Τετάρτη 26 Ιουλίου 2017

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ (36)-Η επέκταση καί η εδραίωση τής νέας αιρέσεως.)

Συνέχεια από: Δευτέρα 24 Ιουλίου 2017

Προλεγόμενα σε μία φιλοσοφική Χριστολογία.
Του Xavier Tilliette.

H "εορτή των Χριστουγέννων" του Σλαϊερμάχερ (συνέχεια).
         
Παρ'όλα αυτά η ιστορικότης δέν χάθηκε ούτε ο Χριστός "μειώθηκε στο ιδεατό", όπως υπογράμμισε ο Ντίλτευ. Ένα συμβολικό όραμα του Χριστού, του τύπου που κυριαρχούσε την εποχή εκείνη στον νεαρό Σέλλινγκ, είναι ξένο στον Σλαϊερμάχερ. Οι διηγήσεις τών γυναικών, στην αρχή του διαλόγου, έθεσαν με επάρκεια, ανάγλυφα, την Μαρία, την Παρθένο μητέρα-μέσω του ύμνου τού Novalis για να εξαφανιστεί η αμφιβολία. Η ιστορία δέν βιάστηκε. Παραμένει το γεγονός ότι η αιώνια γενεά κινδυνεύει να καλύψει την γενεά την χρονική και το ιστορικό υπόστρωμα. Η απλή ομιλία του Ernesto προηγήθηκε με μία λέξη τού στοχασμού του Edoardo συνδυάζοντας την εποχή με "την αναγκαία ιδέα ενός Σωτήρος" με την βοήθεια τής εικόνος τής κρυσταλλώσεως.
          Σωτήρας, Μεσάζων, ο Ιησούς είναι στην διαδρομή τής ιστορίας, και κατέστη "αναγκαίος" απο την παρακμή τού ιδανικού που χτυπά τα άτομα αλλά αφήνει ανέπαφη την καθαυτή ανθρωπότητα. Γιατί είναι αναγκαία λοιπόν η διαμεσολάβηση τού Χριστού και η εξατομίκευση του Θεϊκού και τέλειου Ανθρώπου;
          Περισσότερο για να θεμελιώσει μία "ζώσα κοινότητα", εκμαγείο και υποκατάστατο τής Ανθρωπότητος στην τελειότητά της, παρά για να αναδείξει ένα μοντέλο. Μία διϋποκειμενική κοινότητα, εν τω γίγνεσθαι, συμβίωση και συνουσίωση είναι και γίγνεσθαι, θεμελιώνει τον υπερβατικό τόπο όπου το άτομο αποθέτει την ιδιαιτερότητά του η οποια προέκυψε απο την πτώση και διά του δεσμού τής αφιερώσεως και του ελέους, εισέρχεται κολλεγιακά σε μία ανώτερη και υγιέστερη ύπαρξη.
          Η Εκκλησία των υποκειμένων, των πιστών, παραπέμπει σε ένα κατεξοχήν Υποκείμενο, σε έναν Δημιουργό απο τον οποίο απορρέει: ο Χριστός καταγωγή τής παραδόσεως και της Μεσολαβήσεως με τους δύο όρους αναμεμειγμένους στο πρόσωπό Του.Είναι λοιπόν σαν "τον πρωτότοκο ενός μεγάλου αριθμού αδελφών" ο οποίος θεμελιώνει εξ' επαφής την εκκλησιαστική κοινωνία, η οποία αναλαμβάνει την απόλυτη Μεσολάβηση. Ο Χριστός ο καλύτερος φίλος τού Χριστιανού. Ο Σλαϊερμάχερ είναι πιστός στο δόγμα των δασκάλων του το οποίο επέμενε στην αξία του Λυτρωτού και του τέλειου Ανθρώπου. Και εδώ, παρά την πρόθεση, ο Χριστός στην ιδέα και ο ιστορικός Χριστός δέν συμπίπτουν ακριβώς, χωρίς να είναι όμως και εντελώς ξεχωρισμένοι. Ο Άνθρωπο-Θεός, ο κατεξοχήν Άνθρωπος, πραγματοποιεί με μία κίνηση την τελειοποίηση της ανθρωπότητος. Είναι το φώς των ανθρώπων-σύμφωνα με μία ανοδική σκάλα απο την ανθρωπότητα στην Θεότητα όπως η δημιουργία υπήρξε μία κάθοδοςαπό τήν Θεότητα  στην ανθρωπότητα. Είναι ταυτοχρόνως και η ιστορική αρχή και μόνον η αρχή μίας προόδου απείρου διαρκείας, στην οποία δίνει το ξεκίνημα καθότι άτομο και της οποίας αναλαμβάνει το γίγνεσθαι καθότι κοινότης με επαναλαμβανόμενη πάντοτε νέα αρχή. Είναι η τυπική ταλάντευση του Σλαϊερμάχερ, της Θεολογίας του σε δύο φωτιές (Καρλ Μπαρθ). Ο Χριστός λοιπόν παρ'όλα αυτά κυριαρχεί σαν ένα υπερφυσικό ον θαυματουργό, σαν τον Άνθρωπο-Θεό και τον μοναδικό Μεσολαβητή, όχι μόνον σαν θρησκευτικός ήρωας, όσο και αν είναι μεγαλοπρεπής.
          Ο Σέλλινγκ αγάπησε αυτόν τον διάλογο, ο οποίος έγραψε γι'αυτόν και μία ευνοϊκή κριτική.Εκτιμά πολύ την ιδέα μίας "Λυτρώσεως απο όλη την αιωνιότητα" η οποία θυμίζει την δική του "Ενσάρκωση απο όλη την αιωνιότητα" Επισημαίνει ότι το χθόνιο πνεύμα-μία αναφορά στον Φάουστ-συμφωνεί με τον καθαυτό Άνθρωπο, και σ'αυτό το πλαίσιο, θρηνεί την απουσία της μητέρας Παρθένου και πάντοτε θαλερής, την Φύση. Παρ'όλα αυτά η δικη του σύλληψη τής Εκκλησίας ειναι διαφορετική, και ακριβώς σ'αυτό το σημείο πρέπει να εστιάσουμε την κριτική. Η θεσμική Εκκλησία είναι "εργο ανθρώπινο". Ο Σέλλινγκ τον κατηγορεί ότι "συστέλλει" το πνεύμα και ότι συσφίγγει μία Ανθρωπότητα η οποία "απο όλη την αιωνιότητα" είναι ελευθερία χωρίς περιορισμό. Στον Σλαϊερμάχερ η Εκκλησία, υπολογισμένη σαν μέσον της αναγεννήσεως, προϋποθέτοντας την πτώση και την ανάσταση, δέν είναι πλέον μία αιώνια ιδέα, αλλά ένα έγχρονο όργανο, χτυπημένο απο ευαισθησία και αμαρτία. Επιπλέον μία αντίφαση πληγώνει την Εκκλησία την στρατευμένη η οποία πολύ γρήγορα βρίσκεται και δικαίως καταδιωκόμενη, στην οποία κατέστησαν δυνατές η αποστασία και η διαμάχη. Στην ντροπαλή Εκκλησιολογία του Edoardo ο κριτικός αντιπαραθέτει την Εκκλησία σαν γιορτινή αντιπρόσωπο τής ανακαινισμένης πρωταρχικής ενότητος, μίας ορατής κοινότητος ενός λαού, δεμένη και ενωμένη απο τον δεσμό της αγάπης,συμμορφούμενη στην πρόθεση του Θείου Διδασκάλου ο οποίος γκρέμισε τα διαχωριστικά τείχη και ο οποίος θα καταστήσει την ανθρώπινη κοινότητα "τον ζωντανό Θεό στα πάντα και σε όλους"!

Συνεχίζεται
Αμέθυστος. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου