Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2016

ΑΝΤΙΦΑΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΣΤΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΥΣ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΜΟΝΤΕΡΝΟΥΣ (31)


ΑΝΤΙΦΑΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΣΤΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΥΣ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΜΟΝΤΕΡΝΟΥΣ
του Enrico Berti.

  Σωκράτης και Πλάτων-(συνέχεια)!        


Δεν είναι αλήθεια λοιπόν ότι στον Σοφιστή ο Πλάτων δέχεται ότι η αντίφαση είναι υποστηρίξιμη! Οι πιο διφορούμενες πλευρές τής διαλεκτικής όπως παρουσιάζονται στον Σοφιστή και στον Πολιτικό είναι άλλες. Μερικές πολύ πιθανόν να είχαν εντοπιστεί από τον ίδιο τον Πλάτωνα, άλλες από τον Αριστοτέλη. Όσον αφορά για παράδειγμα, τον διχοτομικό χαρακτήρα τής διαιρέσεως που εφάρμοσε στον Σοφιστή και στον Πολιτικό, ο ίδιος ο Πλάτων φαίνεται να τον κρίνει ανεπαρκή και να θέλει να τον μεταρρυθμίσει, όταν στον Φίληβο, ξαναπροτείνοντας τήν εννοιολόγηση τής διαλεκτικής σαν διαίρεση, γίνεται πιό ακριβής, λέγοντας ότι αυτή δεν πρέπει να είναι αναγκαίως διχοτομική, αλλά μπορεί επίσης, αναλόγως των περιπτώσεων, να δώσει μεγαλύτερο αριθμό διακρίσεων. Το πρόβλημα που προτείνει σ'αυτόν τον διάλογο είναι ακόμη εκείνο, που συζητήθηκε ήδη στον Παρμενίδη και στον Σοφιστή, του ενός και των πολλών, πώς δηλαδή η ίδια ιδέα, κάθε ιδέα, μπορεί να είναι ταυτόχρονα μία και πολλαπλή. Η λύση ή η οδός που δείχνει η διαλεκτική, διατυπώνεται τώρα στην γλώσσα των Πυθαγορείων, οπωσδήποτε για να της δώσει μεγαλύτερη αυθεντία, δεδομένου ότι οι αρχαίοι λογίζοντο πιο κοντά στους Θεούς. Αυτή συνίσταται στην αναγνώριση ότι κάθε ιδέα, ακριβώς επειδή συνίσταται από ενότητα και μαζί από πολλαπλότητα διαθέτει καθαυτή το πέρας και την απειρία . "Επομένως -συνεχίζει ο Πλάτων- καθώς είναι οργανωμένα τα πράγματα τοιουτοτρόπως, εμείς πρέπει να αποδεχθούμε και να ερευνούμε παντού ένα χαρακτηριστικό ενοποιό σημείο (μίαν ιδέαν) ... και όπως θα την έχουμε συλλάβει ... πρέπει να ψάξουμε και να ερευνήσουμε, μετά και κάτω από την επιρροή τής πρώτης, άλλες δύο, εάν υπάρχουν δύο κατά κάποιο τρόπο, και εάν όχι τρείς ή κάποιον άλλον αριθμό και στην συνέχεια να ξανακάνουμε την εργασία για κάθε μία από αυτές τις τελευταίες ενότητες μέχρις ότου η πρώτη ενότης όχι μόνον να φαίνεται ότι είναι ενότης όπως επίσης και πολλαπλότης και μάλιστα άπειρη πολλαπλότης, αλλά να φαίνεται επίσης και η αριθμητική της δομή (οπόσα). Δεν πρέπει να αναφέρουμε τον χαρακτήρα τής απειρίας στην πολλαπλότητα πριν δούμε όλη την συνολική αριθμητική δομή αυτής (τον αριθμόν), μία δομή η οποία στέκεται στο διάλειμμα ανάμεσα στην ενότητά της και την απειρία της". Ο καθορισμός αυτού του ακριβούς αριθμού, που περιλαμβάνεται ανάμεσα στην ενότητα και την απειρία, είναι αυτό που διακρίνει τον διαλεκτικό τρόπο (διαλεκτικώς) από τον εριστικό (εριστικώς) να κατευθύνουμε τις συζητήσεις.
          Σύμφωνα με το μεγαλύτερο μέρος των ερμηνευτών, εδώ ο Πλάτων αναφέρεται στην διαίρεση και βεβαιώνει την αναγκαιότητα ώστε αυτή να μήν είναι πάντοτε διχοτομική, αλλά να καθορίζει τον ακριβή αριθμό των άλλων ιδεών, οι οποίες περιέχονται σε κάθε ιδέα, δηλαδή ειδών που περιέχονται σε κάθε γένος, το οποίο είναι πάντοτε ένας πεπερασμένος αριθμός, αλλά μπορεί κάλλιστα να είναι μεγαλύτερος του δύο. Ο Καλός διαλεκτικός είναι αυτός που καθορίζει αυτόν τον αριθμό με ακρίβεια. Φυσικά σ'αυτή την θεωρία είναι παρούσα επίσης και μία εξέλιξη εκείνης στην οποία αναφερθήκαμε στον Παρμενίδη, σύμφωνα με την οποία οι ιδέες, έχουν πάντοτε κατηγορήματα το Ένα και τα πολλά, και στον Σοφιστή, σύμφωνα με τον οποίο οι ιδέες έχουν όλες τους κοινό το Είναι και το μή-είναι, δηλαδή το ταυτόν και το διαφορετικό. Η διατύπωσή του λοιπόν τώρα φανερώνει ένα πιο τονισμένο μαθηματικό χαρακτήρα ίσως λόγω επηρεασμού από τον πυθαγορισμό -ο Φίληβος γράφτηκε μετά το δεύτερο ταξίδι του Πλάτωνος στις Συρακούσες, ίσως μετά και το τρίτο- : Εκείνον τον μαθηματικό χαρακτήρα ο οποίος συναντάται "στα προφορικά δόγματα", όπου οι ιδέες ταυτίζονται με τους ιδανικούς αριθμούς, οι οποίοι έχουν σαν Αρχές ακριβώς το Ένα και την αόριστη Δυάδα.
          Όσο όμως περιπλέκεται η διαίρεση τόσο πιο πολύπλοκο και δύσκολο γίνεται το χρέος το οποίο πρέπει να διαδραματίσει σ'αυτή η αναίρεση, διότι σε μία διαίρεση αυστηρά διχοτομική είναι αρκετό να αναιρέσει ένα από τα δύο μέλη για να βεβαιώσει την αλήθεια τού άλλου (εφόσον είναι πάντοτε αντίθετα μεταξύ τους σύμφωνα με την αληθινή και πραγματική αντίφαση). Αντιθέτως σε μία διαίρεση με περισσότερα μέλη είναι αναγκαίο, για να καταστεί δυνατό να ξεχωρίσει εκείνο που πρέπει να διατηρηθεί σαν μέρος του ορισμού, να αναιρεθούν όλα τα άλλα, αφού βεβαιωθήκαμε ότι εξαντλούν πραγματικά όλες τις διάφορες δυνατότητες. Έτσι επιστρέφουμε στην παρατήρηση της Πολιτείας, να διέλθουμε μέσα από "όλες" τις αναιρέσεις.
          Είναι πολύ πιθανόν ο Πλάτων στην τελευταία περίοδο της διδασκαλίας του, ανησυχώντας να καθορίσει με ακρίβεια την αριθμητική δομή τών ιδεών και να τις επαναφέρει στις δύο υπέρτατες αρχές, αμέλησε κάπως να τονίσει το χρέος τής αναιρέσεως στην διαίρεση. Αυτό θα εξηγούσε εξάλλου και την γνωστή κριτική που εστράφη σ'αυτή την τελευταία από τον Αριστοτέλη, σύμφωνα με την οποία η διαίρεση είναι "ένας αδύναμος συλλογισμός", διότι δέν αποδεικνύει ποιός ανάμεσα σε δύο εναλλακτικούς χαρακτήρες, πρέπει να ανήκει στο αντικείμενο το οποίο θέλουμε να ορίσουμε, για παράδειγμα δεδομένου ότι ο άνθρωπος είναι ένα ζώον και ότι κάθε ζώο πρέπει να είναι θνητό ή αθάνατο, ότι αυτό είναι θνητό παρά αθάνατο. Όταν η διαίρεση πραγματοποιείται με συνέχεια -συμπληρώνει ο Αριστοτέλης- δηλαδή χωρίς να ξεχάσουμε τίποτε, μας επιτρέπει να βρούμε όλα τα γνωστά χαρακτηριστικά ενός αντικειμένου, αλλά και σ'αυτή την περίπτωση δέν μπορούμε να πούμε ότι τα αποδεικνύει (Αναλ. υστ. ΙΙ, 5).
          Πιό σοβαρή ακόμη είναι η δυσκολία την οποία συναντά, η Πλατωνική θεωρία των δύο αντιθέτων, κάτι που αναφέραμε ήδη στους διαλόγους που εκθέσαμε, αλλά η οποία ανεπτύχθη περισσότερο στα άγραφα δόγματα! Ήδη η διατύπωση αυτής που δόθηκε στον Σοφιστή, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, είναι το αποτέλεσμα ενός αρχαϊκού τρόπου, δηλαδή ελεατικού, να τίθεται ένα πρόβλημα (αρχαϊκώς απορήσαι), δηλαδή εκείνο που προϋποθέτει την μονοσημαντότητα του είναι, και αντιστοίχως του μή-είναι. Δέν θα υπάρχει ανάγκη λοιπόν, να θέσουμε το ένα και τα πολλά, ή το ταυτό και το διαφορετικό, σαν δύο αντίθετες αρχές, να θέσουμε δηλαδή το μή-Είναι σαν αντίθετη αρχή στο Είναι, προκειμένου να σώσουμε την πολλαπλότητα και το γίγνεσθαι, εάν αναγνωρίσουμε ότι το Είναι είναι ήδη καθαυτό πολλαπλό, δηλαδή λέγεται με πολλές σημασίες, ανάμεσα στις οποίες υπάρχουν και το Είναι εν δυνάμει και το Είναι εν ενεργεία.
          Αλλά πολύ πιθανόν πρέπει να έχουμε υπ'όψιν μας ότι και για τον Πλάτωνα επίσης η θεωρία των αντιθέτων ήταν μία μορφή τής διαλεκτικής, μάλιστα δε η πιο υψηλή μορφή της διαλεκτικής, μία διαλεκτική η οποία δεδομένης τής πολυπλοκότητος της, δεν μπορούσε να γραφεί. Μ'αυτή την έννοια μπορούν να ερμηνευθούν οι διάσημες εκφράσεις της VIIης επιστολής, σύμφωνα με τις οποίες ο Πλάτων θα είχε αρνηθεί την δυνατότητα να εκθέσει γραπτά την θεωρία του, δηλώνοντας : "αυτή δέν μπορεί να μεταδοθεί, αλλά σαν φλόγα ανάβει από φωτιά που πηδάει, γεννιέται ξαφνικά στην ψυχή μετά από μία μακρά περίοδο συζητήσεων πάνω στο θέμα και μία ζωή βιωμένη εν κοινότητι, και στην συνέχεια τρέφεται από τον εαυτό της".
          Σ' αυτή την ανυπέρβλητη δυσκολία να εκθέσει μ' έναν ολοκληρωμένο τρόπο την πιό υψηλή μορφή που λαμβάνει η διαλεκτική, δηλαδή την Πλατωνική θεωρία τών αρχών, αναφέρεται ίσως ο Αριστοτέλης όταν στο πρώτο απόσπασμα που διατηρήθηκε της χαμένης του πραγματείας "Περί του Αγαθού", η οποία αναφερόταν ακριβώς σ'αυτή την θεωρία, γράφειΠρέπει να θυμηθεί ότι είναι άνθρωπος όχι μόνον αυτός που έχει καλή τύχη, αλλά και αυτός ο οποίος προσφέρει αποδείξεις (τον αποδεικνύοντα). Η "δυνατή" διαλεκτική, λοιπόν, πάσχει και αυτή από τον φυσικό περιορισμό του ανθρώπου, και έτσι δεν κατορθώνει πάντοτε να "αποδείξει" όλα όσα θα ήθελε, αλλά πρέπει να ικανοποιηθεί να αποδεικνύει μόνον την αναγκαιότητα τής ανυπόθετης αρχής, χωρίς να κατορθώσει να συμπεράνει, να απάγει όλες τις ιδέες! 

Τέλος το κεφάλαιο τού Πλάτωνος. Συνεχίζουμε με τον Αριστοτέλη με τον οποίο ολοκληρώνονται οι Αρχαίοι.

Αμέθυστος. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου