Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2017

Περί εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος Λόγος Δεύτερος (11)



Συνέχεια από: Παρασκευή, 20 Ιανουαρίου 2017

26. Εσύ δε (ο λατινόφρων), βλέποντας ότι εξαιτίας των καινοτομιών στους λόγους σου ακολουθεί ο μερισμός (η διαίρεση) του Θεού (διότι τί διαφορά υπάρχει στο προσεχές και του μακράν ή πλησίον μερισμού;), για να ξεφύγεις λοιπόν πάλι από ό,τι κατασκευάζεις, δημιουργείς πολύ το ενδιάμεσο με τις δικές σου θεολογίες.

Εμείς δε και σε αυτούς που γράφουν εν Πνεύματι έχουμε δει Θεού μυστήρια και πιστεύομε και κηρύττουμε ότι ευρισκόμενα εντός αλλήλων (ἐν ἀλλήλοις τε ὄντα) χωρούν αμιγώς δια μέσου αλλήλων (δι᾿ ἀλλήλων ἀμιγῶς χωροῦντα) και δεν έχουν έκαστον προς εαυτό περισσότερο από όσον προς άλληλα (οὐ μᾶλλον πρός ἑαυτό ἕκαστον ἤ πρός ἄλληλα ἔχοντα). Εάν δε έκαστον προς εαυτό έχει αδιαστάτως καί άμέσως —διότι πώς όχι;— πώς θα έχουν εμμέσως προς άλληλα;

Όταν δε ζητούμε την αιτία της αρρήτου εκείνης και υπέρ πάντα νουν προς άλληλα σχέσεως και της υπερβάλλουσας συμφυΐας και της απερινοήτου και αφθέγκτου (αφράστου) περιχωρήσεως, αυτόν τον Πατέρα ευρίσκουμε πάλι και κηρύττουμε, αυτόν ένωσιν, αυτόν σύνδεσμον, αυτόν Πατέρα και προβολέα και συνοχέα του γεννήματος και του προβλήματος˙ και ούτω μέσον και αρχήν αυτών εκείνον θέτουμε.

Από όποιον δε εξ αυτών, δηλαδή Υιού και Πνεύματος, δούμε να φανερώνεται σε εμάς οικονομικώς ο άλλος Παράκλητος, αμέσως δι’ αυτού αναγόμεθα στην πρώτη και μόνην αρχήν˙ διότι πέμπων ή δίδων το Πνεύμα ο Υιός, από που έχει τούτο, αν όχι από την πρώτη και μόνη αρχή; Επομένως στέλλει και δίδει ούτως, ως έχων αυτό υφιστάμενο εκ του Πατρός, αλλά όχι ως συνεκπορεύων ο ίδιος και φέρων εις ύπαρξιν˙ και πέμπων και δίδων δεικνύει σε εμάς ακριβώς τούτο: ότι, είναι μεν δικό μου (ὡς ἐμοῦ μέν ἔστιν), αλλά εκ του Πατρός, όχι εξ εμού.

(Συνεχίζεται)

Αμέθυστος

Το αρχαίο κείμενο:
26. Σύ δέ τό μεμερισμένον ἐκ τῶν λόγων σοι συμβαῖνον βλέπων διά τάς σάς καινοτομίας καί ἤδη σε μερίζον Θεοῦ (τί γάρ τό προσεχές καί πόρρω ἤ ἐγγύς μερισμοῦ); ἵν᾿ οὖν ὅ κατασκευάζεις αὖθις ἐκφύγῃς, πολύ τό μέσον ἐντίκτεις ταῖς θεολογίαις ταῖς σαῖς
Ἡμεῖς δέ καί ἑωράκαμεν ἐν τοῖς Πνεύματι γράφουσι Θεοῦ μυστήρια καί πιστεύομεν καί κηρύττομεν ἐν ἀλλήλοις τε ὄντα δι᾿ ἀλλήλων ἀμιγῶς χωροῦντα καί οὐ μᾶλλον πρός ἑαυτό ἕκαστον ἤ πρός ἄλληλα ἔχοντα. Εἰ δέ πρός ἑαυτό ἕκαστον ἔχει ἀδιαστάτως τε καί ἀμέσως – πῶς γάρ οὔ; - πῶς ἐμμέσως ἕξει πρός ἄλληλα; 
Ὅταν δέ τήν αἰτίαν ζητῶμεν τῆς ἀρρήτου ἐκείνης καί ὑπέρ πάντα νοῦν πρός ἄλληλα σχέσεως καί τῆς ὑπερβαλλούσης συμφυΐας καί τῆς ἀπερινοήτου τε καί ἀφθέγκτου περιχωρήσεως, αὐτόν αὖθις εὑρίσκομεν καί κηρύττομεν τόν Πατέρα, αὐτόν ἕνωσιν, αὐτόν σύνδεσμον, αὐτόν καί Πατέρα καί προβολέα καί συνοχέα γινώσκοντες τοῦ γεννήματός τε καί τοῦ προβλήματος˙ καί οὕτω μέσον καί ἀρχήν αὐτῶν ἐκεῖνον τιθέμεθα.

Παρ᾿ ὅτου δ᾿ ἄν αὐτῶν, Υἱοῦ λέγω καί Πνεύματος, οἰκονομικῶς ἡμῖν ἴδωμεν τόν ἕτερον παράκλητον φανερούμενον, αὐτίκα διά τούτου πρός τήν πρώτην καί μόνην ἀρχήν ἀναγόμεθα˙ πέμπων γάρ ἤ διδούς τό Πνεῦμα ὁ Υἱός, πόθεν τοῦτ᾿ἔχει, ὅτι μή παρά τῆς πρώτης καί μόνης ἀρχῆς; Οὐκοῦν οὕτω πέμπει τε καί δίδωσιν, ὡς ἔχων ὑφιστάμενον ἐκ τοῦ Πατρός, ἀλλ᾿ οὐκ αὐτός συνεκπορεύων καί συνυφιστῶν˙ καί πέμπων καί διδούς, τοῦτ᾿ αὐτό δείκνυσιν ἡμῖν, ὡς ἐμοῦ μέν ἔστιν, ἀλλ᾿ ἐκ τοῦ Πατρός, οὐκ ἐξ ἐμοῦ.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου