Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2016

Εγώ. Το παιχνίδι της ζωής (11) -επανάληψη


ΕΓΏ-Μέρος Πρώτο
Η βελτίωση της ζωής
Σενάριο (β)
«Ελπίζω να λειτουργήσει»-η κρίση ως ταινία
Λογική δ

Ο κάθε άνθρωπος γίνεται manager του εγώ του
 
 Κατάχρηση μπορούν να υποστούν και οι θεωρίες, όχι μόνο οι τεχνολογίες. Ίσως κανείς άλλος, πέραν του Ariel Rubinstein, να μην έχει προειδοποιήσει πιο ξεκάθαρα για την κατάχρηση της θεωρίας του. Σχεδόν άναυδος, αναφέρει στα απομνημονεύματα του, πως ένα χρήσιμο, αλλά πολύ περιορισμένο  και ως επί τω πλείστον ακαδημαϊκό μοντέλο, αλλάζει το σύστημα αξιών του κόσμου. Το μοντέλο αυτό είχε ως αποτέλεσμα να καλλιεργηθεί σαν σε θερμοκήπιο και να γίνει εκμεταλλεύσιμος, ο ακράδαντος εγωισμός του ανθρώπινου εγώ.
Το πρόβλημα δημιουργείται όταν μπερδευτεί το μοντέλο με την πραγματικότητα. Όπως όλα εκείνα τα μοντέλα, που γκρέμισαν την κοσμοθεωρία του Alan Greenspan, μετά την επαφή τους με την πραγματικότητα. Ο Rubinstein έγραψε: «Πιστεύω πως η μελέτη της θεωρίας των παιγνίων δεν είναι χρήσιμη. Είναι μάλλον βλαβερή, γιατί μπορεί να καλλιεργήσει αυταρέσκεια και πανουργία.» Ακόμα και όταν ένα πείραμα με φοιτητές είχε δείξει πως τα πράγματα δεν εξελίσσονται απαραίτητα έτσι, αυτός επέμεινε: «Ακόμα πιστεύω, πως η θεωρία έχει μια τέτοια επίδραση.»73
Κάνει τους ανθρώπους και γίνονται κάτι το οποίο δεν είναι (από την φύση τους). O Rubinstein είχε προσπαθήσει μια φορά στην αγορά της Ιερουσαλήμ να παζαρέψει εφαρμόζοντας την θεωρία των παιγνίων. Είχε μετατραπεί σε νούμερο 2. Χειρίζεται την κατάσταση όπως ορίζει η θεωρία, και περιμένει να επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις. Το πείραμα όμως στράβωσε. Ο έμπορος του τα είπε: «εδώ και γενιές παζαρεύουμε με τον τρόπο μας. Και τώρα έρχεσαι εσύ να μας τον αλλάξεις.» Ο Rubinstein δεν μπορεί να κάνει κάτι. «Έφυγα ντροπιασμένος»74.
Σήμερα είμαστε εμείς αυτός ο έμπορος στο παζάρι. Και έρχεται κάποιος από το πουθενά και θέλει να μας εξαναγκάσει να ακολουθήσουμε άλλους κανόνες. Μόνο που εμείς δεν μπορούμε να τον διώξουμε. Στις αυτοματοποιημένες αγορές μας εξαναγκάζει να ακολουθήσουμε την λογική του. Και αν ακόμα δεν παίζει κάποιος, μπαίνει με το ζόρι στο παιχνίδι: όλα όσα λέει και κάνει κάποιος, ανάγονται στην γενική πια αρχή του εγώ.
Εδώ και καιρό, όλα αυτά δεν ισχύουν μόνο για τις οικονομικές συναλλαγές. Ισχύουν και για την επικοινωνία, τις διαπραγματεύσεις, τα κοινωνικά δίκτυα, τα μέσα ενημέρωσης, για το bad karma των ψηφιακών κυμάτων αγανάκτησης.
Ο ελαφρώς παρανοϊκός κόσμος της παραπλάνησης, της καχυποψίας, δεν έχει γίνει μικρότερος τα τελευταία χρόνια. Μάλλον έχει καταστεί ένα είδος αυξητικής ορμόνης της νέας οικονομίας της πληροφορίας-όπως και όλων των εργαλείων της: παρακολούθησης, ανίχνευσης, ανάλυσης.
Για τον λόγο αυτό δεν είναι υπερβολή να πούμε, συμφωνώντας με τον Manuel Castells, πως κάτι έχει «ξεφύγει» (απελευθερωθεί).
Αυτή η «απελευθέρωση» μπόρεσε να λάβει χώρα, επειδή στις 9 Νοεμβρίου 1989 κάποιοι δεν έδωσαν την δέουσα προσοχή. Ο κομμουνισμός είχε τελειώσει. Τι είχε γίνει όμως με εκείνες τις δυτικές-καπιταλιστικές θεωρίες, η δημιουργία και η κοσμοθεωρία των οποίων, εξηγείται μόνο με την ύπαρξη του κομμουνισμού; Γιατί, εντός μικρού χρονικού διαστήματος και αντίθετα προς τις προβλέψεις, βρέθηκε το σύστημα της κοινωνικής αγοράς κάτω από την πίεση ενός μοντέλου της κοινωνίας, που ονομαζόταν «νεοφιλελευθερισμός»;
Είχαν ξεχάσει πως το νούμερο 2 ήταν μέρος του πολέμου στο ιδεολογικό επίπεδο. Και όχι μόνο το ριζοσπαστικό νούμερο 2. Αλλά και όλοι εκείνοι οι τύποι που περιέγραφαν τον εγωισμό και την βελτιστοποίηση της χρησιμότητας, και όλοι  εκείνοι οι ισχυρισμοί περί της σχεδόν θεϊκής παντογνωσίας της αγοράς, που είχε προκύψει μεταξύ 1950 και 1989. Όλα αυτά ήταν ταυτόχρονα και η προσπάθεια διάψευσης της κομμουνιστικής ιδεολογίας.
 Στην δεκαετία του ’50, ακόμα και υπερσυντηρητικοί οικονομολόγοι, όπως το απεκάλυψε ο S.M.Amadae, δεν ήταν βέβαιοι ότι το κομμουνιστικό μοντέλο ήταν δυσλειτουργικό. Στην Σοβιετική Ένωση η εξουσία πίστευε στην οργάνωση, και επίσης, πως (τουλάχιστο στα χαρτιά) ένας ανώτερος σκοπός, όχι απλά υπερβαίνει, αλλά εξαφανίζει τις εγωιστικές διαθέσεις των ατόμων. Και η εξουσία αυτή είχε εκτοξεύσει τον Sputnik και είχε αντιγράψει την ατομική βόμβα. Ήταν κάθε άλλο παρά βέβαιο, ότι το σύστημα αυτό της οικονομίας θα αποτύγχανε. Ήταν επίσης ασαφές εάν το δυτικό σύστημα θα νικούσε. Ο ισχυρισμός ότι η αγορά είναι μια μηχανή αληθείας, η οποία εξασφαλίζει μια αρμονική ισορροπία, επειδή κάθε μέτοχος της αγοράς ακολουθεί μόνο το ίδιον συμφέρον, δεν είχε «αποδειχθεί» ποτέ. Ποιος θα μπορούσε να το γνωρίζει;
Υπήρχαν επίσης αμφιβολίες στο ιδεολογικό επίπεδο, εναντίον μιας Ευρώπης η οποία είχε γεννήσει δυο τρομακτικά απολυταρχικά συστήματα. Ανησυχητικό επίσης ήταν το γεγονός ότι στην δυτική Ευρώπη οι άνθρωποι ελκύονταν από «μη επιστημονικές» πεποιθήσεις περί αλληλεγγύης, συνεργασίας και ανιδιοτέλειας. Αυτό ήταν ύποπτο για τους οικονομολόγους της RAND και τους συναδέλφους τους από το Σικάγο. Ακόμα και ο Ludwig Erhard έπρεπε να δικαιολογηθεί επειδή το οικονομικό του πρόγραμμα το είχε χαρακτηρίσει με το επικίνδυνο επίθετο «κοινωνικό».
Το θεμελιώδες κίνητρο του απόλυτου εγωισμού ήταν πάντα στρατηγικό: να αποδειχθεί με την τρομερή ορμή μιας επιστήμης, πως ο άνθρωπος συμπεριφέρεται με τρόπο εντελώς διαφορετικό, από αυτόν που ισχυρίζεται ο ιδεολογικός αντίπαλος.
Και μετά από δεκαετίας, ο παίκτης από την Μόσχα είχε χρεοκοπήσει. Τι νίκη! Γιόρταζαν οι στρατιωτικοί υπέρ-τζογαδόροι, όταν στις 9 Νοεμβρίου 1989 είχε πέσει το τείχος. Και όλα αυτά είχαν γίνει μόνο με την δύναμη των λογισμών. Για πρώτη φορά στην ιστορία (έτσι τουλάχιστο φάνηκε), ένα μαθηματικό μοντέλο σκέψης, που πρωτοεφαρμόστηκε στους υπολογιστές, είχε γίνει όπλο.
Αυτή η νίκη ήταν ο λόγος για τον οποίο μπέρδευαν την ιδέα με την πραγματικότητα. Τον Ψυχρό Πόλεμο όμως τον κέρδισαν. Τι άλλο θέλει κανείς ως απόδειξη για την ορθότητα της θεωρίας;
Ο Barack Obama, όταν ήταν ακόμα γερουσιαστής το 2004, είχε πει σχετικά με την παραλογία της νέας τάξης πραγμάτων: «Ήμαστε σε θέση να καταλάβουμε το σύστημα της Σοβιετικής Ένωσης. Ήταν κάπως έτσι: αυτοί δε θέλουν να ανατιναχθούν, εμείς δε θέλουμε να ανατιναχθούμε, ας χρησιμοποιήσουμε λοιπόν την θεωρία παιγνίων για να κρατήσουμε το πράγμα υπό έλεγχο.75»
Φαινόταν πως το παιχνίδι λειτουργούσε θαυμάσια, ώστε ήθελαν να το συνεχίσουν. Η θεωρία και η αντίληψη περί ανθρώπου είχαν αρχίσει να αυτονομούνται. Παρά τις προειδοποιήσεις μερικών οικονομολόγων, οι άνθρωποι ξέχασαν για ποιο λόγο είχαν δημιουργηθεί αυτά τα μοντέλα, τα οποία είχαν πια αποδεσμευθεί από την σύγκρουση των συστημάτων. Απλώς συνέχισαν, αρχίζοντας να μεταβάλλουν την κοινωνία με την ενίσχυση των μοντέρνων υπολογιστικών μηχανών.
Η γερμανική κοινή γνώμη ασχολήθηκε με την επανένωση. Προσπάθησε να αντιμετωπίσει τα βάρη που άφησε ο κομμουνισμός. Το ερώτημα: «τι είχε απομείνει από τον Ψυχρό Πόλεμο, και τι πιθανόν ζούσε ακόμα, με μια άλλη μορφή ίσως», κατά περίεργο τρόπο δεν τέθηκε. Οι άνθρωποι δεν είχαν προσέξει, πως το όπλο του Ψυχρού Πολέμου είχε μετατραπεί σε κάτι που το ονόμασαν «νεοφιλελευθερισμό» και «οικονομία της πληροφορίας», και αυτό το όπλο είχε στραφεί εναντίον των επιτευγμάτων του συστήματος της κοινωνικής αγοράς.
Ο John McDonald, εκείνος ο πρώτος δημοσιογράφος που στις αρχές της δεκαετίας του ’50 είχε μπει στα μυστικά γραφεία των θεωρητικών των παιγνίων, είχε αναγγείλει στον κόσμο, λάμποντας από χαρά: «Οι μαθηματικοί ανακάλυψαν ένα τέλειο σύστημα, ανθεκτικό ακόμα και στην ηλιθιότητα, με το οποίο μπορούμε να παίξουμε όλα τα παιχνίδια όπου απαιτούνται αποφάσεις που μπορεί να έχουν σοβαρές συνέπειες: από το πόκερ μέχρι τις business-ακόμα και τον πόλεμο.»76 Ο πόλεμος των νεύρων με την Μόσχα είχε τελειώσει. Έτσι έγραψαν στις 9 Νοεμβρίου του 1989. Ο Ψυχρός Πόλεμος είχε μεταφερθεί στις business. Και μάλιστα κυριολεκτικά. Είχε πάρει τα μπογαλάκια του και πήγε στην Wall Street.

Συνεχίζεται 

Αμέθυστος.

73. Rubinstein, Economic Fables, σ. 137.
74. Rubinstein, Economic Fables, σ. 32.
75. Ντέιβιντ Μέντελ, «Ο Ομπάμα θα εξετάσει τις επιθέσεις πυραύλων στο Ιράν» Όπως αμέτρητοι άλλοι Αμερικανοί πολιτικοί και σχολιαστές, ο Ομπάμα είδε τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου ως το τέλος της στρατηγικής λογικής της θεωρίας των παιγνίων, στην οποία καμία από τις δύο πλευρές δεν θα κινδύνευε να αυτοκτονήσει.
76. Belletto, No Accident, Comrade, σ. 102.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου