Τρίτη 23 Ιουνίου 2015

Η εποχή του μεγάλου διχασμού

Το χαντάκι δεν είναι τωρινό. Υπάρχει εδώ και καιρό. Άρχισε να σκάβεται κάτω από την μύτη μας πριν από τέσσερα σχεδόν χρόνια. 
Ναι, κάπου τότε μπορώ να το προσδιορίσω. Τους μήνες μετά την δολοφονία του μικρού Αλέξη. Τότε ήταν που άρχισε να ξυπνάει αυτή η παλιά πληγή και να υποσκάπτει ξανά την νεοελληνική σάρκα. Μια πληγή που...
νόμιζες ότι θα είχε αφανιστεί, όπως κάποια ζώα της παλαιολιθικής εποχής. Ένα σαράκι σαν καρκίνωμα, σαν ιός που εξαπλώνεται σιγά-σιγά στο σώμα και το παραλύει.
Θα μπορούσαμε να είχαμε αντιμετωπίσει πιο αποτελεσματικά τα προβλήματά μας ως χώρα, εάν στην διάρκεια των προηγούμενων ετών το χαντάκι δεν βάθαινε όλο και πιο πολύ; Άλλοι λένε πως όχι, και ενωμένοι να ήμασταν, και το όπλο μας η ομοψυχία να ήταν, πάλι το αποτέλεσμα δεν θα άλλαζε: η πορεία μας θα ήταν, όπως και να 'χε, πτωτική. Εγώ διατηρώ τις επιφυλάξεις μου. Το χαντάκι γοήτευσε πρώτα απ' όλα την πολιτική εξουσία. Τα στρατόπεδα σκλήρυναν πολύ νωρίς, οχυρώθηκαν στις πλευρές τους, ο εγωισμός πήρε το πάνω χέρι. Το αποτέλεσμα ήταν τόσες και τόσες ευκαιρίες πολιτικής συναίνεσης να χαθούν και να ριζώσει στο dna μας ένα άλλο είδος πολιτικής, αυτό που ρέπει προς την δημαγωγία και την απαξίωση του άλλου. Φταίνε όμως μόνο οι πολιτικοί; Όχι. Οι πολιτικοί καλώς ή κακώς λειτουργούν πια με γνώμονα το ρεύμα της κοινωνίας, δεν κατευθύνουν το ρεύμα της κοινωνίας όπως παλαιότερα. Η πολιτική συναίνεση υπήρξε το πιο δύσκολο, απίθανο επίτευγμα αυτής της δεκαετίας επειδή η κοινωνική συναίνεση (ιδίως από το 2012 και μετά) ήταν είδος εν ανυπαρξία. Το χαντάκι είχε βαθύνει. Από τη μια μεριά οι ευρωπαϊστές, ή, για να είμαστε πιο ακριβείς, η φέτα της κεντροδεξιάς. Από την άλλη μεριά το κύμα της αγανάκτησης, της οργής, της αντίδρασης: το αριστερό σκέλος του εκλογικού σώματος. Τα μνημόνια και ο ρόλος των ξένων δανειστών, ωστόσο, έγιναν σύντομα η αφορμή για μια πιο βαθιά ρήξη, που σιγά-σιγά άρχισε να τροφοδοτεί την καθημερινότητα αυτού του λαού με ένστικτα που νόμιζες ότι είχαν ενταφιαστεί στις πιο μαύρες σελίδες της ιστορίας μας. Η αντιπαλότητα εκτράπηκε σε μένος, το μένος εκτράπηκε σε σύγκρουση, η σύγκρουση εκτράπηκε σε μίσος. Ναι, το έργο το έχει ξαναδεί αυτός ο τόπος. Το είδε στα μέσα του εικοστού αιώνα, όταν στους δρόμους της Αθήνας στοιβάζονταν τα πτώματα ανθρώπων που πέθαιναν για την ίδια σημαία. Το είδε και παλιότερα, σε σκοτεινές εκλάμψεις του ελληνικού γένους, με φόντο την επανάσταση του 1821, με φόντο τον δικομματισμό Τρικούπη-Δηλιγιάννη, με φόντο επίσης τον εθνικό διχασμό λίγο πριν την είσοδο της Ελλάδας στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Δεν υπάρχει πιο άδοξη περιπέτεια από το να μάχεσαι τον συμπατριώτη σου, από το να αποζητάς το τρόπαιο μιας σημαίας λερωμένης με το ίδιο της το αίμα. Όμως η Ελλάδα το έχει πράξει ουκ ολίγες φορές, και δεν θα πρέπει να μας εκπλήσσει η ιδιοσυγκρασιακή εμμονή της με τα χαντάκια. Ίσως είναι χαραγμένο στα γονίδιά της, ποιος ξέρει,
Εντούτοις εγώ εκπλήσσομαι ακόμη και τώρα που το χαντάκι μοιάζει να παίρνει την μορφή μιας τάφρου σκοτεινής, βαθιάς και ανατριχιαστικά δύσμορφης. Τον τελευταίο καιρό η κοινωνική ρήξη με προβληματίζει πολύ περισσότερο από την πολιτική ρήξη μεταξύ των δύο πλευρών. Βλέπω, ακούω, διαβάζω. Είναι βαθύτατα τρομαχτικό το πώς έχουν φτάσει να εκφράζονται άνθρωποι που σε γενικές γραμμές φαίνονται ήπιοι και πολιτισμένοι. Οι δεξιοί στα στόματα των αριστερών έχουν γίνει "φασίστες" και "δοσίλογοι", οι αριστεροί στα στόματα των δεξιών έχουν γίνει "κομμούνια" και "προδότες". Μαθαίνω ότι φίλοι δεν μιλιούνται με άλλους φίλους, επειδή τα σπάσανε σε κάποια πολιτική συζήτηση, μαθαίνω ότι οικογένειες κινδύνεψαν να διαλυθούν μέσα σε μια νύχτα εξαιτίας του τσακωμού δύο αδελφών. Πράγματα που συνέβαιναν πριν από πενήντα χρόνια, καταστάσεις που στην μεταπολίτευση έμοιαζαν πεπαλαιωμένες και αναχρονιστικές, φαίνεται να συνθέτουν αυτές τις μέρες το σκηνικό μακριά από τις αίθουσες που κρίνεται η τύχη ετούτου του τόπου. Όχι απλά καμιά ομοψυχία πουθενά. Όχι απλά καμιά σύγκλιση. Αλλά η χειρότερη έκφανση εθνικού διαλόγου: η τετελεσμένη ρήξη. Οι μεν υβρίζουν τους δε. Οι μεν κατηγορούν τους δε. Και το χειρότερο; Η οικονομική συγκυρία δεν είναι παρά το πρόσχημα στις εκατέρωθεν επιθέσεις. Η σύγκρουση έχει γίνει ταξική, πολιτισμική, ιδεολογική, αισθητική. Ένας λαός χωρισμένος με φόντο μια τάφρο που καθρεφτίζει τις χειρότερες στιγμές του παρελθόντος του.
Κι έτσι, μαζί με το καράβι που δοκιμάζεται στη θεομηνία και στα βράχια, έχεις και τους ίδιους τους επιβάτες που δοκιμάζονται μεταξύ τους. Όχι πως είναι παράλογο. Οι μεγάλες κρίσεις ουδέποτε άφησαν ανεπηρέαστους τους πολίτες. Η πίεση είναι μεγάλη, κάπου πρέπει να ξεσπάσει. Φοβάμαι όμως πως η πιο τραγική συνέπεια των όσων ζούμε αυτούς τους μήνες δεν είναι η επιστροφή στην δραχμή για τους μεν ή ένα νέο μνημόνιο και η παραμονή στο ευρώ για τους δε. Είναι η κατάληξη ετούτου του πολύ επικίνδυνου και ύπουλου φαινομένου, το πώς θα εξελιχθεί αυτή η αντιπαλότητα που ζούμε, το τι διαστάσεις απομένουν για να πάρει. Κανένας λαός δεν πρόκοψε διχασμένος και δυστυχώς το καλοκαίρι του 2015 μπορεί να ονομαστεί Η εποχή του μεγάλου διχασμού. Εντούτοις η γραμμή είναι λεπτή. Όπως το χαντάκι έγινε τάφρος χωρίς να το πάρουμε χαμπάρι, έτσι και η τάφρος μπορεί μέσα σε μια νύχτα να πάρει την εικόνα ενός παλιού εφιάλτη που κανείς δεν ευχόταν να σημαδέψει εκ νέου την ιστορία μας. Σε τελευταία ανάλυση, αναλώσιμα είναι και τα νομίσματα και οι εξουσίες και τα κόμματα και οι ιδέες. Το μόνο μη αναλώσιμο είναι οι άνθρωποι.
Στέφανος Δάνδολος
 
emprosdrama.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου