Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης ἀναφέρει στό Ἐξομολογητάριό
του ὅτι ὑπάρχουν τριῶν λογιῶν ἄνθρωποι. Οἱ σαρκικοί, οἱ ψυχικοί
καί οἱ πνευματικοί ἄνθρωποι.
Σαρκικός εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ἀδικεῖ τόν ἄλλον.
Ψυχικός εἶναι ὅποιος οὔτε ἀδικεῖ τόν ἄλλον, ἀλλά οὔτε καί θέλει νά ἀδικῆται ἀπό τούς ἄλλους. Πνευματικός εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος, ὄχι μόνον δέν ἀδικεῖ ἄλλον, ἀλλά καί ἀδικούμενος ἀπό τούς ἄλλους ὑπομένει εὐχαρίστως, καί δέν ζητεῖ ἐκδίκηση.
Λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γιά τόν σαρκικό ἄνθρωπο: «ὅπου γάρ ἐν ὑμῖν ζῆλος καί ἔρις καί διχοστασίαι, οὐχί σαρκικοί ἐστε καί κατά ἄνθρωπον περιπατεῖτε;» (Α´ Κορ. γ´ 3). Σᾶς ἐρωτῶ, ἐφ᾽ ὅσον μεταξύ σας ὑπάρχουν φθόνος καί φιλονικία καί διαιρέσεις, δέν εἶσθε ἄνθρωποι κυριευμένοι ἀπό σαρκικά ἐλατήρια καί πάθη;
Καί δέν συμπεριφέρεσθε μέ διαγωγή ἀνθρώπου κοινοῦ καί μή ἀναγεννημένου; Καί συνεχίζει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Δέν γνωρίζετε ὅτι οἱ ἄδικοι δέν θά κληρονομήσουν τήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Μή πλανᾶσθε.
Οὔτε πόρνοι, οὔτε εἰδωλολάτρες, οὔτε μοιχοί, οὔτε ἐκθηλυμένοι καί γυναικώδεις, οὔτε ἀρσενοκοῖτες, οὔτε πλεονέκτες, οὔτε κλέπτες, οὔτε μέθυσοι, οὔτε αὐτοί πού ἐμπαίζουν καί ὑβρίζουν τούς ἄλλους, οὔτε ἅρπαγες θά κληρονομήσουν τήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Α´ Κορ. στ´ 9).
Γιά δέ τόν ψυχικό ἄνθρωπο ὁ Ἀπ. Παῦλος λέγει: «ψυχικός δέ ἄνθρωπος οὐ δέχεται τά τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ· μωρία γάρ αὐτῷ ἐστι, καί οὐ δύναται γνῶναι, ὅτι πνευματικῶς ἀνα- κρίνεται (Α´ Κορ. β´ 14).
Δηλαδή ὁ φυσικός δέ καί μή ἀναγεννημένος ἄνθρωπος δέν δέχεται ἐκεῖνα πού διδάσκει τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, διότι ταῦτα φαίνονται σέ αὐτόν ἀνοησία· δέν ἔχει πνευματική δύναμη καί ἀντίληψη νά τά γνωρίσῃ, διότι αὐτά ἐξετάζονται καί διακρίνονται πνευματικά καί μέ τόν φωτισμό τοῦ Πνεύματος. Γιά δέν τόν πνευματικό ἄνθρωπο λέγει: «ὁ δέ πνευματικός ἀνακρίνει μέν πάντα, αὐτός δέ ὑπ᾽ οὐδενός ἀνακρίνεται.
Τίς γάρ ἔγνω νοῦν Κυρίου, ὅς συμβιβάσει αὐτόν; ἡμεῖς δέ νοῦν Χριστοῦ ἔχομεν» (Α´ Κορ. β´ 15-16). Ὁ ἀναγεννημένος ὅμως ἀπό τό Πνεῦμα ἄνθρωπος διακρίνει καί κατανοεῖ ὅλα, κάθε περίσταση καί κάθε πρόσωπο, αὐτός δέ δέν νοι- ώθεται ἀπό κανένα μή ἀναγεννημένο ἄνθρωπο.
Καί δέν νοιώθεται ὁ ἀναγεννημένος ἀπό τόν φυσικό καί μή ἀναγεννημένο ἄνθρωπο, διότι, ποῖος ἀπό ἐκείνους, πού δέν φωτίσθηκαν ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ἐγνώρισε τήν σκέψη καί τίς βουλές τοῦ Θεοῦ; Ποῖος ἀπό αὐτούς θά διδάξη καί θά διορθώση τόν Κύριο; Κανείς.
Κανείς λοιπόν ἀπό τούς μή ἀναγεννημένους δέν μπορεῖ νά κατανοήση καί ἐμᾶς. Διότι καί ἐμεῖς ἔχομε τήν σκέψη καί τήν διάνοια τοῦ Χριστοῦ. Καί συνεχίζει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος (Γαλ. ε´ 22-23): Ὁ δέ καρπός τοῦ Πνεύματος εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ χαρά, ἡ εἰρήνη, ἡ μακροθυμία, ἡ ἀγα- θή διάθεση καί καλωσύνη, ἡ ἀξιοπιστία στούς λόγους καί τίς ὑποσχέσεις, ἡ πραότης, ἡ ἐγκράτεια. Κατά τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν, πού ἔχουν τίς ἀρετές αὐτές, δέν ἰσχύει ὁ νόμος.
Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ Μέγας Βασίλειος διευκρινίζει ὅτι τὴν σάρκα πρέπει νὰ τὴν κυβερνοῦμε πρὸς ὄφελος τῆς ψυχῆς, γιὰ νὰ ἀνήκουμε στοὺς πνευματικοὺς ἀνθρώπους. Ὁ δὲ Σεβασμιώτατος Ἰερεμίας Φούντας στὸ βιβλίο του «ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΚΑΤΗΧΗΣΗ» λέγει:
«Σαρκικοὶ ἄνθρωποι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ καταγίνονται ἀποκλειστικὰ μὲ τὶς ἡδονὲς καὶ τὶς ἀπολαύσεις τῆς ζωῆς αὐτῆς.
Εἶναι ἐκεῖνοι, ποὺ εἶναι προσκολλημένοι στὰ πάθη τους, ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν ἀποκτηνωθεῖ καὶ δὲν μποροῦν νὰ καταλάβουν ὅτι ὑπάρχουν πνευματικὲς ὀμορφιές, κι ὅλο ἀγωνίζονται, κι ὅλο φροντίζουν μόνο γιὰ χρήματα, γιὰ δόξα, γιὰ ἡδονή. -
Οἱ Ψυχικοὶ ἄνθρωποι τοποθετοῦνται ἀνάμεσα στὴν ἀρετὴ καὶ τὴν κακία. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ἀποβλέπουν στὴν καλὴ διατήρηση τοῦ σώματός τους καὶ στοὺς ἐπαίνους τῶν ἀνθρώπων. Ἀποφεύγουν τοὺς πόνους τῆς ἀρετῆς, ἀλλὰ ἀποφεύγουν καὶ τὶς σαρκικότητες, γιατί θέλουν νὰ μὴ χάσουν τὴν ἐκτίμηση τῶν ἀνθρώπων.
Οἱ «ψυχικοὶ» αὐτοὶ ἄνθρωποι εἶναι πολὺ φίλαυτοι καὶ θέλουν νὰ ἀσχολοῦνται μόνο μὲ τὸν ἑαυτό τους. - Τέλος οἱ πνευματικοὶ ἄνθρωποι εἶναι ἐντελῶς διαφορετικοὶ ἀπὸ τοὺς προηγουμένους δυὸ τύπους. Εἶναι οἱ ἄνθρωποι, ποὺ ἀγωνίζονται μὲ τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ μὲ τὴν ἄσκησή τους νὰ καθαρί- σουν τὴν καρδιά τους ἀπὸ τὰ πάθη. Καὶ τὸ πετυχαίνουν αὐτὸ καὶ καθαίρονται καὶ θεώνονται».
Ὀρθόδοξος Τύπος ἀρ. φύλ. 2059 27 Φεβρουαρίου 2015
aktiston.
Σαρκικός εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ἀδικεῖ τόν ἄλλον.
Ψυχικός εἶναι ὅποιος οὔτε ἀδικεῖ τόν ἄλλον, ἀλλά οὔτε καί θέλει νά ἀδικῆται ἀπό τούς ἄλλους. Πνευματικός εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος, ὄχι μόνον δέν ἀδικεῖ ἄλλον, ἀλλά καί ἀδικούμενος ἀπό τούς ἄλλους ὑπομένει εὐχαρίστως, καί δέν ζητεῖ ἐκδίκηση.
Λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γιά τόν σαρκικό ἄνθρωπο: «ὅπου γάρ ἐν ὑμῖν ζῆλος καί ἔρις καί διχοστασίαι, οὐχί σαρκικοί ἐστε καί κατά ἄνθρωπον περιπατεῖτε;» (Α´ Κορ. γ´ 3). Σᾶς ἐρωτῶ, ἐφ᾽ ὅσον μεταξύ σας ὑπάρχουν φθόνος καί φιλονικία καί διαιρέσεις, δέν εἶσθε ἄνθρωποι κυριευμένοι ἀπό σαρκικά ἐλατήρια καί πάθη;
Καί δέν συμπεριφέρεσθε μέ διαγωγή ἀνθρώπου κοινοῦ καί μή ἀναγεννημένου; Καί συνεχίζει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Δέν γνωρίζετε ὅτι οἱ ἄδικοι δέν θά κληρονομήσουν τήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Μή πλανᾶσθε.
Οὔτε πόρνοι, οὔτε εἰδωλολάτρες, οὔτε μοιχοί, οὔτε ἐκθηλυμένοι καί γυναικώδεις, οὔτε ἀρσενοκοῖτες, οὔτε πλεονέκτες, οὔτε κλέπτες, οὔτε μέθυσοι, οὔτε αὐτοί πού ἐμπαίζουν καί ὑβρίζουν τούς ἄλλους, οὔτε ἅρπαγες θά κληρονομήσουν τήν βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Α´ Κορ. στ´ 9).
Γιά δέ τόν ψυχικό ἄνθρωπο ὁ Ἀπ. Παῦλος λέγει: «ψυχικός δέ ἄνθρωπος οὐ δέχεται τά τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ· μωρία γάρ αὐτῷ ἐστι, καί οὐ δύναται γνῶναι, ὅτι πνευματικῶς ἀνα- κρίνεται (Α´ Κορ. β´ 14).
Δηλαδή ὁ φυσικός δέ καί μή ἀναγεννημένος ἄνθρωπος δέν δέχεται ἐκεῖνα πού διδάσκει τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, διότι ταῦτα φαίνονται σέ αὐτόν ἀνοησία· δέν ἔχει πνευματική δύναμη καί ἀντίληψη νά τά γνωρίσῃ, διότι αὐτά ἐξετάζονται καί διακρίνονται πνευματικά καί μέ τόν φωτισμό τοῦ Πνεύματος. Γιά δέν τόν πνευματικό ἄνθρωπο λέγει: «ὁ δέ πνευματικός ἀνακρίνει μέν πάντα, αὐτός δέ ὑπ᾽ οὐδενός ἀνακρίνεται.
Τίς γάρ ἔγνω νοῦν Κυρίου, ὅς συμβιβάσει αὐτόν; ἡμεῖς δέ νοῦν Χριστοῦ ἔχομεν» (Α´ Κορ. β´ 15-16). Ὁ ἀναγεννημένος ὅμως ἀπό τό Πνεῦμα ἄνθρωπος διακρίνει καί κατανοεῖ ὅλα, κάθε περίσταση καί κάθε πρόσωπο, αὐτός δέ δέν νοι- ώθεται ἀπό κανένα μή ἀναγεννημένο ἄνθρωπο.
Καί δέν νοιώθεται ὁ ἀναγεννημένος ἀπό τόν φυσικό καί μή ἀναγεννημένο ἄνθρωπο, διότι, ποῖος ἀπό ἐκείνους, πού δέν φωτίσθηκαν ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ ἐγνώρισε τήν σκέψη καί τίς βουλές τοῦ Θεοῦ; Ποῖος ἀπό αὐτούς θά διδάξη καί θά διορθώση τόν Κύριο; Κανείς.
Κανείς λοιπόν ἀπό τούς μή ἀναγεννημένους δέν μπορεῖ νά κατανοήση καί ἐμᾶς. Διότι καί ἐμεῖς ἔχομε τήν σκέψη καί τήν διάνοια τοῦ Χριστοῦ. Καί συνεχίζει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος (Γαλ. ε´ 22-23): Ὁ δέ καρπός τοῦ Πνεύματος εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ χαρά, ἡ εἰρήνη, ἡ μακροθυμία, ἡ ἀγα- θή διάθεση καί καλωσύνη, ἡ ἀξιοπιστία στούς λόγους καί τίς ὑποσχέσεις, ἡ πραότης, ἡ ἐγκράτεια. Κατά τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν, πού ἔχουν τίς ἀρετές αὐτές, δέν ἰσχύει ὁ νόμος.
* * *
Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ Μέγας Βασίλειος διευκρινίζει ὅτι τὴν σάρκα πρέπει νὰ τὴν κυβερνοῦμε πρὸς ὄφελος τῆς ψυχῆς, γιὰ νὰ ἀνήκουμε στοὺς πνευματικοὺς ἀνθρώπους. Ὁ δὲ Σεβασμιώτατος Ἰερεμίας Φούντας στὸ βιβλίο του «ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΚΑΤΗΧΗΣΗ» λέγει:
«Σαρκικοὶ ἄνθρωποι εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ καταγίνονται ἀποκλειστικὰ μὲ τὶς ἡδονὲς καὶ τὶς ἀπολαύσεις τῆς ζωῆς αὐτῆς.
Εἶναι ἐκεῖνοι, ποὺ εἶναι προσκολλημένοι στὰ πάθη τους, ἐκεῖνοι ποὺ ἔχουν ἀποκτηνωθεῖ καὶ δὲν μποροῦν νὰ καταλάβουν ὅτι ὑπάρχουν πνευματικὲς ὀμορφιές, κι ὅλο ἀγωνίζονται, κι ὅλο φροντίζουν μόνο γιὰ χρήματα, γιὰ δόξα, γιὰ ἡδονή. -
Οἱ Ψυχικοὶ ἄνθρωποι τοποθετοῦνται ἀνάμεσα στὴν ἀρετὴ καὶ τὴν κακία. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ἀποβλέπουν στὴν καλὴ διατήρηση τοῦ σώματός τους καὶ στοὺς ἐπαίνους τῶν ἀνθρώπων. Ἀποφεύγουν τοὺς πόνους τῆς ἀρετῆς, ἀλλὰ ἀποφεύγουν καὶ τὶς σαρκικότητες, γιατί θέλουν νὰ μὴ χάσουν τὴν ἐκτίμηση τῶν ἀνθρώπων.
Οἱ «ψυχικοὶ» αὐτοὶ ἄνθρωποι εἶναι πολὺ φίλαυτοι καὶ θέλουν νὰ ἀσχολοῦνται μόνο μὲ τὸν ἑαυτό τους. - Τέλος οἱ πνευματικοὶ ἄνθρωποι εἶναι ἐντελῶς διαφορετικοὶ ἀπὸ τοὺς προηγουμένους δυὸ τύπους. Εἶναι οἱ ἄνθρωποι, ποὺ ἀγωνίζονται μὲ τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ μὲ τὴν ἄσκησή τους νὰ καθαρί- σουν τὴν καρδιά τους ἀπὸ τὰ πάθη. Καὶ τὸ πετυχαίνουν αὐτὸ καὶ καθαίρονται καὶ θεώνονται».
Ὀρθόδοξος Τύπος ἀρ. φύλ. 2059 27 Φεβρουαρίου 2015
aktiston.
Οι περισσότεροι είμαστε στη μεσαία κατηγορία και αγωνιζόμαστε να γίνουμε πνευματικοί.
ΑπάντησηΔιαγραφήΩραίο!
ΑπάντησηΔιαγραφή