Α.J. NIJK.
Εκκοσμίκευση και κοσμικό πνεύμα (το πνεύμα της Εποχής) σαν πολιτισμική χειραφέτηση.
Σήμερα χρησιμοποιούμε τον όρο εκκοσμίκευση για να δείξουμε κυρίως μια Ιστορική πρόοδο. Αυτή η χρήση του όρου, είναι σχετικώς πρόσφατη και ξεκινά από τις αρχές του 20ου αιώνος. Κατά την γνώμη μας ο όρος δεν κατόρθωσε να γίνει μια Ιστορικο-επιστημονική κατηγορία με την στενή έννοια της λέξης. Δεν έγινε αρκετή προσπάθεια πρός αυτή την κατεύθυνση, για να φτάσουμε σε έναν ακριβέστατο ορισμό. Γι’αυτό η έννοια της εκκοσμικεύσεως διατήρησε πάντοτε έναν σχεδόν τυχαίο χαρακτήρα, περιφερειακό και ποικίλο. Επί πλέον δεν γνωρίζουμε - εκτός από λίγα κείμενα ιστορίας της λογοτεχνίας και της γλώσσας όπου όρος εκκοσμίκευση σημαίνει ένα "μεταφορικό σχήμα", δηλ. την εξαφάνιση της πνευματικής δυνάμεως και εξουσίας και την απαλλοτρίωση της εκκλησιαστικής περιουσίας -κανένα έργο ιστορίας της επιστήμης, όπου ο όρος εκκοσμίκευση εμφανίζεται σαν κατηγορία της ιστορικής πραγματικότητος και όπου θα απαιτούσε αναγκαίως έναν καθορισμό, έναν ορισμό και θα ξέφευγε από την αοριστία. Υπάρχει μόνον η εργασία του Hermann Lubbe, ''Η εκκοσμίκευση. Ιστορία και ανάλυση μιάς έννοιας'', όπου συναντούμε τα εξής: Μέχρι τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο η έννοια της εκκοσμικεύσεως χρησιμοποιείται για να δείξη την χειραφέτηση, την πολιτικό-πολιτισμική και πνευματική, και χρησιμοποιείται ιδιαιτέρως από τους προαγωγούς αυτής της προόδου, όπως κατέληξε να ονομάζεται η χειραφέτηση. Έτσι λοιπόν η εκκοσμίκευση χάνεται μέσα στην έννοια της προόδου και κατέληξε να είναι μια Ιστορική κατηγορία η οποία περιγράφει την πρόοδο. Και η εκκοσμίκευση γίνεται μονοσήμαντη, χάνοντας την αμφίσημη σημασία της, η οποία Ιστορικά δείχνει πως αυτή η πρόοδος και χειραφέτηση, βασίζεται στον θάνατο της Εκκλησιαστικής πραγματικότητος.
Στηρίζεται και συνεχίζει, κοινωνικοποιώντας τον, τόν θάνατο τού Θεού. Αυτή είναι η Ουσία του μοντερνισμού.
Ο όρος εισέρχεται και θριαμβεύει στην Ιστορία σαν πρόοδος, μέσω της Γερμανικής κοινωνιολογίας. Την κατάληξη του Γερμανικού Ιδεαλισμού.Έτσι έρχεται στήν επιφάνεια ο Max Weber και η κυριαρχία των Αμερικανών κοινωνιολόγων, των ημερών μας. [Σιγά-σιγά η εκκοσμίκευση, αφομοίωσε την Εκκλησιαστική της Αρχή και σήμερα σαν πολιτική Ορθότης, οδηγεί την πρόοδο επίσημα στον Μεσαίωνα, μέσω της Ιεράς εξέτασης του Αντιρατσισμού!] Η θεολογία στο μεγαλύτερο μέρος της, δια χειρός Max Weber, καταλήγει να είναι θρησκευτική κοινωνιολογία και η επιθυμίαανακηρύσσεται Πατέρας αυτής της σκέψης. Σήμερα μιλούμε πια για καθοριστική εκκοσμίκευση της σκέψης.
[Η πίστη λοιπόν καταλήγει σιγά-σιγά μια πρωτόγονη ηθική, η οποία κυριαρχείται από τις κατηγορίες του Ιερού και του βέβηλου, και εσωτερικεύεται δημιουργώντας το σύγχρονο υποκείμενο, σκοπός τού οποίου είναι το βίωμα τού θρησκευτικού συναισθήματος, την μητέρα της συνειδήσεως, η επιβεβαίωση μιάς ανωτερότητος, ενός ανώτερου ΕΓΩ. Ανακηρύσσοντας τό αληθινό εγώ ιερό, δηλ. τήν πίστη του καί τό αντικείμενο βέβηλο. Σήμερα εμφανίζεται καί η νεωτερική εκδοχή τής ηθικής. Η οποία αντιστρέφει τόν κλασσικό κανόνα, ταυτίζοντας τό νέο υποκείμενο μέ τόν άλλο, μέ τό κλασσικό αντικείμενο.]
Οι κριτικές παρατηρήσεις που προηγήθηκαν δεν μπορούν να αφαιρέσουν βεβαίως τίποτε από το γεγονός πως η Χρήση του όρου, στις αρχές του εικοστού αιώνος, παρουσίασε μιά μεγάλη επέκταση.
Συνεχίζεται.
Αμέθυστος.
Εκκοσμίκευση και κοσμικό πνεύμα (το πνεύμα της Εποχής) σαν πολιτισμική χειραφέτηση.
Σήμερα χρησιμοποιούμε τον όρο εκκοσμίκευση για να δείξουμε κυρίως μια Ιστορική πρόοδο. Αυτή η χρήση του όρου, είναι σχετικώς πρόσφατη και ξεκινά από τις αρχές του 20ου αιώνος. Κατά την γνώμη μας ο όρος δεν κατόρθωσε να γίνει μια Ιστορικο-επιστημονική κατηγορία με την στενή έννοια της λέξης. Δεν έγινε αρκετή προσπάθεια πρός αυτή την κατεύθυνση, για να φτάσουμε σε έναν ακριβέστατο ορισμό. Γι’αυτό η έννοια της εκκοσμικεύσεως διατήρησε πάντοτε έναν σχεδόν τυχαίο χαρακτήρα, περιφερειακό και ποικίλο. Επί πλέον δεν γνωρίζουμε - εκτός από λίγα κείμενα ιστορίας της λογοτεχνίας και της γλώσσας όπου όρος εκκοσμίκευση σημαίνει ένα "μεταφορικό σχήμα", δηλ. την εξαφάνιση της πνευματικής δυνάμεως και εξουσίας και την απαλλοτρίωση της εκκλησιαστικής περιουσίας -κανένα έργο ιστορίας της επιστήμης, όπου ο όρος εκκοσμίκευση εμφανίζεται σαν κατηγορία της ιστορικής πραγματικότητος και όπου θα απαιτούσε αναγκαίως έναν καθορισμό, έναν ορισμό και θα ξέφευγε από την αοριστία. Υπάρχει μόνον η εργασία του Hermann Lubbe, ''Η εκκοσμίκευση. Ιστορία και ανάλυση μιάς έννοιας'', όπου συναντούμε τα εξής: Μέχρι τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο η έννοια της εκκοσμικεύσεως χρησιμοποιείται για να δείξη την χειραφέτηση, την πολιτικό-πολιτισμική και πνευματική, και χρησιμοποιείται ιδιαιτέρως από τους προαγωγούς αυτής της προόδου, όπως κατέληξε να ονομάζεται η χειραφέτηση. Έτσι λοιπόν η εκκοσμίκευση χάνεται μέσα στην έννοια της προόδου και κατέληξε να είναι μια Ιστορική κατηγορία η οποία περιγράφει την πρόοδο. Και η εκκοσμίκευση γίνεται μονοσήμαντη, χάνοντας την αμφίσημη σημασία της, η οποία Ιστορικά δείχνει πως αυτή η πρόοδος και χειραφέτηση, βασίζεται στον θάνατο της Εκκλησιαστικής πραγματικότητος.
Στηρίζεται και συνεχίζει, κοινωνικοποιώντας τον, τόν θάνατο τού Θεού. Αυτή είναι η Ουσία του μοντερνισμού.
Ο όρος εισέρχεται και θριαμβεύει στην Ιστορία σαν πρόοδος, μέσω της Γερμανικής κοινωνιολογίας. Την κατάληξη του Γερμανικού Ιδεαλισμού.Έτσι έρχεται στήν επιφάνεια ο Max Weber και η κυριαρχία των Αμερικανών κοινωνιολόγων, των ημερών μας. [Σιγά-σιγά η εκκοσμίκευση, αφομοίωσε την Εκκλησιαστική της Αρχή και σήμερα σαν πολιτική Ορθότης, οδηγεί την πρόοδο επίσημα στον Μεσαίωνα, μέσω της Ιεράς εξέτασης του Αντιρατσισμού!] Η θεολογία στο μεγαλύτερο μέρος της, δια χειρός Max Weber, καταλήγει να είναι θρησκευτική κοινωνιολογία και η επιθυμίαανακηρύσσεται Πατέρας αυτής της σκέψης. Σήμερα μιλούμε πια για καθοριστική εκκοσμίκευση της σκέψης.
[Η πίστη λοιπόν καταλήγει σιγά-σιγά μια πρωτόγονη ηθική, η οποία κυριαρχείται από τις κατηγορίες του Ιερού και του βέβηλου, και εσωτερικεύεται δημιουργώντας το σύγχρονο υποκείμενο, σκοπός τού οποίου είναι το βίωμα τού θρησκευτικού συναισθήματος, την μητέρα της συνειδήσεως, η επιβεβαίωση μιάς ανωτερότητος, ενός ανώτερου ΕΓΩ. Ανακηρύσσοντας τό αληθινό εγώ ιερό, δηλ. τήν πίστη του καί τό αντικείμενο βέβηλο. Σήμερα εμφανίζεται καί η νεωτερική εκδοχή τής ηθικής. Η οποία αντιστρέφει τόν κλασσικό κανόνα, ταυτίζοντας τό νέο υποκείμενο μέ τόν άλλο, μέ τό κλασσικό αντικείμενο.]
5. Η εκκοσμίκευση σαν κατηγορία της φιλοσοφίας τού πολιτισμού: Ernst Troeltsch.
Αρχίζει να χρησιμοποιείται ο όρος για να δείξει μια Ιστορική εξέλιξη στην οποία ξέρουμε ότι είμαστε αναμεμειγμένοι προσωπικώς. Επιπλέον αρχίζει να χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει άλλες περιόδους της Ιστορίας στις οποίες πιστεύεται ότι αναγνωρίζεται ένα παρόμοιο φαινόμενο. Ένα καλό παράδειγμα βρίσκεται στον λόγο που ανακοίνωσε σε ένα διεθνές συνέδριο Ιστορικών στο Βερολίνο το 1908, ο Richard Fester, με τον τίτλο «η εκκοσμίκευση της Ιστορίας». Σ’ αυτή την διάλεξη τρείς στιγμές της είναι αξιοπρόσεκτες. Κατ’ αρχάς αναγνωρίζεται η ολοκλήρωση της εκκοσμικεύσεως στην Ιστορική Επιστήμη. Σήμερα, ισχυρίζεται ο Fester , μπορούμε να δηλώσουμε πως εμείς ‘καθόσον ιστορικοί, παίρνουμε μια στάση κοσμική απέναντι στα πράγματα αυτού του κόσμου’. Αυτό ισχύει και για τους ιστορικούς τής Εκκλησίας οι οποίοι έχουν γίνει κοσμικοί και αυτοί από καιρό. Κατά δεύτερον αυτή η εκκοσμίκευση τής Ιστορικής επιστήμης θεωρείται ένα μέρος μιάς πολύ ευρείας προόδου της εκκοσμικέυσεως, η οποία αφορά ιδιαιτέρως τις επιστήμες. Κάτι που έχει σαν αποτέλεσμα την αντίδραση της Λατινικής Εκκλησίας!
Πάντως, κατ’αυτόν η νίκη της Εκκοσμικεύσεως είναι ένα ολοκληρωμένο πλέον γεγονός, και σ’αυτή την νίκη έπαιξαν ρόλο κυρίως οι Φυσικές Επιστήμες. Και τρίτον, αποφαίνεται πως υπήρξε ήδη στο παρελθόν το φαινόμενο της Εκκοσμικεύσεως, διότι ήδη η Ιστοριογραφία της κλασσικής αρχαιότητος οφείλει την καταγωγή της σε μια πράξη εκκοσμικεύσεως.
Αυτός ο λόγος του Fester έχει έναν μαχητικό χαρακτήρα που θυμίζει την ορμή των κινημάτων τής χειραφετήσεως. Παρ’όλα αυτά είναι φανερό πως ο όρος εκκοσμίκευση αρχίζει να γίνεται μια κατηγορία που θα μπορούσε να φανεί πολύ χρήσιμη σε μια απαθή θεώρηση της Ιστορίας με επιστημονικές απαιτήσεις. Και αυτόν ακριβώς τον ρόλο διαδραματίζει η λέξη αυτή στο έργο του Ernst Troeltsch.
Tο απόσπασμα που ακολουθεί ειναι απολύτως χαρακτηριστικό: διότι μιλώντας για την επήρρεια του προτεσταντισμού στην οικογένεια και στην σεξουαλική ζωή, γράφει: «Η αισθηματική εκλέπτυνση της σεξουαλικής ζωής, η απελευθέρωση τού σεξουαλικού ενστίκτου από κάθε ιδέα προπατορικού αμαρτήματος, οδηγήθηκαν στην πληρότητά τους μόνον από την ποίηση και την μοντέρνα τέχνη, ιδιαιτέρως δε από την ποίηση του συναισθήματος που δεν είναι τίποτε άλλο από την εκκοσμίκευση της αισθηματικής θρησκευτικής χαράς και υπεραφθονίας, και τήν κατεύθυνσή της πρός το Φυσικό».
Αυτό που εντυπωσιάζει είναι από το ένα μέρος ο ψύχραιμος στοχαστικός χαρακτήρας αυτής τής ορολογίας και από το άλλο η διπλή της σημασία. Η λέξη εκκοσμίκευση δείχνει την απώλεια μιας ποιότητος ειδικά θρησκευτικής – και μάλιστα μ’αυτό το νόημα μπορεί να χρησιμεύσει γιά να δείξει την σύγχρονη τάση σε μια ύπαρξη καθαρά γήϊνη – αλλά ταυτοχρόνως υπονοεί πώς τό περιεχόμενο που είχε συμπεριληφθεί σ’αυτή την θρησκευτική μορφή διατηρείται και ενεργεί ακόμη και μετά την απώλεια αυτής της ιδιαίτερης μορφής. Αυτή η δισημία είναι χαρακτηριστική πλέον του όρου μέχρι σήμερα!
Στην συνέχεια ο Troeltsch δίνει μεγάλη προσοχή στην ‘Εκκοσμίκευση του κράτους’, το οποίο θεωρεί το πιο σημαντικό γεγονός τού μοντέρνου κόσμου. Το κράτος έγινε Εκκλησιαστικά Ουδέτερο. Βασίζει την κυριαρχία του στον‘Φυσικό Νόμο’ τον οποίο εκκοσμίκευσε, ελευθερώνοντας τον από τον στενό βιβλικο-θεολογικό εναγκαλισμό στον οποίο βρισκόταν. Μ’αυτό, το κράτος μπορεί να θεωρήσει τον εαυτό του και τους σκοπούς του σαν καθαρά γήϊνα και μ’αυτόν τον τρόπο κατόρθωσε να συνεισφέρει ώστε και η διδασκαλία και η επιστήμη να ξεφύγουν από την κηδεμονία της Εκκλησίας και η θρησκευτικότης να καταλήξει τελικώς μια ιδιαίτερη πλευρά της ζωής.Προσωπική υπόθεση.
Ακόμη πιο σημαντική, και πάλι σε σχέση με την Εκκοσμίκευση τού κράτους, είναι η εκκοσμίκευση του θρησκευτικού ατομικισμού, από την οποία εξακτινώνονται εκκοσμικευμένες τάσεις πρός όλες τις πλευρές της ζωής. [Γίνεται τρόπος ζωής]. Ο Troeltsch σκέφτεται σ’αυτό το σημείο ιδιαιτέρως τούς Βαπτιστές και τους πνευματιστές. «Ο πατέρας των δικαιωμάτων του ανθρώπου δεν είναι λοιπόν ο προτεσταντισμός της Εκκλησίας, αλλά ο σεκταρισμός και ο πνευματισμός (σπιριτουαλισμός), οι οποίοι μισήθηκαν από τον προτεσταντισμό και γι’αυτό εκδιώχθηκαν στον Νέο Κόσμο».Σπουδαία απεδείχθη επίσης, η επιρροή αυτών των ρευμάτων στον Χριστιανισμό, η δράση των Ανεξαρτήτων στην Αγγλία του Κρόμβελ: «Εδώ αυτά τα έκγονα της Μεταρρυθμίσεως απέκτησαν επιτέλους την μεγάλη τους Ιστορική ευκαιρία».
Από αυτό το μεγαλειώδες επεισόδιο γεννιούνται οι μεγάλες ιδέες του Χωρισμού Εκκλησίας και κράτους, της ανοχής των πολλών Χριστιανικών κοινοτήτων που υπήρχαν όλες μαζί, της αρχής τής ελεύθερης πρωτοβουλίας στην διαμόρφωση εκκλησιαστικών οργανισμών, στην ελευθερία της πεποιθήσεως και της γνώμης σε όλα τα πράγματα που αφορούν την αντίληψη του κόσμου και της θρησκείας».
Εδώ πρέπει να αναζητηθούν επίσης και οι ρίζες της «παλιάς ελευθεριάζουσας θεωρίας, περί του άθικτου της εσωτερικής ζωής του προσώπου εκ μέρους του κράτους». Εδώ πραγματοποιήθηκε επίσης το τέλος της μεσαιωνικής έννοιας του πολιτισμού. Εδώ στην θέση της υποχρεωτικής κουλτούρας εκ μέρους του κράτους και της Εκκλησίας βρίσκεται η αρχή της μοντέρνας ατομικής κουλτούρας, απελευθερωμένης από την Εκκλησία!
Αυτή η θεωρία «ήταν εξ’αρχής μια ιδέα καθαρά θρησκευτική. Στην συνέχεια εκκοσμικεύτηκε και κυκλώθηκε από την εθνικιστική Ιδέα, που είναι στην πραγματικότητα σκεπτικιστική και χρησιμοθηρική, τηςΑΝΟΧΗΣ. Στην Γηραιά Ήπειρο έλαβε ένα θεμέλιο καθαρά ορθολογιστικό και διαφωτιστικο. Αλλά οι ρίζες της βυθίζονται στην αγγλική επανάσταση. Αυτή με την θρησκευτική της δυναμική, ετοίμασε τον δρόμο για την μοντέρνα ελευθερία».
Ο Troeltsch υπήρξε για πολλούς σύγχρονους κριτικούς, ένας ερμηνευτής και απολογητής μιας πολιτικής προόδου την οποία Ιστορικά αναγνώριζε σαν την Ιστορία της εκκοσμικέυσεως τού προτεσταντισμού και μ’αυτή την έννοια και σ’αυτόν επίσης η έννοια αυτή έχει μια θετική πλευρά που φανερώνεται μέσω του Ιστορικισμού! Στον πολιτισμικό προτεσταντισμό, ο ίδιος ο προτεσταντσμός καλλιεργεί τις μνήμες του. Απέναντι στην Ιστορία της δικής του εκκοσμικεύσεως αποθεώνει τον πολιτισμικό πλούτο, ο οποίος μέσω αυτής της Ιστορίας, έφτασε στο παρόν, και σ’αυτό υμνεί τον εαυτό του! Σύμφωνα με τον Lϋbbe διατύπωσε ήδη το Χριστιανικό δίλημμα πώς η πίστη, ενώ βοηθά στην γέννηση τής κοσμικής κουλτούρας του σύγχρονου κόσμου, κινδυνεύει να διαλυθεί αυτή η ίδια!
Ίσως ανησύχησε πάνω απ’όλα και για το μέλλον της μοντέρνας κουλτούρας καθαυτής: «η οικονομική μας πρόοδος κινείται πρός μια νέα δουλεία και παρ’όλες τις Βουλές των αντιπροσώπων τα μεγάλα στρατιωτικά κράτη μας δεν ευνοούν το πνεύμα της ελευθερίας». Τι μέλλον μπορεί νάχει αυτή η κουλτούρα όταν η πρόοδος της εκκοσμικεύσεως καταστρέφει το δικό της μεταφυσικο-θεολογικό θεμέλιο, την γόνιμη γή τής ιδέας τής ελευθερίας; Έτσι ολοκληρώνει τους στοχασμούς του ζητώντας την διατήρηση του προτεσταντισμού που γέννησε τον μοντέρνο κόσμο: «Ας διατηρήσουμε, λέει, την θρησκευτικο-μεταφυσική αρχή τής Ελευθερίας, διαφορετικά μπορεί να χάσουμε την ελευθερία και την προσωπικότητα ακριβώς την στιγμή κατά την οποία υπερηφανευόμαστε τόσο θορυβωδώς γι’αυτήν και για την πρόοδό μας πρός αυτήν!».
Συνεχίζεται.
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου