Παρασκευή 20 Ιανουαρίου 2017

Περί εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος Λόγος Δεύτερος (10)



Συνέχεια από: Κυριακή, 15 Ιανουαρίου 2017

24. O μυημένος λοιπόν από τον Θεό και τους αληθινούς θεολόγους, όταν ακούει ότι το Πνεύμα εμφυσάται δι' εμφυσήματος νοεί ότι σημαίνεται παρόν και συμφυές εις τον εμφυσώντα, όχι όμως ότι αυτό είναι εμφύσημα, ώστε αναγκαίως να έχει την ύπαρξη εξ εκείνου από τον όποιον προέρχεται το εμφύσημα˙ αν δε το ακούει και πεμπόμενο, εννοεί φανερούμενο˙ αν δε και διδόμενο, αναγνωρίζει και το συνημμένο του πεμπομένου και του πέμποντος˙ αν δε λαμβανόμενο από εμάς, γνωρίζει ότι καθ’ όσον είναι Θεός, είναι άληπτο, ληπτά δε από εμάς τα χαρίσματα από εκείνο˙ αν δε ακούσει πεμπόμενο και από τον Υιό, διδόμενο, εμφυσώμενο, ευθύς μαζί με τα άλλα αντιλαμβάνεται και τούτο, ότι εκπορεύεται εκ του Πατρός, καθώς απαιτεί σοφώς να εκλαμβάνουμε και ο πολύς στην θεολογία Γρηγόριος, ο οποίος λέγει, «όσα περί του Αγίου Πνεύματος λέγονται ταπεινότερα, το δίδεσθαι, το στέλλεσθαι, το μερίζεσθαι, το χάρισμα, το δώρημα, το εμφύσημα, και οτιδήποτε άλλο παρόμοιο, πρέπει να αναχθεί επί την πρώτη αιτία, για να δειχθεί το ἐξ οὗ» (δηλαδή του Πατρός, διότι αυτός είναι η πρώτη αιτία) «και για να μη γίνουν δεκτές τρεις αρχές διαχωρισμένες πολυθεϊστικώς». Τούτο έπαθες εσύ, εφ’ όσον δια των φωνών τούτων δεν ανάγεσαι προς την πρώτη αιτία.

25. Και δεν αισχύνεσαι να κηρύττεις σαφώς δύο αρχές, καθώς δογματίζεις ότι το Πνεύμα έχει την ύπαρξιν εκ του Πατρός και του Υιού, την δε τρίτη αφήνεις να συναχθεί από όσα λέγεις. Εάν πράγματι για το ότι πέμπεται παρά του Υιού εκπορεύεται και εξ αυτού, πέμπει δε και το Πνεύμα τον Υιό, όχι μόνο ως άνθρωπο, αλλά και ως Θεό, όπως έχει δειχθεί ανωτέρω, αλλά και τον Πατέρα (πέμπει) ο Υιός και το Πνεύμα, όπως αντιλαμβάνεται ο χρυσούς θεολόγος Ιωάννης εξηγώντας το προφητικό εκείνο, «ο Κύριος με απέστειλε και το Πνεύμα αυτού». Ιδού λοιπόν ότι κατ' εσέ και το Πνεύμα είναι αρχή, και εκ του Πατρός και του Πνεύματος ο Υιός ή γεννάται ή εκπορεύεται.

Παραλείπω πράγματι να αναφέρω τον Πατέρα, έστω και αν από την λατινική καινοφωνία και τούτο συνάγεται, φοβούμενος το μέγεθος της υπερβολής. Θα μπορούσε δε να δει κανείς ότι δεν στερούνται της προς το κακόν υπερβολής και τα άλλα συναγόμενα άτοπα˙ διότι αποδεικνύεται ότι αλληλοαναιρούνται, εάν διά της αποστολής νοήσουμε την εκπόρευση ή την γέννησή. Εάν πράγματι κατά την αποστολή νοήσουμε ταύτα, τότε έκαστο τούτων δεν είναι τρόπος υπάρξεως, έστω και αν είναι προαιώνια˙ εάν δε κατά την προαιώνια εκπόρευση και γέννηση νοήσουμε την προς εμάς αποστολή, τότε θα είναι αποστολή προς εμάς άχρονος και αΐδιος παρά χρονική ύπαρξις του Υιού και του Πνεύματος.

Πρέπει δε ο συνετός ακροατής να προσέξει και τούτο, ότι ο επώνυμος της θεολογίας Γρηγόριος συναρίθμησε και το αποστέλλεσθαι στα περί του Πνεύματος ταπεινότερα λεγόμενα˙ το δε εκπορεύεσθαι είναι μέγα και επάνω από το μέγα. «Εάν πράγματι είναι μέγα για τον Πατέρα το να μην ορμάται από πουθενά, δεν είναι μικρότερο για το Πνεύμα το να εκπορεύεται εκ τοιούτου Πατρός». Δεν είναι άρα το ίδιο αποστολή και εκπόρευση. Διότι η μεν αποστολή φανερώνει την πρόθεση της προς εμάς συγκαταθέσεως˙ η δε εκπόρευση είναι όνομα της καθ᾿ ἑαυτό παρά Πατρός ὑπάρξεως τοῦ Πνεύματος. Και η μεν μία είναι αυτή κατά την οποία εμείς μετέχουμε του ευ είναι, η δε άλλη παριστά το Άγιο Πνεύμα, φύσει συνημμένο ομοτίμως προς τον Πατέρα, το κατά την υπόσταση μόνον διαφέρον αυτού και του Υιού.

(Συνεχίζεται)

Αμέθυστος

Το αρχαίο κείμενο:
24. Ὁ τοίνυν παρά Θεοῦ καί τῶν ὡς ἀληθῶς θεολόγων μεμυημένος ἐμφυσώμενον μέν ἀκούων τό Πνεῦμα δι᾿ ἐμφυσήματος παρόν καί συμφυές ὄν τῷ ἐμφυσῶντι νοεῖ σημαινόμενον, ἀλλ᾿ οὐκ αὐτό ὑπάρχον ἐμφύσημα, ὡς ἐξ ἀνάγκης ἔχειν τήν ὕπαρξιν ἐξ οὗ τό ἐμφύσημα˙ ἄν δέ καί πεμπόμενον, φανερούμενον˙ ἄν δέ καί διδόμενον, καί τό συνημμένον ἐπιγινώσκει τοῦ πεμπομένου τε καί τοῦ πέμποντος˙ ἄν δέ παρ᾿ ἡμῶν λαμβανόμενον, οἶδε μέν ᾗ Θεόν, ἄληπτον, ληπτά δέ ἡμῖν τά παρ᾿ ἐκείνου χαρίσματα˙ ἄν δέ καί παρά τοῦ Υἱοῦ ἀκούσῃ πεμπόμενον, διδόμενον, ἐμφυσώμενον, εὐθύς καί τοῦτο πρός τοῖς ἄλλοις συνίησιν, ὡς ἐκ τοῦ Πατρός ἐκπορεύεται, καθά καί Γρηγόριος ἐκλαμβάνειν ἀξιοῖ σοφῶς ὁ ἐν θεολογίᾳ πολύς˙ «ὅσα γάρ», φησί, «περί τοῦ ἁγίου Πνεύματος ταπεινότερα λέγεται, τό δίδοσθαι, τό στέλλεσθαι, τό μερίζεσθαι, τό χάρισμα, τό δώρημα, τό ἐμφύσημα, εἴτε τι ἄλλο τοιοῦτον, ἐπί τήν πρώτην αἰτίαν ἀνακτέον, ἵνα τό ἐξ οὗ δειχθῇ», (δηλαδή τοῦ Πατρός˙ αὐτός γάρ ἡ πρώτη αἰτία) καί μή τρεῖς, φησίν, ἀρχαί μεμερισμέναι πολυθέως παραδεχθῶσιν», ὅπερ αὐτός ἔπαθες, μή πρός τήν πρώτην αἰτίαν διά τούτων τῶν φωνῶν ἀναγόμενος.
25. Καί δύο μέν σαφῶς κηρύττων οὐκ αἰσχύνῃ ἀρχάς ἐκ τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ τό Πνεῦμα δογματίζων ἔχειν τήν ὕπαρξιν, τήν δέ τρίτην ἀφ᾿ ὧν λέγεις διδούς συνάγεσθαι. Εἰ γάρ διά τό πέμπεσθαι παρά τοῦ Υἱοῦ καί ἐξ αὐτοῦ ἐκπορεύεται, πέμπει δέ καί τό Πνεῦμα τόν Υἱόν, οὐχ ὡς ἄνθρωπον μόνον ἀλλά καί ὡς Θεόν, καθάπερ ἀνωτέρω δέδεικται, ἀλλά καί τόν Πατέρα ὁ Υἱός τε καί τό Πνεῦμα, ὡς ὁ χρυσοῦς θεολόγος Ἰωάννης ἐξηγούμενος τό προφητικόν ἐκεῖνο, «Κύριος ἀπέσταλκέ με καί τό Πνεῦμα αὐτοῦ», ἐξεδέξατο, ἰδού σοι καί τό Πνεῦμα ἀρχή, καί ἐκ τοῦ Πατρός καί τοῦ Πνεύματος ὁ Υἱός ἤ γεννᾶται ἤ ἐκπορεύεται.
Παρίημι γάρ τόν Πατέρα λέγειν, κἄν ἐκ τῆς λατινικῆς καινοφωνίας καί τοῦτ᾿ ἐκβαίνῃ, τό περιόν τῆς ὑπερβολῆς εὐλαβούμενος. Ἴδοι δ᾿ ἄν τις οὐδέ τ᾿ ἄλλα τῶν ἐκβαινόντων ἀτόπων τήν ἐπί τό χεῖρον ὑπερβολήν ἀπολείπονται˙ καί γάρ δι᾿ ἀλλήλων ἀναιρούμενα δείκνυται, εἰ διά τῆς ἀποστολῆς νοήσαιμεν τήν ἐκπόρευσιν ἤ τήν γέννησιν. Εἰ γάρ ταῦτα κατά τήν ἀποστολήν, ἑκάτερον λοιπόν τούτων οὐχ ὑπάρξεώς ἐστι τρόπος, κἄν προαιώνια ᾖ˙ εἰ δέ κατά τήν πρό αἰώνων ἐκπόρευσίν τε καί γέννησιν τήν πρός ἡμᾶς ἀποστολήν νοήσαιμεν, ἀποστολή τις πρός ἡμᾶς ἄχρονος καί ἀΐδιος ἤ χρονική τις ὕπαρξιν ἔσται τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Πνεύματος.
Ἐπιστῆσαι δέ καί τοῦτο χρή τόν συνετόν ἀκροατήν, ὡς ὁ τῆς θεολογίας ἐπώνυμος Γρηγόριος τοῖς περί τοῦ Πνεύματος ταπεινότερον λεγομένοις καί τό ἀποστέλλεσθαι συνηρίθμησε˙ τό δέ ἐκπορεύεσθαι μέγα καί ὑπέρ τό μέγα ἐστίν. «Εἰ γάρ μέγα τῷ Πατρί τό μηδαμόθεν ὁρμᾶσθαι, οὐκ ἔλαττον τῷ Πνεύματι τό ἐκ τοιούτου Πατρός ἐκπορεύεσθαι». Οὐκ ἄρα τἀυτόν ἀποστολή καί ἐκπόρευσις. Ἡ μέν γάρ ἀποστολή τῆς πρός ἡμᾶς συγκαταβάσεως ἐκφαίνει τήν πρόθεσιν˙ ἡ δέ ἐκπόρευσις τῆς καθ᾿ ἑαυτό παρά Πατρός ὑπάρξεως τοῦ Πνεύματος ἐστιν ὄνομα. Καί ἡ μέν ἔστι, καθ᾿ ἥν ἡμεῖς τοῦ εὖ εἶναι μετέσχομεν˙ ἡ δέ παρίστησι τό φύσει συνημμένον ὁμοτίμως πρός τόν Πατέρα, τό κατά μόνην ὑπόστασιν διαφέρον αὐτοῦ καί τοῦ Υἱοῦ Πνεῦμα ἅγιον.
Συνεχίζεται

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου