Διαλογισμός : Η λάθος πεποίθηση
Όταν οι άνθρωποι επιχειρούν να πειραματιστούν με τον διαλογισμό, συχνά
διαμαρτύρονται ότι οι σκέψεις τους γίνονται ανεξέλεγκτες και αρχίζουν να
τους επιτίθενται πιο άγρια από ποτέ.
Όσοι όμως έχουν εντρυφήσει χρόνια στο διαλογισμό γνωρίζουν ότι αυτό είναι ένα πολύ καλό σημάδι για όσους είναι αρχάριοι στο διαλογισμό.
Δεν είναι οι σκέψεις μας που έχουν γίνει πιο άγριες κι επιθετικές αλλά εμείς που έχουμε γίνει πιο ήσυχοι και καταφέρνουμε τελικά να αποκτήσουμε συνείδηση του πόσο θορυβώδεις ήταν οι σκέψεις μας πάντα.
Αντί να αποκαρδιωνόμαστε λοιπόν και πολλές φορές να τα παρατάμε, μπορούμε να προσπαθήσουμε να γίνουμε ακόμα περισσότερο παρόντες στη στιγμή και να συνεχίσουμε να επιστρέφουμε ξανά και ξανά στην αναπνοή μας.
Όσοι όμως έχουν εντρυφήσει χρόνια στο διαλογισμό γνωρίζουν ότι αυτό είναι ένα πολύ καλό σημάδι για όσους είναι αρχάριοι στο διαλογισμό.
Δεν είναι οι σκέψεις μας που έχουν γίνει πιο άγριες κι επιθετικές αλλά εμείς που έχουμε γίνει πιο ήσυχοι και καταφέρνουμε τελικά να αποκτήσουμε συνείδηση του πόσο θορυβώδεις ήταν οι σκέψεις μας πάντα.
Αντί να αποκαρδιωνόμαστε λοιπόν και πολλές φορές να τα παρατάμε, μπορούμε να προσπαθήσουμε να γίνουμε ακόμα περισσότερο παρόντες στη στιγμή και να συνεχίσουμε να επιστρέφουμε ξανά και ξανά στην αναπνοή μας.
Η αρχαία ανατολική σοφία μας επισημαίνει ότι στο ξεκίνημα του
διαλογισμού οι σκέψεις θα έρχονται η μία πίσω απ’ την άλλη ακατάπαυστα,
σαν έναν καταρράκτη που χύνεται σε έναν απόκρημνο γκρεμό.
Σταδιακά, καθώς προοδεύουμε στο διαλογισμό, οι σκέψεις γίνονται σαν το νερό που τρέχει σε ένα ρηχό, στενό ποτάμι κι αργότερα όπως τα πιο ήρεμα νερά ενός μεγαλύτερου και βαθύτερου ποταμού που ρέουν ήσυχα προς τη θάλασσα.
Τελικά ο νους γίνεται όπως ένας ακίνητος και γαλήνιος ωκεανός που ρυτιδώνεται μόνον περιστασιακά στις ήπιες ριπές του ανέμου.
Σταδιακά, καθώς προοδεύουμε στο διαλογισμό, οι σκέψεις γίνονται σαν το νερό που τρέχει σε ένα ρηχό, στενό ποτάμι κι αργότερα όπως τα πιο ήρεμα νερά ενός μεγαλύτερου και βαθύτερου ποταμού που ρέουν ήσυχα προς τη θάλασσα.
Τελικά ο νους γίνεται όπως ένας ακίνητος και γαλήνιος ωκεανός που ρυτιδώνεται μόνον περιστασιακά στις ήπιες ριπές του ανέμου.
Κάποιοι δυστυχώς έχουν την λάθος πεποίθηση ότι όταν διαλογίζονται δεν θα
πρέπει να έχουν καθόλου σκέψεις ή συναισθήματα.
Όταν λοιπόν έρχονται σκέψεις στην επιφάνεια, αυτοί ταράζονται ή εξοργίζονται με τον εαυτό τους, νομίζουν ότι έχουν αποτύχει και τα παρατούν.
Πόσους έχετε ακούσει αλήθεια να επιμένουν ότι δεν μπορούν να κάνουν διαλογισμό γιατί έχουν επαναλαμβανόμενες σκέψεις που δεν τους αφήνουν σε ησυχία; Αυτή η πεποίθηση είναι το μεγαλύτερο σφάλμα στην άσκηση του διαλογισμού. Μια θιβετιανή παροιμία λέει: “Δεν μπορείς να έχεις κρέας χωρίς κόκκαλα ή τσάι χωρίς φύλλα”. Όσο καιρό λοιπόν θα έχουμε έναν νου, αυτός θα συνοδεύεται αναγκαστικά από σκέψεις και συναισθήματα.
Όταν λοιπόν έρχονται σκέψεις στην επιφάνεια, αυτοί ταράζονται ή εξοργίζονται με τον εαυτό τους, νομίζουν ότι έχουν αποτύχει και τα παρατούν.
Πόσους έχετε ακούσει αλήθεια να επιμένουν ότι δεν μπορούν να κάνουν διαλογισμό γιατί έχουν επαναλαμβανόμενες σκέψεις που δεν τους αφήνουν σε ησυχία; Αυτή η πεποίθηση είναι το μεγαλύτερο σφάλμα στην άσκηση του διαλογισμού. Μια θιβετιανή παροιμία λέει: “Δεν μπορείς να έχεις κρέας χωρίς κόκκαλα ή τσάι χωρίς φύλλα”. Όσο καιρό λοιπόν θα έχουμε έναν νου, αυτός θα συνοδεύεται αναγκαστικά από σκέψεις και συναισθήματα.
Όπως ακριβώς ο ωκεανός έχει κύματα ή ο ήλιος ακτίνες, έτσι και η δράση του νου μας είναι οι σκέψεις που δημιουργεί και τα συναισθήματα που ακολουθούν τις σκέψεις. Ο ωκεανός μπορεί να εμφανίζει κύματα, όμως δεν ταράζεται ιδιαίτερα από αυτά. Τα κύματα είναι η φύση του ωκεανού. Τα κύματα τα βλέπουμε να υψώνονται μέσα στον ωκεανό∙ από πού προέρχονται όμως και που καταλήγουν τελικά; Στον ίδιο τον ωκεανό.
Κατ’ αναλογία, οι σκέψεις και τα συναισθήματα είναι οι εκφράσεις της αληθινής φύσης του νου. Υψώνονται μέσα από τον νου και διαλύονται πάλι πίσω στο νου.
Οτιδήποτε εμφανίζεται δεν είναι απαραίτητο να το βλέπουμε σαν ένα ιδιαίτερο πρόβλημα. Αν δεν αντιδράσουμε ενστικτωδώς, αν το παρατηρήσουμε υπομονετικά κι αδιαμαρτύρητα θα αποσυντεθεί στην ίδια του τη φύση.
Όταν φτάσουμε σ’ αυτή την κατανόηση τότε η εμφάνιση των σκέψεων στον διαλογισμό όχι μόνο δεν θα είναι πρόβλημα αλλά θα δυναμώνει και θα εμπλουτίζει την άσκησή μας.
Έτσι, είναι σημαντικό να αποκτήσουμε μια πιο φιλική, ανοιχτή και συμπονετική διάθεση απέναντι στις σκέψεις και τα συναισθήματά μας καθώς αυτά είναι η οικογένεια του νου μας. Μπροστά στις σκέψεις μας λοιπόν, ένας θιβετιανός δάσκαλος προτείνει: “Γίνε όπως ο σοφός άνθρωπος που παρακολουθεί ένα παιδί να παίζει”.
Συχνά αναρωτιόμαστε πώς να αντιμετωπίσουμε την αρνητικότητα μας ή τα
προβληματικά συναισθήματα που βιώνουμε.
Στην ηρεμία και άνεση που βιώνουμε κατά τη διάρκεια του διαλογισμού έχουμε την δυνατότητα να παρατηρήσουμε τα συναισθήματα αυτά με μια εντελώς αμερόληπτη στάση.
Όταν η στάση μας όμως απέναντι στα συναισθήματα αλλάζει, διαφοροποιείται και ολόκληρη η ατμόσφαιρα του νου μας, ακόμη και η ίδια η φύση των σκέψεων και των συναισθημάτων μας.
Όταν γινόμαστε λιγότερο κριτικοί προς τις σκέψεις μας, το ίδιο κάνουν και οι σκέψεις προς εμάς. Στο κάτω-κάτω, σκέψεις είναι, αργά ή γρήγορα θα περάσουν αν σταματήσουμε να το κάνουμε μεγάλο θέμα και να φέρνουμε εμπόδια στο διάβα τους.
Στην ηρεμία και άνεση που βιώνουμε κατά τη διάρκεια του διαλογισμού έχουμε την δυνατότητα να παρατηρήσουμε τα συναισθήματα αυτά με μια εντελώς αμερόληπτη στάση.
Όταν η στάση μας όμως απέναντι στα συναισθήματα αλλάζει, διαφοροποιείται και ολόκληρη η ατμόσφαιρα του νου μας, ακόμη και η ίδια η φύση των σκέψεων και των συναισθημάτων μας.
Όταν γινόμαστε λιγότερο κριτικοί προς τις σκέψεις μας, το ίδιο κάνουν και οι σκέψεις προς εμάς. Στο κάτω-κάτω, σκέψεις είναι, αργά ή γρήγορα θα περάσουν αν σταματήσουμε να το κάνουμε μεγάλο θέμα και να φέρνουμε εμπόδια στο διάβα τους.
Έτσι οτιδήποτε σκέψεις ή συναισθήματα και να εμφανίζονται στο νου μας, τις αφήνουμε να υψωθούν και να σβήσουν όπως ακριβώς τα κύματα στον ωκεανό, χωρίς να προσπαθούμε να τα εμποδίσουμε ή να τα περιορίσουμε.
Ας μην προσκολλούμαστε στις σκέψεις μας, ας μην τις ανατροφοδοτούμε ή κάνουμε προσπάθεια να τις διαλύσουμε. Ας μην τις ακολουθούμε και ας σταματήσουμε να τις προσκαλούμε.
Ας γίνουμε σαν τον ωκεανό που παρατηρεί τα ίδια του τα κύματα ή σαν τον ουρανό που ατενίζει ανέμελα όσα σύννεφα έχουν διάθεση να βολτάρουν μέσα στο είναι του.
Σύντομα ανακαλύπτουμε ότι οι σκέψεις μας είναι σαν τον άνεμο∙ απλά έρχονται και φεύγουν.
Το μυστικό είναι να μη σκεπτόμαστε πάνω στις σκέψεις, αλλά να τις επιτρέπουμε να ρέουν ανεμπόδιστα μέσα στο νου μας, ενώ συγχρόνως εκπαιδεύουμε τον νου μας να ελευθερωθεί από την ανάγκη να δημιουργεί δεύτερες σκέψεις.
Ο συνηθισμένος νους, μπορεί να αντιλαμβάνεται το ρεύμα των σκέψεων σαν
συνεχόμενο και ασταμάτητο∙ στην πραγματικότητα όμως δεν είναι καθόλου
έτσι τα πράγματα.
Μπορεί ο καθένας μας μέσα από ενδελεχή εσωτερική παρατήρηση να ανακαλύψει ότι ανάμεσα σε κάθε σκέψη υπάρχει ένα σημαντικό κενό.
Όταν η τελευταία μας σκέψη, μόλις έχει γίνει παρελθόν και η μελλοντική σκέψη δεν έχει ακόμη ξεκινήσει, τότε ακριβώς υπάρχει μια μικρή παύση, μέσα στην οποία, μας αποκαλύπτεται η αληθινή φύση του νου μας.
Έτσι η εργασία μας στο διαλογισμό είναι να επιβραδύνουμε χωρίς προσπάθεια, με τους τρόπους που αναφέραμε παραπάνω τις σκέψεις μας, ώστε το ενδιάμεσο αυτό κενό να γίνεται όλο και πιο φανερό.
Μπορεί ο καθένας μας μέσα από ενδελεχή εσωτερική παρατήρηση να ανακαλύψει ότι ανάμεσα σε κάθε σκέψη υπάρχει ένα σημαντικό κενό.
Όταν η τελευταία μας σκέψη, μόλις έχει γίνει παρελθόν και η μελλοντική σκέψη δεν έχει ακόμη ξεκινήσει, τότε ακριβώς υπάρχει μια μικρή παύση, μέσα στην οποία, μας αποκαλύπτεται η αληθινή φύση του νου μας.
Έτσι η εργασία μας στο διαλογισμό είναι να επιβραδύνουμε χωρίς προσπάθεια, με τους τρόπους που αναφέραμε παραπάνω τις σκέψεις μας, ώστε το ενδιάμεσο αυτό κενό να γίνεται όλο και πιο φανερό.
Έχετε παρατηρήσει αυτό το “μαγικό κενό” ανάμεσα στις σκέψεις σας;
Αν απαντήσετε «όχι»,
είναι καιρός να αρχίσετε διαλογισμό.
Αν απαντήσετε «ναι»
τότε φροντίστε να επιμηκύνετε τη χρονική του διάρκεια.
Γιατί αυτό σημαίνει επιτέλους
“κάνω διαλογισμό”
ΣΧΟΛΙΟ: Φίλε υπάρχει μπέρδεμα. Τό κείμενο ονομάζει νού τόν εγκέφαλο καί δέν είναι. Εγκέφαλος είναι η έδρα τών πληροφοριών τών αισθητηρίων, όπου γίνεται η οργάνωση καί κατάταξή τους μέ τήν λογική καί η ερμηνεία τους μέ τήν φαντασία. Μετά τό αισθητό υπάρχει η διάνοια, η οποία είναι η αφαίρεση, η αφαιρετική δυνατότης η έδρα τών μαθηματικών καί τών επιστημών. Η διάνοια καταργεί τήν φαντασία καί ερμηνεύει ή υποτάσσει τό αισθητό σέ γενικούς νόμους καί κανόνες, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν τήν σκέψη. Ο ΝΟΥΣ ΕΙΝΑΙ ΑΛΛΟ ΠΡΑΓΜΑ. ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΗΜΕΡΑ. Η ινδουιστική παράδοση στό συνολό της δέν απέκτησε ποτέ νού. Υπέστη σκληρή αποικιοκρατική, νοησιαρχική επεξεργασία από τήν Δύση, δηλ. διάνοια, όπως συμβαίνει σήμερα στήν Αγιοπνευματική μας παράδοση από τόν οικουμενισμό καί από διανοούμενους σάν τόν Ράμφο. Η τρικυμία στό κρανίο οφείλεται στίς επιθυμίες, στίς επιταγές τών παθών. Δέν είναι σκέψεις. Είναι σώμα, δηλ. σάρκα. Ακινητοποιώντας τό ''σώμα'' μέ τήν στάση τού διαλογισμού καί μέ τήν επανάληψη ξεχωρίζουν οι λογισμοί. Δεξιοί ή αριστεροί. Πηγάζουν από τήν Εωσφορική κενο-δοξία τού καθενός μας ή απο τίς ίδιες τίς εωσφορικές δυνάμεις. Αυτή η κενο-δοξία χαρακτηρίζει καί τούς σημερινούς χριστιανούς. Οπως γιά παράδειγμα:
''Ο Μέγας Βασίλειος έχει ένα θαυμάσιο χωρίο το οποίο μας λέγει τι είναι αυτή η στροφή προς τα μέσα. Λέγει ο Άγιος: «Νους μεν γαρ μη σκεδαννύμενος επί τα έξω, μηδέ υπό των αισθητηρίων επί τον κόσμον διαχεόμενος, επάνεισι μεν προς εαυτόν· δι' εαυτού δε προς την περί Θεού έννοιαν αναβαίνει˙ κακείνω τω κάλλει περιλαμπόμενός τε και ελλαμπόμενος και αυτής της φύσεως λήθην λαμβάνει, μήτε προς τροφής φροντίδα, μήτε προς περιβολαίων μέριμναν την ψυχήν καθελκόμενος, αλλά, σχολήν από των γηΐνων φροντίδων άγων, την πάσαν εαυτού σπουδήν επί την κτήσιν των αιωνίων αγαθών μετατίθησι...» (Μ. Βασιλείου, Επιστ. 2, (P. G. 32, 228 Α και Ε.Π.Ε. τ. 1ος σελ. 64).
Και σε ελεύθερη δική μας απόδοση στη νέα ελληνική: Νους ο οποίος δεν διασκορπίζεται προς τα έξω ούτε διαχέεται διά των αισθήσεων προς τα πράγματα του κόσμου, επανέρχεται στον εαυτό του. Πραγματοποιώντας αυτή την κίνηση επανόδου στον εαυτό του, ανέρχεται συγχρόνως και πλησιάζει τον Θεό. Οπότε καθώς εκείνο το θεϊκό κάλλος φωτίζει τον νου (ελλαμπόμενος) αλλά και όλη του την ύπαρξη και το σώμα του ακόμη (περιλαμπόμενος), λησμονεί ακόμη και την ίδια του τη φύση ο άνθρωπος και δεν μεριμνά ούτε για τροφή ούτε για ρούχα, αλλά σχολάζων από κάθε γήινη φροντίδα, μεταθέτει όλη τη μέριμνά του στο πώς θα ενωθεί με τον Θεό και πώς θα αποκτήσει τα αιώνια αγαθά.
Σχολιάζοντας το κείμενο αυτό θα μπορούσαμε να πούμε και τα εξής: Ο Ορθόδοξος πιστός που καλλιεργεί την προσευχή και θέλει να γνωρίσει τον Θεό δεν κινείται από τον εαυτό του «προς τα μέσα» για να ανακαλύψει δήθεν εκεί τον Εαυτό με Ε κεφαλαίο, (αυτό είναι ο διαλογισμός), όπως επιδιώκουν οι νεοεποχίτες. Αντίθετα, ο Ορθόδοξος κινούμενος διά της προσευχής, η οποία είναι αγαπητική προσωπική κίνηση και σχέση από το εγώ του προσευχομένου προς το Εσύ του Θεού, αγαπώντας γνωρίζει τον Κύριο και από εκείνο το θεϊκό φως φωτιζόμενος γνωρίζει και τον εαυτό του. Και πώς τον γνωρίζει; Δεν φαντάζεται -διότι αυτό βασικά είναι ο διαλογισμός, μία κίνηση της φαντασίας-δεν φαντάζεται λοιπόν ότι ανακαλύπτει εντός του τον εξαστράποντα δήθεν θεϊκό Εαυτό του, αλλά γνωρίζοντας τον Θεό -μάλλον δε, κατά τον ουρανοβάμονα Παύλο, γνωριζόμενος υπ' αυτού- βλέπει την εντός του αμαυρωθείσα εικόνα του Θεού και αντί να επαίρεται αυτοθαυμαζόμενος ναρκισσιστικά, μετανοεί τελωνικά για να αποκατασταθεί εντός του διά της θείας χάριτος -και όχι με τις δικές του μόνον δυνάμεις, όπως πιστεύει η Ν.Ε.- το αρχαίον κάλλος το απωλεσθέν.''
Μοναχού π. Αρσενίου Βλιαγκόφτη
''Ο Μέγας Βασίλειος έχει ένα θαυμάσιο χωρίο το οποίο μας λέγει τι είναι αυτή η στροφή προς τα μέσα. Λέγει ο Άγιος: «Νους μεν γαρ μη σκεδαννύμενος επί τα έξω, μηδέ υπό των αισθητηρίων επί τον κόσμον διαχεόμενος, επάνεισι μεν προς εαυτόν· δι' εαυτού δε προς την περί Θεού έννοιαν αναβαίνει˙ κακείνω τω κάλλει περιλαμπόμενός τε και ελλαμπόμενος και αυτής της φύσεως λήθην λαμβάνει, μήτε προς τροφής φροντίδα, μήτε προς περιβολαίων μέριμναν την ψυχήν καθελκόμενος, αλλά, σχολήν από των γηΐνων φροντίδων άγων, την πάσαν εαυτού σπουδήν επί την κτήσιν των αιωνίων αγαθών μετατίθησι...» (Μ. Βασιλείου, Επιστ. 2, (P. G. 32, 228 Α και Ε.Π.Ε. τ. 1ος σελ. 64).
Και σε ελεύθερη δική μας απόδοση στη νέα ελληνική: Νους ο οποίος δεν διασκορπίζεται προς τα έξω ούτε διαχέεται διά των αισθήσεων προς τα πράγματα του κόσμου, επανέρχεται στον εαυτό του. Πραγματοποιώντας αυτή την κίνηση επανόδου στον εαυτό του, ανέρχεται συγχρόνως και πλησιάζει τον Θεό. Οπότε καθώς εκείνο το θεϊκό κάλλος φωτίζει τον νου (ελλαμπόμενος) αλλά και όλη του την ύπαρξη και το σώμα του ακόμη (περιλαμπόμενος), λησμονεί ακόμη και την ίδια του τη φύση ο άνθρωπος και δεν μεριμνά ούτε για τροφή ούτε για ρούχα, αλλά σχολάζων από κάθε γήινη φροντίδα, μεταθέτει όλη τη μέριμνά του στο πώς θα ενωθεί με τον Θεό και πώς θα αποκτήσει τα αιώνια αγαθά.
Σχολιάζοντας το κείμενο αυτό θα μπορούσαμε να πούμε και τα εξής: Ο Ορθόδοξος πιστός που καλλιεργεί την προσευχή και θέλει να γνωρίσει τον Θεό δεν κινείται από τον εαυτό του «προς τα μέσα» για να ανακαλύψει δήθεν εκεί τον Εαυτό με Ε κεφαλαίο, (αυτό είναι ο διαλογισμός), όπως επιδιώκουν οι νεοεποχίτες. Αντίθετα, ο Ορθόδοξος κινούμενος διά της προσευχής, η οποία είναι αγαπητική προσωπική κίνηση και σχέση από το εγώ του προσευχομένου προς το Εσύ του Θεού, αγαπώντας γνωρίζει τον Κύριο και από εκείνο το θεϊκό φως φωτιζόμενος γνωρίζει και τον εαυτό του. Και πώς τον γνωρίζει; Δεν φαντάζεται -διότι αυτό βασικά είναι ο διαλογισμός, μία κίνηση της φαντασίας-δεν φαντάζεται λοιπόν ότι ανακαλύπτει εντός του τον εξαστράποντα δήθεν θεϊκό Εαυτό του, αλλά γνωρίζοντας τον Θεό -μάλλον δε, κατά τον ουρανοβάμονα Παύλο, γνωριζόμενος υπ' αυτού- βλέπει την εντός του αμαυρωθείσα εικόνα του Θεού και αντί να επαίρεται αυτοθαυμαζόμενος ναρκισσιστικά, μετανοεί τελωνικά για να αποκατασταθεί εντός του διά της θείας χάριτος -και όχι με τις δικές του μόνον δυνάμεις, όπως πιστεύει η Ν.Ε.- το αρχαίον κάλλος το απωλεσθέν.''
Μοναχού π. Αρσενίου Βλιαγκόφτη
Τί σχέση μπορεί νά έχει τό σχόλιο τού μοναχού μέ τό απόσπασμα τού Μ. Βασιλείου;! Αυτό τό Εγώ πρός τό Εσύ.Αυτή είναι η σχέση τής αυτοθέωσης. Τό ''σάν θεός''.
Αμέθυστος
O Θεός έθεσε φρουρό του πνεύματος την συνείδηση.Απώλεια συνείδησης μέσω διαλογισμού ή άλλων τεχνικών (ναρκωτικά, συγκεκριμένα είδη μουσικής, φυτά υπνωτισμού σαμάνων ή γκουρού κτλ.) ανοίγει κυριολεκτικά την είσοδο ώστε να εισβάλλουν ανεξέλεγκτα τα πονηρά πνεύματα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΔεν είναι τυχαίο που ο Κύριος έλεγε συνεχώς ΑΓΡΥΠΝΕΙΤΕ.Το πνευμα πρέπει να είναι συνεχώς ΑΓΡΥΠΝΟ, ο νους σε πλήρη λειτουργία ώστε να διατηρεί την Ελευθερία, και το αυτεξούσιο, αυτό το ανεκτίμητο δώρο του Θεού.Ο άνθρωπος δεν είναι μια βιολογική μηχανή, δεν είναι η εκδήλωση του γενετικού κώδικα όπως συμβαίνει με τα ζώα."Αυτοσχεδιάζει" μαζί η χωριστά από τον Πατέρα του, "Δημιουργεί" ως εικόνα του Δημιουργού τον ίδιο του τον εαυτό, την τελική του εικόνα, και μορφή.
Οι διάφορες σκέψεις, η τρικυμία στο κρανίο, οφείλεται στο ακατεργαστο του Νου το οποίο οι Αγιοι αντιμετώπισαν με τη νοερή προσευχή. Με τον τρόπο αυτό μάζεψαν το "χαος" και το συμπύκνωσαν σε καρδιακό δάκρυ..πληρότητας και ολοκλήρωσης.
Μ.Π.
Οι αλλοιωμένες καταστάσεις συνείδησης, κυριολεκτικά δημιουργούν μια νέα οντότητα ένα νέο αυτοπροσδιορισμό. Και αυτό δεν είναι στατικό, αλλά επεκτείνεται και μεταλλάσεται με τρόπο ακατάληπτο στον άνθρωπο, με ένα αποτέλεσμα που τρομάζει.
ΑπάντησηΔιαγραφήἈνήρ ἐστιν ὁ τῆς φυσικῆς ἐν πνεύματι θεωρίας ἐπιμελούμενος νοῦς,
ΑπάντησηΔιαγραφήκεφαλὴν ἔχων τὸν κατὰ πίστιν ἐκ τῆς τῶν ὁρωμένων διακοσμήσεως
γενεσιουργὸν τοῦ παντὸς Λόγον διαδεικνύμενον,
ὃν οὐ καταισχύνει καλύπτων,
καὶ οἷον ὑποτιθείς τινι τῶν ὁρωμένων ὁ νοῦς,
καὶ ἄλλο τὸ παράπαν αὐτοῦ ποιούμενος ὑψηλότερον.
Γυνὴ δὲ τοῦ τοιούτου νοός ἐστιν ἡ σύνοικος αἴσθησις,
δι᾿ ἧς ἐπιβατεύει τῇ φύσει τῶν αἰσθητῶν,
καὶ τοὺς ἐν αὐτῇ θειοτέρους ἀναλέγεται λόγους,
μὴ συγχωρῶν τῶν λογικῶν αὐτὴν ἀποκαλυφθεῖσαν ἐπιβλημάτων,
ἀλογίας γενέσθαι καὶ ἁμαρτίας ὑπουργόν.
᾿Επεὶ οὖν οὐκ ἔστι δυνατὸν πρὸς τὰ συγγενῆ νοητὰ τὸν νοῦν διαβῆναι
δίχα τῆς τῶν διὰ μέσου προβεβλημένων αἰσθητῶν θεωρίας,
ταύτην δὲ γενέσθαι παντελῶς ἀμήχανον
χωρὶς τῆς, αὐτῷ μὲν συγκειμένης
τοῖς αἰσθητοῖς δὲ κατὰ φύσιν συγγενοῦς, αἰσθήσεως,
εἰκότως, εἰ μὲν προσβαλὼν ἐνσχεθῇ ταῖς ἐπιφανείαις τῶν ὁρατῶν,
ἐνέργειαν εἶναι φυσικὴν τὴν συγκειμένην οἰόμενος αἴσθησιν,
τῶν μὲν κατὰ φύσιν ἐκπέπτωκε νοητῶν.
ψυχὴν μὲν εἶναι τῶν αἰσθητῶν, τὰ νοητά,
σῶμα δὲ τῶν νοητῶν, τὰ αἰσθητά.
καὶ ὡς ψυχὴν ἐνοῦσαν σώματι, τῷ αἰσθητῷ κόσμῳ τὸν νοητὸν εἶναι·
καὶ τῷ νοητῷ τὸν αἰσθητόν, ὡς σῶμα τῇ ψυχῇ συγκροτούμενον·
καὶ ἕνα ἐξ ἀμφοῖν εἶναι κόσμον,
ὥσπερ καὶ ἐκ ψυχῆς καὶ σώματος ἄνθρωπον ἕνα.
http://www.myriobiblos.gr/texts/greek/betsakos_aisthisis.html
κανε μεταφραση!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΛαβή προς απόδοση του συγκεκριμένου χωρίου του σπουδαίου μας Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού:
ΑπάντησηΔιαγραφήΆνθρωπος ανδρικού γένους συνίσταται από εκείνον που φροντίζει τη φυσική θεωρία αγιοπνευματικά
έχοντας προσκεφάλι του τον κατά την πίστη πρωτουργό των όλων που προβάλλεται από τα στολίδια αυτών που βλέπει,
τον οποίο και δεν 'ντροπιάζει καλύπτοντάς τον 'στην καρδιά του,
και σαν τέτοιο που βάζει μέσα του ο νους από τα βλεπόμενα,
και άλλο καλύτερο εκτός αυτού ενεργώντας.
Γυναίκα,το θηλυκό ενός τέτοιου νου έχει την αίσθηση,η αίσθηση που συγκατοικεί,
μέσω της οποίας καταφθάνει ως προς τη φύση των αισθητών,
και 'ξαναπιάνει τους θε'ι'κότερους 'σ'αυτή λόγους,
χωρίς να χαρίζεται και συγχωρεί τις λογικές προσβολές που την έχουν αποκαλύψει,
για να γίνει αφορμή παραλογισμού και αστοχίας.
Επειδή,όμως,δεν καθίσταται δυνατό να μεταβεί ο νους προς τα εγγενή του στοιχεία,που είναι τα νοητά,
χωρίς τη θεωρία των αισθητών που έχουν προβληθεί ως μέσα,
ενώ αυτή(η θεωρία)να αιωρείται(μετεωρισμός του νοός)τελείως
εκτός του εαυτού της,ως προς αυτό,μεν,να θεμελιώνεται
ενώ κατά τη φύση,δε,να υπάρχει συγγένεια ως προς τα αισθητά,της αίσθησης,
εύλογα,αν,μεν,προσβληθεί και δώσει σημασία,σχετισθεί με την επιφάνεια των ορατών πραγμάτων,
νομίζοντας πως η αίσθηση από την οποία και αποτελείται είναι και μια φυσιολογική ενέργεια,
τότε έχει ξεπέσει από τα νοητά που 'βρίσκονται 'στη φύση του.
Ψυχή των αισθητών συνιστούν τα νοητά,
ενώ,από την άλλη πλευρά,τα αισθητά των νοητών το σώμα
και όπως η ψυχή που δεσπόζει 'στο σώμα,ότι με τον ίδιο τρόπο υπάρχει και ο νοητός κόσμος όπως γίνεται και με τον αισθητηριακό
και,πάλι,ο αισθητός ως προς το νοητό,συγκροτώντας σαν ένα σώμα την ψυχή
και πως υφίσταται ένας μόνον κόσμος από τα δυο,
όπως,ακριβώς,ο άνθρωπος που είναι ψυχή και σώμα μαζί.
προς ανώνυμο 7:43 μ.μ.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣτην περίπτωση που αναφέρεσθε, δεν πρόκειται για μια νέα οντότητα, αλλά για τον ίδιο άνθρωπο που επιλέγοντας να γίνει ανώτερος, να αυτοθεωθεί ("έσεσθε ως θεοί"), κυρίως λόγω ανασφαλειών, εγωισμού και άλλων παθών, γοητεύεται από κάτι που φαίνεται στην αρχή υπέροχο και θελκτικό και τελικά υφίσταται τη συγκεκριμένη αλλοίωση, όπως τη λέτε, υποδούλωση όπως νομίζω.
Παρόμοιοι μύθοι και ιστορίες, όπως αυτή του Φάουστ(ους), αποτελούν ωραιοποιημένα κείμενα, επειδή οι συγγραφείς τους ουσιαστικά έγραφαν για τις δικές τους εμπειρίες.
Η πραγματικότητα είναι πολύ χειρότερη καθώς ο άνθρωπος εγκλωβίζεται πνευματικά και σωματικά σε λειτουργίες συνεχούς ψυχικής διάσπασης και δουλοποιείται σε παρόμοια ή ανάλογα περιβάλλοντα, και καθώς γίνεται περαιτέρω υποτελής στον αφέντη του τον διάβολο, απορρίπτει την Αγάπη του Θεού.
Από αυτές τις καταστάσεις συνήθως γλιτώνουν οι άνθρωποι που αρχικό τους κίνητρο ήταν η ενδόμυχη αναζήτηση του Θεού και λανθασμένα βρέθηκαν εκεί. Ή όσοι για άγνωστο λόγο, είχαν Άγιο...
Η αλήθεια είναι πως ο άνθρωπος του Θεού είναι πραγματικός άρχοντας, είτε είναι ζητιάνος στο δρόμο, μοναχός με τριμμένο ράσο ή ένας απλός άνθρωπος του κόσμου που σηκώνει τον καθημερινό του σταυρό αδιαφορώντας για τα ανώτερα επίπεδα, τα διανοήματα, τις απολαύσεις και τις κτήσεις που μαγεύουν, αλλά καταλήγουν κάπως έτσι:
https://www.youtube.com/watch?v=3aCUwc06PiU
Και φυσικά, οι άνθρωποι αυτοί όχι μόνο δεν τρομάζουν τους άλλους, αλλά προκαλούν τον απόλυτο οίκτο.
Γιατί όπως έλεγε η μακαριστή γερόντισσα Γαβριηλία, "Ό,τι γοητεύει, απογοητεύει"...
Συμφωνούμε απόλυτα.Τη λέξη "τρομάζει" την είπα με την αρνητική έννοια, και η "νέα οντότητα" είναι η ψευδαίσθηση που του δημιουργεί ο διάβολος.
ΑπάντησηΔιαγραφή