Τετάρτη 30 Απριλίου 2014

ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΣΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ (13)

 Συνέχεια απο: Πέμπτη, 10 Απριλίου  2014

Του Hans – Georg Gadamer

ΙΙΙ. ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΣΤΟ ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗΣ

Σε αυτό το σημείο όμως θα μου επιτρέψετε να επιστρέψω στο θέμα των συζητήσεών μας, επικεντρώνοντας την προσοχή μας στο πρώτο κεφάλαιο του πρώτου βιβλίου της Μεταφυσικής, το οποίο, όπως γνωρίζετε, είναι και μια εισαγωγή στο έργο.
Πριν εισέλθουμε όμως στην αξία αυτού του κειμένου, ας θυμηθούμε όσα είπαμε σχετικά με τον σκοπό της διαλεκτικής επιχειρηματολογίας. Η Επαγωγή, η Επαγωγική Επιχειρηματολογία, είναι μια πρόοδος προς την απόκτηση της αλήθειας. Ο φιλοσοφικός λόγος είναι άδειος εάν απουσιάζει αυτή η κατεύθυνση προς το τέλος, προς τον σκοπό, προς την απάντηση δηλαδή στην ερώτηση που έχει τεθεί. Αναφέραμε ήδη ότι ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί γι’ αυτό το θέμα, την εικόνα του στρατού σε υποχώρηση και την επανασύνταξή του. ΤΟ ΚΑΘΟΛΙΚΟ ΣΥΣΤΗΝΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΔΙΆΡΚΕΙΑ ΤΩΝ ΕΜΠΕΙΡΙΩΝ. Αυτός που αποκτά εμπειρίες συγκεντρώνει μόνο γνώσεις, αλλά σ’ ένα συγκεκριμένο και σίγουρο σημείο συνειδητοποιεί το καθολικό. Η εικόνα, όπως το έχουμε αναφέρει ήδη – είναι στο 19ο κεφάλαιο του δευτέρου βιβλίου των Αναλυτικών ύστερων και ο Θεμίσιος, ένας σχολιαστής του 4ου αιώνος μ.Χ., παραφράζοντας αυτό το κεφάλαιο ανακαλεί την διεργασία εκμάθησης την γλώσσας εκ μέρους των μωρών. Και πράγματι η επανασυμπύκνωση του στρατού που έχει τραπεί σε φυγή, η επανασύσταση μιας τάξεως μέσω ξεχωριστών στιγμών που επαναλαμβάνονται, είναι παρόμοια με τον σχηματισμό της γλωσσικής ικανότητος των μωρών μέσω της επαναλήψεως των ήχων που ακούνε από την μητέρα και από την οικογένεια: και εδώ λοιπόν, στο τέλος, συστήνεται μια τάξις, η γλώσσα, όπου οι ξεχωριστοί ήχοι αποκτούν την σημασία τους.
Ας εξετάσουμε λοιπόν, το πρώτο κεφάλαιο της Μεταφυσικής. Ξεκινά όπως όλοι γνωρίζουμε, με την δήλωση πως: πάντες άνθρωποι του ειδέναι ορέγονται φύσει! Απόδειξη δε αυτού είναι, κατά τον Αριστοτέλη, η αγάπη που έχουν για τις αισθήσεις, και ιδιαιτέρως η προτίμηση – ακόμη και ανεξαρτήτως από την πρακτική τους εφαρμογή και χρήση – για τις αισθήσεις της οράσεως, διότι η όραση μας προσφέρει έναν μεγαλύτερο αριθμό γνώσεων, αναφορικά με τα άλλα αισθητήρια και πιο διακεκριμένες και διαφοροποιημένες. Από την αισθητή αντίληψη γεννιέται η μνήμη – όπως περιγράφεται στο Αναλυτικά ύστερα – και από την μνήμη, από τις πολλές αναμνήσεις, σχηματίζεται η εμπειρία και μέσω της εμπειρίας, η επιστήμη και η τέχνη. Το κείμενο λοιπόν μας λέει πως η γνώση είναι κάτι που βρίσκεται πάντοτε σε πρόοδο, κάτι που αυξάνει διαρκώς και αναπτύσσεται.
Η ομιλία του Αριστοτέλη στην συνέχεια αναπτύσσεται σε μια πολύ πολύ ενδιαφέρουσα κατεύθυνση. Και πράγματι παρότι συσχετίζει την εμπειρία και την τεχνικο-επιστημονική γνώση, καθότι αυτή η δεύτερη γεννιέται από την πρώτη, διατηρεί σταθερή την διάκριση ανάμεσα στην μια και την άλλη, λέγοντας ουσιαστικώς, πως στην πρακτική ζωή η εμπειρία μοιάζει να έχει μια πιο αποφασιστική λειτουργία αναφορικώς με την επιστημονική θεωρία. Αυτή δε συνήθως κατευθύνει την επιστημονική θεωρία, αυτή οδηγεί την ανθρώπινη πράξη. Ο Αριστοτέλης είναι γιός ενός γιατρού και το παράδειγμα που χρησιμοποιεί είναι φυσικά η Ιατρική. Σ’ αυτό το πεδίο – φαίνεται να λέει – ο έμπειρος γιατρός είναι πιο σημαντικός από τον μεγάλο ακαδημαϊκό: εδώ η εμπειρία του ατομικού, του ιδιαίτερου, είναι καθοριστική, διότι είναι αυτός ο άνθρωπος που ασθενεί και επιθυμεί την θεραπεία του. Και παρ’ όλα αυτά, συνεχίσει ο Αριστοτέλης, η πεποίθησή μας είναι ότι είναι πιο σοφός, σε σχέση με τον εμπειρικό γιατρό, αυτός που γνωρίζει τις αιτίες για τις οποίες αυτό το φάρμακο είναι η καλύτερη θεραπεία γι’ αυτόν τον άρρωστο.
Από την μεριά μου, πιστεύω πως, στις μέρες μας, ίσως είναι πιο σοφό, όταν κάποιος αρρωστήσει, να ζητήσει από την μητέρα του την καλύτερη θεραπεία. [Τότε υπήρχαν μητέρες ακόμη]. Ίσως είναι πιο σίγουρο να συνεχίσουμε και να ακολουθήσουμε την εμπειρία των προηγούμενων γενεών, αντί να απευθυνθούμε σε έναν φαρμακοποιό ή σε έναν γιατρό και να πάρουμε ένα χημικό σκεύασμα. Είμαι προχωρημένης ηλικίας πλέον, αλλά σας βεβαιώνω πως στην ζωή μου δεν υπήρξε ποτέ εκείνο το μαγικό ραβδί της μοντέρνας ιατρικής που λέγεται χάπι. Ίσως επειδή ήταν γιός γιατρού ο Αριστοτέλης δεν είχε την τυφλή σημερινή ειδωλολατρία για την ιατρική επιστήμη! Και είχε καταλάβει πως η επάρκεια της ιατρικής βασίζεται στην εμπειρία. Δεν είμαι αντίθετος στην πρόοδο της ιατρικής αλλά θέλω να σας πω πως όσον αφορά την φροντίδα της ασθένειάς μου, μπορεί να είναι πιο σοφό να ρωτήσουμε την γιαγιά.
Επιστρέφοντας στο κείμενό μας, βλέπουμε πως το κεφάλαιο που μελετούμε ολοκληρώνεται με την βεβαίωση πως η γέννηση της επιστήμης, σαν καθαρή θεωρητική γνώση, που δεν έχει πρακτικούς σκοπούς, συμβαίνει μόνον όταν έχουν ήδη αναπτυχθεί οι επιστήμες που αφορούν το αναγκαίο και το ευχάριστο, όταν δηλαδή είναι δυνατόν να πραγματοποιήσουμε την σχόλη, την ανανέωση.
Ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί το παράδειγμα των μαθηματικών που γεννήθηκαν υποτίθεται στην αρχαία Αίγυπτο, διότι εκεί οι ιερείς ήταν ελεύθεροι από υποχρεώσεις για εργασία. Ίσως το παράδειγμα αυτό δεν είναι τελικώς τόσο πειστικό, διότι τα μαθηματικά αναπτύχθηκαν στην Αίγυπτο όχι γιατί οι ιερείς ήταν ελεύθεροι από πρακτικά καθήκοντα, αλλά επειδή οι Φαραώ είχαν ανάγκη τους φόρους και για να τους επιβάλλουν έπρεπε να υπολογίσουν την έκταση των καλλιεργειών. Αυτή όμως η ιδεαλιστική ας πούμε πεποίθηση για την καταγωγή των μαθηματικών, και ιδιαιτέρως της γεωμετρίας, δεν ανήκει μόνον στον Αριστοτέλη. Για τους Έλληνες η Αίγυπτος αντιπροσώπευε το ιδανικό μιας αυθεντικής γνώσεως που είχε ήδη χαθεί.
Ολοκληρώνοντας, αυτό το πρώτο κεφάλαιο της Μεταφυσικής, δείχνει πως για τον Αριστοτέλη ο δομικός χαρακτήρας της επιστήμης είναι η έρευνα, η ατέρμονη ανάπτυξη. Ακόμη και όταν πρόκειται για την φιλοσοφία, ακόμη και όταν πρόκειται για διδασκαλία, όπως είναι η περίπτωση της Μεταφυσικής, της Φυσικής και ούτω καθεξής. Αυτή η προοδευτικής επέκταση της γνώσεως είναι ακριβώς, η έρευνα για τις αρχές, η προσπάθεια να γνωρίσουμε γιατί ένα πράγμα είναι όπως είναι.
Και πριν κλείσουμε και αυτό το κεφάλαιο θα αναφερθώ με συντομία σε μια ερώτηση που μου ετέθη. Εάν είναι δυνατόν δηλαδή να ανακτηθεί σήμερα η σκέψη του Θωμά Ακινάτη πέραν του θωμισμού της παραδόσεως. Πιστεύω πως η γνώση την οποία διαθέτουμε σήμερα, του Ακινάτη, είναι παρόμοια με εκείνη που είχαμε για τον Αριστοτέλη, έναν αιώνα πριν. Διότι μόνον με τον ιστορικισμό, με την ανάπτυξη της φιλολογικής ανάπτυξης των κειμένων, αρχίσαμε να διαλύουμε το πέπλο της αριστοτελικής παραδόσεως. Το ίδιο ισχύει και για τον Ακινάτη. Πιστεύω πως είναι δυνατόν να υπάρξει μια σχέση ανάμεσα στην μοντέρνα κουλτούρα και την σκέψη του Ακινάτη, αρκεί να αποφύγουμε την σύγχρονη πεποίθηση που επικρατεί, πως τον τελευταίο καθοριστικό λόγο τόν είπε ο σύγχρονος επιστημονικός διαφωτισμός.

Συνεχίζεται

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου