του Γιάννη
Ξένου από τη Ρήξη φ. 96 που κυκλοφορεί
Με τρόπο ανέλπιστο και άκρως αρνητικό για την Ελλάδα, η χώρα μας βρίσκεται στο επίκεντρο της προεκλογικής μάχης της Γερμανίας. Όλα τα κόμματα, από τους χριστιανοδημοκράτες ως την αριστερά του Ντι Λίνκε νιώθουν την υποχρέωση να ασκήσουν σκληρή κριτική στην Ελλάδα και να προτείνουν ένα σχέδιο «διάσωσής» της για να ικανοποιήσουν τους ψηφοφόρους τους.
Με τρόπο ανέλπιστο και άκρως αρνητικό για την Ελλάδα, η χώρα μας βρίσκεται στο επίκεντρο της προεκλογικής μάχης της Γερμανίας. Όλα τα κόμματα, από τους χριστιανοδημοκράτες ως την αριστερά του Ντι Λίνκε νιώθουν την υποχρέωση να ασκήσουν σκληρή κριτική στην Ελλάδα και να προτείνουν ένα σχέδιο «διάσωσής» της για να ικανοποιήσουν τους ψηφοφόρους τους.
Και δείχνει πολλά, για το σύνδρομο υστερίας που έχει καταλάβει τη Γερμανία σχετικά με την Ελλάδα, ότι το σημαντικότερο ζήτημα που απασχολεί προεκλογικά την ισχυρότερη ευρωπαϊκή χώρα και τη δεύτερη ισχυρότερη εξαγωγική οικονομία του πλανήτη είναι η μικρή, χρεοκοπημένη, απαξιωμένη και λοιδορούμενη Ελλάδα. Φαίνεται τη Γερμανία να την καταλαμβάνει μια υστερία με τους Έλληνες, που σε πολλά σημεία μοιάζει με την υστερία που τους είχε καταλάβει τη δεκαετία του ’30 με τους Εβραίους. Τότε ο Κρούπ και οι υπόλοιποι Γερμανοί βιομήχανοι ήθελαν να βγάλουν από τη μέση τους Εβραίους ανταγωνιστές τους και ενίσχυαν με κάθε μέσο τον εθνικοσοσιαλιστικό αντισημιτισμό. Τώρα, στοχοποιώντας τους Έλληνες, η Γερμανία κρύβει το τεράστιο άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ πλουσίων και φτωχών που διευρύνεται στη Γερμανία τα τελευταία χρόνια. Αντί η συζήτηση να εστιάζεται σε πολιτικές αναδιανομής του πλούτου και συμμετοχής σε αυτόν και των γερμανικών μαζών, εντέχνως περιστρέφεται στο ότι οι Γερμανοί φορολογούμενοι και πάλι θα κληθούν να πληρώσουν για τους «τεμπέληδες» Έλληνες, ενώ είναι πια γνωστό ότι η Γερμανία από την κρίση έχει κερδίσει δεκάδες δισεκατομμύρια.
Έχει αξία όμως να παρακολουθήσουμε αυτήν τη σταυροφορία που διεξάγεται κατά της Ελλάδας τις τελευταίες εβδομάδες στη Γερμανία, μέσα από δηλώσεις Γερμανών πολιτικών. Την Ελλάδα στο επίκεντρο της διαμάχης την έφεραν οι Σοσιαλδημοκράτες στο δεύτερο δεκαήμερο του Αυγούστου, σε μια απέλπιδα προσπάθειά τους να στριμώξουν τη Μέρκελ και να μειώσουν τη διαφορά τους από τους Χριστιανοδημοκράτες. Βασικό τους επιχείρημα ήταν ότι, μετά τις εκλογές, θα γίνει κούρεμα του ελληνικού χρέους και γι’ αυτό η Μέρκελ δεν λέει τίποτα. Μάλιστα, επιστράτευσαν και τον πρώην καγκελάριο Σρέντερ, ο οποίος κατηγόρησε τη Μέρκελ ότι δεν είπε την αλήθεια για το πραγματικό κόστος της κρίσης και ότι ετοιμάζεται για ένα ακόμη μεγάλο ψέμα, απαιτώντας σαφήνεια για το κόστος που θα κληθεί να πληρώσει ο Γερμανός φορολογούμενος. Η Μέρκελ απάντησε: «Ο καγκελάριος Σρέντερ δέχτηκε την Ελλάδα στην ευρωζώνη και αποδυνάμωσε το σύμφωνο σταθερότητας. Και οι δύο αποφάσεις ήταν λάθος και μία από τις αιτίες των τωρινών μας προβλημάτων». Και συνέχισε: «Η Ελλάδα δεν έπρεπε να έχει γίνει δεκτή στην ευρωζώνη». Με μια δήλωσή της η Μέρκελ γύρισε τη συζήτηση 2-3 χρόνια πριν, στο αν η Ελλάδα θα πρέπει να βγει ή όχι από την Ευρωζώνη.
Τη σκυτάλη από τους Μέρκελ-Σρέντερ πήραν ο Σόιμπλε και ο σκιώδης υπουργός Οικονομικών των Σοσιαλδημοκρατών, Κάρστεν Σνάιντερ. Ο Σόιμπλε έσπευσε να δηλώσει ότι δεν θα γίνει κούρεμα, αλλά τρίτο μνημόνιο για την Ελλάδα, που δεν θα ξεπερνά τα 10 δισ. ευρώ. Ο Σνάιντερ απάντησε ότι ο Σόιμπλε σπέρνει την ανησυχία. Επιπλέον, ο Σνάιντερ πανικόβαλε τους Γερμανούς ότι η Ελλάδα μέχρι το 2020 θα χρειαστεί 77 δισ. ευρώ και ότι αυτά θα κληθούν να τα καλύψουν οι Γερμανοί. Η αντιπαράθεσή του με τον Σόιμπλε συνεχίστηκε και για το θέμα της αναχρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών, κάτι που αν γινόταν θα ξαλάφρωνε το δημόσιο χρέος από τα χρήματα που χρειάστηκαν για την ανακεφαλαιοποίησή τους. Ο Β. Σόιμπλε απέρριψε προς το παρόν την πρόταση Στουρνάρα για αναδρομική ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών μέσω του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM). Ο Σνάιντερ τον κατηγόρησε ότι στηρίζει την πρόταση του Στουρνάρα. Τέλος, την πρόταση του Φόλκερ Μπουβιέ, πρωθυπουργού της Έσσης και ενός από τους αντιπροέδρους της Μέρκελ, για δεκαετή επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των δανείων και μείωση των επιτοκίων, ώστε να μπορέσει η Ελλάδα να πληρώσει τα χρέη της, τη χαρακτήρισε ως κούρεμα από την πίσω πόρτα!
Τις τελευταίες μέρες ο Σόιμπλε δηλώνει ότι τα χρήματα που θα χρειαστούν για την Ελλάδα τη διετία 14-15 δεν θα είναι πάνω από 4,5 δισ. και αυτό επειδή τα κέρδη από τις ιδιωτικοποιήσεις δεν επέφεραν ακριβώς τα αποτελέσματα που είχαν συμφωνηθεί στο μνημόνιο. Ο Σόιμπλε τροφοδότησε έτσι ένα θέμα που η τρόικα το έχει φέρει στην ελληνική κυβέρνηση από τον Ιούνιο για αλλαγές στο ΤΑΙΠΕΔ. Σύμφωνα με δημοσίευμα των Φαινάσιαλ Τάιμς, ΔΝΤ, ΕΚΤ και Φινλανδία (από τους πιστότερους συμμάχους της Γερμανίας) πιέζουν την Αθήνα να αποδεχθεί τη σύσταση ενός φορέα διαχείρισης με έδρα το Λουξεμβούργο, όπου η ελληνική κυβέρνηση και το ΤΑΙΠΕΔ θα του μεταφέρουν περιουσιακά στοιχεία του ελληνικού δημοσίου και αυτό θα αναλάβει να τα ξεπουλήσει σε χρόνο ρεκόρ. Οι Γερμανοί ρίχνουν την ιδέα ότι, ιδανικό θα ήταν, επικεφαλής του νέου σχήματος να είναι ένας επίτροπος τύπου Φούχτελ. Ο επικεφαλής του Συνδέσμου Γερμανών Βιομηχάνων Ούλριχ Γκρίλλο προχώρησε παραπέρα μιλώντας στην εφημερίδα Βεστντόιτσε Αλγκεμάιντ, δήλωσε ότι στην Ελλάδα υπάρχει κρατική περιουσία αξίας πολλών εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ (σσ. προσέξτε, εκατοντάδων!), για παράδειγμα επιχειρήσεις στον τομέα της ενέργειας, λιμάνια, αεροδρόμια ή άλλα ακίνητα, και πρότεινε να μεταφερθούν αυτά τα περιουσιακά στοιχεία στον ευρωπαϊκό μηχανισμό διάσωσης ESM, ώστε, σε περίπτωση που η Ελλάδα δεν θα είναι σε θέση να αποπληρώσει τα χρέη της, οι πιστωτές να διασφαλίσουν τα χρήματά τους.
Η Ελλάδα ήταν βασικό θέμα συζήτησης και στα δύο ντιμπέιτ που διεξήχθησαν στη Γερμανία, των «μεγάλων» Μέρκελ-Στάινμπρουκ και των «μικρών» Τριτίν (Πράσινοι) Γκύζι (Die Linke) και Μπρύντερλε (Φιλελεύθεροι). Στο πρώτο ντιμπέιτ το ελληνικό θέμα απασχόλησε 11 λεπτά τους μονομάχους, από τα 90 που διήρκησε! Η Μέρκελ επανέλαβε ότι η Ελλάδα κακώς μπήκε στην ευρωζώνη, ενώ έκλεισε λέγοντας: «Δεν πρέπει να δείξουμε μια κακώς εννοούμενη αλληλεγγύη, αλλά να ακολουθήσουμε μια αρχή: επίδοση, ανταλλάγματα, αλληλεγγύη και υπευθυνότητα». Ο Στάινμπρουκ από την πλευρά του ήταν ευχάριστη έκπληξη για την Ελλάδα, αφού υποστήριξε ότι χρειάζεται ένα νέο σχέδιο Μάρσαλ: «Δεν είναι δυνατόν να επιβάλλουμε συνεχώς προγράμματα λιτότητας σε χώρες με κρίση όπως η Ελλάδα, εκείνο που λείπει είναι ένα πρόγραμμα αναδιάρθρωσης της χώρας με ισχυρή ώθηση στην ανάπτυξη και πρωτοβουλίες εναντίον της ανεργίας των νέων». Αυτός ήταν και ο μοναδικός θετικός λόγος για την Ελλάδα, αφού και στο ντιμπέιτ των μικρών ο επικεφαλής των Πρασίνων ζήτησε στοχευμένες επενδύσεις για την Ελλάδα, ενώ αυτός των Φιλελευθέρων υπεραμύνθηκε της πολιτικής Μέρκελ-Σόιμπλε. Δυσάρεστη έκπληξη ήταν ο εκπρόσωπος της αριστεράς, Γκύζι, που δεν βρήκε κάτι να πει για τη γερμανική πολιτική εναντίον της Ελλάδος, αλλά έριξε την μπάλα στην ελληνική πλευρά, λέγοντας ότι πρέπει να πληρώσουν και οι πλούσιοι Έλληνες, ενώ πρόσθεσε: «Το 25% των Γερμανών εργάζονται πλέον σε κακοπληρωμένες δουλειές και, τηρουμένων των αναλογιών, το ποσοστό αυτό είναι μεγαλύτερο από ό,τι στην Ελλάδα ή στην Κύπρο», δηλαδή εν ολίγοις μας είπε να μας παρατήσουν ήσυχους οι Έλληνες, οι Γερμανοί εργάτες είναι σε χειρότερη θέση, του διέφυγε μόνο ότι η ανεργία στην Ελλάδα, εξαιτίας της γερμανικής πολιτικής, είναι στο 27% και κάποιες εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες έχουν μεταναστεύσει.
Κορωνίδα της γερμανικής επιθετικότητας ήταν η δήλωση της Μέρκελ από τη γερμανική Βουλή, «Ούτε σεντ στους Έλληνες», όσο αυτοί δεν ικανοποιούν και την τελευταία μας επιθυμία. Φυσικά, μεγάλες ευθύνες για την κλιμακούμενη επιθετικότητα της Γερμανίας έχουν οι ελληνικές ελίτ, που δεν προβάλλουν την παραμικρή αντίσταση. Ας θυμηθούμε ότι στις αρχές του καλοκαιριού, που είχε τεθεί δυναμικά το θέμα του αναγκαστικού κατοχικού δανείου και των γερμανικών αποζημιώσεων, η γερμανική πλευρά είχε αναδιπλωθεί και μάλιστα ακόμα και ο Σόιμπλε είχε προτείνει μια φόρμουλα, να γίνει κούρεμα του ελληνικού χρέους ως αντάλλαγμα για τις ελληνικές απαιτήσεις για το κατοχικό δάνειο και τις αποζημιώσεις. Από εκείνη τη θέση φτάσαμε στη θέση να ξεπουληθεί ο εθνικός μας πλούτος για μερικές εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ! Αν δεν προβάλλουμε δυναμική αντίσταση στη γερμανική επιθετικότητα, τα χειρότερα έρχονται μετά τις εκλογές.
Πηγή : Περιοδικό Άρδην
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου