Συνέχεια απο : Κυριακή 21 Ιουλίου 2013
Για να κατανοήσουμε πληρέστερα την Δυτική Θεολογία του χρίσματος
Για να τοποθετήσουμε και να κατανοήσουμε
καλύτερα τις τάσεις της συγχρόνου Χριστολογίας θα προσπαθήσουμε να περιγράψουμε
δύο ρεύματα σκέψης, ένα που ανεπτύχθη στους κόλπους της καθολικής Θεολογίας και
ένα άλλο στο εσωτερικό της προτεσταντικής Θεολογίας.
Για να κατανοήσουμε πληρέστερα την Δυτική Θεολογία του χρίσματος
VINCENZO CAPORALE.
ΙΣΤΟΡΙΚΗ
ΓΕΝΕΣΗ ΤΗΣ ΜΟΝΤΕΡΝΑΣ ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΑΣ.
Μπορούμε να πούμε πώς η γέννηση της νέας Χριστολογίας
φέρει το σημείο μίας διπλής αντίδρασης: από το ένα μέρος αντίδραση εναντίον της
μεθόδου της φιλελεύθερης προτεσταντικής κριτικής και από το άλλο αντίδραση
ενάντια στην απαγωγική μέθοδο της καθολικής Θεολογίας.
Η ΣΤΡΟΦΗ ΤΗΣ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΚΗΣ ΧΡΙΣΤΟΛΟΓΙΑΣ.
Η φιλελεύθερη σχολή είχε την απαίτηση να
οικοδομήσει την Χριστολογία με ιστορικο-θετικιστική μέθοδο, αφήνοντας κατά
μέρος την υπερβατικότητα της πίστεως. Η εικόνα του Χριστού που προέκυψε από τον
φιλελευθερισμό ήταν μία επιστημονική αφαίρεση, αντικειμενική και ουδέτερη, πάνω
στην οποία -γινόταν η σκέψη- μπορούσε με σιγουριά να ακουμπήσει η πίστη. Στην πραγματικότητα
ήταν ανίκανη να προτείνει τον αυθεντικό Χριστό της σωτηρίας.
Στις αρχές όμως του αιώνος μας μία μεταστροφή
των ερευνών ρίχνει νέο φώς στην Χριστολογική προβληματική. Ο Martin Kahler, ο Julius Wellhausen, o Albert Schweitzer φτάνουν στο
συμπέρασμα πώς δεν υπάρχει η παραμικρή ελπίδα να επανασυσταθεί η Χριστολογία
στην βάση της ιστορικής μεθόδου, διότι τα Ευαγγέλια δεν είναι ιστορικές
μαρτυρίες για τον Ιησού, αλλά μόνον μαρτυρίες της πρώτης Εκκλησίας. Ενώ ο
αυθεντικός Χριστός είναι εκείνος του κηρύγματος, τον οποίο μπορούμε να συναντήσουμε
και εμείς σήμερα στο κήρυγμα. Η φιλελεύθερη θεολογία παίρνει την χαριστική βολή
από τον Karl Barth ο οποίος στα 1919 δημοσιεύει το
κείμενο του «Επιστολή προς Ρωμαίους». Σε κάθε ιστορική έρευνα πάνω στον Ιησού,
παρουσιαζόμενο σαν ένα ηθικό και θρησκευτικό ιδεώδες στην ανθρωπότητα,
αντιθέτει την απόλυτη υπερβατικότητα του λόγου τού Θεού και της πίστεως. Μόνον
ο ίδιος ο Λόγος του Θεού, μέσω της Γραφής και το κήρυγμα της Εκκλησίας,
συμβουλεύει τον άνθρωπο. Η πίστη δεν μπορεί να θεμελιωθεί στην ανθρώπινη
ιστορική έρευνα.
Ο R. Bultmann μεταλλάσσει από τον
Μπάρτ την διαλεκτική τού λόγου και της απαντήσεως και προσπαθεί να την εκφράσει
μέσα στις υπαρξιακές κατηγορίες της φιλοσοφίας του Χάϊντεγκερ, απομακρυνόμενος από τόν Μπάρτ. Ο Χάιντεγκερ στην υπαρξιακή
του φιλοσοφία αναλύει την ίδια την δομή του ανθρώπινου Είναι: Ο άνθρωπος είναι
το όν που έχει την δύναμη να αυτοκαθορισθεί «αποφασίζοντας» ελεύθερα να
συλλάβει την ύπαρξή του, μ’έναν τρόπο ή με κάποιον άλλο, απέναντι στον θάνατο.
Η ουσία του ανθρώπου λοιπόν συνίσταται στην
απόφαση : «η αξία του ανθρώπου για τον Ιησού δεν καθορίζεται από οποιαδήποτε
ανθρώπινη ποιότητα ή από την ικανότητα της ψυχικής του ζωής, αλλά αποκλειστικά από
τον τρόπο της αποφάσεως του, δηλαδή πώς αποφασίζει να είναι η ύπαρξή του, εδώ
και τώρα. Ο Ιησούς βλέπει λοιπόν τον άνθρωπο σαν κάποιον που βρίσκεται εδώ και τώρα
στην απόφασί του, με την δυνατότητα να καθοριστεί μέσω της ελεύθερης πράξης του.
Μόνον αυτό που πραγματοποιεί ο άνθρωπος τώρα τού δίνει την αξία του. Και αυτή η
κατάσταση της αποφάσεως προκύπτει για τον άνθρωπο από το γεγονός πώς το
μελλοντικό βασίλειο του Θεού πέφτει πάνω του και τον σφραγίζει» (Μπούλτμαν, ο
Ιησούς).
Το κήρυγμα λοιπόν διαπερνά τον άνθρωπο
προτείνοντας του μία καινούργια δυνατότητα να συλλάβει την ύπαρξί του μπρός
στον Θεό, να αποφασίσει με την πίστη γι’αυτή την νέα ύπαρξη εν Κυρίω, δηλαδή να
αναγνωρίσει πώς η σωτηρία μας προσφέρεται από τον Θεό στον Ιησού Χριστό, και πιο
συγκεκριμένα στον θάνατό του, και στην ανάστασή του, σαν το νόημα του θανάτου!
Τοιουτοτρόπως ο άνθρωπος εισέρχεται στην
αυθεντική ύπαρξη. Επομένως όλα όσα μπορούμε να γνωρίσουμε από την άποψη της ιστορίας
και της βιογραφίας σχετικά με τον Ιησού, έχει πολύ μικρή ή καμμία σπουδαιότητα
για την πίστη μας, μπορούν να είναι μόνον μία χρήσιμη ευκαιρία να κατανοήσουμε
την νέα ύπαρξη που είναι η πίστη. Δηλαδή η Χριστολογία λύνεται και χάνεται σ’αυτή
την νέα «κατανόηση της υπάρξεως».
Με τον Μπούλτμαν καταρρέει το ιδεώδες της δυνατότητος
μίας καθαρά αντικειμενικής ανάγνωσης της Γραφής και παίρνει την θέση του η
ανθρώπινη υποκειμενικότης. Η προσοχή μετατίθεται πλέον στην αποκάλυψη, στην
ενέργεια του Θεού στον Χριστό, και στην σφραγίδα που εντυπώνει πάνω στην ύπαρξη
του ανθρώπου [ας προσέξουμε ότι το σφράγισμα του Αντιχρίστου που έρχεται,
ριζώνει στο χρίσμα που υποτίθεται δέχθηκε ο Χριστός στην Βάπτιση του. Στο γεγονός
δηλαδή ότι δεν αποκάλυψε η Αγία Τριάδα πώς ο Ιησούς Χριστός είναι ο
αναμενόμενος από τον Εβραϊκό λαό Μεσσίας, αλλά του έδωσε το Άγιο Πνεύμα ίσως
ολόκληρο εκείνη την στιγμή το οποίο τον ανέστησε στην συνέχεια. Με τον
υπαρξισμό του Χάϊντεγκερ, του Ζηζιούλα και του Γιανναρά και την μεταφορά τών
πάντων στο ΕΔΩ και ΤΩΡΑ, το σφράγισμα του Αντιχρίστου που θα βοηθήσει την
επιβίωση μας ΕΔΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ, είναι η πρόοδος του χρίσματος. Το Dasein ολοκληρώνει
την ταυτότητα του με το σφράγισμα].
Δεν πρόκειται για μία μετάδοση μίας διδασκαλίας,
για την αναμετάδοση γεγονότων, αλλά για την εννοιολόγηση της ανθρώπινης
καταστάσεως, της δυνατότητος και της πραγματικότητος τής βιωμένης του υπάρξεως….Όταν
Εγώ ανακρίνω ένα κείμενο, είμαι εγώ ο ίδιος που ανακρίνομαι. Όλα μειώνονται σ’αυτό
που σημαίνει ο Χριστός για τον άνθρωπο, στην συνείδησή που αποκτά ο άνθρωπος
του εαυτού του, μπροστά στον Θεό εν Κυρίω, στην αυτογνωσία τού ανθρώπου σαν
υπάρξεως της πίστεως, στον Χριστό.
Αυτή όμως είναι μία συζήτηση μεθόδου, η οποία δεν
αφορά μόνον την Χριστολογία αλλά καλύπτει ολόκληρη την Θεολογία (και την
Καθολική επίσης), καθότι αναδεικνύει το ξεπέρασμα της φιλελεύθερης μεθόδου
ερμηνείας. Επιθυμούμε να πάμε πέραν της απλής φιλολογίας, του άγονου
επιστημονισμού του ακαδημαϊκού Θετικισμού. Εκείνο που θέλουμε είναι μία
δογματική εξήγηση, θεολογική, σοβαρή και εν τέλει Χριστοκεντρική.
Ανεξαρτήτως της σφοδρής κριτικής που δέχθηκαν
οι θέσεις του Μπούλτμαν, η ουσία της έρευνας του σημαδεύει ένα σημείο της Χριστολογίας
από το οποίο δεν υπάρχει επιστροφή.
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.
Αυτο που λενε αυτοι οι 3 κυριοι οτι τα ευαγγελια δεν ειναι αυθεντικες μαρτυριες αλλα διηγησεις της πρωτης εκκλησιας ειναι το κλειδι για να κατανοησει καποιος τον σημερινο χριστιανισμο κυριως των διαμαρτυρομενων αλλα που μεταδοθηκε και σε μας . Ενοουν δηλαδη πολυ απλα οτι ολες οι διηγησεις ειναι παραφουσκωμενες ιστοριες απο στομα σε στομα και που φαντασιοπληκτοι τις διογκωσαν . Αυτο ενοουν . Οποιος εχει δει αγγλοαμερικανικα ντοκυμαντερ που παιζουν τα καναλια μεηαλη εβδομαδα και που μιλουν προτεσταντες καθηγητες θεολογιας αυτο λενε . Προφανως τα ελληνικα καναλια τα παιζουν Μεγαλη εβδομαδα προς τονωση του ορθοδοξου αισθηματος . Α.Μ
ΑπάντησηΔιαγραφή