Παρασκευή 23 Δεκεμβρίου 2016

Η "ΑΝΤΙ-ΟΥΣΙΟΚΡΑΤΙΑ" ΤΟΥ ΠΛΩΤΙΝΟΥ (2)


Η ΑΝΤΙ-ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΩΝ
Ο Πλωτίνος καί η οντολογία.
Του Riccardo Chiaradonna.
        
Image result for plotino 
 Το σημείο με το οποίο αντιστέκεται σε μία τέτοια εννοιολόγηση, ο Πλωτίνος, είναι γι' άλλη μια φορά, απλό στην κατανόησή του, τουλάχιστον στις γενικές γραμμές. Όσο και αν αναλύουμε την δομή τής πραγματικότητος όπως μας παρουσιάζεται και όπως, στην βάση των φαινομένων, εννοιολογείται απο την διαλογική μας νόηση, θα παραμένει αδύνατον να καθορίσουμε ποιό είναι το κριτήριο το οποίο ορίζει τα πράγματα σαν ουσίες. Εν συντομία: εάν παραμείνουμε μέσα στην φιλοσοφία του Αριστοτέλη, είναι αδύνατον να καθορίσουμε τί πράγμα στα αντικείμενα τής εμπειρίας ανήκει στην ουσία και τί δέν τής ανήκει. Η περιπατητική απαίτηση να διαχωρίσουμε σε μία φυσική ουσία μέρη ουσιώδη απο πλευρές μή-ουσιώδεις είναι μάταιη, χωρίς κανένα θεμέλιο.
          Ο Πλωτίνος ακολουθεί μία πολεμική στρατηγική με έναν πολύ εκλεπτυσμένο τρόπο. Για να αποδείξει την ανεπάρκεια της αριστοτελικής έννοιας της αισθητής ουσίας, δέν περιορίζεται, στην έκθεση γενικών διαπιστώσεων. Μία προσεκτική εξέταση των κειμένων μάς επιτρέπει να επαναπροσδιορίσουμε την ακόλουθη επιχειρηματολογία. Ξεκινά απο την θέση που θέλει να αμφισβητήσει (σ'αυτή την περίπτωση την αριστοτελική θεωρία τής φυσικής ουσίας), για να φανερώσει τις εσωτερικές της δυσκολίες. Αυτές οι δυσκολίες και οι απορίες κατά ένα μεγάλο μέρος ανακτήθηκαν απο τον διάλογο που είχε πραγματοποιηθεί τους προηγούμενους αιώνες γύρω απο την αριστοτελική θεωρία τής ουσίας. Είχαν λάβει μέρος διάφοροι εκπρόσωποι των σχολών των Αριστοτελικών, των Πλατωνικών και των Στωϊκών. Στις πραγματείες του Πλωτίνου VI 1-3 [42-43] για τα γένη τού Είναι, βλέπουμε μία προσωπική επαναπρόσληψη τής εξηγητικής παραδόσεως που προηγήθηκε στο εσωτερικό ενός ενοποιημένου φιλοσοφικού σχεδίου, το οποίο προσπαθεί να φανερώσει την ανεπάρκεια και την υφιστάμενη αντίφαση τής αριστοτελικής έννοιας της "αισθητής ουσίας". Πιό συγκεκριμένα ο Πλωτίνος εκμεταλλεύεται με τέχνη την εσωτερική διαφωνια, στην ίδια την αριστοτελική παράδοση, η οποία σχετίζεται με το καθεστώς τής ενυπάρχουσας ουσιώδους μορφής.
          Σ'αυτό το αποφασιστικό σημείο οι αριστοτελικοί ήταν χωρισμένοι. Οι σχολιαστές του 1ου αιώνος π.χ. και ιδιαιτέρως ο Βόηθος της Σιδωνίας, είχαν καταλήξει ότι η μορφή δέν είναι ουσία, αλλά συμπεριλαμβανόταν σε άλλες κατηγορίες. Οι σκέψεις που τους οδήγησαν σ'αυτά τα συμπεράσματα μπορούν να επαναδιατυπωθούν μέσω της μαρτυρίας που μας δίνει ο Συμπλίκιος στο σχόλιό του στις Κατηγορίες. Ο Βόηθος εκκινούσε απο το κριτήριο της ουσιότητος, όπως είχε εκφραστεί απο τον Αριστοτέλη στις Κατηγορίες (5,3 α 11, 2b 6...). Είναι ουσία με την πρώτη σημασία αυτό που δέν προσχωρά σε άλλο και στο οποίο προσχωρά όλο το υπόλοιπο. Δηλαδή η πρώτη ουσία είναι πάντοτε υποκείμενο, δέν είναι ποτέ κατηγορούμενο. Εάν είναι έτσι ομως η μορφή για την οποία μιλά ο Αριστοτέλης στα φυσικά έργα του θα αποκλείεται απο την ουσία, καθότι αυτή είναι σε ένα άλλο πράγμα, δηλαδή στην ύλη, την οποία προσδιορίζει. Αλλά μ'αυτόν τον τρόπο λέει ο Βόηθος, η ύλη και το σύνθετο μπορούν να προσληφθούν απο την κατηγορία τής ουσίας ενώ η μορφή θα είναι έξω απο την ουσία και θα πέσει σε μία άλλη κατηγορία (Την ποιότητα, την ποσότητα ή κάποια άλλη) [Συμπλ. Στις κατηγορίες].
          Εάν δηλώσω ότι αυτό το αντικείμενο είναι ένα δένδρο, αυτό σημαίνει ότι η ύλη του είναι οργανωμένη μ'έναν κάποιο τρόπο, διαθέτει συγκεκριμένες λειτουργίες κ.τ.λ. Έ λοιπόν, όπως είδαμε λίγο πρίν ο Βόηθος είχε την τάση να θεωρεί αυτές τις λειτουργίες σαν ιδιότητες που δέν είναι ουσιώδεις, οι οποίες προστίθενται σε ένα υποκείμενο το οποίο λειτουργεί σαν υπόστρωμα σ'αυτές. Σύμφωνα μ'αυτόν μπορούμε να μιλήσουμε για το σύνθετο τής ύλης και της μορφής σαν ένα υποκείμενο (εκείνο το δένδρο σαν υποκείμενο των ιδιοτήτων του). Μπορούμε επίσης να μιλήσουμε για την ύλη με την οποία ένα άτομο συντίθεται σαν ένα υποκείμενο, αλλά η μορφή δέν ικανοποιεί αυτό το κριτήριο. Αυτή είναι σε άλλο, δηλαδή στην ύλη, δηλαδή είναι έξω απο την ουσία.
          Το συμπέρασμα είναι ριζικό, και κατά κάποιο τρόπο ωθεί το "γλωσσικό" κριτήριο τής ουσιότητος στο απώτερο όριό του, δηλαδή στην εννοιολογική του αυτοκτονία. Εάν ουσία είναι μόνον αυτό που λειτουργεί σαν υποκείμενο των ιδιοτήτων, τότε αποκλείεται απο την ουσία ακριβώς αυτό που καθορίζει ένα υποκείμενο σαν τέτοιο. Τα διάφορα ουσιώδη άτομα τα οποία κατοικούν στον κόσμο μας θα κατέληγαν τοιουτοτρόπως σε περαστικές διαμορφώσεις, ανούσιες, τού υλικού τους υποστρώματος! Οδηγημένο στα άκρα το κριτήριο που βλέπει στην ουσία το υποκείμενο, για όλα τα υπόλοιπα καταστρέφει τον εαυτό του. Καταστρέφει δηλαδή την δυνατότητα να επανέλθουν στον κόσμο μας τον εμπειρικό, οντότητες οι οποίες είναι κατάλληλα υποκείμενα πιθανών κατηγορημάτων. Αλλά είναι νόμιμο να ομιλούμε για την ύλη σαν ένα καθαυτό υποκείμενο, αυτόνομο και ανεξάρτητο απο την μορφή η οποία την καθορίζει κάθε φορά; Για τον Πορφύριο, του οποίου ο Συμπλίκιος μεταφέρει στον Boeto την απάντηση, ότι δέν έχει νόημα να σκεφτόμαστε μ'αυτόν τον τρόπο, η μορφή, η φόρμα, δέν είναι μία ιδιότης η οποία επιβιώνει σ'ένα ανεξάρτητο υποκείμενο, αλλά είναι αυτό που καθορίζει το ουσιώδες υποκείμενο καθαυτό. Δέν είναι λοιπόν απολύτως σωστό να την θεωρήσουμε σαν ένα κατηγορούμενο(ιδιότητα) εξωτερικό της ύλης. "Ο Πορφύριος ισχυρίζεται ότι ο Boeto κάνει λάθος, ισχυριζόμενος αυτά τα πράγματα, καθώς λέει ότι η μορφή αντιπαρατιθέμενη στην ύλη και ονομαζόμενη "ουσία" απο τον Αριστοτέλη, είναι μία ποιότης ή κάποιο άλλο απο τά συμβεβηκότα! Αυτό που δίνει την ποιότητα τής ουσίας όμως, είναι ουσιώδες και γι'αυτόν τον λόγο ουσία: ακόμη και το σύνθετο, είναι στον μέγιστο βαθμό ουσία σύμφωνα με την "μορφή", την "φόρμα" (Συμπλ. στις Κατηγορίες Απ. 58 Smith).
          Είναι ενδιαφέρον λοιπόν να σημειώσουμε ότι η απάντηση του Πορφύριου δέν κάνει τίποτε άλλο απο το να επαναλαμβάνει επιχειρήματα τα οποία είχαν ήδη διατυπωθεί στην αριστοτελική παράδοση και ιδιαιτέρως στον Αλέξανδρο τον Αφροδισιέα. Στα έργα τού Αλεξάνδρου, στα σχόλια στις αριστοτελικές πραγματείες και στα διάφορα "μικρότερα" κείμενα, είναι σταθερή η ανησυχία να δικαιώσει τον ουσιώδη χαρακτήρα τής ενυπάρχουσας φόρμας (μορφής), διακρίνοντας τήν κατάστασή της απο εκείνη των συμβεβηκότων. Η καταπληκτική σπουδαιότητα που κατέχει αυτό το θέμα στα γραπτά του Αλέξανδρου υποδεικνύει ότι γι'αυτόν επρόκειτο για ένα βιαστικό εξηγητικό πρόβλημα, και όχι μία απο τις τόσες εννοιολογικές θέσεις τις οποίες ανακαλεί και συζητά ένας ερμηνευτής. Όπως απέδειξε καθοριστικά ο Marwan Rashed, η προσπάθεια του Αλέξανδρου της Αφροδισίας συνίσταται στην κατασκευή ενός τύπου αριστοτελικού, θεμελιωμένου ολοκληρωτικώς στην οντολογία τής ουσιώδους μορφής. Αυτή είναι καθοριστική και στις τρείς πλευρές τής εργασίας του: την λογική (δόγμα τής ιδιαίτερης διαφοράς), την φυσική (δόγμα τής αλλαγής και υλομορφικής συνθέσεως) και την κοσμολογική (δόγμα τής πρόνοιας και της θείας αιτιότητος). Η οικοδόμηση ενός παρόμοιου αριστοτελισμού λογικό/φυσικού, επικεντρωμένου στο δόγμα του είδους σήμαινε για τον Αλέξανδρο την διαμάχη του με άλλους τύπους αριστοτελισμού, όπως εκείνον που υπερασπίζεται ο Boeto, επικεντρωμένου στον όρο τής ουσίας, σαν  ενωτικό υποκείμενο!

Συνεχίζεται
Αμέθυστος. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου