Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ
ΦΛΩΡΟΦΣΚΥ.
Και ενώ το μόνο Θεολογικό αξίωμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας του
Κυρίου είναι: εξουθένωσε την λογική σου, και ενώ διαθέτουμε δασκάλους και
Θεολόγους που ανήκουν στην Πατερική μας παράδοση, όπως τους Γέροντες του αιώνος
μας και τους Σιλουανό και Σωφρόνιο μαζί με τους μαθητές τους, τα καλύτερα
πνεύματα της Ορθοδοξίας κατασπαράσσονται μεταξύ τους, συνεχίζοντας την ατέρμονη
διαμάχη του Φλωρόφσκυ με τον Μπουλγκάκοφ, για τα μάτια του Σολόβιεφ.
Ο Φλωρόφσκυ, κήρυξε την επιστροφή στους Έλληνες Πατέρες για
την Σωτηρία της Θεολογίας και ταυτοχρόνως εργάστηκε με ζήλο για την δημιουργία
μίας μετα-πατερικής Θεολογίας που εκμηδένισε απολύτως την ιδέα της σωτηρίας.
Τελικώς χρησιμοποίησε τους Πατέρες για την υπεράσπιση των ιδεών του, για να
νικήσει στην διαμάχη, σαν δικηγόρος υπεράσπισης τού εαυτού του στο δικαστήριο που έστησε,
ενάντια στον Μπουλγκάκοφ. Όπως κάνουν όλοι οι σημερινοί Θεολόγοι, οι κατά
φαντασίαν Χριστιανοί, οι «χαρισματούχοι» της λογικής, υπερασπιζόμενοι τον εαυτό
τους.
Στο περιοδικό ΘΕΟΛΟΓΙΑ (Τόμος 84, Τεύχος 1, Ιανουάριος-Μάρτιος 2013), που διευθύνεται από τον Γιαγκάζογλου,
κυκλοφόρησε το κείμενο ενός Brandon Gallaher το οποίο επανεξετάζει την
Νέο-Πατερική σύνθεση του Φλωρόφσκυ. Αυτό το κείμενο μας αποκαλύπτει και την
σκοτεινή προαίρεση του μεγαλύτερου Θεολόγου του 20ού αιώνος. Έναν τίτλο που
κληρονόμησε και ο μαθητής του ο Ζηζιούλας. Σήμερα έχουμε την χαρά να διαθέτουμε
ξεχωριστούς διαδόχους των Αποστόλων και ξεχωριστούς διαδόχους των Θεολόγων. Ο
Ζηζιούλας είναι ο πρώτος που δοκίμασε την ενότητα αυτής της διαιρέσεως, χωρίς
να συνειδητοποιεί ακριβώς πώς η ενότης δεν διασπάσθηκε ποτέ και την διαθέτουμε,
σε διαφορετικούς βαθμούς, στα πρόσωπα του Σιλουανού και του Σωφρόνιου π.χ.
σήμερα. Όπως χθές στον Παλαμά και στον Άγιο Συμεών. Μαθαίνουμε λοιπόν πώς η
Θεολογία του Φλωρόφσκυ (Florovsky) σφυρηλατήθηκε κατά την ανάμειξη του σε δύο έριδες με τον
Μπουλγκάκοφ (Boulgakov). Το 1933 περίπου είπε πώς η διακοινωνία (intercommunion) δεν αποτελεί την μοναδική οδό
προόδου. Αντίθετα πρόκειται για ένα αδιέξοδο, από το οποίο δεν υπάρχει διαφυγή
[έχει ξανακουστεί τέτοιος Θεϊκός λόγος;] και το 1935-37, ακολούθησε η έριδα
σχετικά με την Σοφιολογία [Την υπέρτατη ύβρι των Ρώσων που προσπαθούν να
ματαιώσουν τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά αλλά θα ασχοληθούμε με την κακοδοξία αυτή στην
συνέχεια]. Η σοφία για τον Μπουλγκάκοφ είναι ένα ζωντανό όν, αντικείμενο της
Θείας αγάπης, που αγαπά με την σειρά της τον Θεό. Διαθέτει μία προσωπικότητα,
δηλαδή μία υπόσταση, αλλά παρ’ότι είναι Θεία, δεν μετέχει της ενδοθεϊκής ζωής,
δεν είναι Θεός [Είδαμε την Σοφία αυτή να αναπτύσσεται από τον Pannikar σαν Θεότης, της νέα θρησκείας, που
γεννιέται από τους διαλόγους]. Δεν είναι στο ίδιο επίπεδο των τριών Θείων
υποστάσεων αλλά είναι μία ειδική υπόσταση μίας άλλης τάξεως, ένα είδος τέταρτης
υποστάσεως. Η διαφορά ανάμεσα στον Θεό και στην Σοφία είναι η αιωνιότης στην
οποία μετέχει, χωρίς να την κατέχει κατ’ουσίαν. (Είναι το μεταξύ του Πλάτωνος). Η Σοφία είναι ένα τρίτο στοιχείο που βρίσκεται ανάμεσα στον κόσμο και την
Τριάδα, ένα ιδιαίτερο και αληθινό ανεξάρτητο πρόσωπο που υφίσταται καθ’αυτό,
ταυτισμένη μερικές φορές με μία Θεά και άλλες με το «Αιώνιο Θήλυ».
Αυτή η σοφία είναι το αντικείμενο της Θέας του Θεού, της
δόξας, που προσφέρει την Θέωση. [Είναι και η Θεοποιός άκτιστη ενέργεια του
Ρωμανίδη]. Η Θέα αυτή και κατά τον Φλωρόφσκυ πλέον, ο οποίος άλλαξε τα ονόματά
που χρησιμοποίησε ο Μπουλγκάκοφ, χωρίς να αλλάξει το περιεχόμενο τους, γεννά
μία Καθολική συνείδηση, σύμφωνα με την οποία κατακτάται η ενότητα των πολλών
και αντανακλά την ενότητα της Αγίας Τριάδος. Αυτή η ενότης, η Sobornost ή καθολικότης είναι ο ορισμός της
Εκκλησίας. Στην Ελλάδα είναι γνωστή σαν Σύναξη. Είναι μία πληρότητα,
ακεραιότητα, συνοδικότητα και ενότητα στην ποικιλία. Αυτή η ενότης
διαμεσολαβείται σε εμάς μέσω της ζώσας παράδοσης, σαν μία δημιουργική κίνηση
του πνεύματος που δρά στην εμπειρία της Εκκλησίας, από το Υπερώο μέχρι σήμερα (Περιοδικό Θεολογία, σελ. 62).
Είναι έννοιες που χρησιμοποίησε πρώτος ο Αλέξεϊ Χομιακόφ (Aleksei Khomiakov) - από τους βασικούς
συντελεστές της Β' Βατικάνειας συνόδου.
Αυτή η καθολικότητα αποτελεί μία τελειότητα στη ζωή της
Χάριτος (sobornost), στην οποία οι Χριστιανοί βρίσκονται σε αδιάσπαστη ενότητα
κοινής ζωής και αγάπης με τους συνανθρώπους τους, αντανακλώντας την Αγία Τριάδα.
Μία τέτοια ενότητα γεμάτη από χάρη συνιστά μία κλήση προς όλους τους
Χριστιανούς. Οι Χριστιανοί καλούνται στην ένδοξο αυτή ελευθερία, προκειμένου να
μετέχουν στην Εκκλησιοποίηση της ίδιας τους της ύπαρξης. Κάθε Χριστιανός
καλείται να αγαπά ελεύθερα τον πλησίον του όπως τον εαυτό του, απαρνούμενος τον
εαυτό του. Ο εαυτός αντανακλάται ακέραια στον Άλλον [πώς χάνεται τότε ο εαυτός;
ξαναβρίσκεται μάλλον Θεοποιημένος], επειδή μέσα από τον Άλλον ανταποκρίνεται
ελεύθερα στον ίδιο τον Χριστό [χωρίς τόν Χριστό].
Η Χριστιανική ζωή είναι η ελεύθερη καλλιέργεια της
Εκκλησιαστικής συνείδησης μέσα στην ιστορία, καθώς με την εν Χριστώ πίστη
εσωκλείουμε τους πολλούς μέσα στον εαυτό μας, εικονίζοντας την Αγία Τριάδα στην
οποία οι πολλοί γίνονται ένας. [Η Ορθόδοξη αυτοσυνειδησία. Γιατί δεν είναι μία
ακόμη έπαρση; Δεν είναι ξεκάθαρο]. Αυτή η Εκκλησιαστική γνώση του Θεού
αποκαλύπτεται σε κάθε Χριστιανό μέσα στην σιωπή της πίστης, στην σιωπή της
Θέας. Αυτή η εμπειρία της σιωπηλής πίστης, η Θέα αυτής της πίστης μέσα στην
οποία η αλήθεια γίνεται δεκτή είναι αυτό που οι Ρομαντικοί αποκαλούσαν νοερή
διαίσθηση ή αίσθημα. Μία συμπαγής ενότητα στην σκέψη και τα αισθήματα. Ο
Φλωρόφσκυ μετάλλαξε την ρομαντική έννοια της δημιουργικότητος ως υπέρλογης και
ημι-αποκαλυπτικής διαίσθησης, σε καθολικότητα (Περιοδικό Θεολογία, σελ. 63-66).
Αυτή η πίστη αντλείται από τον Σολόβιεφ και είναι μία
οξυδερκής ματιά στην ύπαρξη, παρόμοια με την διαίσθηση του Μπερξόν, και
προέρχεται από τον Σέλλινγκ (Schelling). Πρόκειται λοιπόν για μία Εκκλησιολογία η οποία
διαμορφώθηκε στην βάση ιδεών δανεισμένων από το ρομαντικό ιδεαλισμό, ο οποίος
στην συνέχεια συμπληρώθηκε με Θεολογικές
ιδέες παρμένες από τους Πατέρες της Εκκλησίας.
Η αρχή της καθολικότητας, η Σλαβόφιλη Sobornost και η Νέο-ορθόδοξη Σύναξη, είναι το
πνεύμα/ενότητα. Ακολουθεί το Απόλυτο του Σέλλινγκ, στον οποίο το ιδανικό και το
πραγματικό ταυτίζονται. Το απόλυτο μέσω της αυτό-αποκάλυψης τού πνεύματος,
εισχωρεί στην χώρα του πραγματικού, στην ιστορία, μέσα σε μία ριζοσπαστική
ελευθερία σαν το εξελισσόμενο ιδεώδες, το πνεύμα. Αυτή η αυτό-αποκάλυψη του
πνεύματος ολοκληρώνεται στον Ιησού Χριστό και γίνεται αντιληπτή όχι μόνο από
τις μεγάλες θρησκείες του κόσμου, αλλά ειδικά από την ιστορική εμπειρία των
Εκκλησιών (Περ. Θεολογία, σελ. 75).
Από εδώ ξεκινά η κακοδοξία του Φλωρόφσκυ. Ενώ καμία έννοια
από όσες χρησιμοποιήθηκαν μέχρι στιγμής, δεν αναφέρεται στο πνεύμα της
Αληθείας, ο Φλωρόφσκυ διατείνεται πώς σε όλα αυτά τα δάνεια από την φιλοσοφία
του Σέλλινγκ δεν υπάρχει «παν-ενότητα». Φυσική, δηλαδή ακούσια, αλλά αντιθέτως
το Φυσικό όν περιέχει την διαίρεση, τον διαχωρισμό και τον Εγωϊσμό. Δηλαδή
διατείνεται ότι ο Γερμανικός ιδεαλισμός κατανοεί την τραγικότητα της ιστορίας,
δηλαδή την Ελευθερία που επιτρέπει στο άτομο να αμαρτήσει [Αυτή είναι η διαφορά
της Δύσεως από την Ελληνική και Πατερική της κληρονομιά. Η ελευθερία επιτρέπει
την αμαρτία. Και η ίδια ελευθερία επιτρέπει και την σωτηρία! Διότι αμαρτία σημαίνει
περιορισμός της ελευθερίας και ζωή σημαίνει απελευθέρωση της ελευθερίας. Η
ελευθερία είναι η ουσία του ανθρώπου, την οποία καλείται να ζήσει χωρίς
περιορισμούς ηθικής τάξεως, βάσει του ορισμού της, όπως και ο Άσωτος της
παραβολής του Κυρίου]. Αντιθέτως η αιτιοκρατία, η οποία επιβεβαιώνει την ατομική
ύπαρξη, σαν το μόνο Φυσικό πράγμα, επιτρέπει την αίρεση και είναι το θεμέλιο
κάθε αιρέσεως, διότι αναδεικνύει έναν φυσικό εγωϊσμό, ο οποίος πρέπει να εξασφαλίζει
την απρόσκοπτη πρόοδο της αιτιοκρατίας ακριβώς. Η υπέρβαση του Φυσικού εγωϊσμού
που δίνει την ανθρώπινη ακεραιότητα πραγματώνεται αποκλειστικά κατά την ημέρα της
πεντηκοστής, εν Αγίω πνεύματι. Η Εκκλησία αποτελεί το έργο του πνεύματος.
Αυτή η υπέρβαση όμως στηρίζεται σε μία αυτό-φανερωμένη
υποκειμενικότητα, στην οποία η ενότητα αποτελεί την εξελισσόμενη οργανική
ταυτότητα του Θεού εν πνεύματι, μέσα στην Εκκλησία. Προκειμένου αυτή η
πραγματικότης να γίνει συγκεκριμένη, αποκτά ύπαρξη μέσα σε μία ιδιαίτερη μορφή
εσωτερικής πνευματικής ζωής ή εσώτερης ενότητας της ζωής, η οποία είναι μία
Χριστιανική πίστη συνείδηση ή αυθεντική συνείδηση της Εκκλησίας. Έτσι όλοι οι
πιστοί δεν έχουν μόνο μία πίστη αλλά και μία συνείδηση.
Η κοινή συνείδηση όμως δεν αναιρεί την ιδιαίτερη
προσωπικότητα τού κάθε ατόμου, επειδή είναι η μία δύναμη του πνεύματος που μας μορφώνει
όλους σε μία ύπαρξη μέσα στην Εκκλησία, ενώ το κάθε πρόσωπο χωριστά, μέσω της άμεσης
θεωρίας πρέπει να κάνει δική του την εμπειρία της Εκκλησίας, να αναπτύξει την
Χριστιανική γνώση μέσα στον εξαγιασμένο νού [στο υποκείμενο πλέον].
Αυτή η εσώτερη ποιότητα της Χριστιανικής ζωής, το πνεύμα που
ζεί σιωπηλά ανάμεσα στους πιστούς, αναζητά να εκφραστεί και να αποκαλυφθεί
καθεαυτή, όπως στον Σέλλινγκ το Απόλυτο αποκαλύπτει τον εαυτό του μέσω του
πνεύματος, στο πραγματικό, δηλαδή στην ιστορία. Επειδή το πνεύμα ζωογονεί τη συνείδηση
των προσώπων μέσα στην Εκκλησία, το δόγμα αρχικά γεννάται σιωπηλά στην ατομική
Χριστιανική συνείδηση και στην συνέχεια διακηρύσσεται. Η «παράδοση» ή η «ζώσα
παράδοση», αποτελεί τον αποκαλυπτόμενο
λόγο του πνεύματος. Είναι η ζωή και η δύναμη που εμποτίζει το Σώμα και
αρθρώθηκε αρχικά και συνεχίζει να αναπτύσσεται μέσα στην Εκκλησία μ’έναν
ζωντανό τρόπο, στην ομολογία της Εκκλησίας αλλά και όσων μετέχουν σ’αυτή από την
εποχή των Αποστόλων.
(Συνεχίζεται)
Αυτή είναι η "νέα Εκκλησία". Η "εμπειρική", που δεν εξαρτάται
πλέον από την Αγιότητα που στηρίζεται στο υποκείμενο. Και το Άγιο Πνεύμα
ταυτίζεται με το ανθρώπινο πνεύμα. Ο κλήρος παίζει εδώ τον πρώτο λόγο διότι
αυτό που περιγράφεται είναι η πείρα ή η γνώση ή η δημιουργία ενός εκκλησιαστικού
Εγώ από την συνεχή παρουσία και εμπειρία της Εκκλησιαστικής ζωής, της στρατευμένης
Εκκλησιαστικής ζωής, που ποτίζεται διαρκώς από την Χάρη του Θεού που υπάρχει
μέσα στην "Εκκλησία". Η "Εκκλησία" αυτή, η στρατευμένη, μπαίνει στο αίμα μας
σιγά-σιγά, ενσαρκώνεται. Η "Εκκλησία" ενσαρκώνεται πλέον και όχι ο Κύριος. Και η "Εκκλησία" γίνεται μία τέταρτη υπόσταση, όπως και η Σοφία του Μπουλγκάκοφ.
Υπάρχουν δύο τρόποι υποκειμενοποιήσεως της Εκκλησίας. Μέσω της
υποκειμενοποιήσεως των κανόνων, δηλαδή ο τρόπος του Καθολικισμού. Αυτός ο τρόπος
διδάχθηκε από τις οργανώσεις. Και η απελευθέρωση από τους κανόνες, και την
ιεραρχία που μορφοποιεί τους Κανόνες. Ο προτεσταντικός τρόπος.
ΑΥΤΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΝΕΟ ΔΟΓΜΑ.
Η Εκκλησία του Κυρίου, των Αγίων αποκαλύπτεται στις περιπέτειες
ενός προσκυνητού και βασίζεται στην παραβολή του σπορέως.
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου