Παρασκευή 5 Ιανουαρίου 2018

Οι Φαρισαίοι

Είναι φαρισαϊσμός το ότι ο πρωθυπουργός «δεν πρόδωσε, δεν εξαπάτησε και δεν είπε ψέματα», όπως ισχυρίζεται η σύζυγος του – αφού κανένας δεν του ζήτησε να αποφασίσει για τους Έλληνες ερήμην τους, πόσο μάλλον ενάντια στη δική τους βούληση, ελπίζοντας να μην επαναληφθεί η ιστορία στο θέμα της Μακεδονίας.  
Άποψη
Κανονικά δεν πρέπει να ασχολούμαστε με την πολιτική στην Ελλάδα, αφού κανένα κόμμα δεν τηρεί ποτέ τα υπεσχημένα, ενώ όλα διαπλέκονται και διαφθείρονται – μία θλιβερή παράδοση, στην οποία οφείλεται κυρίως η εξευτελιστική χρεοκοπία μας που αρνούμαστε ακόμη να παραδεχθούμε. Εν τούτοις, είναι δυστυχώς αδύνατον να μη σχολιάσει κανείς τους συνεχείς «φαρισαϊσμούς» (=λέξη συνώνυμη του υποκριτή) της κυβέρνησης – χωρίς φυσικά αυτό να σημαίνει πως η αξιωματική αντιπολίτευση είναι καλύτερη, κρίνοντας από την προκαταβολική αποδοχή της πολιτικής των μνημονίων παρά τις τεκμηριωμένα καταστροφικές τους συνέπειες.
Ειδικότερα, στο θέμα των πλειστηριασμών της πρώτης κατοικίας, όπου ο πρωθυπουργός είχε πει πως δεν θα επιτρέψει ποτέ στις τράπεζες να τους δρομολογήσουν, η θέση της κυβέρνησης του έχει αντιστραφεί εντελώς – ενώ, το χειρότερο, γίνονται προσπάθειες παραπλάνησης της κοινής γνώμης, με έναν τρόπο που κυριολεκτικά προσβάλλει τη νοημοσύνη όλων μας, ανεξάρτητα από το εάν είναι κανείς υπέρ ή κατά της συγκεκριμένης διαδικασίας.
Εν προκειμένω, η σημερινή ύπουλη τοποθέτηση της κυβέρνησης είναι πως πρέπει μεν να προστατευθεί η πρώτη κατοικία, αλλά χωρίς να διακινδυνεύσουν οι τράπεζες από τα κόκκινα δάνεια, ούτε να απειληθεί η επόμενη αξιολόγηση των πιστωτών – όταν οι τράπεζες διασώθηκαν από τους φορολογουμένους με τα 45 δις € που επιβάρυναν το χρέος ταυτόχρονα με τον αφελληνισμότους, έχουν αποσβέσει ένα πολύ μεγάλο μέρος των επισφαλειών τους, τους δόθηκε η δυνατότητα να αποσβένουν ζημίες στα επόμενα 20 χρόνια οπότε να μην πληρώνουν φόρους στο διηνεκές, ενώ τα κόκκινα δάνεια της πρώτης κατοικίας είναι μόλις 12 δις € (γράφημα).
Στα πλαίσια αυτά μοιράζονται κενές υποσχέσεις περί προστασίας της πρώτης κατοικίας, αλλά δεν ψηφίζεται κανένας νόμος – ενώ υπάρχουν λύσεις, όπως θα ήταν η διαγραφή εκείνου του μέρους των δανείων που έχουν αποσβέσει ήδη οι τράπεζες, η πώληση τους στους ιδιοκτήτες με την τιμή που προσφέρονται στα κερδοσκοπικά κεφάλαια κατά το παράδειγμα της Κύπρου, η μείωση των δόσεων κατά 50% με την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής, η πληρωμή ενοικίου από τους ιδιοκτήτες που να συμψηφίζεται αργότερα (Leaseback) κοκ.
Όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι έχουμε κάτι εναντίον των τραπεζών – ή πως δεν γνωρίζουμε ότι, είναι απαραίτητες για τη λειτουργία της οικονομίας. Είναι απαράδεκτο όμως να αντιμετωπίζονται διαφορετικά από ότι όλες οι άλλες επιχειρήσεις, οι οποίες χρεοκοπούν όταν κάνουν λάθη χωρίς να διασώζονται από κανέναν – ανεξάρτητα από το εάν οφείλονται στις ίδιες ή στις ευρύτερες οικονομικές συνθήκες.
Ακόμη χειρότερο είναι να εκβιάζονται οι Πολίτες με το «κούρεμα» των καταθέσεων τους (Bail-in) εάν εμποδίσουν τους πλειστηριασμούς, όπως αφήνει να εννοηθεί η κυβέρνηση – όταν γνωρίζει πολύ καλά πως από στην τρίτη δανειακή σύμβαση έχουν προβλεφθεί 20 δις € για τις τράπεζες, από τα οποία πήραν μόνο τα 5 δις €, ότι οι ισπανικές διασώθηκαν από την ΕΚΤ κλπ.
Κάτι σχετικά ανάλογο διαπιστώνεται και στο θέμα της Μακεδονίας, όπου δεν πρέπει να ξεχνάμε πως πρόκειται για ένα εξαιρετικά πολύτιμο «Brand name» – προφανώς λόγω του Μ. Αλεξάνδρου, αλλά και γενικότερα εξαιτίας της ιστορίας της. Εδώ η κυβέρνηση, υφιστάμενη πιέσεις να «ξεπουλήσει» το όνομα όπως άλλωστε τις δημόσιες επιχειρήσεις,  λειτουργεί επίσης με φαρισαϊσμό – ισχυριζόμενη πως στις δημοκρατίες αποφασίζει η πλειοψηφία στη Βουλή, παρά το ότι γνωρίζει πολύ καλά πως η πλειοψηφία υπεξαιρέθηκε μέσω των αμέτρητων ψεύτικων δεσμεύσεων της, ενώ η σημερινή σύνθεση της Βουλής δεν αντιπροσωπεύει την εκλογική της δύναμη.
Ακόμη όμως και να μην ήταν έτσι, στα εθνικά θέματα απαιτείται η σύμφωνη γνώμη των Πολιτών, με τη βοήθεια της διενέργειας δημοψηφισμάτων – τα οποία βέβαια πρέπει να γίνονται απολύτως σεβαστά από τις κυβερνήσεις, όπως προβλέπεται από το Σύνταγμα και όχι να ανατρέπονται με ενδοτικό τρόπο, όπως συνέβη το 2015. Εάν είχε διενεργηθεί άλλωστε δημοψήφισμα το 2011, πριν την υπογραφή του PSI, η Ελλάδα θα ήταν σε πολύ διαφορετική θέση σήμερα – έχοντας διατηρήσει την εθνική της κυριαρχία.
Περαιτέρω, η δήθεν «καθαρή έξοδος» στις αγορές το 2018 που η κυβέρνηση της άλλαξε όνομα πρόσφατα σε «αυτόνομη», χωρίς τη στήριξη της ΕΚΤ (QE) αποτελεί έναν ακόμη φαρισαϊσμό – αφού δεν πρόκειται η χώρα να δανεισθεί με βιώσιμα επιτόκια, όταν η οικονομική της κατάσταση είναι τρισχειρότερη σε σχέση με το 2010. Πόσο μάλλον όταν ο μοναδικός αγοραστής των ιταλικών ομολόγων σήμερα είναι η ΕΚΤ, σύμφωνα με τη Citigroup (πηγή) – ενώ προφανώς η ιταλική οικονομία είναι ισχυρότερη από την ελληνική και η χώρα σε καλύτερη θέση.
Έχοντας χάσει πάνω από το 25% του ΑΕΠ, το 20% της ιδιωτικής κατανάλωσης και το 65% των ακαθάριστων παγίων επενδύσεων, με τους φόρους να αυξάνονται συνεχώς καταστρέφοντας ότι έχει απομείνει ακόμη όρθιο στη χώρα, με δημόσιο χρέος στο 180% και με κόκκινο ιδιωτικό στο 140%, είναι φαρισαϊσμός να μιλάμε για μία αυτόνομη έξοδο στις αγορές ή για μία βιώσιμη ανάπτυξη – πόσο μάλλον με ελέγχους κεφαλαίων που έχουν υπερβεί τα δύο χρόνια και με ένα τραπεζικό σύστημα που υποφέρει όχι τόσο από τα κόκκινα δάνεια, όσο από την άθλια οικονομική κατάσταση της χώρας και των Πολιτών της, οι μελλοντικές προοπτικές των οποίων επιδεινώνονται συνεχώς.
Συνεχίζοντας, είχαμε πει από την περίοδο ακόμη που κυβερνούσε η ΝΔ πως η Ελλάδα είχε μόνο δύο λύσεις στη διάθεση της: (α) την εφαρμογή των μνημονίων βασιλικότερα του βασιλιά, με την ελπίδα πως οι πιστωτές θα διαγράψουν ένα μεγάλο μέρος του χρέους όπως υποσχέθηκαν το 2012 – μία έωλη ελπίδα αφού κανένας δεν διαγράφει εκούσια χρέη όταν έχει υποθηκεύσει περιουσιακά στοιχεία πολλαπλάσιας αξίας, έχοντας επί πλέον κλείσει όλες τις εξόδους διαφυγής με το PSI και (β) τη σύγκρουση με τους πιστωτές.
Εν προκειμένω, οι Έλληνες με το δημοψήφισμα του 2015 αποφάσισαν καλώς ή κακώς τη σύγκρουση, παρά τις κλειστές τράπεζες και τις επαίσχυντες απειλές της Γερμανίας – οπότε ο πρωθυπουργός δεν είχε το δικαίωμα να μην σεβαστεί την απόφαση τους, επιλέγοντας μόνος του την εφαρμογή των μνημονίων βασιλικότερα του βασιλιά (έναντι των ακόμη χειρότερων «ήξεις αφήξεις» του κ. Σαμαρά), αφού είχε τη λύση της παραίτησης στη διάθεση του. Οφείλουμε εδώ να υπενθυμίσουμε τα εξής:
«Το 2012, σε μια προσπάθεια να καταλήξει σε κάποιο συμπέρασμα για τη μεγαλύτερη σε διάρκεια ύφεση στην ιστορία, το BBC χαρακτήρισε την ελληνική ύφεση τη μακροβιότερη μετά της Λιβερίας (17 χρόνια) και του Τατζικιστάν (9 χρόνια).
Το 2014, ελληνική τράπεζα σε ανάλυσή της ανέφερε ότιη ελληνική ύφεση της περιόδου 2007-2013 συγκαταλέγεται ως μία εκ των μεγαλύτερων στη σύγχρονη ιστορία των οικονομιών της αγοράςΕιδικότερα, σε όρους συσσωρευμένης πτώσης του πραγματικού ΑΕΠ, την πρώτη θέση κατέχει ο Καναδάς (33,46%, κατά την περίοδο 1929-1933), ακολουθούν οι ΗΠΑ (30,76%, 1929-1933), η Ελλάδα (27%, 2007-2015), η Αργεντινή (20,54%, 1980-1989), η Χιλή (18,92%, 1981-1983), η Γαλλία (15,94%, 1929-1932), το Μεξικό (14,08, 1981-1988), η Βραζιλία (13,41%, 1980-1983), η Ιρλανδία (13%, 2007-2016), η Ισπανία (10%, 2007-2013) και η Πορτογαλία (9%, 2007-2013).
Εν τούτοις, εκτός του ότι ξεχάσθηκε η Ισλανδία, το ΑΕΠ δεν είναι το μοναδικό κριτήριο, όσον αφορά την κρίση, στην οποία έχει βυθιστεί μία χώρα – αλλά, επίσης, η ανεργία, οι χρεοκοπίες των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, η πτώση της βιομηχανικής παραγωγής κοκ. Στα περισσότερα δε από αυτά τα μεγέθη η Ελλάδα κατέχει την πρώτη θέση στην παγκόσμια ιστορία, όσον αφορά κυρίως τη διάρκεια τους – όπως επίσης στο γεγονός ότι, μετά από 7 χρόνια κρίσης δεν διαγράφεται καμία απολύτως θετική προοπτική για το μέλλον, ενώ η συνεχής καθοδική πορεία δεν έχει φτάσει ακόμη στο τέλος της» (πηγή).
Ολοκληρώνοντας, είναι επίσης φαρισαϊσμός το ότι ο πρωθυπουργός «δεν πρόδωσε, δεν εξαπάτησε και δεν είπε ψέματα», όπως ισχυρίζεται η σύζυγος του (πηγή) – αφού κανένας δεν του ζήτησε να αποφασίσει για τους Έλληνες ερήμην τους, πόσο μάλλον ενάντια στη δική τους βούληση. Ευτυχώς βέβαια για τον ίδιο, τα πρόβατα συνεχίζουν να σιωπούν περιμένοντας υπομονετικά τη σειρά τους – ενώ η επίκληση της ηθικής αριστερής ιδεολογίας δεν είναι μόνο φαρισαϊσμός αλλά βαθιά προσβολή για όλους τους οπαδούς της, τους οποίους ασφαλώς σεβόμαστε παρά το ότι δεν συμμεριζόμαστε τα «πιστεύω» τους.
Υστερόγραφο: Όπως σε μία εταιρεία δεν θεωρείται πως η μη κλοπή του διευθυντή της αποτελεί θετικό, αλλά αυτονόητο χαρακτηριστικό του, έτσι και σε μία χώρα η εντιμότητα του πρωθυπουργού της. Αυτό που έχει σημασία περαιτέρω δεν είναι η μη πρόκληση ζημιών εκ μέρους του, κάτι που δεν μπορούμε να ισχυρισθούμε όσο συμπαθής και αν μας είναι, αλλά η επιτυχής (κερδοφόρα) διακυβέρνηση – η οποία προϋποθέτει εν πρώτοις την πιστή τήρηση των δεσμεύσεων του και τις ανάλογες ικανότητες, αφού ο ίδιος έκρινε πως είναι σε θέση να ανταπεξέλθει με τις απαιτήσεις της θέσης που μόνος του ζήτησε να πάρει με την εκλογή του από τους Πολίτες, ενώ κανένας δεν τον υποχρέωσε.
Στα πλαίσια αυτά το να θεωρεί πως κάνει σωστά τη δουλειά του απλά και μόνο επειδή δεν έχει διαφθαρεί όπως οι προηγούμενοι, σύμφωνα με τις δηλώσεις της συζύγου του, δεν είναι προς τιμήν του – αφού το ζητούμενο από τον πρωθυπουργό μίας χώρας είναι η διασφάλιση της αξιοπρέπειας και της ανόδου του βιοτικού επιπέδου των Πολιτών της, προφανώς σε συνθήκες εθνικής ανεξαρτησίας, όπου δυστυχώς απέτυχε παταγωδώς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου