Μητροπολίτου π. Ιωάννου (Ζηζιούλα) Περγάμου:
Από το προσωπείον εις το πρόσωπον – η συμβολή της πατερικής θεολογίας εις την έννοιαν του προσώπου
Από το προσωπείον εις το πρόσωπον – η συμβολή της πατερικής θεολογίας εις την έννοιαν του προσώπου
του Σπύρου Κουτρούλη
Πρόκειται για ένα κείμενο που δίκαια έχει χαρακτηριστεί κλασικό, με την έννοια ότι είναι αναγκαία η αναφορά σε αυτό. Δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στον τόμο «Χαριστήρια εις τιμήν του Μητροπολίτου Γέροντος Χαλκηδόνος Μελίτωνος», και στην συνέχεια στο περιοδικό Εποπτεία (τεύχος 73, Νοέμβριος 1982, από όπου οι παραπομπές), καθώς και στο συλλογικό έργο Η ιδιοπροσωπία του Νέου Ελληνισμού που εκδόθηκε από το Ίδρυμα Γουλανδρή-Χόρν.
Ο Σ. Ράμφος, στο πρώτο μέρος του έργου του, Ο καημός του Ενός διατυπώνει τις αντιρρήσεις του. Παρ’ όλα αυτά δεν μπορεί να αναιρεθεί το γεγονός ότι πρόκειται για ένα εξαιρετικά εύστοχο δοκίμιο, που με μια πυκνή και ακριβόλογη γραφή αντιμετωπίζει με επιτυχία θέματα που απασχόλησαν την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, την πατερική σκέψη και την νεώτερη φιλοσοφική σκέψη.
Κατ’ αρχήν, ξεκινά με την παραδοχή ότι «το πρόσωπον ως έννοια και ως βίωμα είναι γέννημα και θρέμμα της πατερικής θεολογίας. Χωρίς αυτήν δεν είναι δυνατόν να κατανοηθή ούτε να δικαιωθή το βαθύτατον περιεχόμενόν του» (σελ. 941). Ισχυρίζεται ότι «η αρχαία ελληνική σκέψις αποδεικνύεται ανίκανη να συνθέση την μονιμότητα με την «ατομικότητα» και να δημιουργήση μιαν αληθινήν οντολογίαν του προσώπου ως έννοιας απολύτου. Διά να το επιτύχη αυτό η ελληνική σκέψις χρειάζεται μιαν ριζικήν αναθεώρησιν της οντολογίας της, πράγμα που επιτυγχάνουν, όπως θα δούμε, μόνον οι Έλληνες Πατέρες, χάρις εις τον χριστιανισμόν, αλλά και την ελληνικότητά τους» (σελ. 942).
Ο π. Ιωάννης διαπιστώνει ότι στον χώρο της θεατρικής κοιλότητας, στον χώρο της τραγωδίας και του τραγικού, οι αρχαίοι Έλληνες αποκτούν κάποια γεύση της ελευθερίας. Σε αυτόν τον χώρο εμφανίζεται ο όρος προσωπείον. Γράφει: «Το θέατρον, και ειδικά η τραγωδία είναι ο χώρος όπου διαδραματίζονται αι συγκρούσεις της ελευθερίας του ανθρώπου με την λογικήν αναγκαιότητα του ενιαίου και αρμονικού κόσμου, όπως τον αντελαμβάνοντο οι αρχαίοι Έλληνες. Εις το θέατρον ακριβώς ο άνθρωπος επιχειρεί να γίνη «πρόσωπον», να υψώση το ανάστημά του έναντι αυτής της αρμονικής ενότητος, η οποία του επιβάλλεται ως λογική και ηθική ανάγκη. Εκεί μάχεται τους θεούς και την μοίραν του, εκεί αμαρτάνει και παρανομεί, αλλά και εκεί πάντοτε μαθαίνει –κατά στερεότυπον αρχήν της αρχαίας τραγωδίας– ότι ούτε την μοίραν τελικά μπορεί να αποφύγη, ούτε την «ύβριν» των θεών να συνεχίζη ατιμώρητος, ούτε να αμαρτάνει χωρίς να υφίσταται τας συνεπείας. Έτσι διαπιστώνει τραγικά ότι η ελευθερία του είναι περιωρισμένη ή μάλλον ότι δεν υπάρχει δι’ αυτόν ελευθερία –αφού μια «περιωρισμένη ελευθερία» θα ήταν σχήμα οξύμωρον– και συνεπώς ότι το «πρόσωπόν» του δεν ήταν παρά «προσωπείον», κάτι που δεν συνδέεται με την αληθινήν υπόστασίν του, κάτι χωρίς οντολογικόν περιεχόμενον (σελ. 942).
Ο Σ. Ράμφος, στο πρώτο μέρος του έργου του, Ο καημός του Ενός διατυπώνει τις αντιρρήσεις του. Παρ’ όλα αυτά δεν μπορεί να αναιρεθεί το γεγονός ότι πρόκειται για ένα εξαιρετικά εύστοχο δοκίμιο, που με μια πυκνή και ακριβόλογη γραφή αντιμετωπίζει με επιτυχία θέματα που απασχόλησαν την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, την πατερική σκέψη και την νεώτερη φιλοσοφική σκέψη.
Κατ’ αρχήν, ξεκινά με την παραδοχή ότι «το πρόσωπον ως έννοια και ως βίωμα είναι γέννημα και θρέμμα της πατερικής θεολογίας. Χωρίς αυτήν δεν είναι δυνατόν να κατανοηθή ούτε να δικαιωθή το βαθύτατον περιεχόμενόν του» (σελ. 941). Ισχυρίζεται ότι «η αρχαία ελληνική σκέψις αποδεικνύεται ανίκανη να συνθέση την μονιμότητα με την «ατομικότητα» και να δημιουργήση μιαν αληθινήν οντολογίαν του προσώπου ως έννοιας απολύτου. Διά να το επιτύχη αυτό η ελληνική σκέψις χρειάζεται μιαν ριζικήν αναθεώρησιν της οντολογίας της, πράγμα που επιτυγχάνουν, όπως θα δούμε, μόνον οι Έλληνες Πατέρες, χάρις εις τον χριστιανισμόν, αλλά και την ελληνικότητά τους» (σελ. 942).
Ο π. Ιωάννης διαπιστώνει ότι στον χώρο της θεατρικής κοιλότητας, στον χώρο της τραγωδίας και του τραγικού, οι αρχαίοι Έλληνες αποκτούν κάποια γεύση της ελευθερίας. Σε αυτόν τον χώρο εμφανίζεται ο όρος προσωπείον. Γράφει: «Το θέατρον, και ειδικά η τραγωδία είναι ο χώρος όπου διαδραματίζονται αι συγκρούσεις της ελευθερίας του ανθρώπου με την λογικήν αναγκαιότητα του ενιαίου και αρμονικού κόσμου, όπως τον αντελαμβάνοντο οι αρχαίοι Έλληνες. Εις το θέατρον ακριβώς ο άνθρωπος επιχειρεί να γίνη «πρόσωπον», να υψώση το ανάστημά του έναντι αυτής της αρμονικής ενότητος, η οποία του επιβάλλεται ως λογική και ηθική ανάγκη. Εκεί μάχεται τους θεούς και την μοίραν του, εκεί αμαρτάνει και παρανομεί, αλλά και εκεί πάντοτε μαθαίνει –κατά στερεότυπον αρχήν της αρχαίας τραγωδίας– ότι ούτε την μοίραν τελικά μπορεί να αποφύγη, ούτε την «ύβριν» των θεών να συνεχίζη ατιμώρητος, ούτε να αμαρτάνει χωρίς να υφίσταται τας συνεπείας. Έτσι διαπιστώνει τραγικά ότι η ελευθερία του είναι περιωρισμένη ή μάλλον ότι δεν υπάρχει δι’ αυτόν ελευθερία –αφού μια «περιωρισμένη ελευθερία» θα ήταν σχήμα οξύμωρον– και συνεπώς ότι το «πρόσωπόν» του δεν ήταν παρά «προσωπείον», κάτι που δεν συνδέεται με την αληθινήν υπόστασίν του, κάτι χωρίς οντολογικόν περιεχόμενον (σελ. 942).
Το οντολογικό πρόβλημα με το προσωπείον είναι πως, «ενώ δεν είναι άσχετον με το πρόσωπον, η σχέσις των όμως είναι τραγική: Εις τον αρχαίον ελληνικόν κόσμον το να είναι κανείς πρόσωπον είναι ένα επίθεμα της οντότητός του, δεν είναι αληθινή υπόστασίς του. «Υπόστασις» σημαίνει ακόμη «φύσιν», «ουσίαν». Θα χρειασθή να περάσουν αρκετοί αιώνες, διά να φθάση η ελληνική σκέψις εις το ιστορικόν ταυτισμόν «υποστάσεως» και «προσώπου»» (σελ. 942).
Βεβαίως, επειδή η προσέγγιση αυτή περιορίζεται αποκλειστικά στο οντολογικό επίπεδο, δεν ασχολείται διόλου με ό,τι συμβαίνει στον χώρο της πολιτικής και κοινωνικής πράξης. Η δημιουργία της αθηναϊκής δημοκρατίας, που κατά τον Κ. Παπαϊωάννου είναι θεατροκρατία, οφείλει πολλά στην ατμόσφαιρα που δημιούργησε το τραγικό και η αναζήτησή του. Ο Αθηναίος πολίτης μπορούμε να ισχυριστούμε ότι έχει ένα ιστορικό προνόμιο: Είναι φορέας και υποκείμενο δικαιωμάτων, μπορεί ο ίδιος να νομοθετεί, να είναι αυτό-νομος, να επιλέγει αυτούς που θα τον κυβερνούν.
Παρότι η αθηναϊκή δημοκρατία κατέρρευσε και την διαδέχθηκε η τυραννία, αφού πρώτα υπέπεσε σε όλους τους κινδύνους που κατά την τραγωδία ελλοχεύουν στον άνθρωπο, με πιο σοβαρή την «ύβριν», κατάφερε, στα πλαίσιά της, ο άνθρωπος να αποκτά εκείνον τον σεβασμό που να μπορεί να χαρακτηριστεί ως πρόσωπο. Παρόμοια και στους πλατωνικούς διαλόγους ελεύθερα διαλέγονται πρόσωπα με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, που δεν αφομοιώθηκαν από καμία υπερπρόσωπη ομάδα και συγκρούονται όχι μόνο αφηρημένες σκέψεις, αλλά και αποκρυσταλλωμένες ερμηνείες του κόσμου. Για παράδειγμα, η πλατωνική Πολιτεία έχει ως αφετηρία, την οποία επιχειρεί να αναιρέσει, την προκλητική σκέψη του Θρασύμαχου ότι δίκαιο είναι το συμφέρον του ισχυρού, δηλαδή, πέρα από κάθε κανονικότητα, τελικά το δίκαιο ταυτίζεται με την ισχύ.
Βεβαίως, επειδή η προσέγγιση αυτή περιορίζεται αποκλειστικά στο οντολογικό επίπεδο, δεν ασχολείται διόλου με ό,τι συμβαίνει στον χώρο της πολιτικής και κοινωνικής πράξης. Η δημιουργία της αθηναϊκής δημοκρατίας, που κατά τον Κ. Παπαϊωάννου είναι θεατροκρατία, οφείλει πολλά στην ατμόσφαιρα που δημιούργησε το τραγικό και η αναζήτησή του. Ο Αθηναίος πολίτης μπορούμε να ισχυριστούμε ότι έχει ένα ιστορικό προνόμιο: Είναι φορέας και υποκείμενο δικαιωμάτων, μπορεί ο ίδιος να νομοθετεί, να είναι αυτό-νομος, να επιλέγει αυτούς που θα τον κυβερνούν.
Παρότι η αθηναϊκή δημοκρατία κατέρρευσε και την διαδέχθηκε η τυραννία, αφού πρώτα υπέπεσε σε όλους τους κινδύνους που κατά την τραγωδία ελλοχεύουν στον άνθρωπο, με πιο σοβαρή την «ύβριν», κατάφερε, στα πλαίσιά της, ο άνθρωπος να αποκτά εκείνον τον σεβασμό που να μπορεί να χαρακτηριστεί ως πρόσωπο. Παρόμοια και στους πλατωνικούς διαλόγους ελεύθερα διαλέγονται πρόσωπα με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά, που δεν αφομοιώθηκαν από καμία υπερπρόσωπη ομάδα και συγκρούονται όχι μόνο αφηρημένες σκέψεις, αλλά και αποκρυσταλλωμένες ερμηνείες του κόσμου. Για παράδειγμα, η πλατωνική Πολιτεία έχει ως αφετηρία, την οποία επιχειρεί να αναιρέσει, την προκλητική σκέψη του Θρασύμαχου ότι δίκαιο είναι το συμφέρον του ισχυρού, δηλαδή, πέρα από κάθε κανονικότητα, τελικά το δίκαιο ταυτίζεται με την ισχύ.
prodromikos
ΣΧΟΛΙΟ: Ο εν λόγω ψευδο- θεολόγος ταυτίζει μέ τήν σκέψη του τούς όρους υπόσταση καί πρόσωπο, κάτι πού δέν έκαναν ποτέ οι Πατέρες. Είναι κατόρθωμα τού Αυγουστίνου.Ο οποίος μή έχοντας εμπιστοσύνη στόν όρο υπόσταση καθότι δέν υπάρχει ουσία ανυπόστατος καί επιθυμώντας νά θεμελιώσει τήν ενότητα τής Τριάδος στήν μία ουσία μίλησε γιά πρόσωπα καί σχέσεις. Σήμερα τής εξελίξεως ένεκεν ομιλούμε γιά τρία Εγώ, τού Ζηζιούλα συμπεριλαμβανομένου. Νά τί λέει ο Θεοδώρου."Δεν είχε θέλημα γνωμικό. Δεν ήθελε ξεχωριστά ως άνθρωπος, πράγμα που προϋποθέτει την ύπαρξη ανθρώπινου προσώπου και άφηνε ανοικτή τη δυνατότητα να υποπέσει ο Κύριος στην αμαρτία. Το ίδιο συμβαίνει και με τις ενέργειες του Χριστού. Ο Χριστός ενεργούσε ενιαία και τα θεία και τα ανθρώπινα, χωρίς η μία του ενέργεια να αντιφέρεται προς την άλλη."
Ο Ζηζιούλας τραγικά, από τό πρόσωπο κατέληξε στό προσωπείο.
Ούτε η Πατερική θεολογία αλλά ούτε καί η Αρχαία φιλοσοφία μείωσαν ποτέ τους τήν πραγματικότητα σέ έννοια. Ο Εγελος ανήκει στόν Γερμανικό Ιδεαλισμό.
Αμέθυστος
ΣΧΟΛΙΟ: Ο εν λόγω ψευδο- θεολόγος ταυτίζει μέ τήν σκέψη του τούς όρους υπόσταση καί πρόσωπο, κάτι πού δέν έκαναν ποτέ οι Πατέρες. Είναι κατόρθωμα τού Αυγουστίνου.Ο οποίος μή έχοντας εμπιστοσύνη στόν όρο υπόσταση καθότι δέν υπάρχει ουσία ανυπόστατος καί επιθυμώντας νά θεμελιώσει τήν ενότητα τής Τριάδος στήν μία ουσία μίλησε γιά πρόσωπα καί σχέσεις. Σήμερα τής εξελίξεως ένεκεν ομιλούμε γιά τρία Εγώ, τού Ζηζιούλα συμπεριλαμβανομένου. Νά τί λέει ο Θεοδώρου."Δεν είχε θέλημα γνωμικό. Δεν ήθελε ξεχωριστά ως άνθρωπος, πράγμα που προϋποθέτει την ύπαρξη ανθρώπινου προσώπου και άφηνε ανοικτή τη δυνατότητα να υποπέσει ο Κύριος στην αμαρτία. Το ίδιο συμβαίνει και με τις ενέργειες του Χριστού. Ο Χριστός ενεργούσε ενιαία και τα θεία και τα ανθρώπινα, χωρίς η μία του ενέργεια να αντιφέρεται προς την άλλη."
Ο Ζηζιούλας τραγικά, από τό πρόσωπο κατέληξε στό προσωπείο.
Ούτε η Πατερική θεολογία αλλά ούτε καί η Αρχαία φιλοσοφία μείωσαν ποτέ τους τήν πραγματικότητα σέ έννοια. Ο Εγελος ανήκει στόν Γερμανικό Ιδεαλισμό.
Αμέθυστος
Με ξετρελαίνει αυτό το ύφος της ΖιζουλιοΦραγκοπαναγιάς που έχει η γλυκιά του φατσούλα, συνήθως...
ΑπάντησηΔιαγραφή