Συνέχεια από Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2013
Η ΓΥΝΑΙΚΑ
ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (συνέχεια)
Ένας άλλος παράγοντας μεγάλης
σημασίας είναι η λιγότερο ή περισσότερο ανοιχτή συζήτηση του σεξουαλικού
προβλήματος. Αυτή η περιοχή, που κάποτε ήταν τόσο σκοτεινή, τώρα έχει γίνει η
εστία επιστημονικών και άλλων ενδιαφερόντων. Μπορούν να λεχθούν και να
ακουσθούν δημόσια πράγματα που παλιότερα θα ήταν εντελώς αδύνατο να εκφρασθούν.
Μεγάλος αριθμός ανθρώπων έχει μάθει να σκέπτεται πιο ελεύθερα και ειλικρινά,
και έχει καταλάβει πόσο σπουδαία είναι αυτά τα ζητήματα. Όμως, η συζήτηση του
σεξουαλικού προβλήματος είναι μόνο ένα κάπως ωμό προοίμιο για ένα πολύ βαθύτερο
ζήτημα, και αυτό είναι το ζήτημα της ψυχολογικής σχέσης ανάμεσα στα δύο φύλα.
Σε σύγκριση με αυτό το άλλο ζήτημα αποχρωματίζεται και φαίνεται σχεδόν
ασήμαντο, και με αυτό μπαίνουμε στο πραγματικό βασίλειο της γυναίκας.
Η ψυχολογίας της γυναίκας
βασίζεται στην αρχή του Έρωτα, του μεγάλου θεού που δεσμεύει και λύνει, ενώ από
τα αρχαία χρόνια η κατευθυντήρια αρχή που αποδίδεται στον άνδρα είναι ο Λόγος.
Η έννοια του Έρωτα θα μπορούσε να εκφρασθή με σύγχρονους όρους σαν ψυχική
σχέση, ενώ αυτή του Λόγου σαν αντικειμενικό ενδιαφέρον. Στα μάτια του κοινού
ανθρώπου, ο έρωτας στην πραγματική του έννοια συμπίπτει με τον θεσμό του γάμου,
και έξω από τον γάμο υπάρχει μόνο μοιχεία ή «πλατωνική» φιλία. Για την γυναίκα,
ο γάμος δεν είναι καθόλου ένας θεσμός, αλλά μια ανθρώπινη αγαπητική σχέση –
τουλάχιστον αυτό θα ήθελε να πιστεύη. (Επειδή ο Έρως γι’ αυτήν δεν είναι
απλοϊκός, αλλά είναι ανάμεικτος με άλλα, ανομολόγητα κίνητρα – γάμος σαν σκάλα
για μια κοινωνική θέση, κλπ. – δεν μπορούμε να πάρουμε την αρχή αυτή του Έρωτα
με την απόλυτη έννοια). Ο γάμος σημαίνει γι’ αυτήν μια αποκλειστική σχέση.
Μπορεί να αντέξη την αποκλειστικότητά του πολύ εύκολα, χωρίς να πεθάνη από
πλήξη, όσο έχει παιδιά ή κοντινούς συγγενείς, με τους οποίους να έχη μια όχι
λιγώτερο στενή σχέση από ότι με τον σύζυγο. Το ότι δεν έχει σεξουαλική σχέση με
αυτούς τους άλλους δεν σημαίνει τίποτε, γιατί η σεξουαλική σχέση είναι πολύ
μικρότερης σημασίας γι’ αυτήν από ότι η ψυχική σχέση. Είναι αρκετό το ότι αυτή
και ο άνδρας της πιστεύουν και οι δύο πως η σχέση τους είναι μοναδική και
αποκλειστική. Εάν ο άνδρας συμβαίνει να είναι ο «περιέχων» αισθάνεται να
πνίγεται από την αποκλειστικότητα, ιδιαίτερα εάν δεν μπορέση να προσέξη ότι η
αποκλειστικότητα της γυναίκας του δεν είναι τίποτε άλλο από μια ευσεβής
αυταπάτη. Στην πραγματικότητα, η γυναίκα μοιράζεται ανάμεσα στα παιδιά και σε
όσα μέλη της οικογένειας είναι δυνατόν, διατηρώντας έτσι έναν οποιοδήποτε
αριθμό στενών σχέσεων. Εάν ο άνδρας της τύχαινε να έχη τόσες πολλές σχέσεις με
άλλους ανθρώπους, θα τρελαινόταν από την ζήλεια. Οι περισσότεροι άνδρες,
εντούτοις, είναι ερωτικά τυφλοί – κάνουν το ασυγχώρητο λάθος να συγχέουν τον
Έρωτα με το σεξ. Ένας άνδρας νομίζει ότι κατέχει μια γυναίκα εάν την έχη
σεξουαλικά. Δεν την κατέχει ποτέ λιγώτερο όμως, γιατί για την γυναίκα η σχέση
μέσω του Έρωτα είναι η πραγματική και αποφασιστική αρχή. Γι’ αυτήν, ο γάμος
είναι μια σχέση, που απλώς συνοδεύεται από το σεξ. Επειδή το σεξ είναι ένα
τρομερό πράγμα εξ αιτίας των συνεπειών του, είναι χρήσιμο να το έχη κανείς σε
ασφαλές μέρος. Αλλά όταν γίνεται λιγώτερο επικίνδυνο γίνεται και λιγώτερο
σημαντικό, και τότε το ζήτημα της σχέσης έρχεται στο προσκήνιο.
Ακριβώς εδώ η γυναίκα έχει
μεγάλες δυσκολίες με τον άνδρα της, γιατί ο ζήτημα της σχέσης συνορεύει με μια
περιοχή που γι’ αυτόν είναι σκοτεινή και οδυνηρή. Ο άνδρας μπορεί να
αντιμετωπίση αυτό το ζήτημα μόνο όταν η γυναίκα σηκώνει το φορτίο του πόνου,
δηλαδή όταν αυτός είναι ο «περιεχόμενος» - με άλλα λόγια, όταν αυτή μπορεί να
φαντασθή τον εαυτό της να έχη σχέση με έναν άλλο άνδρα, και συνεπώς να υποφέρη
την διάσπαση μέσα της. Τότε είναι αυτή που έχει το οδυνηρό πρόβλημα, και αυτός
δεν είναι υποχρεωμένος να δη το δικό του, πράγμα που είναι μεγάλη ανακούφιση
γι’ αυτόν. Σε αυτήν την κατάσταση δεν διαφέρει από έναν κλέφτη, που, εντελώς
απροσδόκητα, βρίσκεται στην αξιοζήλευτη θέση να τον προλαβαίνη ένας άλλος
κλέφτης, ο οποίος συλλαμβάνεται από την αστυνομία. Ξαφνικά γίνεται ένας
αξιότιμος, αμερόληπτος παρατηρητής. Σε οποιαδήποτε άλλη κατάσταση ένας άνδρας
βρίσκει την συζήτηση για τις προσωπικές σχέσεις οδυνηρή και πληκτική, ακριβώς
όπως η γυναίκα του θα το έβρισκε πληκτικό να την εξετάζει πάνω στην «Κριτική
του καθαρού λόγου». Γι’ αυτόν, ο Έρως είναι μια σκιώδης περιοχή που τον μπλέκει
μέσα στο θηλυκό του ασυνείδητο, σε κάτι «ψυχικό», ενώ για την γυναίκα ο Λόγος
είναι ένα θανάσιμα ανιαρό είδος σοφιστείας, όταν δεν της προκαλεί πραγματική
απέχθεια και φόβο.
Όπως ακριβώς η γυναίκα
άρχισε, προς το τέλος του δέκατου ένατου αιώνα, να κάνη μια παραχώρηση στο
ανδρικό στοιχείο παίρνοντας την θέση της σαν ανεξάρτητος παράγοντας στο
κοινωνικό περιβάλλον, έτσι και ο άνδρας έκανε, κάπως διστακτικά, μια παραχώρηση
στην θηλυκότητα, δημιουργώντας μια νέα ψυχολογία σύνθετων φαινομένων, κάνοντας
αρχή με την σεξουαλική ψυχολογία του Freud. Το τί οφείλει αυτή η ψυχολογία στην
άμεση επίδραση των γυναικών – τα ιατρεία των ψυχιάτρων είναι γεμάτα από
γυναίκες – είναι ένα θέμα που θα χρειαζόταν έναν ολόκληρο τόμο. Μιλάω εδώ όχι
μόνο για την αναλυτική ψυχολογία, αλλά γενικά για τις αρχές της ψυχοπαθολογίας.
Σε συντριπτικό ποσοστό ο μεγαλύτερος αριθμός «κλασσικών» περιπτώσεων,
αρχίζοντας με την «Προφήτισσα του Prevost» ήταν γυναίκες, που, ίσως
ασυνείδητα, έκαναν τεράστια προσπάθεια να φέρουν στο προσκήνιο την ψυχολογία
τους με τον πιο δραματικό τρόπο, και έτσι έκαναν φανερό στον κόσμο ολόκληρο το
ζήτημα της ψυχικής σχέσης. Γυναίκες όπως η Frau Hauffe, η Helen Smith (Βλέπε: «Ψυχιατρικές Σπουδές του Jung, Άπαντα, τόμος 1, index) και η Miss Beauchamp κέρδισαν ένας είδος
αθανασίας, όπως εκείνοι οι σπουδαίοι άνθρωποι που οι θαυματουργικές θεραπείες
που κάνουν φέρνουν φήμη και ευτυχία στον τόπο που γίνονται.
Ένα εκπληκτικά μεγάλο ποσοστό
αυτού του ψυχολογικού υλικού προέρχεται από γυναίκες. Αυτό δεν είναι τόσο
παράξενο όσο θα μπορούσε να φανή, γιατί οι γυναίκες είναι πολύ πιο
«ψυχολογικές» από τους άνδρες. Ένας άνδρας συνήθως ικανοποιείται με μόνη την
«λογική». Κάθε τι «ψυχικό», «ασυνείδητο», και τα λοιπά, του είναι απωθητικό· το
θεωρεί θολό, νεφελώδες και αρρωστημένο. Ενδιαφέρεται για τα πράγματα, τα
γεγονότα και όχι για τα συναισθήματα και τις φαντασίες που τα περιβάλλουν, ή
δεν έχουν καμμία σχέση με αυτά. Για μια γυναίκα, γενικά είναι πιο σπουδαίο να
ξέρη πώς αισθάνεται ένας άνδρας για ένα πράγμα, από το να ξέρη το ίδιο το
πράγμα. Όλα όσα είναι απλώς ασήμαντα καθέκαστα για έναν άνδρα, είναι σπουδαία
γι’ αυτήν. Έτσι, είναι φυσικά η γυναίκα αυτή που αποτελεί τον πιο άμεσο
ερμηνευτή της ψυχολογίας, και της δίνει το πλουσιότερο περιεχόμενό της. Πάρα
πολλά πράγματα μπορούν να διακριθούν σε αυτήν με την μεγαλύτερη καθαρότητα, ενώ
σε έναν άνδρα είναι απλώς σκιώδεις διαδικασίες που γίνονται στο βάθος, και που
την ίδια την ύπαρξή τους είναι απρόθυμος να παραδεχθή. Αλλά αντίθετα με την
αντικειμενική συζήτηση και διερεύνηση των γεγονότων, μια ανθρώπινη σχέση οδηγεί
στον κόσμο της ψυχής, σε αυτήν την ενδιάμεση περιοχή ανάμεσα στην αίσθηση και
το πνεύμα, που περιέχει κάτι και από τα δύο, και εντούτοις δεν χάνει τίποτε από
τον δικό της μοναδικό χαρακτήρα.
Σε αυτήν την περιοχή ο άνδρας
πρέπει να τολμήση να μπη εάν θέλει να συναντήση την γυναίκα στα μισά του δρόμου.
Οι περιστάσεις την έχουν αναγκάσει να αποκτήση μια σειρά από ανδρικά
χαρακτηριστικά και έτσι να μην παραμένει κλεισμένη σε μια απαρχαιωμένη, καθαρά
ενστικτώδη θηλυκότητα, μόνη και χαμένη μέσα στον κόσμο των ανδρών. Επομένως και
ο άνδρας θα πρέπει να αναγκασθή να αναπτύξη την θηλυκή του πλευρά, να ανοίξη τα
μάτια του στην ψυχή και τον Έρωτα. Είναι ένα έργο που δεν μπορεί να αποφύγη,
εκτός εάν προτιμάει να τρέχη πίσω από την γυναίκα με ένα απελπιστικά
παιδιάστικο τρόπο, λατρεύοντάς την από μακριά, και πάντα σε κίνδυνο να γίνη
ένας λαθρεπιβάτης στο τσεπάκι της.
Γι’ αυτούς που είναι
ερωτευμένοι με τον ανδρισμό ή την θηλυκότητα καθ’ εαυτά, ο παραδοσιακός
μεσαιωνικός γάμος είναι αρκετός – και είναι πράγματι ένας απόλυτα αξιέπαινος,
δοκιμασμένος, χρήσιμος θεσμός. Αλλά ο σημερινός άνθρωπος το βρίσκει εξαιρετικά
δύσκολο να επιστρέψη σε αυτόν, και για πολλούς αυτή η επιστροφή είναι εντελώς
αδύνατη, επειδή αυτό το είδος γάμου μπορεί να υπάρξη μόνο εάν αποκλείσουμε τα
σύγχρονα προβλήματα. Χωρίς αμφιβολία υπήρχαν πολλοί Ρωμαίοι που μπορούσαν να
κλείσουν τα μάτια τους στο πρόβλημα των δούλων και τον Χριστιανισμό, και να
περάσουν τις μέρες τους μέσα σε μια λίγο-πολύ ευχάριστη ασυνειδητότητα.
Μπορούσαν να το κάνουν αυτό επειδή δεν είχαν καμμιά σχέση με το παρόν, αλλά μόνο
με το παρελθόν. Όλοι εκείνοι για τους οποίους ο γάμος δεν περιέχει κανένα
πρόβλημα δεν ζουν στο παρόν, και ποιος θα πη πως δεν είναι μακάριοι! Ο
σύγχρονος άνθρωπος βρίσκει τον γάμο εξαιρετικά προβληματικό. Θυμάμαι πως
τελευταία άκουσα έναν Γερμανό διανοούμενο να αναφωνή μπροστά σε ένα ακροατήριο
μερικών εκατοντάδων ανθρώπων: «Οι γάμοι μας είναι μια προσποίηση!» Θαύμασα το
θάρρος και την ειλικρίνειά του. Συνήθως εκφραζόμαστε λιγότερο άμεσα, δίνοντας
με προσοχή καλές συμβουλές για το τι θα μπορούσε να γίνη – για να μην θαμπώση
το ιδανικό. Αλλά για την σύγχρονη γυναίκα – οι άνδρες ας το προσέξουν αυτό – ο
μεσαιωνικός γάμος δεν είναι πια ιδανικό. Είναι αλήθεια ότι κρατάει τις
αμφιβολίες της για τον εαυτό της, και κρύβει την επαναστατικότητά της· η μια
επειδή είναι παντρεμένη και το βρίσκει πολύ άβολο η πόρτα του θησαυροφυλακίου
να μην είναι ερμητικά σφραγισμένη, η άλλη επειδή είναι ανύπαντρη και πολύ
«ενάρετη» για να κοιτάξη τις τάσεις της κατ’ ευθείαν στο πρόσωπο. Εντούτοις,
αυτή η καινούργια αρρενωπότητα που έχει κερδίσει κάνει αδύνατο και στις δύο
περιπτώσεις να πιστέψη η γυναίκα στον γάμο στην παραδοσιακή του μορφή («αυτός
σου κυριεύση»). Αρσενικότητα σημαίνει το να ξέρη κανείς τι θέλει, και να κάνη
ότι είναι αναγκαίο για να το πετύχη. Από την στιγμή που θα μάθη αυτό το μάθημα,
είναι ολοφάνερο ότι δεν θα το ξεχάση ποτέ πια χωρίς τρομερή ψυχική απώλεια. Η
ανεξαρτησία και η κριτική σκέψη που αποκτάει μέσω αυτής της γνώσης είναι
θετικές αξίες, και γίνονται αισθητές σαν τέτοιες από την γυναίκα. Δεν μπορεί
ποτέ πια να τις αποχωρισθή. Το ίδιο ισχύει και για τον άνδρα, που, με μεγάλες
προσπάθειες, κερδίζει αυτήν την απαραίτητη θηλυκή ενόραση μέσα στην ψυχή του,
συχνά με αντάλλαγμα πολύ πόνο. Δεν θα την αφήση πια να φύγη, γιατί έχει πάρει
συνείδηση της σπουδαιότητας αυτού που έχει κερδίσει.
Σε πρώτη ματιά θα φαινόταν
ότι ένας τέτοιος άνδρας και μια τέτοια γυναίκα θα ήταν ιδιαίτερα κατάλληλοι για
να πετύχουν τον «τέλειο γάμο». Στην πραγματικότητα αυτό δεν συμβαίνει· αντίθετα
αρχίζει αμέσως μια σύγκρουση. Αυτό που η γυναίκα, με την πρόσφατα κερδισμένη
αυτοπεποίθησή της, θέλει να κάνη, δεν είναι καθόλου ευχάριστο στον άνδρα, ενώ
τα συναισθήματα που αυτός έχει ανακαλύψει μέσα του είναι κάθε άλλο παρά
ευχάριστα για την γυναίκα. Αυτό που και οι δύο έχουν ανακαλύψει στον εαυτό τους
δεν είναι μια αρετή ή κάτι ουσιαστικής αξίας· είναι κάτι συγκριτικά κατώτερο,
και θα μπορούσε δίκαια να κατακριθή εάν γινόταν αντιληπτό σαν το αποτέλεσμα
μιας προσωπικής εκλογής ή διάθεσης. Και αυτό, πραγματικά, συμβαίνει συνήθως. Η
αρσενικότητα της γυναίκας και η θηλυκότητα του άνδρα ε ί ν α ι
κατώτερα, και είναι λυπηρό που ολόκληρη η αξία της προσωπικότητάς τους
μειώνεται από κάτι λιγώτερο σπουδαίο. Από την άλλη μεριά, η σκιά ανήκει στην
ολότητα της προσωπικότητας: ο δυνατός άνδρας πρέπει κάπου να είναι αδύναμος,
κάπου ο έξυπνος πρέπει να είναι κουτός, αλλοιώς είναι πολύ καλός για να είναι
αληθινός, και καταφεύγει στην πόζα και την προσποίηση. Δεν είναι παλιά αλήθεια ότι η γυναίκα αγαπάει τις αδυναμίες
του ισχυρού άνδρα περισσότερο από την δύναμή του, και την κουταμάρα του έξυπνου
περισσότερο από την εξυπνάδα του; Η αγάπη της θέλει ολόκληρο τον άνδρα, όχι
απλώς τον ανδρισμό σαν τέτοιον, αλλά και την άρνησή του. Η αγάπη της γυναίκας
δεν είναι ένα συναίσθημα, όπως είναι του άνδρα, αλλά μια θέληση που κάποτε
είναι τρομακτικά σκληρή και μπορεί να την οδηγήση ως την αυτοθυσία. Ένας άνδρας
που αγαπιέται με αυτόν τον τρόπο δεν μπορεί να αποφύγη την κατώτερη πλευρά του,
γιατί μπορεί να ανταποκριθή στην πραγματικότητα της αγάπης της μόνο με την δική
του πραγματικότητα. Και αυτή η πραγματικότητα δεν είναι μια ωραία εμφάνιση,
αλλά μια πιστή αντανάκλαση αυτής της αιώνιας ανθρώπινης φύσης που ενώνει όλη
την ανθρωπότητα, μια αντανάκλαση κάθε ύψους και κάθε βάθους της ανθρώπινης ζωής
που είναι κοινά σε όλους μας. Μέσα σε αυτήν την πραγματικότητα δεν είμαστε πια
διαφοροποιημένα πρόσωπα (persona σημαίνει μάσκα), αλλά
συνειδητοποιούμε τους κοινούς ανθρώπινους δεσμούς μας. Εδώ εγκαταλείπω την
διάκριση της προσωπικότητάς μου, κοινωνικής ή άλλης, και φθάνω στο βάθος των σημερινών
προβλημάτων, προβλημάτων που δεν προέρχονται από εμένα – ή τουλάχιστον έτσι
θέλω να φαντάζωμαι. Εδώ δεν μπορώ πια να τα αρνηθώ· αισθάνομαι και ξέρω πως
είμαι ένας μέσα σε πολλούς, και ότι αυτό που κινεί τους πολλούς κινεί και
εμένα. Μέσα στην δύναμή μας είμαστε ανεξάρτητοι και απομονωμένοι, και κύριοι
της ίδιας μας την μοίρας· μέσα στις αδυναμίες μας είμαστε εξαρτημένοι και
δεμένοι, και γινόμαστε ακούσια όργανα της μοίρας, γιατί εδώ δεν είναι η ατομική
θέληση που μετράει, αλλά η θέληση του είδους.
Αυτό που έχουν κερδίσει τα
δύο φύλλα μέσω της αμοιβαίας αφομοίωσης είναι μια κατωτερότητα όταν το δεχθούμε
από τον δυσδιάστατο, προσωπικό κόσμο της εξωτερικής εμφάνισης, και κάποιες
ανήθικες διεκδικήσεις εάν το δούμε από την άποψη των προσωπικών δικαιωμάτων.
Αλλά στο πιο αληθινό του νόημα για την ζωή και την κοινωνία είναι ένα ξεπέρασμα
της προσωπικής απομόνωσης και της εγωιστικής επιφύλαξης, προκειμένου να
αναληφθή ένας ενεργητικό ρόλος στην λύση των σύγχρονων προβλημάτων. Εάν,
επομένως, η σημερινή γυναίκα συνειδητά ή ασυνείδητα χαλαρώνει την ενότητα του
δεσμού του γάμου με την πνευματική ή οικονομική της ανεξαρτησία, αυτό δεν είναι
η έκφραση της προσωπικής της βούλησης, αλλά της βούλησης του είδους, που κάνει
αυτήν, την ατομική γυναίκα, εργαλείο της.
Ο θεσμός του γάμου είναι τόσο
πολύτιμο πράγμα, και κοινωνικά και ηθικά – οι θρησκευόμενοι άνθρωποι τον
θεωρούν μυστήριο – ώστε είναι απόλυτα κατανοητό το ότι κάθε εξασθένησή του
γίνεται ανεπιθύμητη, για την ακρίβεια σκανδαλώδης. Η ανθρώπινη αδυναμία είναι
πάντα μια παραφωνία στην αρμονία των ιδεωδών μας. Δυστυχώς κανείς δεν ζει σε
έναν κόσμο όπως τον επιθυμούμε, αλλά στον κόσμο της πραγματικότητας, όπου το
καλό και το κακό συγκρούονται και καταστρέφει το ένα το άλλο, όπου δεν μπορεί
κανείς να φτειάξη ή να χτύση κάτι χωρίς να λερώση τα χέρια του. Όποτε τα
πράγματα πάνε στο χειρότερο, υπάρχει πάντα κάποιος που μας διαβεβαιώνει μέσα σε
γενική επιδοκιμασία ότι τίποτε κακό δεν συνέβη και ότι όλα είναι εντάξει.
Επαναλαμβάνω, οποιοσδήποτε ζη και σκέπτεται έτσι – ζη στο παρόν. Εάν εξετάσουμε
οποιονδήποτε γάμο με πραγματικά κριτικό μάτι, θα δούμε – εκτός εάν η έντονη
πίεση των περιστάσεων έχει εξαλείψει ολοκληρωτικά κάθε ίχνος «ψυχολογικού»
προβλήματος- συμπτώματα της εξασθένισης και της κρυφής διάλυσής του,
«προβλήματα γάμου» που κυμαίνονται από ανυπόφορη διάθεση μέχρι την νεύρωση και
την μοιχεία. Δυστυχώς, αυτοί που ακόμη αντέχουν να παραμείνουν ασυνείδητοι δεν
μπορούν να γίνουν πρότυπα μίμησης: το παράδειγμά τους δεν έχει αρκετή επίδραση
ώστε να κάνη τους πιο συνειδητούς ανθρώπους να κατέβουν πάλι στο επίπεδο της
ασυνειδητότητας.
Όσο για όλους εκείνους – και
είναι πολλοί – που δεν είναι υποχρεωμένοι να ζουν στο παρόν, είναι εξαιρετικά
σημαντικό να πιστεύουν στο ιδανικό του γάμου και να μένουν πιστοί σε αυτό:
Τίποτε δεν κερδίζεται εάν ένα πολύτιμο ιδανικό απλώς καταστρέφεται και δεν
αντικαθίσταται από κάτι καλύτερο. Γι’ αυτό ακόμη και οι γυναίκες διστάζουν,
είτε είναι παντρεμένες είτε όχι, να περάσουν ανοιχτά στην πλευρά της
επανάστασης. Αλλά τουλάχιστον δεν ακολουθούν το παράδειγμα εκείνης της γνωστής
συγγραφέως, που, αφού δοκίμασε κάθε είδους πείραμα, κατέληξε στο σίγουρο λιμάνι
του έγγαμου βίου, οπότε ο γάμος έγινε η καλύτερη λύση, και όλοι εκείνοι που δεν
μπόρεσαν να την επιτύχουν θα έπρεπε να σκέπτωνται τα λάθη τους και να
τελειώσουν τις μέρες τους μέσα σε ευσεβή μετάνοια. Για την σημερινή γυναίκα ο
γάμος δεν είναι τόσο εύκολος. Ο άνδρας της θα είχε κάτι να πη πάνω σε αυτό το
σημείο.
Στον βαθμό που υπάρχουν
νομικές διατάξεις που περιγράφουν τι ακριβώς είναι μοιχεία, οι γυναίκες θα
πρέπει να παραμείνουν με τις αμφιβολίες τους. Αλλά οι νομοθέτες μας ξέρουν
πραγματικά τί είναι «μοιχεία»; Ο ορισμός του γι’ αυτήν είναι η τελική ενσάρκωση
της αλήθειας; Από την ψυχολογική άποψη, την μόνη που μετράει για την γυναίκα,
αυτή η νομοθεσία είναι ένα άθλιο κατασκεύασμα, όπως και ο,τιδήποτε άλλο έχει
επινοηθή από τους άνδρας με σκοπό να κωδικοποιήση την αγάπη. Για την γυναίκα, η
αγάπη δεν έχει τίποτε να κάνη με «παραβιάσεις του γάμου», «εξωσυζυγικές
σχέσεις», «απάτη του συζύγου», ή οποιονδήποτε από τους λιγότερο εύηχους όρους
που εφευρέθηκαν από την ερωτικά τυφλή αρσενική διάνοια και απηχούνται από τον
επίμονο στις γνώμες τους δαίμονα μέσα στην γυναίκα. Μόνο ο απόλυτα πιστός στο
απαραβίαστο του παραδοσιακού γάμου μπορεί να διαπράξη τέτοιες παραβιάσεις της
καθιερωμένης τάξης, όπως ακριβώς μόνο αυτός που πιστεύει στον Θεό μπορεί
πραγματικά να βλασφημήση. Όποιος αμφισβητεί κατ’ αρχήν τον γάμο, δεν μπορεί να
τον παραβιάση· γι’ αυτόν η νομική διατύπωση είναι άκυρη, επειδή όπως ο
Απόστολος Παύλος, αισθάνεται πως βρίσκεται πέρα από τον νόμο, στο υψηλότερο
επίπεδο της αγάπης. Αλλά επειδή αυτοί που πιστεύουν στον νόμο τόσο συχνά
παραβιάζουν τους ίδιους τους νόμους τους, είτε από ανοησία, είτε από πειρασμό,
είτε απλώς από κακία, η σύγχρονη γυναίκα αρχίζει να αναρωτιέται κατά πόσο δεν
ανήκει και αυτή στην ίδια κατηγορία. Από την παραδοσιακή άποψη πραγματικά
ανήκει, και πρέπει να το συνειδητοποιήση αυτό για να καταστρέψη το είδωλο του
αξιοσέβαστου εαυτού της. Το να είσαι αξιοσέβαστος σημαίνει, κατ’ αρχήν, να
επιτρέψης στον εαυτό σου να γίνης ορατός· ένα αξιοσέβαστο πρόσωπο είναι αυτό
που ανταποκρίνεται στις προσδοκίες του κόσμου, που φοράει μια ιδεώδη μάσκα – με
άλλα λόγια είναι ένα ψέμμα. Η «ωραία μορφή» δεν είναι απάτη, αλλά όταν ο
αξιοσέβαστος χαρακτήρας καταπιέζει την ψυχή, την θεόσδοτη ουσία του ανθρώπου,
τότε κανείς γίνεται αυτό που ο Χριστός
αποκάλεσε «ασβεστωμένο τάφο».
Η σύγχρονη γυναίκα έχει
συνειδητοποιήσει το αναντίρρητο γεγονός ότι μόνο στο επίπεδο της αγάπης μπορεί
να κατωρθώση το υψηλότερο και καλύτερο, και αυτή η γνώση την οδηγεί στην άλλη
συνειδητοποίηση, ότι η αγάπη είναι πέρα από τον νόμο. Η εικόνα του αξιοσέβαστου
εαυτού της επαναστατεί ενάντια σε αυτό, και τείνει κανείς να ταυτίση αυτήν την
αντίδραση με την ιδέα της κοινής γνώμης. Αυτό δεν θα ήταν και τόσο κακό· το
χειρότερο είναι ότι η κοινή γνώμη είναι μέσα στο αίμα της. Έρχεται σ’ αυτήν σαν
μια εσωτερική φωνή, ένα είδος συνείδησης, και αυτή είναι η δύναμη που την
εμποδίζει να προχωρήση. Δεν αντιλαμβάνεται ότι η αγάπη, το πιο προσωπικό,
πολύτιμο κτήμα της, μπορεί να την φέρει σε σύγκρουση με την ιστορία. Κάτι
τέτοιο θα της φαινόταν εντελώς απροσδόκητο και παράλογο. Αλλά ποιος, εάν
φθάσουμε σε αυτό το σημείο, έχει συνειδητοποιήσει πλήρως ότι η ιστορία δεν
περιέχεται σε χοντρά βιβλία, αλλά ζη στο ίδιο μας το αίμα;
Στον βαθμό που μια γυναίκα ζη
την ζωή του παρελθόντος, δεν μπορεί ποτέ να έρθη σε σύγκρουση με την ιστορία.
Αλλά μόλις αρχίζει να αποκλίνη, έστω και ελαφρά, από μια πολιτιστική γνώμη που
έχει κυριαρχήσει στο περιβάλλον, αντιμετωπίζει αμέσως όλο το βάρος της
ιστορικής αδράνειας, και αυτό το απροσδόκητο σοκ μπορεί να την τραυματίση, ίσως
μοιραία. Ο δισταγμός και η αμφιβολία της είναι αρκετά κατανοητά, γιατί, εάν
υποταχθή στον νόμο της αγάπης, θα ανακαλύψη ότι όχι μόνο βρίσκεται σε μια
εξαιρετικά δυσάρεστη και αμφίβολη κατάσταση, όπου αφθονεί κάθε είδος ασέλγειας
και διαφθοράς, αλλά στην πραγματικότητα βρίσκεται δέσμια ανάμεσα σε δύο
παγκόσμιες δυνάμεις – την ιστορική αδράνεια και την θεϊκή ώθηση για δημιουργία.
Ποιος, λοιπόν, θα την κατηγορήση για τον δισταγμό
της; Δεν προτιμούν οι περισσότεροι άνδρες να αναπαύωνται στις δάφνες τους παρά
να μπλεχθούν σε μια ανέλπιδη σύγκρουση όσον αφορά το αν θα κάνουν ή δεν θα
κάνουν ιστορία; Τελικά τα πράγματα συμπυκνώνονται στο εξής: είναι κανείς προετοιμασμένος
να αποσπασθή από την παράδοση, να είναι «ανιστορικός» προκειμένου να κάνη
ιστορία, ή όχι; Δεν μπορεί κανείς να κάνη ιστορία εάν δεν είναι πρόθυμος να
διακινδυνεύση τα πάντα γι’ αυτό, να οδηγήση το πείραμα με την ίδια την ζωή του
μέχρι το τέλος, και να διακηρύξη ότι η ζωή του δεν είναι μια συνέχεια του
παρελθόντος αλλά μια νέα αρχή. Η απλή συνέχεια μπορεί να αφεθή στα ζώα, αλλά το
καινούργιο ξεκίνημα είναι χαρακτηριστικό του ανθρώπου, το μόνο πράγμα που
μπορεί να καυχηθή πως τον ανεβάζει πάνω από τα κτήνη.
Δεν
υπάρχει αμφιβολία ότι την σημερινή γυναίκα την απασχολεί έντονα αυτό το
πρόβλημα. Εκφράζει έτσι μια από τις πολιτιστικές τάσεις της εποχής μας: την
ανάγκη να ζήση μια πληρέστερη ζωή, την λαχτάρα για νόημα και εκπλήρωση, την
αυξανόμενη απέχθεια για την ανόητη μονομέρεια, τα ασυνείδητα ένστικτα και την
τυφλή σύμπτωση. Η ψυχή του σύγχρονου Ευρωπαίου δεν έχει ξεχάσει το μάθημα του
τελευταίου πολέμου, όσο και αν αυτό έχει εκτοπισθή από την συνείδησή του. Οι
γυναίκες όλο και περισσότερο αντιλαμβάνονται ότι μόνο η αγάπη μπορεί να τις
ανεβάση στο πραγματικό τους ύψος, ακριβώς όπως οι άνδρες αρχίζουν να μαντεύουν
ότι μόνο το πνεύμα μπορεί να δώση στην ζωή το υψηλότερο νόημά της. Και οι δύο
πλευρές αναζητούν μια ψυχική σχέση, επειδή η αγάπη χρειάζεται το πνεύμα και το
πνεύμα την αγάπη, για την ολοκλήρωσή τους.
Η
γυναίκα σήμερα αισθάνεται πως δεν υπάρχει πραγματική ασφάλεια στον γάμο, γιατί
τί σημαίνει η πιστότητα του άνδρα της όταν ξέρει ότι τα αισθήματα και οι
σκέψεις του τρέχουν πίσω από άλλα πρόσωπα, και ότι απλώς είναι πολύ υπολογιστής
ή δειλός για να τα ακολουθήση; Τί σημαίνει η δική της πιστότητα όταν ξέρει ότι
απλώς την χρησιμοποιεί για να εκμεταλλευθή το νόμιμο δικαίωμά της για κατοχή,
και έτσι διαστρέφει την ίδια την ψυχή της; Μαντεύει την ύπαρξη μιας ανώτερης
πιστότητας στο πνεύμα, και σε μια αγάπη πέρα από την ανθρώπινη αδυναμία και
ατέλεια. Ίσως θα ανακαλύψη ακόμη ότι αυτό που φαίνεται σαν αδυναμία και
ατέλεια, μια οδυνηρή διαταραχή ή μια ανησυχητική απόκλιση, πρέπει να ερμηνευθή
σύμφωνα με την διπλή του φύση. Αυτά είναι βήματα που οδηγούν στο κατώτερο
ανθρώπινο επίπεδο, και τελικά οδηγούν στο τέλμα της ασυνειδητότητας, εάν το
άτομο εγκαταλείψη την ικανότητα της προσωπικής διάκρισης. Αλλά εάν μπορεί να
την κρατήση σταθερά, θα δοκιμάση για πρώτη φορά το νόημα της ταυτότητας, με τον
όρο ότι θα μπορέση συγχρόνως να κατέβη κάτω από τον εαυτό του, στην
αδιαφοροποίητη μάζα της ανθρωπότητας. Τί άλλο μπορεί να τον απελευθερώση από
την εσωτερική απομόνωση της ατομικής του διαφοροποίησης; Και πώς αλλοιώς μπορεί
να κατασκευάση μια ψυχική γέφυρα που θα τον ενώνη με το υπόλοιπο της
ανθρωπότητας; Ο άνθρωπος που αφ’ υψηλού μοιράζει τα αγαθά του στους φτωχούς
χωρίζεται από το ανθρώπινο γένος μέσω του ύψους της ίδιας της αρετής του, και
όσο πιο πολύ ξεχνάει τον εαυτό του και θυσιάζεται για τους άλλους, τόσο
περισσότερο αποξενώνεται εσωτερικά απ’ αυτούς.
Η
λέξη «ανθρώπινος» ηχεί πολύ όμορφα, αλλά στην κυριολεκτική της έννοια δεν
σημαίνει τίποτε ιδιαίτερα όμορφο, ενάρετο ή ευφυές, αλλά απλώς ένα χαμηλό μέσο
επίπεδο. Αυτό είναι το βήμα που δεν μπόρεσε να κάνη ο Ζαρατούστρα· το βήμα προς
τον «ασχημότατο άνθρωπο», που είναι ο πραγματικός άνθρωπος. Η αντίστασή μας στο
να κάνουμε αυτό το βήμα, και ο φόβος μας μπροστά του, δείχνουν πόσο μεγάλη
είναι η έλξη και η αποπλανητική δύναμη του ίδιου μας του βάθους. Το να
αποκοπούμε από αυτό δεν είναι λύση· είναι απλώς ένα ψέμμα, μια βασική παρανόηση
του νοήματος και της αξίας του. Γιατί πού υπάρχει ύψος χωρίς βάθος, και πώς
μπορεί να υπάρχει φως που δεν ρίχνει καμμιά σκιά; Δεν υπάρχει καλό που δεν
αντιτίθεται στο κακό. «Κανένας δεν μπορεί να λυτρωθή από μια αμαρτία που δεν
έχει διαπράξει», λέει ο Καρποκράτης· ένας βαθύς λόγος για όλους όσους θέλουν να
κατανοήσουν, και μια χρυσή ευκαιρία για όλους εκείνους που προτιμούν να βγάζουν
λανθασμένα συμπεράσματα. Αυτό που βρίσκεται στο βάθος δεν είναι απλώς μια
δικαιολογία για μεγαλύτερη απόλαυση, αλλά κάτι που φοβόμαστε, επειδή απαιτεί να
παίξη τον ρόλο του στην ζωή του πιο συνειδητού και ολοκληρωμένου ανθρώπου.
Αυτό
που λέω εδώ δεν είναι για τους νέους – είναι ακριβώς αυτό που δεν θα έπρεπε να
ξέρουν – αλλά για τον πιο ώριμο άνθρωπο, που η συνειδητότητά του έχει
διευρυνθεί από την εμπειρία της ζωής. Κανένας δεν μπορεί να αρχίση με το παρόν·
πρέπει σιγά-σιγά να ωριμάση για αυτό, γιατί δεν υπάρχει παρόν χωρίς το
παρελθόν. Ένα νέο άτομο δεν έχει αποκτήσει ακόμη ένα παρελθόν, γι’ αυτό δεν
έχει ούτε και παρόν. Δεν δημιουργεί πολιτισμό, απλώς υπάρχει. Είναι προνόμιο
και έργο των πιο ώριμων ανθρώπων, που έχουν περάσει τον μεσημβρινό της ζωής, να
δημιουργήσουν πολιτισμό.
Η
Ευρωπαϊκή ψυχή έχει γίνει κομμάτια από την δαιμονική βαρβαρότητα του πολέμου.
Ενώ ο άνδρας στρέφεται προς το να επισκευάση τις εξωτερικές ζημιές, η γυναίκα –
ασυνείδητα όπως πάντα – αρχίζει να θεραπεύη τις εσωτερικές πληγές, και γι’ αυτό
χρειάζεται, σαν το πιο σπουδαίο εργαλείο της, μια ψυχική σχέση. Αλλά τίποτε δεν
το εμποδίζει αυτό περισσότερο από την αποκλειστικότητα του μεσαιωνικού γάμου,
γιατί κάνει την σχέση εντελώς περιττή. Η σχέση είναι δυνατή μόνον όταν υπάρχει
μια ψυχική απόσταση ανάμεσα στους ανθρώπους, με τον ίδιο τρόπο που η ηθική
προϋποθέτει την ελευθερία. Γι’ αυτόν τον λόγο η ασυνείδητη τάση της γυναίκας
στοχεύει στην χαλάρωση της δομής του γάμου, αλλά όχι στην καταστροφή του γάμου
και της οικογένειας. Αυτό θα ήταν όχι μόνο ανήθικο, αλλά και μια εντελώς
παθολογική κατάχρηση των δυνάμεών της.
Θα
χρειάζονταν τόμοι από υλικό έρευνας για να περιγράψουν τους αναρίθμητους
τρόπους με τους οποίους πετυχαίνεται αυτός ο στόχος. Ο τρόπος της γυναίκας,
όπως και της φύσης, είναι να εργάζεται έμμεσα, χωρίς να κατονομάζη τον σκοπό
της. Σε ο,τιδήποτε δεν την ικανοποιεί αντιδρά σκόπιμα, με συναισθήματα,
συγκινησιακές εκρήξεις, γνώμες και ενέργειες, που όλα έχουν τον ίδιο τελικό
στόχο, και που ο φαινομενικός τους παραλογισμός, η κακία και η ψυχρή σκληρότητα
είναι άπειρα οδυνηρά για τον άνδρα που είναι τυφλός στον Έρωτα.
Ο
έμμεσος τρόπος της γυναίκας είναι επικίνδυνος, γιατί μπορεί να βλάψη
ανεπανόρθωτα τον σκοπό της. Γι’ αυτό επιθυμεί μεγαλύτερη συνειδητότητα, που θα
της επιτρέψη να κατονομάση τον στόχο της και να του δώση νόημα, και έτσι να
ξεφύγη από τον τυφλό δυναμισμό της φύσης. Σε οποιαδήποτε παλιότερη εποχή, η
επικρατούσα θρησκεία θα ήταν αυτή που θα της έδειχνε πού βρίσκεται ο απώτερος
σκοπός της· αλλά σήμερα η θρησκεία οδηγεί πίσω στον Μεσαίωνα, σε εκείνη την
ψυχοφθόρα έλλειψη σχέσης από την οποία προήλθαν όλες οι φοβερές βαρβαρότητες
του πολέμου. Πάρα πολλή ψυχή διατίθεται για τον Θεό· πάρα πολύ λίγη για τον
άνθρωπο. Αλλά ο Θεός δεν μπορεί να υπάρξη εάν η ψυχή του ανθρώπου είναι
ατροφική. Η θηλυκή ψυχή απαντά σε αυτήν την πείνα, γιατί είναι η λειτουργία του
Έρωτα να ενώνη αυτά που ο Λόγος έχει χωρίσει. Η σημερινή γυναίκα έχει μπροστά
της ένα τεράστιο πολιτιστικό έργο – ίσως πρόκειται για την αυγή μιας
καινούργιας εποχής.
(συνεχίζεται)
Αμέθυστος
Πάλι τα χάπια σου σταμάτησες;
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα βάζεις μεγαλύτερα κείμενα. αυτά είναι μικρά και τα διαβάζουμε πολύ γρήγορα!!!
Ήθελα να'ξερα ρε βοϊδι σε διαβάζει κανείς; ή μόνος σου τα αντιγράφεις;
είμαι σίγουρος πως ούτε και εσύ δεν τα διαβάζεις.
Στανταρ...ε;
Αν προσέξεις καλύτερα θά δείς πώς τά μεταφράζουμε εμείς.
ΑπάντησηΔιαγραφή