Δευτέρα 31 Μαρτίου 2014

ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΗΓΕΣ ΤΟΥ DE TRINITATE του Αυγουστίνου (2)


Ένα πανόραμα της αναπτύξεως της μοντέρνας φιλολογίας και της Ιστορίας της φιλοσοφίας των φιλοσοφικών προϋποθέσεων της Τριαδολογίας του Αυγουστίνου. Αντλείται από το μεγάλο κείμενο του αιώνος μας "Πορφύριος και Βιττορίνο" του Pierre Hadot.

Το πρόβλημα του Βιττορίνο

Ο Βιττορίνο θα είχε μείνει στην Ιστορία σαν ένας ρήτορας της Ρώμης, της εποχής των αυτοκρατόρων Κωνστάντιου και Ιουλιανού, ένας συνηθισμένος σχολιαστής του De inventione (περί εμπνεύσεως ή περί επινοήσεως) του Κικέρωνα, ένας μεταφραστής μερικών νεοπλατωνικών κειμένων, εάν γέρος, δεν είχε μεταστραφεί στον Χριστιανισμό και δεν είχε αναλάβει την υπεράσπιση και την απολογία του ορθόδοξου δόγματος τού Ομοουσίου τού Υιού και τού Πατρός εναντίον των Αρειανών που ήταν σύγχρονοί του. Και πράγμα παράξενο, ο γέρο-ρήτορας που μέχρι εκείνη την στιγμή ήταν χωρίς καμμία ιδιοφυία στο έργο του, συνθέτει το μοναδικό μεταφυσικό έργο όλης της αρχαίας λατινικής γραμματείας, το οποίο όμως ήταν τόσο δύσβατο που ξεχάστηκε αμέσως. Υπήρξε η πρώτη συστηματική έκθεση του δόγματος της Τριάδος.

Από το 1880 όμως η σύγχρονη αναγεννημένη φιλολογία ανακαλύπτει αυτό το έργο του Βιττορίνο και αρχίζει να το αναλύει. Αναγνωρίζει σε αυτόν ένα πρόδρομο του Αρεοπαγίτη και βλέπει στον Αριστοτέλη την πηγή της θεωρίας της ουσίας τού συστήματος. Ο C. Gore, το 1887, εντοπίζει τις ουσιαστικές θέσεις του συστήματος αυτού.

Είναι μια απάντηση σε ένα γράμμα κάποιου αρειανού ονόματι Candido, κατ’ αρχάς. Αυτός λοιπόν ισχυρίζεται πως εάν ο Θεός γεννά έναν Υιό, είναι αναγκαίο να δεχθούμε μία κίνηση, και επομένως μία μετάλλαξη στην θεία ουσία. Σε αυτό ο Βιττορίνο απαντά ότι υπάρχει μία κίνηση ταιριαστή με την θεία ουσία, η οποία δηλαδή δεν προκαλεί κίνηση, η οποία δεν προξενεί καμία αλλαγή. Σύμφωνα με αυτήν την κίνηση ο Θεός γεννά τον Υιό του. Αυτή η «ακίνητη» γέννηση είναι γέννηση τής θελήσεως του Θεού, δηλαδή της αυτοσυνειδήσεώς του. Ορίζοντας τοιουτοτρόπως τον Υιό σαν όριο και σαν μορφή του Θεού. Ο ίδιος  συνεχίζει να βλέπει τον Πλωτίνο πίσω από ορισμούς του Θεού σαν μη ον π.χ. όπως και την επήρρεια αυτών των θέσεων στον Αυγουστίνο. Όπως π.χ. η διπλή πρόοδος του Αγίου πνεύματος και την σύλληψή του σαν τον δεσμό της Τριάδος.

Ο Dom G. Geiger, 1887-1889, οικοδομεί το σύστημα τού Βιττορίνο αναγνωρίζοντάς το σαν το μοναδικό μνημείο τής νεοπλατωνικής φιλοσοφίας στην Δύση. Ο Θεός είναι γνωστός τόσο σαν δύναμις και αιτία των όντων όσο και σαν Είναι απολύτως υπερβατικό. Η πομπή, η διαδικασία, ο τρόπος των πεπερασμένων όντων αποτελεί μία Ιεραρχημένη φανέρωση της υπερβατικής δυνάμεως και ο Λόγος είναι ταυτόσημος με τον Νου τού Πλωτίνου. Υπάρχουν όμως και σημαντικές διαφορές, οι οποίες θα αποδειχθούν θεμελιώδεις για τον Αυγουστίνο. Ο Πατήρ αντιπροσωπεύει την πρώτη στιγμή τού Νου τού Πλωτίνου, δηλαδή την Ουσία. Διότι το Ένα του Πλωτίνου είναι το δυνάμει θεμέλιο, το Urgrund των τριών υποστάσεων της Τριάδος και επομένως η Ίδια η Τριάδα εγκαθίσταται και συστήνεται στο επίπεδο της νοήσεως του Πλωτίνου. [Αυτό είναι το πιο σημαντικό στοιχείο της Τριαδολογίας που μας παρέδωσε ο Αυγουστίνος και επικράτησε αστραπιαία, διότι εύκολη, κατανοητή, λογική. Όπως λέει ο Αυγουστίνος, οι υποστάσεις σαν σχέσεις, η Τριάδα, είναι ένα επίπεδο πιο κάτω από το απόλυτο του Θεού. Και δυστυχώς για όλους μας, αυτή η Τριάδα είναι πλέον το κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν, η πνοή ζωής που δώρισε ο δημιουργός στον άνθρωπο, είναι η ψυχή του ανθρώπου όπως την ανακάλυψε η ελληνική φιλοσοφία. Γι’ αυτό και είναι εμμενής, ενυπάρχουσα, η πηγή της θελήσεως]. Αυτή όμως η νόηση του Πλωτίνου, το Είναι, η ζωή και η σκέψη υποστατικοποιείται και γίνεται ο Πατήρ, ο Υιός και το Άγιο πνεύμα! Επέρχεται λοιπόν η πλήρης σύγχυση ανάμεσα στην φιλοσοφία και την θεολογία με θανάσιμες συνέπειες. Χάνεται κάθε διάκριση ανάμεσα στο φυσικό και το υπερφυσικό, ανάμεσα στην πίστη και στην γνώση. Η προσωπική διάκριση των τριαδικών υποστάσεων χάνεται επίσης. Η γένεση του Λόγου και η δημιουργική ενέργεια, η πράξη της Δημιουργίας ταυτίζονται. Το προπατορικό αμάρτημα συγχέεται με την κάθοδο της ψυχής στον αισθητό κόσμο, η σωτηρία βρίσκεται σε μία απλή φυσική σχέση με τον Λόγο, ο Σωτήρ αναγνωρίζεται σαν ο παγκόσμιος άνθρωπος [η αρχή της παγκοσμιοποιήσεως], σαν ο καθολικός άνθρωπος [της αναγεννήσεως, σαν ο άνθρωπος του Λεονάρντο], και η πίστη συγχέεται με τη σειρά της με την γνώση του Λόγου. Παρά την μεταστροφή του ο Βιττορίνο παραμένει νεοπλατωνικός. Και το Άγιο πνεύμα είναι η επιστροφή της ψυχής στον Νου.

Έναν χρόνο μετά τον Geiger, o Α. Von Harnack χρησιμοποιεί έναν πρωτάκουστο χαρακτηρισμό για τον Βιττορίνο: Είναι, λέει, ένας Αυγουστίνος πριν τον Αυγουστίνο. Αυτή η δήλωση προκαλεί την αντίδραση του R. Schmid, ο οποίος διαφωνώντας με τον Harnack, μας δίνει κάτι ενδιαφέρον. Λέει λοιπόν πως αν εξετάσουμε προσεκτικά το ιστορικό πλαίσιο του Αυγουστίνου θα διακρίνουμε τις διαφορές τής θεολογίας του από τον Βιττορίνο. Διότι το πλαίσιο των αιρέσεων, το αιρεσιολογικό πλέγμα (ο ιστός των αιρέσεων) ήταν διαφορετικό [μια κρυφή πτυχή της Ιστορικής Εκκλησίας λοιπόν η οποία προσαρμόζεται στις αιρέσεις πολεμώντας τες, και εξελίσσεται αναγκαίως, διότι μόνο το κακό εξελίσσεται. Αυτή την προσαρμογή και εξέλιξη, ονομάζουμε σήμερα Εκκλησιολογία], διαφορετικό επίσης και το εκκλησιολογικό του ενδιαφέρον και η διδασκαλία του, αλλά και πολύ σημαντικές επίσης οι αναλογίες του Τριαδικού του δόγματος με τις θέσεις του Μ. Αθανασίου.

[Έτσι λοιπόν σήμερα ακούμε χωρίς να ανησυχούμε πως η Εκκλησιολογία του Ζηζιούλα, όπως παρουσιάζεται στο βασικό του κείμενο, για την θέση του Επισκόπου, είναι η καλύτερη απάντηση στις ασάφειες των σύγχρονων Ρώσων θεολόγων ή ότι η Εκκλησία οφείλει να απαντήσει στα προβλήματα της εποχής της, δηλαδή στην ατομικότητα].

(Συνεχίζεται)

Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου