Δευτέρα 5 Φεβρουαρίου 2018

Διονύσιος Αρεοπαγίτης! Ένας Χριστιανός Πρόκλος; (18)


Διονύσιος Αρεοπαγίτης! Ένας Χριστιανός Πρόκλος; 
Του Werner Beierwaltes.
          
3. Πρόσληψη του "Τίμαιου".
          
Η κοσμολογική σημασία τής ταυτότητος, τής καθοριστικής ή τής επαναφέρουσας και τής διαφοράς, τείνουσας στην πολλαπλότητα, γίνεται φανερή στην πρόσληψη τού Τίμαιου απο μέρους τού Πρόκλου.
          Ο Δημιουργός τού Πλατωνικού Τίμαιου (35α...) μορφοποιεί την ψυχή τού κόσμου σαν έναν διπλασιασμένο κύκλο: σαν την ενότητα τού κύκλου τού ιδίου και τού άλλου. Σε μία πλατωνική προοπτική αυτό συμπίπτει με το θεμέλιο-γεωμετρικώς λαμβανόνενο-το λογικό και οντολογικό τής σφαίρας τών σταθερών άστρων και της εκλειπτικής. Αδιαφορώντας εν μέρει για το πρωτογενές νόημα τού χωρίου τού Πλάτωνος, στο οποίο ο εξωτερικός κύκλος ταυτίζεται με εκείνον τού ιδίου, ο εσωτερικός κύκλος με εκείνον τού άλλου-ο Πρόκλος ταυτίζει τον εσωτερικό κύκλο ή στραμένο πρός το-εσωτερικό, με εκείνον του ιδίου και τόν εξωτερικό κύκλο ή στραμμένου πρός το εξωτερικό, με εκείνον του άλλου. Γι'αυτόν τον λόγο προσαρμόζει το κείμενο στην δική του βασική εννοιολόγηση, στην οποία η ετερότης κατανοείται σαν η αιτία ή η πραγματική εξέλιξη τής προόδου, διαιρέσεως, πλήθους ή δυάδος (Τίμαιος ΙΙ 242 1 και 238,17) και την ταυτότητα με την σειρά της σαν αιτία ή πράξη τής επιστροφής, τής ένωσης, τού Ενός ή μονάδος. Συμμορφούμενος σ'αυτό, ο κύκλος του ιδίου οδηγεί την σκέψη τής ψυχής στο θεμέλιό της, στον "ΝΟΥ" (επιστροφή) και ο κύκλος τού άλλου καθιστά εφικτό ώστε η ψυχή να γνωρίζει αυτό που εμπίπτει κάτω απο τα αισθητήρια και να εισέρχεται στην κατοχή της πρόνοιας (πρό-βλεψης) στον κόσμο (πρόοδος).
          Σύμφωνα με τον δικό της τρόπο γνώσεως και πράξης, η ψυχή-σαν ένα όν το οποίο έχει τον δικό του καθορισμό στα "γένη" του -είναι μία ενότης καθαυτή διαφοροποιημένη αλλά αχώριστη, ενότητος και πολλαπλότητος, ταυτότητος και ετερότητος, ησυχίας και κίνησης, ορίου και απεραντοσύνης.
          Στην δημιουργική της δραστηριότητα, μετέχει τού κόσμου σ'αυτή την ουσία της. Γι'αυτόν τον λόγο το είναι τού κόσμου είναι δομημένο σύμφωνα με την ταυτότητα και την ετερότητα και επομένως είναι καθορισμένο και απο την αντίθεση. Σαν το πιό "δυνατό" στοιχείο, που αντιστοιχεί στην βασική κίνηση του νού στην ψυχή τού κόσμου (επιστροφή), η ταυτότης εναρμονίζει κάθε αντίθεση με την ενότητα. Έτσι το ίδιο το Ένα επιβάλλεται και στον αισθητό κόσμο μέσω τής ταυτότητος και παρά την ετερότητα, σαν η καθολική αρχή, μεσολαβημένο απο τον Δημιουργό και την ψυχή του κόσμου. Μόνον γι'αυτόν τον λόγο αυτή είναι ο "κόσμος" ο οποίος μεσολαβεί εις εαυτόν τις αντιθέσεις.
          Η εννοιολογική σύσταση τής ετερότητος, φανερωμένη σε σημαντικά σύνθετα σκέψεων, καθιστά δυνατή μέσω τής νεοπλατωνικής σκέψης απλώς, αλλά ιδιαιτέρως μέσω εκείνης του Πρόκλου, την σύνθετη διατύπωση: η ετερότης είναι, ακόμη και όπου δέν ονομάζεται ακριβώς, το αρνούμενο-κινούμενο στοιχείο στο σύστημα τού όντος. Παράγει την αυτοδιαφοροποίηση τού Ενός στο πολλαπλό, τον πολλαπλασιασμό. Αυτός ο πολλαπλασιασμός δέν θα έπρεπε να έχει θέση στο θεμέλιο, αλλά καθώς είναι παρόν-σαν ιδίωσις (απομόνωσις), απόσπαση (αποσπάσθαι), αλλοτρίωση-αυτός γίνεται αυτό που κινεί αυτή την φιλοσοφία, ακριβώς στην προσπάθεια της να τον υπερβεί στην σκέψη. Η "ταυτότης" τού Ενός και η "μειωτική ταυτίζουσα" σκέψη, εισέρχονται και περιορίζουν λοιπόν την διαφορά μ'έναν τέτοιο τρόπο ώστε το όλον-εκτός του ιδίου Ενός το οποίο είναι απολύτως ξένο πρός την διαφορά-δέν γίνεται ποτέ μία πολλαπλότης χαώδης, αλλά παραμένει πάντοτε μία ταυτότης στην διαφορα. Η υπεροχή, η προτεραιότης τής ταυτότητος υποχρεώνει επομένως την φιλοσοφία να βρεί, στην υποταγή των ξεχωριστών βαθμών, ακριβώς την ταυτότητα της, ή την δυναμική ενότητα. Θα ήταν μία παρεξήγηση τής προθέσεως τού Πρόκλου, εάν δέν τοποθετούσαμε την προσοχή μας, μέσω της διαφοροποιήσεως, την οποία χρησιμοποιεί μέχρι υπερβολής, στην πιό δυνατή τάση, στην ταυτότητα απο την διαφορά. Το Ένα θα γινόταν τότε ο σαθρός λόγος, ένα θέμα μικρής σημασίας.
          Οι τρείς πλευρές οι οποίες υπογραμμίζουν την ετερότητα, εκείνη πάνω απ'όλα της προφορικής διαλεκτικής τού Πλάτωνος, εκείνη η οντολογική κατηγοριακή τού Σοφιστή και του Παρμενίδη, έτσι όπως και εκείνη η κοσμολογική τού Τίμαιου, ανέπτυξαν στον Μεσαίωνα και στην Αναγέννηση, μέσω μιας διαφοροποιημένης νεοπλατωνικής μεσολαβήσεως, μία πολύ γόνιμη ιστορία. Τις ξαναβρίσκουμε τόσο στο δόγμα των αριθμών, στην κοσμολογία, στο θέμα γύρω απο την σχέση τού Θεού με τον κόσμο και στην οντολογία. Οι κύριοι εκπρόσωποι υπήρξαν ο Βοήθιος, ο Αβελάρδος του Μπάθ, ο πλατωνισμός της Chartres και ο Bernardo Silbestre!
          Κάτω απο την άμεση επιρροή τής σκέψης τού Πρόκλου το πρόβλημα τής ετερότητος διαφοροποιήθηκε και σταθεροποιήθηκε στον Κουζάνο μέσα στο πλαίσιο της "ταυτότητος και διαφοράς"! Unitas (identitas) e alteritas, infinitas e finitum δέν είναι πλέον λειτουργίες της πρώτης αρχής, αλλά καθότι η πρώτη αρχή η ίδια (identitas) και στο πλαίσιο του αρχόμενου (alteritas), είναι σε διαλεκτική σχέση. Ότι ο Θεός, σαν unum ή nuus (Ένα) θα μπορούσε να υπολογισθεί σαν identitas, προϋπέθετε οπωσδήποτε την επαναθεμελίωση του Ενός του Πρόκλου σε μία έννοια Χριστιανική του Θεού μέσω του Διονυσίου του Αρεοπαγίτου. Ενώ το Ένα τού Πρόκλου δέν μπορεί να λεχθεί και δέν μπορεί να είναι ούτε ίδιον ούτε άλλο-είναι "έτερον πάντων", όπως είδαμε μόνον απο την άποψη των έτερα και δέν είναι καθαυτό κατ'ουσίαν, - ο Χριστιανικός Θεός, εκ της εννοίας του, είναι εις εαυτόν αναγκαίως με σχέσεις: είναι Τριάς, σκέψη του εαυτού του, ιδεατότης του κόσμου. Επομένως Αυτός είναι ταυτοχρόνως αυτός και έτερος (περί θ. ονομάτων IX 4...). Και έτσι γίνεται εύκολα κατανοητή η απόδοση τού Απολύτου πράγματος που έδωσε ο Cusano στον Θεό. Σαν Τριαδικό απόλυτο όν ή απόλυτη ενότης, ο Θεός θεμελιώνει τον κόσμο, ο οποίος είναι καθολικώς "συνιστάμενος απο την ενότητα και απο την ετερότητα, οι οποίες περνούν αμοιβαίως η μία στην άλλη". Η ετερότης είναι ο τρόπος στον οποίο η απόλυτη ταυτότης ξεδιπλούται και επομένως γίνεται προσβάσιμη στην σκέψη. Απο την στιγμή που αυτή η ετερότης η οποία συστήνει κάθε όν, δέν μπορεί να ξεπεραστεί ολοκληρωτικώς  απο την σκέψη μας, η γνώση είναι δυνατή μόνον σαν τέχνη συνδέσεως, συνδετική, στην οποία αποκλείεται τελικώς η ακριβής αλήθεια!
          Απο το άλλο μέρος αυτό σημαίνει ότι η μετοχή του όντος στο θεμέλιο του Είναι και αυτού που γνωρίζει στο θεμέλιο τής αλήθειας καθίσταται εφικτή απο την διαλετική συνεργασία απο το ερμηνευτικό δόσιμο του εαυτού τής Θείας ταυτότητος στο όν και στην διακριτική δύναμη τής ετερότητος, η οποία γίνεται συστατική για το όν ακριβώς μέσω τής αναπτύξεως, της εξόδου, Αυτή η σκέψη του Cusano διαδραμάτισε σημαντικό ιστορικό λόγο στην εξέλιξη της Θεολογίας.

Συνεχίζεται
Αμέθυστος. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου