο Teller δεν δυσκολεύτηκε να κερδίσει τον συμπατριώτη του για την κατασκευή της «Super». Σε αντίθεση με τον Oppenheimer  και άλλους, που στην αρχή είχαν τις ανησυχίες τους, ο Ούγγρος δέχτηκε αμέσως. Γιατί φοβόταν τους κομμουνιστές. Έμαθε να τους μισεί στη Βουδαπέστη, όπου είχαν πάρει την για λίγο καιρό την εξουσία μετά τον α’ΠΠ. Λίγες εμπειρίες τον σημάδεψαν όσο αυτές οι μέρες του τρόμου, τις οποίες ακολούθησε η φυγή. Από τότε χαρακτήριζε τον εαυτό του ως «hardboiled», όταν γινόταν λόγος για τους μπολσεβίκους.

Ο von Neumann είχε καταλάβει αμέσως πόσο απαραίτητος θα είναι ο νέος του υπολογιστής, που θα έπαιζε τον ρόλο της μαίας στην γέννηση του «όπλου της κολάσεως». Έκανε λοιπόν τα πάντα για να επιταχύνει την κατασκευή του υπολογιστή. Την ίδια περίοδο, ο μαθητής του Μετρόπολις, κατασκεύαζε μια πανομοιότυπη μηχανή στο Los Alamos.

Ο ENIAC θυμόταν 27 λέξεις. Αυτό ήταν μνήμη σπουργιτιού σε σύγκριση με τον νέο ηλεκτρονικό εγκέφαλο, που ήταν σε θέση να θυμάται και να επεξεργάζεται 40 χιλιάδες τμήματα πληροφορίας την ίδια στιγμή. Αυτός ο υψηλής ακρίβειας «υπολογιστής» ήταν μάλιστα σε θέση να ελέγχει τις εντολές που του έδιναν, να διαπιστώνει τα λάθη, και να διορθώνει τις ανακριβείς «εντολές». Όταν ο von Neumann απελευθέρωσε αυτό το ον που βγήκε από το μυαλό του, και το έβαλε να δουλέψει, προκάλεσε τον θαυμασμό όλων. Ο Carson Mark, διευθυντής του θεωρητικού τμήματος του Los Alamos, θυμάται: «ένα πρόβλημα στο οποίο δούλευαν τρεις άνθρωποι για τρεις μήνες, μπορούσε να λυθεί με την βοήθεια του «υπολογιστή», από τους ίδιους τρεις ανθρώπους, σε δέκα ώρες. Έτσι, αντί να αναγκάζεται να κάνει υπομονή για τρεις μήνες, προτού μπορέσει να συνεχίσει, ο φυσικός ήταν πια σε θέση να έχει τα αναγκαία αποτελέσματα το ίδιο βράδυ. Για την κατασκευή της βόμβας υδρογόνου απαιτούνταν μια σειρά τέτοιων «τριμηνιαίων υπολογισμών», οι οποίοι συρρικνώθηκαν σε εργασίες μιας ημέρας».

Μια υπολογιστική μηχανή έγινε με τον τρόπο αυτό ο πραγματικός ήρωας στο εγχείρημα κατασκευής της βόμβας υδρογόνου. Και όπως όλοι οι «ηλεκτρονικοί εγκέφαλοι», έφερε ένα όνομα. Ο von Neumann τον βάφτισε με λίγο άβολο όνομα «Mathematical Analyzer Numerical Integrator And Computer». Αν διάβαζε κανείς μόνο τα αρχικά, προέκυπτε «MANIAC». Με αυτή την σύντμηση έγινε γνωστός στους κύκλους των ειδικών, ο καινούργιος υπολογιστής. «MANIAC», δηλαδή παράφρων.

II

Η συνεργασία της ομάδας του Los Alamos μαζί με ένα άλλο «μεγάλο εγκέφαλο», τον Edward Teller, δεν ήταν τόσο ομαλή όσο η συνεργασία με τον «ΜΑΝΙAC». Όπως και κατά την διάρκεια του πολέμου, έτσι και τώρα, προσπαθούσε να επιβάλει στον διευθυντή Bradbury, τον ρυθμό και τρόπο εργασίας. Ο Teller μήνυσε στους ισχυρούς φίλους του στην Washington ότι ηγετικά στελέχη στον «λόφο» βρίσκονται ακόμα υπό την επιρροή του Oppenheimer. Για τον λόγο αυτό δίνουν προτεραιότητα στην κατασκευή καλύτερων ατομικών βομβών, και παραμελούν την βόμβα υδρογόνου. Από αυτή την δυσαρέσκεια του Teller, προέκυψε η ιδέα να ιδρυθεί ένα άλλο εργαστήριο πυρηνικών όπλων, με κέντρο τον Teller, και το οποίο θα ασχολείται αποκλειστικά με τα προβλήματα της θερμοπυρηνικής βόμβας.

Η Αεροπορία στήριξε αυτό το πρόγραμμα, γιατί την εποχή εκείνη, το 1952, ανησυχούσε μήπως χάσει το μονοπώλιο στην χρήση ατομικών βομβών, αναγκαζόμενη να μοιραστεί την ευθύνη, κυρίως με τον στρατό ξηράς. Αφού η «General Advisory Commission» υπό την διεύθυνση του Oppenheimer είχε για πολλοστή φορά απορρίψει την ίδρυση ενός νέου εργαστηρίου, θεωρώντας το περιττό, την παρέκαμψαν εν τέλη το καλοκαίρι του 1952, και αποφάσισαν να ιδρύσουν ένα εργαστήριο το οποίο θα έκανε μελέτες για λογαριασμό του πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας.

Ο τόπος όπου ανεγέρθη το νέο πιλοποιείο (εργαστήριο) ονομαζόταν Livermore. Είχε ιδρυθεί -ειρωνεία της μοίρας- από ένα κουρασμένο βετεράνο που έλαβε μέρος σε ναυμαχίες εναντίον του Ναπολέοντα, και ονομαζόταν Robert Livermore. Όταν λιποτάκτησε στο λιμάνι Monterey από το αγγλικό πλοίο «Colonel Young», και το 1835 ανακάλυψε αυτή την πράσινη κοιλάδα που του θύμισε τοπία της Ιταλίας, αποφάσισε να εγκατασταθεί εκεί. Παντρεύτηκε, έκανε οκτώ παιδιά, και το αγρόκτημα του «Las Positas» γνώρισε μεγάλη άνθιση. Τώρα όμως ήρθανε μπουλντόζες σε αυτό το ειδύλλιο της «χρυσής δύσης». Λίγους μήνες αργότερα είχε κτιστεί το «Thermonuclear Laboratory», του την διεύθυνση ανέλαβε ο Teller, (ο οποίος είχε αναγκαστεί να φύγει από το Los Alamos τον Ιούλιο του 1952), μαζί με τους E.O. Lawrence και Herbert York.

Εν τω μεταξύ, στον «λόφο», τελείωνε η κατασκευή της πρώτης «Super» το Φθινόπωρο του 1952, απουσία του πνευματικού της πατέρα. Ο Marshall Holloway, που διηύθυνε αυτή την τελευταία φάση, διέθετε στο Los Alamos (για τον εξοπλισμό του οποίου, από το 1945, επενδύθηκαν κάπου 250 εκατομμύρια δολάρια, χρήματα που προήλθαν από τους φόρους) τα πιο μοντέρνα μηχανήματα. Αυτά έκαναν πια την πιο επικίνδυνη δουλειά, τον προσδιορισμό της κρίσιμης μάζας (η μικρότερη δυνατή ποσότητα ικανή να εκραγεί) στην καρδιά της βόμβας.

Αυτά τα πειράματα δεν διεξάγονταν πια με τόσο πρωτόγονα μέσα όπως την εποχή του Louis Slotin (Προσδιόρισε την κρίσιμη μάζα για την πρώτη ατομική βόμβα. Για εργαλείο είχε δυο κατσαβίδια με τα οποία έσπρωχνε τα κομμάτια ουρανίου το ένα προς το άλλο. Πέθανε την επόμενη μέρα μετά τον επιτυχή προσδιορισμό της κρίσιμης μάζας). Τώρα δούλευαν με μια τηλεκατευθυνόμενη κατασκευή, «critical assembly», που την έλεγαν «Ιεζάβελ». Βρισκόταν μαζί με δυο παρόμοιες κατασκευές, «Topsy» και «Godiva», σε δυο χαμηλά κτήρια, πίσω από βαριές προστατευτικές πλάκες. Τα κτήρια αυτά ήταν τόσο ραδιενεργά, ώστε η είσοδος ήταν δυνατή μόνο με ιδιαίτερα αυστηρά προστατευτικά μέτρα. Το κέντρο ελέγχου βρισκόταν στο κυρίως εργαστήριο, που βρισκόταν ένα τέταρτο του μιλίου μακρυά από την ζώνη κινδύνου. Αυτό που γινόταν στο εσωτερικό των «Kivas» (ονόμασαν τα κτήρια όπως τα ιερά των ινδιάνων Pueblo), το έβλεπαν πάνω σε μια οθόνη.

Η «βόμβα της κόλασης», που προέκυψε από την συνεργασία του Teller με τον von Neumann, και μερικές εκατοντάδες παθιασμένους επιστήμονες, με τον «MANIAC» και την «Ιεζάβελ», δεν ήταν πραγματική βόμβα που μπορούσαν να την ρίξουν, αλλά μια «θερμοπυρηνική κατασκευή» που ζύγιζε 65 τόνους. Η κατασκευή ήταν τόσο βαριά γιατί το τρίτιο έπρεπε να το διατηρούν σε μια ορισμένη πολύ χαμηλή θερμοκρασία, πράγμα που απαιτούσε ένα πολύπλοκο σύστημα ψύξης.

Στις αρχές Οκτωβρίου του 1952, μαζεύτηκαν στο Atoll Eniwetok, που είχε γίνει μόνιμος τόπος πυρηνικών δοκιμών, (μέχρι το 1918 γερμανική αποικία, μετά το πήραν οι Ιάπωνες) μερικές χιλιάδες επιστήμονες, μηχανικοί δοκιμών, στρατιώτες και μούτσοι, για προετοιμάσουν το «shot» του «Mike». Το θηρίο το εγκατέστησαν στο νησί Elugelab. Βρισκόταν κάτω από ένα προστατευτικό θάλαμο, που σε μερικούς θύμιζε την «kaaba», τον ιερό βράχο στην Μέκκα.

Την νύχτα της 31 Οκτωβρίου έκαναν ένα τελευταίο έλεγχο του προσωπικού. Ο διευθυντής ασφάλειας Roy Reider, απαίτησε να εγκαταλείψουν όλοι τα νησιά και να πάνε στα πλοία που ήταν έτοιμα. Σε τέτοιες δοκιμές έπρεπε να λογαριάζουν με έκρηξη δεκαπλάσια της υπολογισμένης. Στο πείραμα αυτό όμως, έλαβαν υπ’ όψιν και την πιθανότητα ενός υποθαλάσσιου σεισμού. Και ενώ οι συμμετέχοντες βρίσκονταν σε απόσταση μεγαλύτερη των 40 μιλίων από το σημείο όπου θα γινόταν η έκρηξη, μια μικρή ομάδα όπλιζε την βόμβα στο Elugelab. «Αυτοί οι άνδρες ήταν τόσο απομονωμένοι, σαν ομάδα λεπρών, βρίσκονταν όμως σε επικοινωνία με το κέντρο ελέγχου», θυμάται ο Reider. Όταν και αυτοί είχαν μεταφερθεί σε απόσταση ασφαλείας, άρχισε η αντίστροφη μέτρηση, που μετέδιδαν τα μεγάφωνα των πλοίων. Όλα τα μάτια είχαν στραφεί προς την κατεύθυνση από την οποία θα ανέτελλε το φως του πρώτου τεχνητού άστρου που είχε κατασκευάσει ο άνθρωπος.

Tsar Bomba (Царь-бомба) - The World's Most Powerful Nuclear Weapon


 
Συνεχίζεται

Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου