Ὁ Γέροντας Σωφρόνιος
καί ἡ ἀποδοχή του ἀπό τούς Ρώσους
[9ο' ΜΕΡΟΣ]
π. Θωμᾶ Βαμβίνη
Ἀπέναντι
στίς συκοφαντίες τῆς προσωπικότητάς του, στίς παρερμηνεῖες τῶν λόγων
του καί στίς κακοποιήσεις τῶν ποιμαντικῶν συμβουλῶν του, βλέπουμε τόν
Γέροντα Σωφρόνιο μέσα ἀπό τά κείμενά του νά στέκεται ταπεινός καί
μεγαλοπρεπής, καθαρός στούς λόγους καί εὐγενής στούς τρόπους, μέ τόν νοῦ
στόν Ἅδη, χωρίς ἀπόγνωση, καί τό πολίτευμα στόν Οὐρανό, ὁλόκληρο μέσα
στήν περιπέτεια τῶν τέκνων τοῦ χοϊκοῦ Ἀδάμ, ἀλλά ἐνδεδυμένο τόν Νέο
Ἀδάμ, τόν Χριστό, μέσα στήν κόλαση τῶν «κάτω συρρομένων», ἀλλά ὡς
«ὑπερόπτη τῶν κάτω καί μύστη τῶν ἄνω».
Βέβαια,
αὐτός τώρα δέν εἶναι ὅπως ἐμεῖς μποροῦμε νά τόν δοῦμε μέσα στά κείμενά
του. Στά κείμενά του εἶναι ὁ σπόρος, τώρα ἔγινε ἀκατανόητος ἀπό ἐμᾶς
βλαστός, ἕτοιμος γιά τήν μέλλουσα ἀνθοφορία καί καρποφορία. Μετά τήν
ἀπόθεση τοῦ σώματός του, ἔχει περάσει ὡς ὑπόσταση φλεγόμενη ἀπό τήν
ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ σέ ἄλλο τρόπο ὑπάρξεως, ἀπρόσβλητο ἀπό τήν μικρότητα
τῶν χοϊκῶν ἀνθρώπων καί ἀπείραστο ἀπό τήν κακία τοῦ διαβόλου.
Θέλοντας,
λοιπόν, νά γράψουμε κάποια πράγματα γιά τό πρόσωπο καί τόν λόγο τοῦ
Γέροντος Σωφρονίου, ὡς ἀντιστάθμισμα στήν συκοφαντική δυσφήμισή τους,
συναισθανθήκαμε ἔντονα τήν ἀδυναμία μας –αὐτό τό ἐγχείρημα, γιά νά μήν
εἶναι τυπικά λόγια χωρίς ζωή, ἀπαιτεῖ ἄνθρωπο πού νά ἔχη κάτι κοινό μέ
τόν περιγραφόμενο– γι’ αὐτό σκεφθήκαμε νά παραθέσουμε τί ἔγραψαν καί τί
εἶπαν γι’ αὐτόν τρία πρόσωπα, τά ὁποῖα ἀφ’ ἑνός μέν δέν ἐμπλέκονται στίς
πλοκές τῶν λόγων τοῦ π.Ἰ.Δ., ἀφ’ ἑτέρου δέ μέ τόν συνετό καί καίριο
λόγο τους μποροῦν νά φωτίσουν σημαντικές πλευρές τοῦ προσώπου καί τῆς
δράσης τοῦ Γέροντος.
Θά
παραθέσουμε, λοιπόν, ἀποσπάσματα ἀπό κείμενα τοῦ Οἰκουμενικοῦ
Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, τοῦ Σέρβου Ἐπισκόπου πρώην Ἑρζεγοβίνης
Ἀθανασίου Γιέφτιτς καί τοῦ Ρώσου Ἀρχιμανδρίτου Ἀλυπίου Kastalskij τῆς
Λαύρας τοῦ ἁγίου Σεργίου. Εἶναι τρεῖς χαρακτηριστικές μορφές ἀπό τόν
ἑλληνορθόδοξο καί σλαβορθόδοξο κόσμο, πού δείχνουν τήν πανορθόδοξη
ἀκτινοβολία τοῦ Γέροντος Σωφρονίου, καθώς καί τήν ἀποδοχή του ἀπό τήν
οἰκουμενική Ὀρθοδοξία.
Τό ἀπόσπασμα τοῦ κειμένου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου εἶναι ἀπό τόν πρόλογο τοῦ βιβλίου: «Οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ».
Ὁ Παναγιώτατος, γνώριμος τοῦ Γέροντος Σωφρονίου, τόν περιγράφει σέ
οὐσιώδη σημεῖα τῆς ζωῆς καί τῆς ἀσκήσεώς του μέ συντομία, ἀλλά καί
πληρότητα. Γράφει ὁ Πατριάρχης:
«Ὁ
μακαριστός π. Σωφρόνιος ἦτο εἷς ἄνθρωπος ὅστις ἀνέλαβεν ἐν ἑαυτῷ τήν
“ἐσχάτην εὐθύνην”, τήν ὁποίαν ἀναμένει ἀπό τούς χριστιανούς ὁ Θεός,
παραδώσας ἑαυτόν εἰς τόν “Ἅδην τῆς μετανοίας”, ὡς χαρακτηριστικῶς γράφει
εἰς τά συγγράμματα αὐτοῦ, διά νά γίνῃ τοιουτοτρόπως ὅμοιος πρός τόν
Χριστόν, τόν κατελθόντα εἰς τόν Ἑαυτοῦ “Ἅδην τῆς ἀγάπης”. Συνεπῶς, ἡ
ὑψηλή θεολογία τοῦ π. Σωφρονίου, ἥτις καί μεγάλως ἐδόξασεν αὐτόν, δέν
ἦτο καρπός ἀκαδημαϊκῶν σπουδῶν καί ψιλή διανοητική ἐνασχόλησις. Ἦτο
ἀληθῶς τό ἀπαύγασμα τῆς πεφωτισμένης διά τῆς ἐλλάμψεως τοῦ ἀκτίστου
θείου φωτός καρδίας του, κεκαθαρμένης διά τῆς ἄχρι τελείας λήθης ἑαυτοῦ
καί τοῦ σωτηρίου αὐτομίσους ἀφικνουμένης μετανοίας του.
Γενόμενος
“νοῦς ὁρῶν τόν Θεόν”, ἐπάσχιζεν ὁ ἀοίδιμος νά ποιήσῃ πάντας κοινωνούς
τῆς ἰδίας κενωτικῆς πολιτείας, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ εἰς τήν θείαν μέθεξιν...
Ἡ
ὅρασις τοῦ θείου φωτός, τό ὁποῖον ἐπεσκέφθη αὐτόν ἤδη ἐκ τῆς νεότητός
του, ὅτε ἔζη ἐν τῇ Δύσει, ὡδήγησεν αὐτόν εἰς τόν Ἱερόν Ἄθωνα, τήν
κληρουχίαν ταύτην τῆς καθ’ ἡμᾶς Μητρός Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως,
τό καταφύγιον τῆς σωτηρίας καί τόπον ἁγιασμοῦ πλείστων θεοφιλῶν ψυχῶν.
Ἐκεῖ παρεδόθη εἰς τήν ἄσκησιν καί τήν ἀδιάλειπτον νοεράν προσευχήν, ὑπό
τήν ἀσφαλῆ καθοδήγησιν τοῦ ἐν ὁσίοις πατρός ἡμῶν Σιλουανοῦ τοῦ Ἀθωνίτου.
Ἠκολούθησε τόν Κύριον συναποθνήσκων μετ’ Αὐτοῦ διά τῆς ὑπακοῆς καί τῆς
ἐκκοπῆς τοῦ ἰδίου θελήματος, ἐγνώρισε Πνεύματι Ἁγίῳ τόν Χριστόν, ὡς ὁ
πνευματικός του πατήρ, καί, ὁμοιωθείς πλήρως πρός Αὐτόν κατά τά
παθήματα, συνανέστη μετά τοῦ Κυρίου καί ἐδέχθη “τοιοῦτον φῶς, τοιαύτην
δύναμιν ζωῆς καί σοφίαν”, αἱ ὁποῖαι μόνον παρά τῆς Πηγῆς τοῦ φωτός καί
τῆς ζωῆς δύναται νά προέλθουν.
Ὅμως,
ἡ ἀνεξιχνίαστος Πρόνοια τοῦ Θεοῦ δέν ἀφῆκε τόν Γέροντα νά τελειώσῃ τήν
ζωήν του εἰς τόν ἱερόν Ἄθωνα, ὡς ἐπεθύμει. Ἔπρεπε νά τεθῇ ὁ λύχνος ἐπί
τήν λυχνίαν, ἵνα λάμπῃ πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ. Οὕτως, ἐπορεύθη εἰς τήν
Δύσιν, ἔνθα θά ἔλαμπεν οὐχί ὡς λύχνος ἀλλ’ ὡς ἀστήρ ὑπέρλαμπρος καί νά
ὁδηγήσῃ εἰς τό φῶς τῆς θεογνωσίας πλῆθος ἀπεγνωσμένων ψυχῶν, ποθουσῶν
τόν Κύριον. Ἐκεῖ, ὑπό τήν εὐλογίαν καί σκέπην τῆς Μητρός Ἐκκλησίας, ἥν
ὑπερηγάπα καί βαθέως ἐσέβετο, ἵδρυσεν ἀληθῶς μίαν “καινήν πολιτείαν”, ἕν
νέον ὑπερῷον τῆς Πεν-τηκοστῆς, ἔνθα μοναχοί καί ἁπλοῖ πιστοί ἐκ
διαφόρων ἐθνῶν, γλωσσῶν καί παραδόσεων, συνήρχοντο καί συνέρχονται ἄχρι
τοῦδε ἐπί τό αὐτό, ζῶντες καί ἀναπνέοντες διά τοῦ ὀνόματος τοῦ
γλυκυτάτου Ἰησοῦ καί διά τῆς μετοχῆς εἰς τό κοινόν ποτήριον.
Ἡ
ἀνύστακτος ποιμαντική μέριμνά του καί τό μέγα χάρισμα τῆς διακρίσεως,
ὅπερ ἐκόσμει αὐτόν, συνήνωναν ἀρραγῶς τοσοῦτον διαφορετικῶν καταβολῶν
ἀνθρώπους καί αὐτή ἡ αἴσθησις τῆς ἐν Χριστῷ ἑνότητος ἐβιοῦτο ἔτι
ἐντονώτερον κατά τήν ὑπό τοῦ Γέροντος ἱερουργίαν τῆς ἀναιμάκτου
μυσταγωγίας, ἡ ὁποία ἦτο ἕν ἀνεπανάληπτον καί συγκλονιστικόν γεγονός διά
πάντας τούς συμμετέχοντας»[1].
Τό
παραπάνω ἀπόσπασμα ἀπό τόν πρόλογο τοῦ Πατριάρχη εἶναι μιά
προστατευτική ἀσπίδα γιά πολλές ἀπό τίς ἐπιθέσεις πού δέχθηκε ὁ
Γέροντας. Ἰσχυρό πόλεμο δέχθηκε γιά τόν τύπο τῆς Μονῆς του, ὁ ὁποῖος
ὅπως λέει ὁ ἴδιος δέν προβλέπεται ἀπό τούς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας,
ἐπιβλήθηκε ὅμως ἀπό τίς συνθῆκες τῆς Ἀγγλικῆς κοινωνίας καί νοοτροπίας.
Τό σημαντικό στήν ὑπόθεση αὐτή εἶναι ὅτι τήν ἰδιομορφία τῆς Μονῆς του
δέν τήν ἐπέβαλε ὁ Γέροντας Σωφρόνιος μόνος, χωρίς τήν ἔγκριση τῆς
κανονικά προϊσταμένης του ἀρχῆς. Εἶναι χαρακτηριστικά αὐτά πού γράφει
γιά τό θέμα αὐτό ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης: «Ἐκεῖ [εἰς τήν Δύσιν],
ὑπό τήν εὐλογίαν καί σκέπην τῆς Μητρός Ἐκκλησίας, ἥν ὑπερηγάπα καί
βαθέως ἐσέβετο, ἵδρυσεν ἀληθῶς μίαν “καινήν πολιτείαν”, ἕν νέον ὑπερῷον
τῆς Πεντηκοστῆς, ἔνθα μοναχοί καί ἁπλοῖ πιστοί ἐκ διαφόρων ἐθνῶν,
γλωσσῶν καί παραδόσεων, συνήρχοντο καί συνέρχονται ἄχρι τοῦδε ἐπί τό
αὐτό, ζῶντες καί ἀναπνέοντες διά τοῦ ὀνόματος τοῦ γλυκυτάτου Ἰησοῦ καί
διά τῆς μετοχῆς εἰς τό κοινόν ποτήριον». Ἡ Ἱερά Μονή, λοιπόν, τοῦ Τιμίου
Προδρόμου στό Ἔσσεξ Ἀγγλίας εἶναι «ὑπό τήν εὐλογίαν καί σκέπην τῆς
Μητρός Ἐκκλησίας».
Παρά
ταῦτα ὑπήρξαν καταγγελίες πρός τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο καί πρός τήν
Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, οἱ ὁποῖες ὅμως τέθηκαν στό
ἀρχεῖο, λόγῳ τῆς θαυμαστῆς ἀκτινοβολίας τῆς Μονῆς, ἡ ὁποία ὄχι μόνον δέν
σκανδαλίζει κανέναν μέ τήν ἰδιομορφία της, ἀλλά πολλούς ἑλκύει στήν
ἡσυχία, πού εἶναι λήθη τῶν κάτω, ἀπόθεση τῶν θνητῶν καί ἐμπαθῶν νοημάτων
καί μύηση στά ἄνω.
Καρδιά
τῆς Ἱ. Μ. Τιμίου Προδρόμου στό Ἔσσεξ εἶναι ἡ ἡσυχαστική παράδοση τῶν
φιλοκαλικῶν Πατέρων, ὅπως τήν βίωσαν στόν Ἄθωνα ὁ ὅσιος Σιλουανός ὁ
Ἀθωνίτης καί ὁ Γέροντας Σωφρόνιος. Οἱ μοναχοί καί οἱ μοναχές μέ βάση τίς
ὁδηγίες τοῦ Γέροντος, ἐπιδιώκουν νά ζοῦν στά κελλιά τους μέ βαθύ πένθος
καί νοερά προσευχή, ἐνῶ ἔξω ἀπό τά κελλιά τους μέ τούς ἐπισκέπτες τῆς
Μονῆς νά «συμπεριφέρονται σάν Ἄγγλοι», μέ εὐγένεια, προσωπικό ἐνδιαφέρον
καί λεπτότητα.
Μέ
τέτοιο τυπικό ἡ Ἱ. Μ. Τιμίου Προδρόμου στό Ἔσσεξ ἔχει γίνει ὄντως «ἕν
νέον ὑπερῷον τῆς Πεντηκοστῆς», τόπος πού ἀναπαύει ἀνήσυχα πνεύματα
«διαφόρων ἐθνῶν, γλωσσῶν καί παραδόσεων», πού ἐνεργοποιεῖ ἀδρανεῖς
συνειδήσεις, πού δημιουργεῖ ἐκπλήξεις σέ ράθυμες ψυχές, τίς ὁποῖες
αἰχμαλωτίζει στήν μνήμη τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ καί στήν τεθλιμμένη ὁδό
τῶν ἐντολῶν του, τήν ὁποία αἰσθάνονται μέσα στήν ἔκπληξη ὡς λεωφόρο
φωτός.
Ὅλη
αὐτή ἡ θερμή καί εἰρηνική ἀτμόσφαιρα, ἡ μυστικά ἐκρηκτική, ἀλλά καί
ἔντονα ἑλκτική, εἶναι κληρονομιά τοῦ Γέροντος Σωφρονίου· κληρονομιά τῆς
πνευματικῆς του ἀρχοντιᾶς καί τῆς ἀπελευθέρωσής του ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ ἀπό
τά «καυσούμενα» στοιχεῖα καί τήν ἐξουσία τοῦ κοσμοκράτορος τοῦ παρόντος
αἰῶνος. Ζοῦσε τήν ἐλευθερία ἐν Χριστῷ, ὁ Ὁποῖος ὑπάκουσε στόν Πατέρα καί
ἀγάπησε τόν κόσμο ἕως θανάτου.
Βεβαίως
καί ὁ ἴδιος ὁ Γέροντας ἔλεγε ὅτι ὁ τύπος τῆς Μονῆς πού ἵδρυσε δέν εἶναι
κάτι τό συνηθισμένο καί ὅτι δέν τόν συστήνει, οὔτε τόν ἐπιβάλλει ὡς
πρότυπο σέ κανένα. Ὑπῆρξε ἀποτέλεσμα μιᾶς ἀνάγκης σέ ἕνα ὁρισμένο τόπο
καί χρόνο.
Πολύ ἐνδιαφέρουσα εἶναι ἡ μαρτυρία γιά τόν Γέροντα Σωφρόνιο τοῦ Σέρβου Ἐπισκόπου πρώην Ἑρζεγοβίνης Ἀθανασίου Γιέφτιτς.
Ὁ
Ἐπίσκοπος Ἀθανάσιος, μαθητής καί πνευματικό τέκνο τοῦ μακαριστοῦ
Ἀρχιμανδρίτου Ἰουστίνου Πόποβιτς, ἐκφράζει, μέ αὐτά πού καταθέτει, τήν
σχέση τῆς πνευματικῆς κληρονομιᾶς πού ἔλαβε ἀπό τόν πνευματικό του
πατέρα, μέ τήν πνευματική κληρονομιά τοῦ ὁσίου Σιλουανοῦ τοῦ Ἀθωνίτου
καί τοῦ Γέροντος Σωφρονίου.
Πρέπει
νά σημειώσουμε ὅτι καί οἱ δύο αὐτές «κληρονομιές», οἱ ὁποῖες μποροῦν μέ
κοσμικά κριτήρια νά χαρακτηρισθοῦν σλαβορθόδοξες, ἔχουν πολύ στενή
σχέση μέ τήν ἑλληνόφωνη καί τήν οἰκουμενική Ὀρθοδοξία, γιατί εἶναι
ἐνταγμένες μέσα στήν ἀποστολική καί πατερική παράδοση τῆς Μίας
Ἐκκλησίας. Ἔχουν ἀκρογωνιαῖο λίθο τόν Χριστό καί ἐποικοδομοῦν πάνω στό
θεμέλιο τῶν Ἀποστόλων καί Προφητῶν. Ἔτσι ἀνοίγουν στούς «κληρονόμους»
τους τόν δρόμο γιά τήν βίωση τῆς ἑνότητας τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ἔξω ἀπό
ἀφελεῖς οἰκουμενιστικούς συναισθηματισμούς καί μακριά ἀπό κοντόφθαλμες
ἐθνικιστικές ἐπιδιώξεις, χωρίς αὐτό νά σημαίνη ὅτι ὁ καθένας δέν
ἐνδιαφέρεται γιά τά καυτά προβλήματα τοῦ τόπου του.
Ὁ
Ἐπίσκοπος Ἀθανάσιος γνώρισε τόν Γέροντα Σωφρόνιο πρῶτα ἀπό τά
πολυγραφημένα γραπτά του καί πολύ ἀργότερα προσωπικά, μέσα σέ δύσκολες
συνθῆκες τῆς Σερβίας, μέ πολλούς πειρασμούς: ἐκκλησιαστικούς, ἐθνικούς
καί προσωπικούς.
Ἄς
τόν παρακολουθήσουμε λοιπόν στό πῶς ἐκφράζεται γιά τόν π. Σωφρόνιο. Τό
κείμενο ἀπό τό ὁποῖο πήραμε τά ἀποσπάσματα ἦταν εἰσήγηση σέ Διεθνές
Συνέδριο πού ὀργάνωσε ἡ Ἱ. Μ. Βατοπαιδίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους μέ θέμα:
Γέροντας Σωφρόνιος ὁ θεολόγος τοῦ ἀκτίστου φωτός. Γράφει ὁ Ἐπίσκοπος
Ἀθανάσιος:
«Ὁ
Γέροντας Σωφρόνιος εἶναι ἕνας ἄνθρωπος βαθύτατος, πολυδιάστατος,
πολύπλοκος. Τόν γνώρισα πρῶτα ἀπό τό βιβλίο του γιά τόν ἅγιο Σιλουανό,
πού τό εἶχε στείλει στόν Γέροντα Ἰουστῖνο (Πόποβιτς). Τό διάβασα στίς
ἀρχές τοῦ 1960 σέ πολυγραφημένη ρωσική ἔκδοση τῶν Παρισίων, πού ἀργότερα
κυκλοφόρησε τυπογραφημένη. Θαύμασα τόν πλοῦτο καί τῶν δύο· καί τοῦ
ἁγίου Σιλουανοῦ καί τοῦ Γέροντος Σωφρονίου. Ἀλλά ἐκεῖνο πού μέ
ἐντυπωσίασε περισσότερο κατά τήν προσωπική μου συνάντηση μέ τό Γέροντα
Σωφρόνιο, ἀργότερα τό 1992, ἕνα περίπου χρόνο πρίν ἀναχωρήσει γιά τόν
οὐρανό, εἶναι ὅτι ἦταν ἄνθρωπος βαθιά διψασμένος γιά τήν ἀληθινή ζωή,
βαθιά διψασμένος γιά τό Ζῶντα Θεό καί ἄνθρωπος τῆς ἀγάπης, μιᾶς ἐπώδυνης
καί χαροποιοῦ ἀγάπης»[2].
Ὁ Ἐπίσκοπος
Ἀθανάσιος ἐπανέρχεται σέ ἄλλο σημεῖο τῆς εἰσήγησής του στήν ἐμπειρία
τῆς ἐξομολόγησής του στόν Γέροντα Σωφρόνιο καί ἀναφέρεται στήν αἴσθηση
τῆς χάριτος πού ὁ Γέροντας ἀκτινοβολοῦσε. Γράφει:
«Ὅταν
τόν Φεβρουάριο τοῦ 1992 ἐπισκέφθηκα τόν Γέροντα Σωφρόνιο ὡς ἐπίσκοπος
καί ἐξομολογήθηκα (εἶχε ἀρχίσει ἤδη ὁ πόλεμος στήν Βοσνία), ἐκεῖνο πού
μοῦ ἔκανε τήν πιό βαθιά ἐντύπωση ἦταν κυρίως αὐτή ἡ αἴσθηση τῆς χάριτος
πού ἀκτινοβολοῦσε ἀπό αὐτόν. Ἡ μοναχική ζωή, ὅλος ὁ ἀγώνας, ἡ ἄσκηση
“ПОДВИГ” –ὡραία σλαβική λέξη πού σημαίνει κίνηση πρός τά ἐμπρός καί
κίνηση πρός τά ἄνω– γίνεται γιά τόν σκοπό αὐτό· νά γευθοῦμε τήν χάρη καί
τήν ἀγάπη τοῦ Ζῶντος καί Ἀληθινοῦ Θεοῦ, τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ...
Ἡ
χάρη, λέγει ὁ Γέροντας Σωφρόνιος, μᾶς διατηρεῖ σέ ζωντανή κοινωνία μέ
τόν Θεό, ἐνῶ ἡ προσευχή καί ὅλες οἱ ἀσκήσεις ἀνοίγουν τό εἶναι μας στόν
Θεό, ἔτσι πού νά μήν κλεινόμαστε στόν ἑαυτό μας, στή φτώχεια, στή
μηδαμινότητά μας. Ἀλλοιῶς εἶναι πολύ ἐπικίνδυνη ἡ ἄβυσσος τῆς ἀνθρώπινης
ὑπάρξεως... Καί ὁ Γέροντας Σωφρόνιος ἔζησε αὐτήν τήν χαρά τῆς
συναντήσεως μέ τό φῶς τῆς θείας χάριτος, μᾶς τήν ἔδειξε καί τήν ἔδωσε.
Εἶναι πολύ φοβερό νά κλεινόμαστε στόν ἑαυτό μας. Ὁ Γέροντας Σωφρόνιος
ζοῦσε τόν κίνδυνο τοῦ αὐτοπεριορισμοῦ μας ἀλλά ζοῦσε καί τή χαρά τοῦ ἐν
μετανοίᾳ ἀνοίγματός μας πρός τό Ζῶντα Θεό»[3].
Στό
παραπάνω ἀπόσπασμα ὑπογραμμίζουμε τήν πολύ χαρακτηριστική καί
ἀποκαλυπτική ἔκφραση: «ἐκεῖνο πού μοῦ ἔκανε τήν πιό βαθιά ἐντύπωση ἦταν
κυρίως αὐτή ἡ αἴσθηση τῆς χάριτος πού ἀκτινοβολοῦσε ἀπό αὐτόν» καί τήν
παρεμφερῆ σέ νόημα, ἀλλά μᾶλλον ἀποκαλυπτικότερη: «ὁ Γέροντας Σωφρόνιος
ἔζησε αὐτήν τήν χαρά τῆς συναντήσεως μέ τό φῶς τῆς θείας χάριτος, μᾶς
τήν ἔδειξε καί τήν ἔδωσε». Ἔχοντας αὐτήν τήν ἐμπειρία ἀπό τήν συνάντησή
του μέ τόν Γέροντα Σωφρόνιο, εἶναι φυσικό νά τόν θεωρῆ δῶρο τοῦ Θεοῦ σέ
ὅλον τόν κόσμο. Γράφει σχετικά:
«Ἀποτελεῖ
μεγάλο δῶρο τοῦ Θεοῦ γιά ὅλη τήν Ὀρθοδοξία καί γιά ὅλον τόν κόσμο ὁ
Γέροντας Σωφρόνιος. Βασική μαρτυρία του εἶναι ὅτι, ἐάν ἡ ζωή μας, ἀκόμη
καί ἡ μοναχική, δέν εἶναι ζωή ἐν χάριτι, ζωή τῆς ἰδίας θείας χάριτος,
δηλαδή τοῦ ἰδίου τοῦ Χριστοῦ μέσα μας, ζωή πού μᾶς δίνει ἡ εἰλικρινής
καί ὀρθή πίστη, τό ἅγιο Βάπτισμα, ἡ Θεία Εὐχαριστία, τότε εἴμαστε πτωχοί
καί γυμνοί»[4].
Πολύ
σημαντική μαρτυρία γιά τόν Γέροντα Σωφρόνιο εἶναι ἡ μαρτυρία τοῦ Ρώσου
Ἀρχιμανδρίτου Ἀλυπίου Kastalskij τῆς Λαύρας τοῦ ἁγίου Σεργίου.
Ἡ
μοναχική ζωή καί ἡ συγγραφική δραστηριότητα τοῦ Γέροντος Σωφρονίου
πραγματοποιήθηκαν μακριά ἀπό τήν Ρωσία καί συμπίπτουν μέ τήν ταλαιπωρία
τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας τῆς Ρωσίας ἀπό τίς ἀθεϊστικές ἐπιλογές τῆς
κομμουνιστικῆς κυβέρνησης τῆς χώρας. Γι’ αὐτό τόν λόγο ἡ ἐπικοινωνία τοῦ
Γέροντα μέ τούς Ρώσους πιστούς δέν ἦταν εὔκολη. Αὐτό δημιούργησε μιά
ἀπόσταση, μέσα στήν ὁποία φύτρωσαν κάποιες παρεξηγήσεις σχετικά μέ τήν
αὐθεντικότητα τῆς ἐμπειρίας τοῦ π. Σωφρονίου, καθώς καί τήν ὠφελιμότητα
τῶν συγγραμμάτων του. Ἄς παρακαλουθήσουμε ὅμως τόν Ἀρχιμανδρίτη
Ἀλύπιο:
«Τό
ὄνομα τοῦ μακαριστοῦ Γέροντα ἀρχιμανδρίτη Σωφρονίου ἔγινε γνωστό στή
Ρωσία μετά τήν ἔκδοση στό Παρίσι τοῦ βιβλίου “Ὁ Γέροντας Σιλουανός”.
Αὐτό τό βιβλίο ἔφτασε μέ παράνομο τρόπο στήν Σοβιετική Ἕνωση καί
προκάλεσε συγκλονιστική ἐντύπωση στόν πιστό λαό καί, ἰδιαίτερα, στήν
νεολαία, ἡ ὁποία στά μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ ’70 ἄρχισε νά μετέχει στήν
ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Παρά τίς ἀπαγορεύσεις τῶν διωκτικῶν ἀρχῶν στήν
διάδοση τῆς πνευματικῆς λογοτεχνίας, τό βιβλίο τοῦ πατρός Σωφρονίου
ἀντιγράφτηκε σέ χιλιάδες ἀντίτυπα καί διαδόθηκε ἀνάμεσα στούς
ὀρθοδόξους. Πολλές φορές εἶχε ἀκουστεῖ ὅτι ἄνθρωποι πού βρίσκονταν
μακριά ἀπό τήν Ἐκκλησία, ὅταν διάβασαν τό βιβλίο “Ὁ Γέροντας Σιλουανός”,
ἄλλαξαν τήν ζωή τους καί ἔγιναν ἔνθερμοι χριστιανοί. Μέσα στήν
ἀδελφότητα τῆς Λαύρας τοῦ Ἁγίου Σεργίου ὑπάρχουν κάποιοι, οἱ ὁποῖοι ὑπό
τήν ἐπίδραση αὐτοῦ τοῦ βιβλίου ἄφησαν τήν ματαιότητα τοῦ κόσμου καί
ἔγιναν μοναχοί»[5].
Αὐτή
ἡ ἐπίδραση τῆς προσωπικότητας τοῦ ὁσίου Σιλουανοῦ, ὅπως τήν περιγράφει ὁ
Γέροντας Σωφρόνιος, δημιούργησε ἐνδιαφέρον γιά τόν ἄγνωστο ἕως τότε
συγγραφέα, ἀλλά καί σεβασμό πρός τό πρόσωπό του. Εἶναι χαρακτηριστικά
αὐτά πού σημειώνει ὁ Ἀρχιμανδρίτης Ἀλύπιος:
«...Στόν
ἀναγνώστη δέν μποροῦσε νά μή γεννηθεῖ τό ἐρώτημα: Ποιός εἶναι ὁ πατέρας
Σωφρόνιος; Πῶς κατόρθωσε τόσο βαθιά νά κατανοήσει τήν ἐξαίρετη
προσωπικότητα τοῦ Γέροντα Σιλουανοῦ; Ἀπό ποῦ ἀπέκτησε ὁ πατέρας
Σωφρόνιος τέτοια ἄνεση στήν περιγραφή τῶν δύσκολων ζητημάτων τῆς
Θεολογίας καί τῆς ἀσκητικῆς;
Ἄν
τό “ὅμοιο γνωρίζεται ἀπό τό ὅμοιό του” καί μονάχα τό πνευματικό μπορεῖ
μέ ἀσφάλεια νά ἀναφερθεῖ στό πνευματικό, τότε γίνεται ὁλοφάνερο ὅτι ὁ
συγγραφέας τοῦ βιβλίου ἦταν ἄξιος μαθητής τοῦ διδασκάλου του καί ὁ ἴδιος
βρισκόταν σέ ὑψηλό ἐπίπεδο πνευματικῆς ζωῆς»[6].
Ὅμως
ὁ Γέροντας Σωφρόνιος δέν μποροῦσε νά ἔχη ζωντανή ἐπαφή μέ τούς Ρώσους
ἀναγνῶστες του, οἱ ὁποῖοι τόν γνώριζαν ὡς πνευματικό συγγραφέα, δέν τόν
γνώριζαν ὅμως ὡς ἔμπειρο πνευματικό πατέρα. Γι’ αὐτό ὅταν ἀργότερα
κυκλοφόρησε τό ἐξομολογητικό –μέσα σέ πνεῦμα ταπείνωσης καί διάκρισης–
βιβλίο του Ὀψόμεθα τόν Θεόν καθώς ἐστι, καθώς καί τό βιβλίο του Περί
προσευχῆς, δέν μπόρεσαν ὅλοι στήν Ρωσία νά σηκώσουν τό ἀποκαλυπτικό
βάρος τους. Ἔτσι δέν ἔλλειψαν οἱ ἀντιδράσεις –ἐλάχιστες καί χωρίς
ἀποδεικτικά στοιχεῖα– οἱ ὁποῖες καθυστέρησαν τήν εὐρεῖα διάδοση αὐτῶν
τῶν δύο βιβλίων στούς Ρώσους ἀναγνῶστες. Γιά τίς ἀντιδράσεις αὐτές ὁ
Ἀρχιμανδρίτης Ἀλύπιος γράφει:
«Δυστυχῶς,
μερικοί ἀναγνῶστες στήν Ρωσία, ἀνάμεσά τους καί ὁ διάσημος καθηγητής Ἀ.
Ἰ. Ὀσίπωφ καί μερικοί ἰδεολογικά προσκείμενοι πρός αὐτόν ἱερεῖς, εἶδαν
μέ δυσπιστία τό πνευματικό ἔργο τοῦ Γέροντα καί τοῦ ἄσκησαν δριμεία
κριτική. Κατηγόρησαν τόν ἀρχιμανδρίτη Σωφρόνιο γιά ὑπερηφάνεια,
κενοδοξία καί ἀκόμα γιά πνευματική μαγεία. Ἔτσι, ὁ καθηγητής πού
ἀναφέραμε προηγουμένως ἔγραφε: “Γιά μένα δέν ὑπάρχει καμία ἀμφιβολία ὅτι
αὐτός ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται σέ βαθιά καί συνάμα πολύ λεπτή πνευματική
μαγεία. Σέ μένα αὐτό ἔγινε ὁλοφάνερα ἀντιληπτό μετά τήν ἀνάγνωση τοῦ
βιβλίου “Ὀψόμεθα τόν Θεόν καθώς ἐστι” καί τοῦ βιβλίου “Περί προσευχῆς”.
Θά πρέπει νά εἴμαστε σέ μεγάλο βαθμό προσεκτικοί στά συγγράμματα αὐτῶν
πού ἀκόμα δέν ἔχουν τό ἀδιαφιλονίκητο κύρος τῆς Ἐκκλησίας. Ὅμως καί ἐκεῖ
δέν μποροῦμε νά ἀναφερθοῦμε χωρίς ἕνα “ἀλλά”. Σήμερα παρατηρεῖται μία
τάση νά ἁγιοποιοῦνται ἄνθρωποι πού ἀμφισβητοῦνταν. Ὁλόκληρο τό Ἅγιον
Ὄρος τιμᾶ τόν Σαχάρωφ ὡς ἅγιο. Τό πνεῦμα μαγείας ἐπιχειρεῖται νά
ἐπικυρωθεῖ, ὅπως ἀκριβῶς ἔκαναν καί οἱ Ρωμαιοκαθολικοί, φτάνοντας σέ
σημεῖο νά τιμοῦν τούς Φραγκισκανούς, τούς Καθαρούς, τήν μητέρα–Τερέζα
καί ἄλλους”. Μέ αὐτόν τόν τρόπο, ὁ καθηγητής Ὀσίπωφ κατηγόρησε ὄχι μόνο
τόν Γέροντα ἀλλά ὁλόκληρο τό Ἅγιο Ὄρος γιά διάδοση πνεύματος μαγείας.
Κανένα σοβαρό θεολογικό ἐπιχείρημα δέν παρουσιάζει ὅμως πού νά στηρίζει
τήν γνώμη του»[7].
Θεωροῦμε ὅτι εἶναι χρήσιμος ἕνας σύντομος σχολιασμός τῆς ἀντίδρασης τοῦ καθηγητῆ Ἀ. Ἰ. Ὀσίπωφ.
Εἶναι
καταπλητική ἡ ὁμοιότητα τῶν ἀπόψεων τοῦ Ὀσίπωφ καί τοῦ π.Ἰ.Δ.. Ὁ π.Ἰ.Δ.
χαρακτηρίζει, χωρίς συστολή καί φόβο Θεοῦ: «κακόδοξα, δαιμονοληπτικά
καί παρανοϊκά» ὅσα ἔγραψε ὁ Γέροντας Σωφρόνιος[8]
καί ὁ καθηγητής Ὀσίπωφ ὑποστηρίζει ὅτι ὁ Γέροντας βρισκόταν «σέ βαθιά
καί συνάμα πολύ λεπτή πνευματική μαγεία». Καί οἱ δύο βάλλουν κατά τῶν
«ἁγιοποιήσεων» τοῦ Γέροντος Σωφρονίου. Ὁ π.Ἰ.Δ. βάλλει κατά τοῦ
Μητροπολίτου Ναυπάκτου, ὁ ὁποῖος, κατά τήν ἄποψή του, «διακηρύσσει
αὐθαιρέτως» ὅτι ὁ Γέροντας Σωφρόνιος «εἶναι “ἅγιος” καί ὡς ἅγιον τιμᾷ
αὐτόν. Ἐδῶ πρόκειται περί πραξικοπηματικῆς ἀνακηρύξεως “ἁγίου” καί ὄχι
περί κανονικῆς ἀναγνωρίσεως»[9], ἐνῶ ὁ Ὀσίπωφ
βάλλει κατά τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἀφοῦ, ὅπως ἰσχυρίζεται, «ὁλόκληρο τό Ἅγιον
Ὄρος τιμᾶ τόν Σαχάρωφ [π. Σωφρόνιο] ὡς ἅγιο» καί μέ αὐτόν τόν τρόπο «τό
πνεῦμα μαγείας ἐπιχειρεῖται νά ἐπικυρωθεῖ».
Ὅμως,
ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου δέν «διακηρύσσει αὐθαιρέτως» καί δέν
ἀνακηρύσσει πραξικοπηματικά τόν Γέροντα Σωφρόνιο ἅγιο, ἀφοῦ δέν τόν τιμᾶ
μέ ἐκκλησιαστικές τελετές ὡς ἅγιο. Δίνει τήν προσωπική του μαρτυρία γιά
τήν ἁγιότητα τοῦ Γέροντος Σωφρονίου. Οὔτε τήν εἰκόνα του κατασκεύασε
οὔτε ἀκολουθία του συνέθεσε, οὔτε καλεῖ τόν λαό σέ λατρευτική σύναξη
κατά τήν ἐτήσια μνήμη του. Ὀφείλει ὅμως νά καταθέση τήν προσωπική του
μαρτυρία, ἡ ὁποία θά κριθῆ μέ τό πέρασμα τοῦ χρόνου ἀπό τό σῶμα τῆς
Ἐκκλησίας καί ἀπό τά ἁρμόδια ὄργανά της. Ἡ ἁγιότητα τῶν ἁγίων τῆς
Ἐκκλησίας μας ἀναγνωρίζεται μέ βάση τίς προσωπικές μαρτυρίες πού
ὑπάρχουν. Οἱ μαρτυρίες προηγοῦνται τῆς ἐπίσημης ἀναγνωρίσεως. Γιά νά τό
καταλάβη αὐτό κανείς δέν χρειάζεται ἰδιαίτερο πνευματικό χάρισμα, οὔτε
μεγάλης ἰσχύος διανοητική ἐνέργεια.
Ἀπό τήν ἄλλη μεριά ὁ καθηγητής Ὀσίπωφ, ὅπως γράφει ὁ Ἀρχιμανδρίτης Ἀλύπιος, «κατηγόρησε ὄχι μόνο τόν Γέροντα ἀλλά ὁλόκληρο τό Ἅγιο Ὄρος γιά διάδοση πνεύματος μαγείας», χωρίς νά προσκομίζει «κανένα σοβαρό θεολογικό ἐπιχείρημα πού νά στηρίζει τήν γνώμη του».
Νά προσθέσουμε ὅτι πρίν ἀπό ὅλα κατηγόρησε τό Ἅγιον Ὄρος γιά ἔλλειψη
κριτηρίων τῆς ἁγιότητος. Εἶναι ὅμως μεγάλη προπέτεια νά θεωρῆ κανείς
ὅτι τά κριτήρια τῆς ἁγιότητος ὑπάρχουν στό πανεπιστημιακό σπουδαστήριο
καί δέν ὑπάρχουν στά σπήλαια καί στά κελλιά τοῦ Ἁγίου Ὄρους, στίς
ἀσκητικές παλαίστρες τῶν παραδοσιακά ἀσκουμένων μοναχῶν, τήν στιγμή
μάλιστα πού εἶναι τοῖς πᾶσι γνωστή ἡ ἄκρως ὑπερβολική δυσπιστία τῶν
ἁγιορειτῶν πατέρων στήν ἁγιότητα τῶν ζώντων, ἀλλά καί στίς ἀποδείξεις
τῆς ἁγιότητος τῶν κεκοιμημένων.
Γι’
αὐτούς πού γνωρίζουν ἔστω καί ἐλάχιστα τό ἦθος τῶν ἁγιορειτῶν, ὅταν
αὐτό τό «δύσπιστο» Ἅγιον Ὄρος, καί μάλιστα μέ τίς κορυφαῖες του στά
τελευταῖα χρόνια μορφές, δέχεται ὡς γνήσια τήν θεοπτική ἐμπειρία τοῦ
Γέροντος Σωφρονίου καί τόν τιμᾶ, ὅπως λέει ὁ Ὀσίπωφ, ὡς ἅγιο, σημαίνει
ὅτι ἡ ἀσκητική θεωρία τοῦ Γέροντος Σωφρονίου εἶναι πέρα γιά πέρα
φιλοκαλική, τελείως ξένη πρός τά «πνεύματα» τῆς «μαγείας», πού ἔχει στό
νοῦ του ὁ καθηγητής Ὀσίπωφ. Εἶναι ἐμπειρία τοῦ Ζῶντος Θεοῦ ἐν Ἁγίῳ
Πνεύματι. Αὐτό σημαίνει ὅτι καί ἐνδεχόμενη ὕπαρξη μερικῶν ἁγιορειτῶν
μοναχῶν μέ προβληματισμούς γιά τόν Γέροντα δέν ἀνατρέπει τόν κανόνα καί
τήν συνείδηση τῆς Ἐκκλησίας.
Ἡ
ἀντίδραση τοῦ καθηγητῆ Ἀ. Ἰ. Ὀσίπωφ, χωρίς θεμέλια στήν ἀσκητική
ἐμπειρία, σύντομα ἔσβησε, ἀφοῦ ὅμως πρός καιρόν δημιούργησε ἀναταραχή σέ
ἀρκετές συνειδήσεις. Ἄς δοῦμε πῶς περιγράφει τά πράγματα ὁ
Ἀρχιμανδρίτης Ἀλύπιος:
«Οἱ
κριτικές πού ἐμφανίστηκαν στόν ἐκκλησιαστικό τύπο, ἔφεραν ἀναταραχή
στούς ἐκκλησιαστικούς κύκλους καί καθυστέρησαν τήν διάδοση τοῦ βιβλίου
στήν Ρωσία. Ἔτσι, ὁ ἡγούμενος ἑνός γνωστοῦ μοναστηριοῦ θεώρησε ὅτι
φαινόταν πώς τό βιβλίο περιεῖχε κάποια περίεργη αἵρεση καί διέταξε τούς
ἀδελφούς μοναχούς του νά τό κάψουν στήν αὐλή του. Τώρα ὅλη αὐτή ἡ
πολεμική πέρασε στό παρελθόν. Τό 2006 ἡ Λαύρα τῆς Ἁγίας Τριάδος–Ἁγίου
Σεργίου ἐξέδωσε τό βιβλίο “Ὀψόμεθα τόν Θεόν καθώς ἐστι” σέ 10.000
ἀντίτυπα καί καμία νέα παρεξήγηση μέ ἀφορμή αὐτό δέν προέκυψε ξανά.
Στήν
σύγχρονη Ρωσία ἔχουν ἐκδοθεῖ ὅλες οἱ γνωστές στήν Δύση ἐργασίες τοῦ
Γέροντα, οἱ ὁποῖες παρουσιάζουν ζήτηση, μονίμως ἐπανεκδίδονται καί
ἀποκτοῦν ὅλο καί μεγαλύτερη δημοσιότητα. Οἱ βασικοί ἐκδότες τῶν βιβλίων
τοῦ Γέροντα Σωφρονίου στήν Ρωσία εἶναι ἡ Λαύρα τῆς Ἁγίας Τριάδος–Ἁγίου
Σεργίου, πού τυπώνουν τά βιβλία του μέ τήν εὐλογία τοῦ ἁγιωτάτου
Πατριάρχη Μόσχας καί πάσης Ρωσίας Ἀλεξίου II, καί οἱ ἐκδόσεις
“Προσκυνητής”. Τά συνολικά ἀντίτυπα τῶν βιβλίων τοῦ ἀρχιμανδρίτη
Σωφρονίου, πού κυκλοφόρησαν στήν Ρωσία, δέν μποροῦν νά προσδιοριστοῦν
ἐπακριβῶς. Ἕνα ἀπό τά βιβλία, “Ὁ Γέροντας Σιλουανός”, ἐκδόθηκε στήν
Ρωσία σέ περίπου 1.000.000 ἀντίτυπα»[10].
Ὁ
Γέροντας Σωφρόνιος πέρασε μέ τά βιβλία του στό ὀρθόδοξο πλήρωμα τῆς
Ρωσίας διά «πυρός»· αἰσθητοῦ πυρός, ἀλλά καί πυρός σκληρῶν καί
ἀθεμελίωτων κριτικῶν, ὄχι μόνο τῶν συγγραφῶν του, ἀλλά καί τῆς
πνευματικῆς του ἐμπειρίας. Ὅμως ἐπειδή «τό ἀληθινό ἐπιβάλλεται μέ τήν
παρουσία του», σύντομα οἱ ἀντιδράσεις ἀτόνισαν καί σίγησαν καί οἱ
συμπατριῶτες τοῦ Γέροντος γεύονται τώρα τούς πνευματικούς καρπούς τῶν
συγγραφικῶν του κόπων.
Ἡ
σχέση ὅμως τοῦ Γέροντος Σωφρονίου μέ τήν Ρωσία δέν ἐξαντλεῖται στήν
κυκλοφορία καί μελέτη τῶν βιβλίων του. Ὁ Γέροντας εἶχε προσωπικό
ἐνδιαφέρον γιά τήν ἐκκλησιαστική ζωή τῆς πατρίδας του καί σέ κάποια
συγκεκριμένη κρίσιμη στιγμή μάλιστα, ὅταν τοῦ ζητήθηκε, ἔδωσε τήν δική
του ἐκκλησιολογική μαρτυρία.
Ὁ
Γέροντας εἶχε μεγάλη εὐαισθησία στό θέμα τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας.
Γνώριζε τί σημαίνουν τά σχίσματα καί οἱ παρασυναγωγές. Γνώριζε ποίου
πνεύματος εἶναι, ποιός λανθανόντως τίς καθοδηγεῖ. Γνώριζε ὅτι οἱ
ἀποσχιζόμενοι ἀπό τήν Ἐκκλησία χωρίζονται ἀπό τόν Χριστό. Γι’ αὐτό, ὅταν
μετά τήν πτώση τοῦ κομμουνισμοῦ στήν Ρωσία ἐκδηλώθηκαν διάφορες
ἀμφισβητήσεις τοῦ Πατριάρχου τῆς Ρωσίας, πού μποροῦσαν νά ὁδηγήσουν σέ
σχίσματα, ἡ ἐπέμβασή του σέ ἀνθρώπους πού ζήτησαν τήν γνώμη του ἦταν
καθοριστική. Ἡ περιγραφή τῶν γεγονότων ἀπό τόν Ἀρχιμανδρίτη Ἀλύπιο καί ἡ
ἐπιστολή τοῦ Γέροντος Σωφρονίου πού παραθέτει, δείχνουν τόν σεβασμό τοῦ
χαρισματούχου Γέροντα στά χαρίσματα πού δίνει τό Ἅγιο Πνεῦμα γιά τήν
συγκρότηση τοῦ Θεανθρώπινου ὀργανισμοῦ τῆς Ἐκκλησίας. Δείχνουν ὅτι ἡ
ἀσκητική του συντελεῖται ἐν τῷ Χριστῷ καί εἰς τήν Ἐκκλησίαν. Ἔξω ἀπό
αὐτήν –μακριά ἀπό τό ὠμόφορο τοῦ Πατριάρχη– ἔξω ἀπό τόν χαρισματικά καί
ἱεραρχικά διαρθρωμένο ἐκκλησιαστικό ὀργανισμό δέν ὑπάρχει σωτηρία. Ἄς
παρακολουθήσουμε τί γράφει ὁ π. Ἀλύπιος:
«Ὁ
ἀρχιμανδρίτης Σωφρόνιος, μεγάλος ἀσκητής, θεολόγος καί πνευματικός
συγγραφέας, κατόρθωσε νά ἐνηλικιωθεῖ ἐν Χριστῷ, ὥστε νά πάψουν νά
ἐπικρατοῦν ὁποιεσδήποτε ἐθνικές διαφορές καί νά μή διακρίνονται “οὔτε
Σκύθης οὔτε Ἰουδαῖος ἤ Ἕλλην”. Ἀλλά τό γεγονός ὅτι εὑρισκόμενος ἤδη σέ
προχωρημένη ἡλικία καί μέ βεβαρυμένη σωματική ὑγεία, ὀκτώ φορές
ἐπισκέφτηκε τήν Ρωσία, μαρτυρεῖ τό πόσο ἀγαποῦσε τήν πατρίδα του καί τόν
λαό του. Δέν διέκοψε τήν πνευματική σχέση μέ τήν Ρωσική Ὀρθόδοξη
Ἐκκλησία...
Μετά
τήν κατάρρευση τοῦ κομμουνιστικοῦ καθεστῶτος στήν Ρωσία ξεχύθηκε ἕνα
ὁλόκληρο ρεῦμα ἀπό ἀπρόσκλητους ἱεραποστόλους ἀπό τίς ΗΠΑ, τήν Εὐρώπη
καί τήν Ἀσία, οἱ ὁποῖοι ἐπεδίωκαν νά διασπάσουν τήν ἑνότητα τῆς Ρωσικῆς
Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, νά ἐλέγχουν πνευματικά τόν ρωσικό λαό, νά διακόψουν
τήν ἐπαφή του μέ τήν Ὀρθοδοξία τῶν προγόνων του καί νά προσηλυτίσουν
αὐτόν σέ μία σειρά ἀπό νεομοδίτικες ψευδοχριστιανικές διδασκαλίες. Σέ
αὐτούς τούς δύσκολους καιρούς στό τέλος τῆς ζωῆς του ὁ Γέροντας
προέτρεπε ὅλα τά τέκνα τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας νά μείνουν συσπειρωμένα
κάτω ἀπό τό ὠμόφορο τοῦ Πατριάρχη. Ἕνας ἀπό τούς Ρώσους πνευματικούς
μοιράστηκε μέ τόν Γέροντα Σωφρόνιο τίς ἀμφιβολίες του πού προκλήθηκαν
ἀπό ὁρισμένα ἀρνητικά γεγονότα στήν ζωή τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας. Ὁ
Γέροντας στήν ἀπάντησή του ἔγραψε: “... Ἱκετεύω τήν ἁγιότητά σας νά
εἰσακούσει τήν φωνή μου πού εἶναι αὐτή ἑνός ἁμαρτωλοῦ ἀνθρώπου: Μείνετε
πιστοί μέ ὅλες τίς δυνάμεις σας μόνο στό Πατριαρχεῖο. Συνεχίστε ἀκόμα
καί μέχρι “ὁμολογίας” (γιά νά μήν πῶ μαρτυρεῖστε ἀκόμα καί μέχρι
θανάτου). Ἡ σωτηρία βρίσκεται μονάχα ἐκεῖ. Ὅλες οἱ ἄλλες κινήσεις,
παρότι ἐξωτερικά στήν ὄψη μοιάζουν μέ εὐσεβεῖς, ἀνήκουν σέ δυτικούς
ἐχθρούς. Μέ αὐτές θά ἔρθει μόνο τό σχίσμα, τό μίσος καί ἡ ἀπώλεια ὅλων.
Σᾶς
γράφω μέ πλήρη ἐπίγνωση τῆς ὑπευθυνότητάς μου ἀπέναντι στόν Θεό καί τήν
Ἐκκλησία πού ἔχει ἁγιασθεῖ ἀπό τό πολύτιμο Αἷμα τοῦ Ἐνσαρκωμένου Υἱοῦ
τοῦ Θεοῦ.
Ὅποια
καί ἄν εἶναι τά ἄλυτα προβλήματα, μόνο τό Ἅγιο Πνεῦμα γνωρίζει τόν
δρόμο τῆς ἀληθείας. Αὐτό ἔλεγε ὅταν ζοῦσε καί ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος.
Ἔτσι μιλοῦσε ὑπό τήν καθοδήγησή Του καί ὁ Σεραφείμ τοῦ Σαρώφ. Ἔτσι
σκέφτονται ὅλοι οἱ ἀσκητές πού πραγματικά παλεύουν νά ἐπωμισθοῦν τίς
ἁμαρτίες ὅλων τῶν γενεῶν”»[11].
Μιά
τέτοια προσωπικότητα, ὥριμη ἐν Χριστῷ, παρά τίς πρός καιρόν μικρόψυχες
κριτικές, πού τάραξαν κάποιες συνειδήσεις, ἦταν ἀδύνατον νά μήν ἑλκύση
τήν ἀγάπη, τόν σεβασμό καί τήν εὐλάβεια τοῦ λαοῦ, πού διψοῦσε τήν
γνησιότητα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Ἀπό τόν βαθύ σεβασμό ὁ λαός ἔφθασε
στό νά εὐλαβῆται τόν Γέροντα Σωφρόνιο, γιατί βλέπει σ’ αὐτόν ἁπτά τά
ἀποτελέσματα τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ.
Κλείνουμε
τήν ἀναφορά στό πρόσωπο τοῦ Γέροντος Σωφρονίου μέ αὐτά πού μᾶς
καταθέτει ὁ π. Ἀλύπιος γιά τήν εὐλάβεια πολλῶν Ρώσων πρός τόν Γέροντα:
«Πολλοί
μοναχοί καί λαϊκοί ἐπικαλοῦνται τό ὄνομα τοῦ Γέροντα Σωφρονίου στίς
προσευχές τους καί ἐλπίζουν στήν σύντομη ἀναγνώρισή του. Στήν Ρωσία ἤδη
διεξάγονται προσπάθειες γιά νά ἑτοιμασθεῖ ἡ εἰκόνα τοῦ πατρός Σωφρονίου
μέ τήν ἐλπίδα ὅτι στό μέλλον θά τιμᾶται ὡς ἅγιος ἀπό ὅλες τίς ἐκκλησίες»[12].
[1]. Οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ, σ. 13-14.
[2]. Πρακτικά Διορθοδόξου Ἐπιστημονικοῦ Συνεδρίου: Ὁ Γέροντας Σωφρόνιος, ὁ θεολόγος τοῦ ἀκτίστου Φωτός, σ. 106.
[3]. ἔνθ. ἀνωτ. σ. 110-111.
[4]. ἔνθ. ἀνωτ. σ. 113.
[5]. ἔνθ. ἀνωτ. σ. 561.
[6]. ἔνθ. ἀνωτ. σ. 561-562.
[7]. ἔνθ. ἀνωτ. σ. 563.
[8]. Ἡ θεολογική τραγωδία..., σ. 44.
[9]. ἔνθ. ἀνωτ. σ. 49.
[10]. ἔνθ. ἀνωτ. σ. 565-566.
[11]. ἔνθ. ἀνωτ. σ. 567-568.
[12]. ἔνθ. ἀνωτ. σ. 568.
Για να υπάρχει κατανόηση και ορθή κρίση σε οτιδήποτε πρέπει να είναι ορατή η ολική εικόνα.Τα πάντα τοποθετούνται σε ένα ιστορικό και κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο καλείται ο άνθρωπος να αποκτήσει διάκριση είτε στις πράξεις του, είτε στις κρίσεις του, μέσα από τον αγώνα του να εφαρμόσει το θέλημα του Θεού. Ο Γ.Σωφρόνιος "ανέλαβε την έσχατη ευθύνη" κατά μίμηση του Κυρίου, για την αμαρτωλότητα του όλου ανθρώπου. Έκανε πράξη αυτό που λέει ο Απ. Παύλος: "..ανταναπληρω τα υστερηματα των θλιψεων του Χριστου εν τη σαρκι μου υπερ του σωματος αυτου, το οποιον ειναι η εκκλησια.." Η μετάνοιά του ήταν καθολική και ακραίας έντασης και διάρκειας, όπως και η αγάπη και ο πόνος του για την εκκλησία του Χριστού (για την οποία αδιάκοπα έκανε προσευχή και παράκληση).
ΑπάντησηΔιαγραφήΣχετικά με τους επικριτές του, αν νομίζουν ότι κρίνουν αντικειμενικά και δίκαια επειδή έχουν στο κεφάλι τους κάποια δεδομένα τα οποία απλά χρησιμοποιούν και εφαρμόζουν (σαν ηλεκτρονικός υπολογιστής), πρέπει να καταλάβουν ότι ο άνθρωπος υποτίθεται ότι διαφέρει λόγω της δυνατότητας της σκέψης (στους χριστιανούς μάλιστα λόγω της άνωθεν σοφίας). Στον υπολογιστή βάζουμε κάποια δεδομένα στα οποία γίνεται επεξεργασία με βάση ένα συγκεκριμένο πρόγραμμα για να προκύψουν κάποια συμπεράσματα. Ο άνθρωπος όμως δεν είναι μηχανή, ούτε πρέπει να υποβιβάζει τον τρόπο λειτουργίας του μυαλού του βάζοντάς το στον "αυτόματο πιλότο". Θα εκτραπεί σε διαστρέβλωση και παραποίηση (ο χριστιανός σε πνευματικό ολίσθημα και πτώση, αλλά και σε πλάνη)..Αυτό έχουν πάθει κάποιοι και κατάντησαν "εισαγγελείς"-νομικιστές.. Μεγάλη στρέβλωση μέσα στον χριστιανικό κόσμο από τα αρχαία χρόνια μέχρι σήμερα.
Απόσπασμα από την "κριτική" του Μ. Πηλαβάκη:
ΑπάντησηΔιαγραφή"Ἀποροῦμεν καὶ ἐξιστάμεθά πῶς εἶναι δυνατὸν ὁ γέρων Σωφρόνιος νά ἐπίστευε καὶ νά ἔλεγε τοιαύτας βλασφημίας:
«Ὁ δρόμος τῆς χριστιανικῆς ζωῆς εἶναι μεγαλειώδης. Γι’αὐτὸ δεν βγαίνει κανεὶς στό δρόμο μόνος του, ἀλλὰ χρειάζεται βοηθούς. Ἔτσι ἡ Παναγία ἐστάλη στήν Ἐλισσάβετ καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος πῆγε στούς ἄλλους Ἀποστόλους στά Ἱεροσόλυμα γιά νά λάβουν τὴν βεβαίωσην». (Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου, Οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ, Βίος καὶ Πολιτεία τοῦ Γέροντος Σωφρονίου τοῦ ἡσυχαστοῦ καὶ θεολόγου, Ι.Μονὴ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου (Πελαγίας), 2007, σ.418)."
Την φράση "εστάλη στην Ελισάβετ για να λάβει την βεβαίωση" όπως και ο Απόστολος Παύλος πήγε στους άλλους Αποστόλους για να λάβουν και εκείνοι την βεβαίωση την διαστρεβλώνει λέγοντας:
"Συμφώνως πρὸς τὴν ἀνατριχιαστικὴν αὐτὴν «ἑρμηνείαν» τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, ἡ Θεοτόκος ἡσύχασεν ἐπὶ τέλους καὶ ἔπαυσεν νά ἀγωνιά καὶ νά ἀμφιταλαντεύεται, μόλις εἶδεν ὅτι ἐσκίρτησε τὸ βρέφος τῆς Ἐλισάβετ ἐν τῆ κοιλία αὐτῆς, πρᾶγμα τὸ ὁποῖον ἐξέλαβεν ὡς θεῖον σημεῖον ἀπευθυνόμενον πρὸς Αὐτὴν διὰ νά τὴν βεβαιώσῃ ὅτι ὁ Εὐαγγελισμὸς ἦτο ἐκ Θεοῦ καὶ νά καταστείλῃ ἐπὶ τέλους τίς σοβαρὲς ἀμφιβολίες Της περὶ τούτου!!"
Μιλάμε όντως για ανατριχιαστικά πράγματα! Δεν υπάρχει ούτε η κοινή λογική σε αυτού του είδους τις "κριτικές".. Και δεν ξέρουμε που οφείλεται.. Σε εμπάθεια ή σε μειωμένη πρόσληψη περιεχομένου;
Ο Αρχάγγελος δεν είπε στην Θεοτόκο για την Ελισάβετ ότι ήταν έγγυος 6 μηνών και ότι δεν είναι τίποτα αδύνατο στον Θεό (η Ελισάβετ ήταν ηλικιωμένη και στείρα) όταν Εκείνη τον ρώτησε πως θα γεννήσει Υιόν αφού "άντρα δεν γνωρίζει"; Αμέσως μετά δεν πήγε να την επισκεφτεί; Δεν μας λέει ότι "φύλαττε πάντα τα ρήματα στην καρδιά Της", όλα όσα της είπαν ο Αρχάγγελος, η Ελισάβετ, οι βοσκοί, οι μάγοι, ο Συμεών και η Άννα η προφήτις; Αυτό σημαίνει ΟΤΙ ΑΜΦΕΒΑΛΕ;;
Τι ερμηνείες είναι αυτές; Tότε θα έπρεπε να αναρωτιόμαστε και για την ερώτηση της Θεοτόκου προς τον Αρχάγγελο!Αν υποθέσουμε ότι γνώριζε εξαρχής τα πάντα δεν θα τον ρωτούσε. Αυτό σημαίνει ότι αμφέβαλε;
Υπάρχει όμως και η εκδοχή ο Γέροντας να εννοούσε ότι η Θεοτόκος εστάλη στην Ελισάβετ για να λάβει (η Ελισάβετ) την βεβαίωση. Αλλά και το αντίθετο να συμβαίνει ΓΙΑΤΙ "ΣΚΑΝΔΑΛΊΖΕΤΑΙ" ο ευσεβισμός του κ. Πηλαβάκη; Το Ευαγγέλιο είναι ξεκάθαρο! Η ΘΕΟΤΟΚΟΣ ΦΥΛΛΑΤΕ ΠΑΝΤΑ ΤΑ ΡΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΤΗΣ. Και αυτά που της είπε ο Κύριος 12 ετών στον Ναό στην Ιερουσαλήμ.Αυτό δεν έχει καμία σχέση με τις αμφιβολίες και όλα τα υπόλοιπα που μας παρουσιάζει η φαντασία του.
Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: "Ομιλία Δ΄ εις το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιον"
ΑπάντησηΔιαγραφή"Ἀξίζει νά ἐξετάσωμεν διατί δέν ἐπληροφόρησεν ἐνωρίτερα τόν Ἰωσήφ ὁ ἄγγελος, προτοῦ νά τό ὑποψιασθῇ ὁ ἴδιος, ἀλλά ἐπῆγε πρός αὐτόν, ἀφ' ὅτου ἐσυλλογίσθη καί ἀπεφάσισε. «Ταῦτα γάρ αὐτοῦ ἐνθυμηθέντος, ὁ ἄγγελος ἔρχεται», λέγει το Εὐαγγέλιον, ἄν καί τό εἶχεν ἀνακοινώσει εἰς τήν Μαρίαν πρίν ἀπό τήν ἐγκυμοσύνην, πρᾶγμα τό ὁποῖον δημιουργεῖ πάλιν ἄλλην ἀπορίαν. Ἄν καί δηλαδή δέν τό εἶπεν ὁ ἄγγελος, διατί τό ἀπεσιώπησεν ἡ Παρθένος, ὅταν τό ἐπληροφορήθη ἀπό τόν ἄγγελον καί διατί δέν κατετόπισε τόν μνηστῆρα της, ὅταν τόν εἶδε νά ἀνησυχῇ; Διατί τέλος πάντων δέν τόν ἐπληροφόρησεν ὁ ἄγγελος προτοῦ νά στενοχωρηθῇ; Ἀλλά εἶναι ἀνάγκη νά ἀπαντήσω πρῶτα εἰς τό πρῶτον ἐρώτημα. Διατί λοιπόν δέν τόν ἐπληροφόρησεν ὁ ἄγγελος; Διά νά μή δυσπιστήσῃ καί πάθῃ ὅ,τι ἔπαθεν ὁ Ζαχαρίας. Διότι ἦτο εὔκολον νά πιστεύσῃ ἀφ' ὅτου ἔγινε τό πρᾶγμα φανερόν. Δέν ἦτο ὅμως ἐξ ἴσου εὔκολον νά παραδεχθῇ τήν πληροφορίαν, πρίν οὔτε κἄν νά ἀρχίσῃ. Διά τοῦτο δέν τό εἶπεν ἀπό τήν πρώτην στιγμήν ὁ ἄγγελος. Καί ἡ Παρθένος διά τόν ἴδιον λόγον τό ἀπεσιώπησε. Διότι ἐνόμιζεν ὅτι δέν θά γίνῃ πιστευτή ἀπό τόν μνηστῆρα της, ἄν τοῦ ἀνεκοίνωνε τόσον παράξενον πρᾶγμα. Ἀντιθέτως θά τόν ἐξηγρίωνε μᾶλλον, διότι θά ἐνόμιζεν ὅτι προσπαθεῖ νά συγκαλύψῃ ἁμαρτίαν της.
Ἀφοῦ βεβαίως αὐτή ἡ ἰδία, ἡ ὁποία προωρίζετο νά ἀναλάβῃ αὐτήν τήν θείαν ἀποστολήν, ἐταράχθη καί εἶπε· «Πῶς ἔσται τοῦτο, ἐπεί ἄνδρα οὐ γιγνώσκω;»[Λουκ. 1, 34]. Πολύ περισσότερον θά ἐδυσπιστοῦσεν ἐκεῖνος, ἀφοῦ μάλιστα θά τό ἐπληροφορεῖτο ἀπό γυναῖκα ὕποπτον.
Διά τοῦτο δέν τοῦ εἶπε τίποτε ἡ Παρθένος καί διά τοῦτο παρουσιάσθη ὁ ἄγγελος εἰς τήν κατάλληλον στιγμήν. Ἐρωτᾶται ὅμως· Διατί δέν ἔκαμε τό ἴδιο καί μέ τήν Παρθένον καί δέν τήν εἰδοποίησε μετά τήν σύλληψιν;
Διά νά μή στενοχωρῆται καί ἀνησυχῇ ὑπερβολικά. Διότι ἦτο φυσικόν, ἐπειδή δέν θά ἐγνώριζε τήν ἀλήθειαν καί δέν θά ὑπέφερε τήν ἐντροπήν, νά ἀποφασίσῃ κάτι κακόν διά τόν ἑαυτόν της καί νά ἀπαγχονισθῇ ἤ νά σφαγῇ.
Διότι ἡ Παρθένος ἦτο ἀπολύτως ἐνάρετη. Τήν ἀρετήν της δείχνει ὁ Λουκᾶς λέγων ὅτι δέν ἐκυριεύθη ἀπό χαράν, ὅταν ἤκουσε τόν χαιρετισμόν τοῦ ἀγγέλου, οὔτε ἐδέχθη μέ ἀγαλλίασιν τήν εἴδησιν, ἀλλά ἀνησύχησε καί ἐζήτησε νά μάθῃ ποίαν σημασίαν εἶχεν ὁ χαιρετισμός. Ἄν καί ἐξηκρίβωσεν ἀπολύτως τήν ἀλήθειαν, δέν ἔπαυσε νά στενοχωρῆται, διότι ἐσκέπτετο τήν ἐντροπήν καί δέν ἐπερίμενε, μέ ὅσα καί ἄν ἔλεγε, νά πείσῃ κανένα ἀπό τούς συνομιλητάς της ὅτι δέν ὠφείλετο εἰς μοιχείαν αὐτό πού συνέβη.
Συνέχεια
ΑπάντησηΔιαγραφήΠαρουσιάσθη λοιπόν πρίν ἀπό τήν σύλληψιν ὁ ἄγγελος, διά νά μή συμβοῦν τά παραπάνω. Καί διότι ἔπρεπε νά μή ἀνησυχῇ ἐκείνη ἡ κοιλία, μέσα εἰς τήν ὁποίαν εἰσῆλθεν ὁ Δημιουργός τοῦ παντός. Καί διότι ἔπρεπε νά εἶναι ἀπηλλαγμένη ἀπό κάθε ταραχήν ἡ ψυχή, ἡ ὁποία ἐκρίθη ἀξία νά προσφέρῃ τάς ὑπηρεσίας της εἰς αὐτά τά μυστήρια. Διά τοῦτο συνωμίλησεν ὁ ἄγγελος μέ τήν Παρθένον πρίν ἀπό τήν σύλληψιν, καί μέ τόν Ἰωσήφ ὅταν ἐπλησίαζεν ὁ χρόνος τῆς γεννήσεως. Ἐπειδή πολλοί ἀφελεῖς δέν κατενόησαν αὐτά, εἶπαν ὅτι ὑπάρχει διαφωνία, ἐπειδή ὁ Λουκᾶς ἀναφέρει ὅτι ὁ ἄγγελος εἰδοποίησε τήν Μαρίαν, ἐνῷ ὁ Ματθαῖος λέγει ὅτι εἰδοποίησε τόν Ἰωσήφ. Ἀγνοοῦν ὅτι ἔγιναν καί τά δύο. Εἶναι ὅμως ἀνάγκη νά τά προσέχωμεν αὐτά εἰς ὅλην τήν ἀφήγησιν τῶν γεγονότων. Διότι ἔτσι θά ἐξηγήσωμεν πολλάς φαινομενικάς διαφωνίας.
Παρουσιάσθη λοιπόν ὁ ἄγγελος, ὅταν ἦτο ἀνήσυχος ὁ Ἰωσήφ. Ἀνέβαλε τήν παρουσίαν του καί διά τούς παραπάνω λόγους καί διά νά φανῇ πόσον συνετός ἦτο ὁ Ἰωσήφ. Καί παρουσιάσθη, ὅταν ἐπλησίαζε τό ὅλον ἔργον εἰς τό τέλος του.
«Ταῦτα δέ αὐτοῦ ἐνθυμηθέντος, ἄγγελος κατ' ὄναρ φαίνεται τῷ Ἰωσήφ». Βλέπεις πόσον συγκαταβατικός ἦτο αὐτός ὁ ἄνθρωπος; Ὄχι μόνον δέν τήν ἐτιμώρησεν, ἀλλά καί δέν τό ἀνεκοίνωσεν εἰς κανένα, οὔτε εἰς ἐκείνην πού ἦτο ὕποπτη, ἀλλά τό ἐσκέπτετο μόνος του καί ἐφρόντιζε νά ἀποκρύψῃ τήν κατηγορίαν ἀκόμη καί ἀπό τήν Παρθένον. Διά τοῦτο δέν εἶπεν· "Ἤθελε νά τήν διώξῃ", ἀλλά εἶπεν «Ἀπολῦσαι». Ἤθελε νά τῆς δώσῃ διαζύγιον. Τόσον εὐγενής καί συγκαταβατικός ἦτο. «Ταῦτα δέ αὐτοῦ ἐνθυμουμένου, κατ' ὄναρ φαίνεται ὁ ἄγγελος». Ἀλλά διατί δέν παρουσιάσθη φανερά, ὅπως εἰς τούς βοσκούς καί εἰς τόν Ζαχαρίαν καί εἰς τήν Παρθένον; Διότι ὁ ἄνθρωπος αὐτός ἦτο πολύ πιστός καί δέν εἶχεν ἀνάγκην ἀπό ἄμεσον ἐμφάνισιν.
Ἡ Παρθένος βεβαίως, ἐπειδή εἰδοποιεῖτο διά κάτι τό πολύ σημαντικόν, σημαντικώτερον καί ἀπό τοῦ Ζαχαρία, καί ἐπειδή εἰδοποιεῖτο πρίν νά συμβῇ τίποτε, εἶχεν ἀνάγκην ἀπό τήν θαυμαστήν αὐτήν ἐμφάνισιν."
Ωραίος σχολιασμός. Ολοι οι Αγιοι καί οι ασκητές ζητούσαν νά βεβαιωθούν, αρχής γενομένης από τόν Μ. Αντώνιο. Καί όμως υπάρχει κάτι χειρότερο καί από τόν Διώτη, στά υπόγεια τής εκκλησίας.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜου άρεσε κι εμένα ο σχολιασμός του Αγίου Ιωάννη γιατί οι Άγιοι έχουν ευσέβεια και όχι ευσεβισμό. Μιλούν για τα Ιερά Πρόσωπα όπως και το Ευαγγέλιο, και αυτό αναδεικνύει περισσότερο την αξία τους.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ Θεοτόκος πήγε "μετά σπουδής" στην έγκυο Ελισάβετ ακριβώς επειδή ΗΔΗ είχε πιστέψει τα λόγια του Αρχαγγέλου ("μακαρία η πιστεύσασα"). Εκεί έλαβε δεύτερη βεβαίωση και γι΄αυτό Την βλέπουμε να αγάλλεται και να δοξάζει με ύμνους τον Θεό. Αυτό ΔΕΝ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΟΤΙ ΑΜΦΕΒΑΛΕ. Είναι η "συνέχεια" των θαυμαστών αποκαλύψεων. Η μια επιβεβαίωση πάνω στην άλλη ΑΚΡΙΒΩΣ ΕΠΕΙΔΗ ΕΙΧΕ ΤΗΝ ΤΕΛΕΙΑ ΠΙΣΤΗ ( Καὶ μακαρία ἡ πιστεύσασα ὅτι ἔσται τελείωσις τοῖς λελαλημένοις αὐτῇ παρὰ Κυρίου).Της λέει ότι ΕΣΤΑΙ ΤΕΛΕΙΩΣΙΣ ΤΟΙΣ ΛΕΛΑΛΗΜΕΝΟΙΣ ΑΥΤΗ ΠΑΡΑ ΚΥΡΙΟΥ, δηλ. ότι αυτά που Της είπε ο Αρχάγγελος θα ολοκληρωθούν.Εκείνη την ώρα η Ελισσάβετ μιλούσε δια Πνεύματος Αγίου, άρα Της μιλούσε ο ΄Ιδιος ο Θεός με το στόμα της Ελισσάβετ!
Κατά την γέννηση του Κυρίου διαβάζουμε στο Ευαγγέλιο:
" Ἰδόντες δὲ διεγνώρισαν περὶ τοῦ ρήματος τοῦ λαληθέντος αὐτοῖς περὶ τοῦ παιδίου τούτου·
καὶ πάντες οἱ ἀκούσαντες ἐθαύμασαν περὶ τῶν λαληθέντων ὑπὸ τῶν ποιμένων πρὸς αὐτούς.
Ἡ δὲ Μαριὰμ πάντα συνετήρει τὰ ρήματα ταῦτα συμβάλλουσα ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῆς.
Όταν έγινε η περιτομή του Κυρίου και άκουσαν τα λόγια του Συμεών:
"Καὶ ἦν Ἰωσὴφ καὶ ἡ μήτηρ αὐτοῦ θαυμάζοντες ἐπὶ τοῖς λαλουμένοις περὶ αὐτοῦ"
Καὶ εὐλόγησεν αὐτοὺς Συμεὼν καὶ εἶπε πρὸς Μαριὰμ τὴν μητέρα αὐτοῦ· ἰδοὺ οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καὶ ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῷ Ἰσραὴλ καὶ εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον.
35 Καὶ σοῦ δὲ αὐτῆς τὴν ψυχὴν διελεύσεται ρομφαία, ὅπως ἂν ἀποκαλυφθῶσιν ἐκ πολλῶν καρδιῶν διαλογισμοί. Καὶ ἡ μήτηρ αὐτοῦ διετήρει πάντα τὰ ρήματα ταῦτα ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτῆς.
Με την "λογική" του Πηλαβάκη θα ήταν ασέβεια και ο λόγος του Απ. Λουκά που λέει ότι η Θεοτόκος (η οποία ήταν Πλήρης Πνεύματος Αγίου και Θεωμένη) θαύμαζε με τα λόγια του Συμεών.Θα μπορούσε κι εκεί να δώσει την ερμηνεία ότι αφού θαύμαζε άρα δεν είχε ακόμα κατανοήσει το μυστήριο ή δεν είχε ακόμα πιστέψει ότι το βρέφος ήταν ο Υιός του Θεού, ο Ίδιος ο Θεός! Είναι δυνατόν;; H έννοια είναι ότι είχε την Τέλεια Πίστη στα ρήματα (γι΄αυτό τα διατηρούσε στην καρδιά της) τα οποία ο Θεός έδωσε με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους και ανθρώπους για να υπάρχει συμμαρτυρία, και βεβαίωση πάνω στην βεβαίωση με ΕΠΙΠΛΕΟΝ αποκαλύψεις από το κάθε πρόσωπο ΑΚΡΙΒΩΣ ΛΟΓΩ ΤΗΣ ΤΕΛΕΙΑΣ ΠΙΣΤΗΣ ΤΗΣ σε όλα όσα Της αποκαλύφτηκαν.Το ένα δεν αναιρεί το άλλο. Η Θεοτόκος ήταν το Ένα και Μοναδικό Πρόσωπο, η Μόνη Άξια να αντέξει το Πυρ της Θεότητας, αλλά χρειαζόταν και κάποιοι βοηθοί και συνεργοί στο μεγάλο αυτό έργο με κυριότερο τον Άγιο Ιωσήφ τον Μνήστορα.
Όλα αυτά είναι αυτονόητα, αλλά οι ερμηνείες αυτές έχουν σαν σκοπό να χαρακτηριστεί αιρετικός ο Γ.Σωφρόνιος και ο μ. Ναυπάκτου. Εμείς τι να πούμε; Αφού αποφάνθηκε ο "βυζαντινολόγος" όλοι οι άλλοι περιττεύουν!
Πέρα όμως από τον Γ. Σωφρόνιο και τους υπόλοιπους Γέροντες και Αγίους που έχουν δεχτεί τέτοιου είδους επιθέσεις, αυτό που μας κάνει εντύπωση είναι το θράσος, η οίηση και η αναίδεια κάποιων ανθρώπων.. αυτόκλητων εισαγγελέων που στέκονται με το μικροσκόπιο και τον πέλεκυ και "παίρνουν κεφάλια".. Τι νοσηρό φαινόμενο είναι αυτό; Πόση εμπιστοσύνη στον εαυτό του και στην κρίση του μπορεί να έχει κάποιος για να φτάνει εκεί; (όπως και οι κατήγοροι του Αγίου Νεκταρίου;) Πόση πνευματική έπαρση; O Θεός να τους δώσει μετάνοια.