Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2016

Μαξίμου: Όλα μαύρα για το χρέος από Ευρώπη και ΗΠΑ…

Δεν είναι καλά τα νέα για το Μέγαρο Μαξίμου που έχει αναγάγει σε ύψιστο στόχο του την επίτευξη «κουρέματος» του ελληνικού χρέους, ή στη χειρότερη περίπτωση, «ρύθμισης» που θα επιτρέπει την αποπληρωμή του με προνομιακούς όρους και σημαντική χρονική επέκταση των ωριμάνσεων, καθώς ολοένα και περισσότεροι συντάσσονται με τη θέση Σόιμπλε, ότι για μια τουλάχιστον δεκαετία, η Ελλάδα δεν πρόκειται να αντιμετωπίσει πρόβλημα…
Τελευταίο κρούσμα ήταν ο ίδιος ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας Κλάους Ρέγκλινγκ που αποδέχεται πλέον και επίσημα τη σκληρή γραμμή του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε για μετάθεση της συζήτησης, λαμβάνοντας αποστάσεις από τη διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού ταμείου (ΔΝΤ), Κριστίν Λαγκάρντ.
Τα κακά μαντάτα στέλνει στην Αθήνα και σε μια κυβέρνηση που πυροβόλησε τα πόδια της στο θέμα των αδειών για τα τηλεοπτικά κανάλια, η «Wall Street Journal». «Είμαι μάλλον στο πλευρό του Σόιμπλε, παρά της [διευθύντριας του ΔΝΤ] Λαγκάρντ», η οποία έχει ζητήσει να επιλυθεί το ζήτημα το ταχύτερο δυνατό.
Η απάντηση στο ότι το ελληνικό χρέος άγγιξε το 180% του ΑΕΠ, ο Ρέγκλινγκ απαντά ότι δεν έχει ιδιαίτερα μεγάλη σημασία αφού οι τόκοι που πληρώνονται κάθε χρόνο «είναι 1%», χάρη στα χαμηλότοκα δάνεια στήριξης που έχουν προσφέρει οι Ευρωπαίοι εταίροι της Αθήνας, όροι που είναι καλύτεροι από αυτούς που απολαμβάνουν η Γαλλία ή/και το Βέλγιο, σε μια απόδειξη της αλληλεγγύης της Ευρωζώνης στην Ελλάδα (μόνο που κυβερνητικοί αξιωματούχοι αυτό δεν το αποδέχονται αποκαλώντας τους δανειστές τους, με αυτούς τους όρους, ως «τοκογλύφους»).

Πρόκειται για τελειωτικό πλήγμα στην ελληνική πλευρά που επιδιώκει την ένταξη στο πρόγραμμα «ποσοτικής χαλάρωσης» (QE: quantitative easing) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), κυρίως όμως για να έχει να παρουσιάσει ένα επίτευγμα στον ελληνικό λαό, ως αποτέλεσμα της «σκληρής διαπραγμάτευσης».

Το πρόβλημα είναι πως δεν αντιλαμβάνονται ότι κανείς δεν θα τους προσφέρει τέτοιο «δώρο» διότι κανείς δεν επιθυμεί να χάσει τα χρήματά του, αφού συνεχίζει την παρανοϊκή κατ’ αποκλειστικότητα προσήλωση στη φορομπηχτική πολιτική, αρνούμενοι να αντιληφθούν ότι αυτό έχει ημερομηνία λήξης.
Η πολιτική της κυβέρνησης στην υλοποίηση του «προγράμματος» ακολουθεί την αναλογία 97% φόροι και μόλις 3% περικοπή δαπανών και αυτό το τελευταίο με ερωτηματικό, οπότε εάν προσθέσει κανείς στην εξίσωση και τον πολιτικό παράγοντα στις χώρες-δανειστές, π.χ. στη Γερμανία όπου έρχονται εκλογές, εξάγει εύκολα το συμπέρασμα… όχι όμως και η ελληνική κυβέρνηση.
Και από τις ΗΠΑ όμως τα μηνύματα είναι αποκαρδιωτικά για την κυβέρνηση, αφού ο εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Τζος Έρνεστ, δήλωσε ότι ο Ομπάμα δεν θα μεσολαβήσει για ένα νέο οικονομικό διακανονισμό ανάμεσα στην Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση και ξεκαθάρισε ότι θα ζητήσει τη συνέχιση της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων που είναι καλές για την μακροπρόθεσμη οικονομική και δημοσιονομική κατάσταση στην Ελλάδα.
Σα να μην έφτανε αυτό και η Κριστίν Λαγκάρντ τραβάει το χαλάκι κάτω από τα πόδια του Αλέξη Τσίπρα, αφήνοντας ανοικτό το ενδεχόμενο αλλαγής της στάσης του ΔΝΤ στο θέμα του ελληνικού χρέους και να προσχωρήσει και αυτή στη γραμμή Σόιμπλε, δηλαδή να υπογραμμίζει ότι απαιτείται ρύθμιση του χρέους, όταν όμως ανακύψει το πρόβλημα και αφού η Αθήνα έχει αντιληφθεί τα στοιχειώδη που δεν αντιλαμβάνεται.
Δεν πρόκειται να μας ελαφρύνουν το χρέος για να παίζουν οι πολιτικοί, φορτώνοντας το Δημόσιο και τις πλάτες φορολογουμένων και δανειστών με δημοσίους υπαλλήλους. Επειδή όμως το Μέγαρο Μαξίμου ΔΕΝ καταλαβαίνει, όλα δείχνουν ότι αποφάσισαν να τους τελειώσουν

Πηγή

Διαβάστε επίσης το άρθρο

Η μεγάλη καμπή του καθεστώτος ΣΥΡΙΖΑ


Του Γιώργου Καραμπελιά*
Η ήττα την οποία υπέστη η κυβέρνηση με την απόφαση του ΣτΕ για τις τηλεοπτικές άδειες είναι μία ήττα καθολική και πολλαπλών διαστάσεων.  Κατά αρχάς, το προφανές, σε πρώτη ανάγνωση, ότι η κυβέρνηση και η στενή ομάδα του Μαξίμου-Τσίπρας, Παππάς, Γεροβασίλη κ.λπ.- όχι μόνο απέτυχαν να διευθετήσουν κατά το δοκούν το τηλεοπτικό τοπίο, αλλά βρίσκονται πλέον μπροστά σε μια  πραγματικότητα απολύτως αρνητική για την κυβέρνηση.
Ας δούμε τις βασικές της παραμέτρους.
Αρχικώς, αντί για τέσσερα ευκολότερα ελεγχόμενα κανάλια θα βρεθεί μπροστά σε δέκα εχθρικά κανάλια. Εκείνα που οδηγούνταν σε κλείσιμο έχουν προφανώς στραφεί ενάντιά της· αλλά και οι τέσσερεις εκλεκτοί «υπερθεματιστές», ιδιαίτερα οι δύο νέοι αδειοδοτηθέντες –ο Μαρινάκης και ο Σαββίδης– μετά το φιάσκο που τους οδήγησε σε οικονομική αιμορραγία και εξευτελισμό,  θα στραφούν και αυτοί αναπόφευκτα άμεσα ή σε βάθος χρόνου ενάντια στους κυβερνητικούς χειρισμούς. Διότι είναι διαφορετικό πράγμα να συμμετέχεις σ’ ένα κλειστό και στενό κλαμπ «αδειούχων» και διαφορετικό σε μια αγορά δέκα τουλάχιστον καναλιών που ήδη μαστίζεται από διαφημιστική συρρίκνωση και κρίση. Παράλληλα στο ίδιο πεδίο, εκείνο των τηλεοπτικών σταθμών η κυβέρνηση οδηγήθηκε σε σύγκρουση –στην οποία και ηττήθηκε– με τους δημοσιογράφους και τους τεχνικούς των καναλιών τους οποίους καταδίκαζε σε ανεργία, όταν συχνά επρόκειτο μάλιστα για οπαδούς του ΣΥΡΙΖΑ.
Προφανώς, μετά από αυτή την παταγώδη αποτυχία το τηλεοπτικό τοπίο, συνολικά, θα γίνει περισσότερο εχθρικό και αφιλόξενο για την κυβέρνηση. Για να μην αναφερθούμε στον μεγάλο απόντα της τελικής αδειοδότησης,  τον Καλογρίτσα, που αποτελούσε την κεντρική επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ –συνδεδεμένη μάλιστα και με την παράλληλη έκδοση εφημερίδας. Ο οποίος όχι μόνο «κάηκε» ολοκληρωτικά, αλλά θα οδηγηθεί σε πλείστες όσες περιπέτειες – φορολογικές, δανειακές, περιπλοκές με τις τράπεζες κ.ο.κ. και επομένως, από στρατηγικός σύμμαχος με την πρώτη ευκαιρία κινδυνεύει να στραφεί κι αυτός ενάντια στον ΣΥΡΙΖΑ.
Όμως σημαντικότερη είναι η ήττα της κυβέρνησης απέναντι στους δικαστικούς, ήττα που απειλεί να προσλάβει σαρωτικές διαστάσεις. Διότι ενώ μέχρι πρόσφατα η κυβέρνηση φαινόταν να προχωρά, κουτσά-στραβά, στον έλεγχο του δικαστικού σώματος, χρησιμοποιώντας το μαστίγιο και το καρότο ταυτόχρονα, δηλαδή τις διώξεις εναντίον των μη αρεστών δικαστών  και τις οικονομικές παροχές προς όφελός τους. Αυτές οι κινήσεις ενορχηστρωμένες από δύο μάλιστα αρμόδιους υπουργούς, τον Παρασκευόπουλο  και τον Παπαγγελόπουλο,  της είχαν επιτρέψει να ελέγξει με δικούς της ανθρώπους την ηγεσία του Αρείου Πάγου και του Συμβουλίου της Επικρατείας, ενώ εκπαραθύρωσαν και τον Ντογιάκο.  
Και όμως, τελικώς, τα κατάφεραν  να οδηγηθούν σε μια μετωπική και ατελέσφορη σύγκρουση με το δικαστικό σώμα. Διότι στην προσπάθεια τους να επιβάλλουν με αντισυνταγματικό τρόπο τον περιορισμό του αριθμού των καναλιών με τον νόμο Παππά, οδηγήθηκαν αναπόφευκτα σε σύγκρουση με την Τρίτη εξουσία το δικαστικό σώμα συλλήβδην. Σύγκρουση η οποία ξέφυγε από κάθε έλεγχο μια και εκφράστηκε ανοιχτά με απροκάλυπτους εκβιασμούς και διαπόμπευση της προσωπικής ζωής ανωτάτων δικαστών. Και το επιστέγασμα, οι δηλώσεις  Γεροβασίλη το βράδυ της 26ης Οκτωβρίου, του Παππά και άλλων κυβερνητικών στελεχών, που χαρακτηρίζουν ανοικτά τους δικαστές, όργανα της διαπλοκής και των δανειστών! Αυτά μάλιστα, από την πλέον διαπλεκόμενη κυβέρνηση –από τη γάτα των Ιμαλάϊων μέχρι τα βοσκοτόπια του Καλογρίτσα, και την πλέον υποτακτική στις επιταγές της τρόικα. Έτσι, μία σύγκρουση που αφορούσε την «τέταρτη εξουσία», δηλαδή τον Τύπο, οδήγησε σε αποξένωση και αντιπαλότητα τόσο με την «τέταρτη» όσο και με την τρίτη εξουσία!
Στην κυβέρνηση πια απομένει ο έλεγχος της νομοθετικής εξουσίας, της Βουλής, και της εκτελεστικής, δηλαδή του κράτους. Πρόκειται για μία πρωτοφανή στην μεταπολιτευτική περίοδο διαίρεση ανάμεσα στους πυλώνες της πολιτείας  η οποία θυμίζει την ανάλογη σύγκρουση της κυβέρνησης Παπανδρέου με τον Τύπο και τον Άρειο Πάγο επ’ ευκαιρία του σκανδάλου Κοσκωτά, αλλά ποτέ δεν είχε προσλάβει τόσο ανοικτή και απροκάλυπτη διάσταση μεταξύ πολιτείας και δικαστών.
Μια κυβέρνηση που στηρίζεται σε μια ισχνή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, 153 εδρών, η οποία έχει απολέσει αναμφίβολα τη λαϊκή συναίνεση για τις πολιτικές της, και αντιμετωπίζει τεράστια προβλήματα και αυξανόμενες εσωτερικές αντιθέσεις, βρέθηκε στο σημείο καμπής της διαδρομής της.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι μέχρι σήμερα, από τον Ιανουάριο του 2015 μέχρι τις 26 Οκτωβρίου 2016, η πορεία της κυβέρνησης μπορούσε να αναπαρασταθεί από δύο αποκλίνουσες καμπύλες. Η μία ήταν εκείνη της σχέσης με την πραγματική οικονομία,  το διεθνές περιβάλλον και τους δανειστές που ήταν καθοδική –από το κακό στο χειρότερο– και σημαδεύεται από τα capital control’s, το νέο μνημόνιο, το υπερταμείο, την κατακρεούργηση την συντάξεων κ.λπ. Ταυτόχρονα όμως κατά παράδοξο τρόπο η καμπύλη της πολιτικής ζωής, είχε αντίστροφη πορεία: Πτώση της κυβέρνησης Σαμαρά μέσω της προεδρικής εκλογής, εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ τον Ιανουάριο του 2015, καθολική επικράτηση στο δημοψήφισμα παρά τον ψευδεπίγραφο και αυτοκτονικό του χαρακτήρα, επικράτηση στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015. Και όλα αυτά, συνοδευόμενα με άλλες παράπλευρες νίκες, όπως η εκλογή ενός απόλυτα ελεγχόμενου πρόεδρου Δημοκρατίας, ο σταδιακός έλεγχος της κορυφής των δικαστικών οργάνων, η σταδιακή υποταγή ενός μεγάλου μέρους του Τύπου,  κ.λπ.  Έτσι, η κυβέρνηση φαινόταν να πηγαίνει κατά κρημνών στην πραγματική διαχείριση της οικονομίας, των εξωτερικών σχέσεων, του μεταναστευτικού κλπ, και ταυτόχρονα να επικρατεί στο εσωτερικό πολιτικό πεδίο! Ο Τσίπρας ήταν ο μεγάλος νικητής των εσωτερικών πολιτικών αναμετρήσεων παρά τις καταστροφές που επισώρευε στην κοινωνία.
Στις 26 Οκτωβρίου του 2016, αυτή η διχοτόμηση έπαψε να υπάρχει. Η εσωτερική πολιτική καμπύλη ήρθε να συναντήσει αιφνίδια, την καμπύλη της οικονομίας, των εξωτερικών σχέσεων, του διαρκώς καταβαραθρούμενου κύρους της χώρας.
Η απόφαση του ΣΤΕ σηματοδοτεί  την αρχή του τέλους της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-AΝΕΛ, ακόμα και της ίδιας της μακροημέρευσης των πολιτικών κομμάτων που την συγκροτούν. Δηλαδή, επί τέλους, η πραγματική κοινωνία αρχίζει να επιβάλει την παρουσία της απέναντι στην πολιτική εξουσία και να διαμορφώνει την πορεία της. Η αστική τάξη των ιδιοκτητών του Τύπου, οι υψηλόβαθμοι δικαστικοί, οι δημοσιογράφοι και οι τεχνικοί των καναλιών, έρχονται να συναντήσουν τους συνταξιούχους, τους δανειολήπτες,  τους υγειονομικούς  στην απόρριψη της κυβέρνησης.
Αίφνης, ο βασιλιάς αποκαλύπτεται στα μάτια όλων γυμνός, όπως πράγματι ήταν. Στο εξής, η σύμπτωση αυτών των δύο πτωτικών «γραφημάτων», της κοινωνικής και οικονομικής  πραγματικότητας και της πολιτικής, θα δημιουργήσει συνθήκες χιονοστιβάδας.  Μετρημένοι  είναι πλέον οι  μήνες της κυβέρνησης  προτού κατακρημνιστεί.
*Ο Γιώργος Καραμπελιάς είναι συγγραφέας και επικεφαλής του Κινήματος Άρδην. Περισσότερα για την πολιτική συγκυρία, στο πρόσφατο βιβλίο του "Πέραν της Αριστεράς και της Δεξιάς, η Υπέρβαση", που κυκλοφορεί από τις Εναλλακτικές Εκδόσεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου