Δευτέρα 27 Οκτωβρίου 2014

Ο ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΙ Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΣ ΝΕΟΠΛΑΤΩΝΙΣΜΟΣ (12)

Συνέχεια από:Παρασκευή, 24 Οκτωβρίου 2014

Ο ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ ΚΑΙ Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΣ ΝΕΟΠΛΑΤΩΝΙΣΜΟΣ 
ΠΕΡΙ  ΕΥΤΥΧΙΑΣ 
Του Werner Beierwaltes.
         
 12. Η Ευτυχία σαν αγάπη Γνώσεως και Θεωρίας.
         
 Επιβάλλεται να προσθέσουμε μερικούς υπολογισμούς σχετικά με τον τρόπο (τον τροπισμό) με τον οποίο, διά του οποίου, το θεμέλιο και το αντικείμενο τής μακαριότητος, δηλαδή η αλήθεια, η σοφία, το αμετάβλητο Είναι, ο Θεός, παρουσιάζονται στον άνθρωπο και παραμένουν παρόντα σ'αυτόν. Τί πράγμα περιέχει καθαυτός ο όρος "έχω" στην φράση Deum qui habet, beatus est; Κατα βάθος, η απάντηση σ'αυτή την ερώτηση δόθηκε ήδη στην ανάλυση των ιδιοτήτων του Θεού! Στις παρατηρήσεις που ακολουθούν πρέπει να αποσαφηνίσουμε γι' άλλη μια φορά αυτή την ιδιαίτερη τροπικότητα, τον ιδιαίτερο τρόπο, για να κατανοήσουμε την διαφορά με τις μοντέρνες εννοιολογήσεις που αφορούν την Ευτυχία.
          Η γνώση, η κατανόηση, οι γνώσεις, ο διαλογισμός, η πνευματική θεωρία τού φωτισμού, συνιστούν την πορεία που οδηγεί στην μακάρια ζωή, και στην διατήρηση της ζωής σ'ένα διαρκές παρόν. Η αναζήτηση και η απόκτηση της Ευτυχίας, περιγράφονται επομένως σαν ένας τροπισμός της σκέψης και σαν μία υπέρτατη δυνατότητα του πνεύματος που εξασφαλίζει την κατάκτηση του σκοπού, του τέλους.
          Δέν πρέπει να μειώσουμε όμως αυτήν την τροπικότητα με την εννοιολογική μεθοδικότητα της μοντέρνας νοησιαρχίας! Εξάλλου η πρόσβαση στην μακάρια ζωή δέν πρέπει ούτε να απωθηθεί στην σφαίρα των άτακτων και αδέσποτων συναισθημάτων, απο εννοιολογικής απόψεως, διότι ο Αυγουστίνος ταυτίζει την γνώση, την επιστήμη, την θεωρία, με την αγάπη και μ'αυτόν τον τρόπο ερμηνεύει το "έχειν" σαν "αγάπη"! "Η μακάρια ζωή δέν κατακτάται εάν δέν αγαπηθεί"! (Πολιτεία του Θεού XIV 25). Η μακάρια ζωή αγαπιέται μόνον επειδή γνωρίζεται. Αυτή η έννοια είναι συνέπεια της Τριαδικής δια-εισχωρήσεως του πνεύματος : meus-notitia (η γνώση σαν ενέργεια της κατανοήσεως του πνεύματος)-amor, διαπλέκονται σε μία καθαρή και αδιαχώριστη ενότητα. (Περί τριάδος IX 4,7). Η αγάπη αποτελεί την αυτοσχέση τού πνεύματος και αποτελεί ταυτοχρόνως και την ορμή του πνεύματος να πάει πέραν του εαυτού του. Την ενέργεια της αυθυπέρβασης. Η αγάπη παραμένει όμως ένας τρόπος της γνώσεως: η υπέρτατη μορφή της ενότητος της σκέψης και της συγκινήσεως είναι η καρδιακή, η αγαπητική φιλοσοφία.
          Η Ευτυχία σαν γνωστική και θεωρητική αγάπη, ή επίσης σαν αγαπητική θεωρία και γνώση, ισοδυναμεί με την απόλαυση του υπέρτατου Αγαθού ή του Θεού: "είναι στ'αλήθεια ευτυχής αυτός που απολαμβάνει το sommo bene". Αντίθετα απο την "Χρηστότητα", δηλαδή απο την χρήση ενός πράγματος με την πρόθεση να το κάνουμε να λειτουργήσει (για να πετύχουμε έναν συγκεκριμένο σκοπό), η "απόλαυση" σημαίνει την απόκτηση η οποία συσχετίζεται με το αντικείμενο καθαυτό: "να είμαστε ενωμένοι στην αγάπη σε μία καθαυτή πραγματικότητα", να έχουμε μαζί μας παρόν, αυτό που αγαπούμε! (Το Χριστιανικό δόγμα, Ι, 4,4). (Απολαύειν αυτού του καλού Ενν Ι 6,7,27).
       
          Σήμερα οι όροι "απολαμβάνω", "απόλαυση" έχουν έναν ηδονιστικό τονισμό και υπονοούν την παθητική κατανάλωση αυτού που θα είχε ανάγκη την προσπάθεια και το βάθος της έννοιας, ένα βάθος που δέν θα μπορούσε να οδηγήσει στην θλίψη και την μελαγχολία του ανεκπλήρωτου, που κυριαρχεί σήμερα. Αυτού του είδους η απολαυση είναι η κακή της χρήση. "η απόλαυση" σύμφωνα με τον Αυγουστίνο-αναφορικά πάντοτε με την μακάρια ζωή-δείχνει την υπέρτατη πνευματική ένταση την οποία συγκεντρώνει στον εαυτό του το υπέρτατο αντικείμενο της γνώσεως, της θεωρίας και της αγάπης, για εκείνο που Αυτό είναι, σαν το υπέρτατο Είναι και ταυτόχρονα σαν η υπέρτατη ολοκλήρωση του ανθρώπου, ακριβώς.
      
    13. Το μήνυμα της έννοιας της Ευτυχίας του Αυγουστίνου,
 στον σημερινό άνθρωπο.
      
    Η ανάλυση των τρόπων μέσω των οποίων ο άνθρωπος, σύμφωνα με τον Αυγουστίνο, αποκτά την μακάρια ζωή και διατηρεί αυτή την συνθήκη, ξεκαθαρίζει πλέον αυτή την έννοια! Η μακάρια ζωή είναι μία μορφή του υπέρτατου πνευματικού βάθους, δηλαδή της θεωρίας, της γνώσεως και της αγάπης. Και εδώ ακριβώς η αγάπη διαπεράται απο το πνεύμα.
          Η αντίληψη σύμφωνα με την οποία η γνώση κατανοημένη σαν γνωστική θεωρία του συμπαντικού θεμελίου, είναι το θεμέλιο που προσδιορίζει το πλαίσιο του Είναι και αυτού που γνωρίζεται, και όχι μία οποιαδήποτε γνώση η οποία πλαταίνει το πεδίο της γνώσεως, που πραγματοποιεί την ευτυχισμένη ζωή, διαφοροποιείται ουσιαστικά απο μερικούς τρόπους κατανοήσεως της ευτυχίας που είναι παρόντες στην σύγχρονη και μοντέρνα κουλτούρα. Είναι εννοιολογήσεις που διαχωρίζονται με ουσιώδη τρόπο απο την γνώση της αλήθειας για την οποία μιλήσαμε. Σύμφωνα μ'αυτές τις προοπτικές, η ευτυχία είναι καθαρό συναίσθημα, απόλαυση, ευ' ζείν, χορτασμός εκ της καταναλώσεως, που δέν πρέπει να μειωθεί για αλτρουϊστικές αιτίες, μείωση της πραγματικότητος στον θαυμαστό καινούργιο κόσμο, απομονωμένο απο εξωτερικές ατυχίες, μέσα στον οποίο αποκτάται αυτό που επιθυμείται και δέν επιθυμείται αυτό που δέν είναι δυνατόν να αποκτηθεί (they got what they want, and they never want what they cant get. A. Huxley, Brave New World, 1932).

Η ευτυχία προδιαγράφεται σαν σύστημα.
       
   Παρότι η σύλληψη της ευτυχίας του Αυγουστίνου, δέν είναι εγωϊστικού χαρακτήρος (η αγάπη του Θεού δέν μπορεί να υπάρξει χωρίς την αγάπη του πλησίον, έτσι ώστε η επιθυμία της ευτυχίας που ανήκει στον καθένα μας πρέπει να δημιουργήσει ή να αυξήσει τον δεσμό του ατόμου με τον άλλον), δέν είναι όμως ούτε ταιριαστή με τα κοινωνικά προγράμματα ουτοπικού χαρακτήρος τα οποία υπόσχονται σε όλους την ευτυχία στο μέλλον. Ταυτόχρονα όμως επίσης η σύλληψη αυτή του Αυγουστίνου δέν αρνείται την κοινωνική ευθύνη να ερεθίσει ενεργητικά την ανθρώπινη Φύση, δηλαδή να κατευθύνει την μοίρα του ανθρώπου, δείχνοντας το τέλος που υπερβαίνει την ιστορία.
          Εάν δέν απορριφθεί η έννοια αυτή του Αυγουστίνου, και μ'αυτή η ελληνική έννοια της μακάριας ζωής, καθότι "θεωρητική", μία ανάλυση αυτής της εννοιολογικής διαστάσεως θα μπορούσε να προκαλέσει μία σειρά σκέψεων. Όσον αφορά το πρόβλημα της ευτυχίας αυτές οι σκέψεις δέν είναι δυνατές εξυπακούεται, σε μία φιλοσοφία η οποία δέν διαθέτει κανόνες και αρχές. Ας έχουμε υπόψιν μας πώς αυτές οι τελευταίες δέν κατανοούνται αναγκαίως σαν προδιαγραφές που περιορίζουν την ελευθερία ή σαν καταπιεστικές προδιαγραφές με την ιδεολογική σημασία.
          Ενάντια στην καταδίκη, γενική ώς επί το πλείστον, της "έννοιας", δηλαδή της εννοιολογικής σκέψης και της λογικής,όπου δέν είναι ένοχη (η έννοια) για την δημιουργία ενός κοινωνικού συστήματος σχεδιασμένου με λογικό τρόπο και αποβλέποντος σε κάποιο σκοπό αλλά, ενός αδιαπέραστου τελικώς συστήματος, θα ήταν ευχής έργον εάν η φιλοσοφία μπορούσε να υποστηρίξει την ιδέα σύμφωνα με την οποία μόνον η εννοιολογική σκέψη η οποία δικαιολογείται με επιχειρήματα και αρχές, μπορεί να διασώσει απο το πάγωμα της μή-ευτυχίας που χαρακτηρίζει την εποχή μας. Έτσι λοιπόν όχι η σκέψη η οποία αναπτύσσεται με εννοιολογικό τρόπο αλλά παραμένει δεμένη στην τυπική και φορμαλιστική πρόοδο, ούτε η ιδεολογική στάση η οποία γνωρίζει επακριβώς και χωρίς κριτική ανοχή αυτό που είναι αληθινό, αλλά η έννοια η οποία αντιθέτως, κατευθύνεται στην πραγματικότητα και στην αλήθεια της, με έντονη προσπάθεια και αυτοκριτική, λαμβάνοντας αυτούς τους δύο τρόπους της υπάρξεως σαν κριτήριο που δίνει κατεύθυνση στην σκέψη και μαζί στην πράξη, στο εσωτερικό μίας διαλεκτικής προόδου, θά ήταν η λύση.
          Η ιστορία τής σκέψης μάς έχει διδάξει ίσως μέχρι τώρα, πώς μπροστά στις τραγικές ιστορικές εμπειρίες δέν μπορούν να προσφέρουν ευτυχία ούτε η φιλοσοφική στάση, η οποία είναι απροϋπόθετα πιστή στην επιστήμη, ή η αισιοδοξία, σχεδόν παιδαριώδης, του διαφωτισμού, ούτε η επανα-μυθοποίηση της συνειδήσεως, η οποία καταλήγει στην άτακτη αλογία!
          Αυτή η ευθύνη μπορεί να προσληφθεί μόνον απο μία σκέψη υπεύθυνη η οποία δημιουργεί έναν χώρο για τον εαυτό της και για την πράξη που προέρχεται απο αυτή, και η οποια εναρμονίζεται με την συμπάθεια και την δημιουργική φαντασία. Η αλήθεια της πραγματικότητος για την οποία μιλήσαμε, το Είναι,το θεμέλιο, οι ιδέες, ή η νόηση, πρέπει να διαθέτει, με έναν ανάλογο τρόπο, εκείνον τον απαράβατο χαρακτήρα που διέθετε η αρχή της θεωρίας και της μακαριότητος στην ελληνική και την Χριστιανική σκέψη.
          Η μνήμη, όχι μόνον η ιστορική, μίας σταθερής πραγματικότητος η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην προσπάθεια τροποποιήσεως του παρόντος και για την ενεργοποίηση του παρόντος, δέν μπορεί να απωθηθεί σαν "αντιδραστική" ή ά-κριτη, εκτός και αν υπάρχει ο φόβος πώς μία τέτοιας σημασίας εννοιολόγηση τού παρελθόντος εναντιώνεται στις προθέσεις μας. Σ'αυτή την προοπτική γίνεται φανερό πώς η ευτυχία δέν εξαρτάται απο το υποκείμενο και τους υποκειμενισμούς ή τις ψυχικές καταστάσεις ή απο συναισθήματα επιθυμίας ούτε απο μία "αλήθεια" η οποία εξαντλείται στον ιστορικό σχετικισμό, αλλά στηρίζεται αντιθέτως στην γνώση μίας ιδέας η οποία παραμένει και η οποία αποδεικνύεται καθοριστική, παρόλες τις ιστορικές της μεταμορφώσεις.
                                                          ΤΕΛΟΣ


Αμέθυστος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου