Η λέξη ”πρωτοφανείς” είναι ελάχιστη για να περιγράψει τις κατηγορίες
με τις οποίες βαρύνεται η μεγαλύτερη γερμανική τράπεζα, η Deutsche
Bank.
Τρεις πρώην, πλέον, υπάλληλοι της κατήγγειλαν πριν από 2,5 χρόνια την
Deutsche Bank πως εξαφάνισε με λογιστικά μαγειρέματα ζημίες 12
δισεκατομμυρίων δολαρίων που προέκυψαν από γιγαντιαίο τζογάρισμα της
Deutsche Bank σε παράγωγα αξίας, κρατηθείτε, 130 δισεκατομμυρίων
δολαρίων!
Το κόλπο μάλιστα έγινε μεσούσης της κρίσης στις αγορές, δηλαδή από το 2007 εως το 2009.
Ουσιαστικά φέρεται η Deutsche Bank να απέκρυψε τις ζημίες των 12 δις
για να μην τρομοκρατηθούν και φύγουν οι επενδυτές της που είχαν μπει σε
παράγωγα αξίας 130 δις.
Και βέβαια ο λόγος της, εαν αποδειχτεί, απάτης είναι απλός, να
αποφύγει δηλαδή η Deutsche Bank το να καταφύγει στην γερμανική κυβέρνηση
για τη διάσωση της.
Και βέβαια προκύπτει ένα θεμελιώδες ερώτημα.
Εαν αποδειχθεί τραπεζική απάτη από την Deutsche Bank θα τολμήσουν οι
Μέρκελ, Σόιμπλε και Ντάισενμπλουμ να προχωρήσουν σε διάσωση της με
κούρεμα καταθέσεων όπως έκαναν στις Κυπριακές Τράπεζες για απείρως
μικρότερο ποσό;
Διαβάστε πως, οι κατά τ’ άλλα ”αδιάφθοροι”, Γερμανοί φέρεται να
έστησαν το παιχνίδι, σε ένα ιδιαίτερα αποκαλυπτικό άρθρο των Financial
Times που πρώτοι το ανέδειξαν από το Δεκέμβριο.
Ο τίτλος του άρθρου είναι: Deutsche Bank: Στο μικροσκόπιο της Βuba
”Η Bundesbank ξεκίνησε έρευνα για τις κατηγορίες ότι η Deutsche Bank
έκρυψε ζημίες δισεκατομμυρίων δολαρίων από πιστωτικά παράγωγα κατά τη
διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης, σύμφωνα με καλά πληροφορημένες
πηγές.
Οι επιθεωρητές της γερμανικής κεντρικής τράπεζας έχουν προγραμματίσει
να μεταβούν στην Νέα Υόρκη την επόμενη εβδομάδα, στο πλαίσιο έρευνας
για τις καταγγελίες ότι η υποτίμηση της αξίας πιστωτικών παραγώγων
επέτρεψε στην Deutsche Bank να κρύψει ως και $12 δισ. σε ζημίες,
βοηθώντας την να αποφύγει μια διάσωση από την κυβέρνηση.
Σχεδιάζουν να υποβάλλουν ερωτήσεις σε ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένων
πρώην υπαλλήλων, οι οποίοι έχουν γνώση των συναλλαγών της Deutsche Bank
σε σύνθετα πιστωτικά παράγωγα – γνωστά και ως “leveraged super senior
trades” – από το 2006 ως το 2009.
Η έρευνα της Bundesbank ανοίγει ένα νέο μέτωπο στην εξιχνίαση της
υπόθεσης. Η SEC είναι μεταξύ των ρυθμιστικών αρχών που διερευνούν τις
καταγγελίες, που αναφέρθηκαν το Δεκέμβριο στους Financial Times.
H Deutsche Bank έχει αρνηθεί τις κατηγορίες. Την Τετάρτη η τράπεζα
επανέλαβε ότι οι καταγγελίες “έχουν γίνει εδώ και πάνω από δυόμιση
χρόνια” και “αποτελέσαν το αντικείμενο προσεχτικής και ενδελεχούς”
έρευνας νομικής εταιρείας, η οποία τις βρήκε “εντελώς ανυπόστατες”.
“Επιπλέον, η έρευνα αποκάλυψε ότι οι κατηγορίες αυτές προέρχονται από
ανθρώπους χωρίς ευθύνη ή προσωπική γνώση βασικών δεδομένων και
πληροφοριών” σημείωσε η Deutsche Bank. “Συνεργαζόμαστε και θα
συνεχίσουμε να συνεργαζόμαστε πλήρως με τις ρυθμιστικές μας αρχές στο
ζήτημα αυτό”.
Τρεις υπάλληλοι προσέγγισαν την SEC με κατηγορίες ότι η τράπεζα
υποτίμησε μια γιγαντιαία θέση σε παράγωγα, ονομαστικής αξίας $ 130 δισ.
Ισχυρίστηκαν ότι οι traders της τράπεζας – με γνώση των ανώτατων
στελεχών – απέφυγαν να καταγράψουν “mark – to – market” ζημίες κατά τη
διάρκεια της αναταραχής στις πιστωτικές αγορές το 2007 – 2009.
Οι καταγγέλλοντες, στους οποίους περιλαμβάνονται ο Eric Ben – Artzi,
διαχειριστής ρίσκου και ο Matthew Simpson, υψηλόβαθμος trader,
ισχυρίστηκαν ότι η τράπεζα υποτίμησε τις θέσεις γιατί παρέβλεψε να
σημειώσει τις απώλειες που αντιμετώπισε όταν επιδεινώθηκαν οι συνθήκες
στην αγορά.
Τα “leveraged super senior trades” είχαν σχεδιαστεί έτσι ώστε να
αντανακλούν την κορυφαία ή “super senior” δεσμίδα των τιτλοποιημένων
δανείων. Οι αντισυμβαλλόμενοι της Deutsche Bank πουλούσαν πιστωτική
προστασία πάνω σε μια δεξαμενή αξιόπιστων εταιρειών.
Η Deutsche Bank πλήρωνε μερικές μονάδες βάσης για αυτήν την προστασία.
Η συναλλαγή ήταν “μοχλευμένη” (leveraged) γιατί σε ένα deal $ 1 δισ.
οι επενδυτές συμμετείχαν μόνο με $ 100 εκατ. σε collateral και είχαν το
δικαίωμα να αποχωρήσουν χωρίς να τοποθετήσουν κάτι περισσότερο.
Οι αναφορές των πρώην υπαλλήλων στις ρυθμιστικές αρχές βασίζονταν σε διαφορετικές αιτιάσεις.
Το κοινό στοιχείο ήταν ο ισχυρισμός ότι η Deutsche Bank κατέγραφε
κέρδη στις επιτυχημένες συναλλαγές αλλά απέφευγε να καταγράψει τις
ζημίες λόγω του αυξημένου κινδύνου να επιλέξουν οι αντισυμβαλλόμενοι να
αποχωρήσουν παρά να πληρώσουν την ασφάλεια. Το ρίσκο είναι γνωστό ως
“gap option”.
Η Bundesbank αρνήθηκε να σχολιάσει”.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου