Πέμπτη 3 Αυγούστου 2017

Η ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΠΕΡΙ ΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΥΣΤΕΡΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΜΙΑΣ «ΥΛΙΣΤΙΚΗΣ» ΛΟΓΙΚΗΣ ΣΤΗ ΣΥΡΙΑΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ (4)

Συνέχεια από Δευτέρα, 24 Ιουλίου2017

HENRY HUGONNARD-ROCHE
             (C.N.R.S. Paris)

Η ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΠΕΡΙ ΛΟΓΙΚΗΣ  ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΥΣΤΕΡΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η ΕΠΕΞΕΡΓΑΣΙΑ ΜΙΑΣ «ΥΛΙΣΤΙΚΗΣ» ΛΟΓΙΚΗΣ  ΣΤΗ ΣΥΡΙΑΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ
                                                  ΙΙΙ
Image result for HENRY HUGONNARD-ROCHE     Η καταγραφή του είδους τών συλλογισμών δεν αντιμετωπίζεται επομένως από τον Παύλο ως ανάδειξη τών καθαυτό ιδιοτήτων τής σύνθεσης τών αρχών, αλλά μάλλον τών «υλικών» ιδιοτήτων τών όρων που τους συνθέτουν, δηλαδή τών σχέσεων τού γένους  προς το είδος των πραγμάτων που σημαίνονται, ή των σχέσεων τών ειδών καθαυτών.
     Το συμπέρασμα θωρείται αναγκαίο ή μη αναγκαίο ανάλογα με το είδος της σχέσης που συνδέει το υποκείμενο με το κατηγόρημα. Αυτός είναι επομένως ο λόγος που ο συγγραφέας, στο τμήμα της Πραγματείας περί λογικής που προηγείται τής εξέτασης του συλλογισμού, αφιέρωσε μια εκτενή μελέτη στις προτάσεις και τις αντιθέσεις τους, υπό το πρίσμα του «υλιστικού τρόπου» τους. Και αυτός ο ίδιος ο τρόπος είναι που εκφράζει τα διαφορετικά είδη σχέσεων ανάμεσα στους όρους, σύμφωνα με την θέση που αυτοί κατέχουν στο «Πορφύριο δέντρο». Όπως αποδεικνύεται από τα παραδείγματα των τρόπων τής συλλογιστικής του Παύλου, η σχέση της συνωνυμικής κατηγόρησης αποτελεί ασφαλώς δείγμα μιας υλικά αναγκαίας σχέσης (και θα μπορούσαμε να προσθέσουμε επίσης την σχέση μεταξύ των ειδών). Η καταγραφή των κατηγορήσεων βρίσκεται επομένως στο επίκεντρο της ανάλυσης των προτάσεων κατά τους καθ’ ύλην τρόπους, και στην καρδιά τής «υλιστικής μορφής» τής συλλογιστικής που περιγράφει ο Παύλος.
     Η έννοια τής ύλης είχε εισαχθεί κατά την αρχαιότητα στην έρευνα της λογικής, και ήταν γενικώς αποδεκτό για παράδειγμα ότι οι προϋποθέσεις αποτελούσαν ένα είδος υλικού υπόβαθρου του συλλογισμού, του οποίου το συμπέρασμα αποτελούσε τη μορφή (το είδος). Υπάρχουν και άλλες αναφορές που σχετίζονται περισσότερο με αυτήν που συναντήσαμε στον Παύλο τον Πέρση, και οι οποίες αποτέλεσαν αντικείμενο μελέτης των J. Barnes και K. Flannery, εξ αφορμής κειμένων τού Αλέξανδρου του Αφροδισιέως. Στο σχόλιό του στα Αναλυτικά Πρότερα για παράδειγμα, ο Αλέξανδρος σημειώνει ότι τα διαφορετικά είδη των προτάσεων – αποδεικτικές ή  διαλεκτικές – και των συλλογισμών διακρίνονται, όχι μόνο από τον τρόπο που διατυπώνονται, αλλά επίσης και από το υλικό τους υπόβαθρο που είναι άλλοτε αναγκαίο και άλλοτε «ενδεχόμενο». Την ίδια ιδέα ενστερνίζεται και ο Αμμώνιος, ενώ και οι δύο διακρίνουν το καθεστώς καθορισμού τών προτάσεων κατά τον τρόπο ανάλογα με το αν αποτελεί έκφραση της κατάστασης των πραγμάτων που σημαίνονται από την πρόταση, του τροπικού ιδιώματος δηλαδή που αποδίδεται σε μια πρόταση δια της προτάξεως ενός τροπικού παράγοντα.
     Το ερώτημα που τίθεται επομένως, σε σχέση με την διατύπωση ενός συλλογιστικού συστήματος, είναι κατά πόσο μπορούμε να καταλήξουμε σε συμπεράσματα χρησιμοποιώντας προτάσεις που ορίζονται από την «ύλη» τους, δηλαδή από το είδος της σχέσης που συνδέει τους όρους τους. Ενδεικτικό είναι το παράδειγμα της μελέτης του πρώτου είδους ατελούς συλλογισμού. Ο Αριστοτέλης παραθέτει τα εξής:
      «εάν το μεν πρώτον [άκρον] ακολουθεί κατά πάντα το μέσον, το δεν μέσον δεν υπάρχει καθόλου στο έσχατο [άκρον], δεν υπάρχει συλλογισμός των άκρων· διότι δεν υπάρχει καμία ανάγκη να συμβεί κάτι τέτοιο· επειδή ενδέχεται το πρώτον [άκρον] να υπάρχει στα πάντα ή σε τίποτε ως προς το έσχατο, έτσι ώστε ούτε το επιμέρους ούτε το καθολικό να γίνεται αναγκαίο. Και εφόσον επομένως τίποτε δεν καθίσταται αναγκαίο, δεν υπάρξει συλλογισμός» (Αναλ, Πρότ. Α 4.26a 2-8).
     Σχολιάζοντας αυτό το απόσπασα ο Αλέξανδρος εισάγει την έννοια της ύλης με τον ακόλουθο τρόπο:
     «Το ότι κανένα συμπέρασμα δε είναι δυνατόν να συνάγεται κάτω από αυτές τις προϋποθέσεις – όπως απαιτεί ο συλλογισμός – το αποδεικνύει δια της προσθήκης τής συναφούς ύλης. Αυτό που αποδεικνύει στην πράξη είναι ότι σε σχέση με ένα συγκεκριμένο υλικό περιεχόμενο μπορεί να συνάγεται μια καθολική καταφατική πρόταση, και αντίστοιχα μια καθολική αποφατική πρόταση μπορεί να συνάγεται από ένα διαφορετικό υλικό περιεχόμενο, γεγονός που αποδεικνύει ότι ο συνδυασμός αυτών [των προϋποθέσεων] δεν έχει συλλογιστική ισχύ, αφού τα αντίθετα και τα ενάντια αποδεικνύονται ενώ ταυτόχρονα αλληλοαναιρούνται.
     Ο Αλέξανδρος φαίνεται να αποδέχεται ότι δι’ αυτού του τρόπου μπορούμε να καταλήξουμε σε δύο διαφορετικά συμπεράσματα ( ένα καθολικό καταφατικό και ένα καθολικό αποφατικό) κατ’  αναλογία προς τις προϋποθέσεις από τις οποίες εκκινούμε. Την άποψη αυτή αμφισβήτησε ο J. Barnes, που θεωρεί ότι ο σχολιαστής εσφαλμένα συγχέει την έννοια της λογικής διαδοχής με αυτή της συμβατότητας: κανένα από τα δύο συμπεράσματα που απορρέουν από τον συνδυασμό τών εν λόγω δύο προϋποθέσεων δεν συμπεραίνεται δια της λογικής, αλλά και τα δύο είναι συμβατά με αυτό τον συμβιβασμό. Ο K. Flannery ανέδειξε στο ίδιο το κείμενο του Αλέξανδρου την διαφορά που διαφαίνεται ανάμεσα στις δύο διατυπώσεις συνάγεσθαι αφ’ ενός, και «συνάγειν δια του συλλογισμού» (που αντιστοιχεί στην συναγωγή κατά τρόπο αναγκαίο). Σύμφωνα με το Flannery, οι προτάσεις για τον Αλέξανδρο εμφανίζονται σε δύο επίπεδα, πρώτα ως δηλώσεις κατά την υλική τους ταυτότητα, και σε ένα δεύτερο χρόνο ως εξαρτώμενες από τις λογικές (ή ρητές) τους ιδιότητες. Η έννοια τής προέλευσης που εκφράζεται από το ρήμα συνάγεσθαι, όταν δεν συνοδεύεται από κάποιο προσδιορισμό, όπως «αναγκαίως», ή «συλλογιστικώς», ανήκει επομένως στο υλικό επίπεδο των δηλώσεων, σε αντιδιαστολή με το ρητό επίπεδο. Θα μπορούσαμε να συμπεράνουμε ότι ο Αλέξανδρος αποδέχεται την συναγωγή δύο διαφορετικών συμπερασμάτων – και μάλιστα μη συμβατών – από το συνδυασμό δύο προτάσεων τού είδους τού ατελούς συλλογισμού, υπό την προϋπόθεση ότι αυτή η συναγωγή θα γίνει αποδεκτή ως ένα μη αναγκαίο συμπέρασμα, ή κατά την αριστοτελική ορολογία, ως μη συλλογιστική απόδειξη.
     Η ερμηνεία  της πραγματείας του Παύλου του Πέρση που παραθέσαμε τοποθετείται στην προέκταση των παρατηρήσεων του Flannery επί του κειμένου τού Αλέξανδρου. Για μια σαφέστερη προσέγγιση θα ήταν απαραίτητο ωστόσο να εξετάσουμε και άλλα ελληνικά σχόλια, και ιδιαίτερα το σχόλιο του Ιωάννη Φιλόπονου στα Αναλυτικά Πρότερα: να επαληθεύσουμε δηλαδή αν αποφεύγοντας να διαπράξει το ίδιο σφάλμα με τον Αλέξανδρο (κατά τα λεγόμενα του J. Barnes),  θα υιοθετούσε μια διπλή αντίληψη περί συναγωγής, παρόμοια με αυτή του Αλέξανδρου (κατά την ερμηνεία του Flannery). Θα έπρεπε στη συνέχεια να αναζητήσουμε, στα σχετικά κείμενα, εάν η υλιστική ερμηνεία των διατυπώσεων συνδέεται κατά κάποιο τρόπο με την διάκριση των εννοιών του Πορφυρίου (όπως για παράδειγμα αποτυπώνεται στο περίφημο Δέντρο). Σε γενικές γραμμές, και με την επιφύλαξη των ερευνών που εκκρεμούν, το δόγμα που ανέπτυξε ο Παύλος ο Πέρσης μας φαίνεται ότι είναι αποτέλεσμα μιας ιδιαίτερης εξέλιξης της λογικής, κατά την ύστερη αρχαιότητα, που παύει σταδιακά να διατηρεί την πιστότητα στην αριστοτελική πηγή της, εγκαταλείποντας τον «ρητό» χαρακτήρα της ερμηνείας της, και μεθερμηνευόμενη με τη συνδρομή του συμπλέγματος κατηγορικών θεωριών και των κατηγοριών που αναφέραμε προηγουμένως.
    Προσπαθήσαμε να περιγράψουμε εν συντομία μερικές όψεις τής λογικής τού Παύλου του Πέρση και να αναδείξουμε σε ποιο βαθμό απεικονίζει μια διαφορετική ιστορική εξέλιξη από αυτήν που ακολούθησε η παράδοση των σχολιαστών. Παρότι η θέση της μελέτης των Κατηγοριών ως διδακτέα ύλη ήταν προσδιορισμένη με σαφήνεια από τους σχολιογράφους, οι ερευνητές της λογικής, όπως αποδεικνύεται από τις παρατηρήσεις του Αλ-Φαράμπι, παρέκαμψαν στην πράξη τις Κατηγορίες, οι οποίες θεωρήθηκαν εντελώς περιττές για τη σύσταση μιας θεωρίας τής διατύπωσης, καθώς επίσης και τής θεωρίας του συλλογισμού. Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο αποτελεί η ανάπτυξη μιας υλιστικής λογικής, της οποίας διαβλέπουμε, αν όχι την πηγή, τουλάχιστον τις πρώτες νύξεις και τα πρώτα σχεδιαγράμματα στα σχόλια του Αλέξανδρου και του Αμμώνιου. Αποτελεί το έργο του Παύλου του Πέρση υποκατάστατο στη συριακή παράδοση μιας παρόμοιας ελληνικής λογικής, ή αντιπροσωπεύει μια νέα εξέλιξη βασιζόμενη σε απλές παρατηρήσεις χωρίς συστηματική οργάνωση; Στο ερώτημα αυτό δεν μπορούμε να δώσουμε μια συγκεκριμένη απάντηση. Μπορούμε όμως ίσως να υποθέσουμε ότι αυτή η υλιστική λογική κατέστησε περιττή, για ορισμένους ερευνητές, την καθιέρωση μιας καθοριζόμενης δια του τρόπου «ρητής» αριστοτελικής λογικής, και ακολουθώντας τους ισχυρισμούς του Αλ-Φαράμπι,  να διακρίνουμε ταυτόχρονα την αιτία τής απουσίας ενδιαφέροντος των σύριων χριστιανών συγγραφέων για τα κείμενα τού Σταγειρίτη που αναφέρονται στην λογική τού τρόπου.

                              Τ Ε Λ Ο Σ

                  

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου