Συνέχεια από:Τετάρτη 31 Ιανουαρίου 2018
ΑΝΤΙΦΑΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΣΤΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΥΣ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΜΟΝΤΕΡΝΟΥΣ.
του Enrico Berti.
Πρίν αναφέρει κάποιο παράδειγμα,
σχετικά με όσους ερευνούν χωρίς να έχουν αναπτύξει πρίν όλες τις απορίες
(διαπορήσαι), εφαρμογής αυτής τής προόδου, ας παρατηρήσουμε ότι, η
θεωρητικοποίησή του δέν είναι σπάνια στον Αριστοτέλη! Την συναντούμε και στα
έργα τής φυσικής και τής ηθικής, οπουδήποτε δηλαδή δέν δίνονται ήδη οι αρχές
και επομένως δέν μπορούμε να προχωρήσουμε αποδεικτικά (κάτι που σημαίνει σε όλα
όσα για μάς είναι τα μέρη τής φιλοσοφίας).
Βεβαιώνει λοιπόν στην Φυσική, σχετικά
με την έννοια τού τόπου: "οφείλουμε να επιμείνουμε να οδηγήσουμε την
έρευνα μ'έναν τέτοιο τρόπο ώστε να προκύπτει η ουσία, έτσι ώστε να λύνονται οι
απορίες (τα τε απορούμενα λύεσθαι) και οι ιδιότητες οι οποίες μοιάζουν να
ανήκουν στον τόπο να τού ανήκουν τελικώς και επιπλέον η αιτία τών δυσκολιών και
τών αποριών που τίθενται σχετικά μ'αυτόν να ξεκαθαρίζουν: Έτσι κάθε πράγμα θα
έχει αποδειχθεί με τον καλύτερο τρόπο (κάλλιστα δεικνύοιτο)". (Φυσ. 211 α 7-11).
Εδώ η λύση τών αποριών εξισώθηκε με την καλύτερη τών αποδείξεων.
Και στο "Περί ουρανού":
καθορισμένα αυτά τα πράγματα ας δούμε στην συνέχεια εάν ο ουρανός είναι
αγένητος ή γενητός, και άφθαρτος ή φθαρτός, διατρέχοντας κατά πρώτον τις γνώμες
τών άλλων. Διότι οι αποδείξεις τών αντιθέτων θέσεων συνίστανται από τις απορίες
γύρω από τίς αντίθετες σ'αυτές (αἱ γὰρ τῶν ἐναντίων ἀποδείξεις ἀπορίαι περὶ τῶν ἐναντίων εἰσίν). Ταυτοχρόνως τα πράγματα που θα πούμε θα προκύψουν πιό
πιστευτά για όσους έχουν ακούσει πρίν την κριτική διαμάχη τών αντιτιθεμένων
επιχειρημάτων (Περί ουρανού, 279 α 4-9). Η πιό ενδιαφέρουσα δήλωση εδώ είναι
ότι η απορία η οποία είναι εσωτερική σε μία θέση, δηλαδή η αντίφασή της,
ισούται με την απόδειξη τής ενάντιας σ'αυτή θέσεως.
Πώς φανερώνεται η εσωτερική αντίφαση
σε μία θέση; Μέσω τής αναιρέσεως. Να λοιπόν το χωρίο από τα Ηθικά Ευδήμεια το
οποίο λέει: "είναι καλό λοιπόν να εξετάζονται αυτές οι γνώμες (ἐξετάζειν),
καθότι οι αναιρέσεις τών επιχειρημάτων τών αντιπάλων είναι αποδείξεις τών
εναντίων επιχειρημάτων (οἱ γὰρ τῶν ἀμφισβητούντων ἔλεγχοι τῶν ἐναντιουμένων αὐτοῖς λόγων ἀποδείξεις εἰσίν)" [Ηθ. Ευθ. 1215 α 5-7]. Εδώ βρίσκεται όλη η αποδεικτική αξία
τής αναιρέσεως και τής διαλεκτικής.
Τέλος στα Ηθικά Νικομάχεια ο
Αριστοτέλης δηλώνει: "Πρέπει, όπως και στις άλλες περιπτώσεις, αφού έχουμε
τοποθετήσει τα πράγματα που φαίνονται (τιθέντας τὰ φαινόμενα, δηλαδή τις
γνώμες) και αφού έχουμε αναπτύξει τις απορίες (διαπορήσαντας), με αυτόν τον
τρόπο να αποδείξουμε πρώτα απ'όλα όλες τις γνώμες που αξίζουν σεβασμού (πάντα τὰ ἔνδοξα) σχετικά μ'αυτές τις
επιθυμίες και τα πάθη ή διαφορετικά, τις πιό διαδεδομένες και κυριώτερες. Διότι
εφόσον λυθούν οι δυσκολίες (λύηταί τε τὰ δυσχερῆ) και έχουν διατηρηθεί οι
αξιόλογες γνώμες θα έχει αποδειχθεί αρκετά (δεδειγμένον ἂν εἴη ἱκανῶς)" [Ηθ. Νικ. 1145 b 2-7].
Ας σημειώσουμε ότι εδώ τα ένδοξα εκτός του ότι χρησιμοποιούνται σαν
προϋποθέσεις από τις οποίες απάγονται οι επιπτώσεις, μπορούν να αποδειχθούν
όταν οι επιπτώσεις τών εναντίων σ'αυτά απόψεων, αφού έχουν αναπτυχθεί διαλεκτικώς, καταλήγουν αδύνατον να
υποστηριχθούν. Αυτό σημαίνει ότι το ένδοξο (η γνώμη) δέν αντιτίθεται στην
αλήθεια, αλλά μπορεί να συμπέσει μ'αυτή, όπως η διαλεκτική δέν αντιτίθεται στην
γνώση, αλλά μπορεί να αποτελέσει την δομή, την πρόοδο. Φυσικά η συνθήκη ώστε
όλα αυτά να συμβούν, είναι η σχέση τους, με θέσεις πραγματικά αντιφατικές οι μέν
στις δέ, στις οποίες είναι δυνατόν να εφαρμοστεί η αρχή τής τρίτου αποκλείσεως.
Αλλά ας δούμε μερικές εφαρμογές αυτής τής προόδου από μέρους τού Αριστοτέλη. Είδαμε ήδη την απόδειξη διά της αναιρέσεως (ἀποδεῖξαι ἐλεγκτικώς) τής αρχής τής μή-αντιφάσεως. Παρ'όλα αυτά αποτελεί μία ιδιαίτερη περίπτωση, διότι η αναίρεση αυτή δέν συνίσταται στην μείωση σε αντίφαση τής θέσεως τού αντιπάλου, αλλά στην φανέρωση τής αδυνατότητός της, κάτω από την απειλή τής ασημαντότητος ή ακόμη και τής σιωπής φυτικού τύπου. Οι καλύτερες αποδείξεις διά αναιρέσεως περιέχονται στο ΙΙΙ βιβλίο τής Μεταφυσικής όπου παρουσιάζονται σαν εφαρμογές τής αρχής τής τρίτου αποκλείσεως. Αντικείμενο αυτών τών αναιρέσεων είναι οι μονοσήμαντες θέσεις οι αναφερόμενες σε όλα τα όντα (τὰ μοναχῶς λεγόμενα καὶ κατὰ πάντων τα μοναχώς λεγόμενα και κατά πάντων) δηλαδή εκείνη σύμφωνα με την οποία "τίποτα δέν είναι αληθές" δηλαδή όλα είναι ψευδή και ή αντίθετή της "όλα είναι αλήθεια".
Αλλά ας δούμε μερικές εφαρμογές αυτής τής προόδου από μέρους τού Αριστοτέλη. Είδαμε ήδη την απόδειξη διά της αναιρέσεως (ἀποδεῖξαι ἐλεγκτικώς) τής αρχής τής μή-αντιφάσεως. Παρ'όλα αυτά αποτελεί μία ιδιαίτερη περίπτωση, διότι η αναίρεση αυτή δέν συνίσταται στην μείωση σε αντίφαση τής θέσεως τού αντιπάλου, αλλά στην φανέρωση τής αδυνατότητός της, κάτω από την απειλή τής ασημαντότητος ή ακόμη και τής σιωπής φυτικού τύπου. Οι καλύτερες αποδείξεις διά αναιρέσεως περιέχονται στο ΙΙΙ βιβλίο τής Μεταφυσικής όπου παρουσιάζονται σαν εφαρμογές τής αρχής τής τρίτου αποκλείσεως. Αντικείμενο αυτών τών αναιρέσεων είναι οι μονοσήμαντες θέσεις οι αναφερόμενες σε όλα τα όντα (τὰ μοναχῶς λεγόμενα καὶ κατὰ πάντων τα μοναχώς λεγόμενα και κατά πάντων) δηλαδή εκείνη σύμφωνα με την οποία "τίποτα δέν είναι αληθές" δηλαδή όλα είναι ψευδή και ή αντίθετή της "όλα είναι αλήθεια".
Γι'αυτές λέει ο Αριστοτέλης :
"συμβαίνει λοιπόν σε όλους αυτούς τούς λόγους το πολυθρύλητο εκείνο άτοπο,
να αναιρούν δηλαδή τον εαυτό τους, διότι εκείνος που λέει ότι όλες οι γνώμες
είναι αληθινές, καθιστά αληθινό και το αντίθετο στο δικό του επιχείρημα, έτσι
ώστε το δικό του να μήν είναι πιά αληθινό (ώς πράγματι ο αντίθετος λόγος λέει
ότι ο δικός του δέν είναι αληθινός). Εκείνος δέ που λέει ότι όλες οι γνώμες
είναι ψευδείς, λέει αυτός ο ίδιος ότι και αυτός είναι στο ψεύδος. Εάν όμως
κάνουν μία εξαίρεση και εξαιρέσει ο ένας τον αντίθετο λόγο λέγοντας ότι μόνον
αυτός ο λόγος από όλους τούς άλλους δέν είναι αληθινός το ίδιο θα ισχυρισθεί
και ο άλλος για τον δικό του λόγο, το λιγότερο που προκύπτει είναι ότι
αναγκάζονται να δεχθούν ότι άπειροι λόγοι είναι αληθινοί και ψευδείς. Γιατί ο
λόγος που λέει το αληθές είναι αληθές, είναι και αυτός αληθής και αυτό θα συνεχίζει επ'άπειρον" (Μετ. 1012 α 29-31).
Εδώ ο Αριστοτέλης συμπεραίνει από κάθε
μία από τις δύο προτάσεις οι οποίες είναι αντίθετες μεταξύ τους (τέτοιες είναι
οι προτάσεις καθολικού υποκειμένου, αντιστοίχως επιβεβαιωτικές και αρνητικές), μία αυτοάρνηση, δηλαδή μία εσωτερική σ'αυτή αντίφαση, και συνεπώς τίς καθιστά ψευδείς! Αλλά από την αναλήθεια και των δύο προτάσεων καθολικού υποκειμένου
συνάγεται αναγκαίως, βάσει της αρχής τής μέσου αποκλείσεως, η αλήθεια τών
αντιφατικών σ'αυτές, εκείνες δηλαδή ιδιαιτέρου υποκειμένου: κάτι είναι αληθές
και κάτι είναι ψευδές, οι οποίες έχουν την ίδια αξία. Αυτές οι τελευταίες είναι
αποδεδειγμένες ακριβώς μέσω αναιρέσεως!
Εάν σε κάποιον αυτή η απόδειξη, η
οποία εξάλλου δέν είναι άλλη από την διάσημη αναίρεση τού σκεπτικισμού, μπορεί
να φανεί τυπική, δηλαδή κενή, διότι δέν λέει σε τί συνίσταται η αλήθεια, δηλαδή
ποιός είναι ο αληθινός λόγος και ποιός ο ψευδής, μπορούμε να λάβουμε υπ'όψιν
μας κάτι πιό ενδιαφέρον εξ'απόψεως τής αλήθειας, δηλαδή κάποια πρόταση υψηλού
φιλοσοφικού περιεχομένου, όπως π.χ. την απόλυτη ακινησία τού Παρμενίδη ή την
απόλυτη κινητικότητα τού Ηράκλειτου και να αποδείξουμε ότι ο Αριστοτέλης
εφαρμόζει σ'αυτές ακριβώς τον ίδιο τύπο αναιρέσεως. Πάντοτε στο ΙΙΙ βιβλίο
τής Μεταφυσικής λοιπόν, εξετάζει άλλα δύο παραδείγματα "προτάσεων δηλωμένων
με μονοσήμαντο τρόπο οι οποίες αναφέρονται σε όλα τα όντα" δηλώνοντας :
"Είναι φανερό ότι δέν λένε την αλήθεια ούτε όσοι λένε ότι τα πάντα ηρεμούν
ούτε όσοι λένε ότι τα πάντα κινούνται. Γιατί αν όλα βρίσκονται σε ηρεμία, τα
ίδια πράγματα θα είναι πάντοτε αληθή και πάντοτε ψευδή, αλλά είναι φανερό ότι
τα πράγματα μεταβάλλονται : διότι το ίδιο το πρόσωπο που υποστηρίζει αυτή την θέση,
υπήρχε χρόνος που δέν υπήρχε και εκ νέου δέν θα υπάρχει. Εάν δε τα πάντα
κινούνται, τίποτε δέν θα είναι αληθές, άρα τα πάντα ψευδή, αλλά έχουμε αποδείξει
ότι αυτό είναι αδύνατον. Αλλά ούτε είναι δυνατόν όλα τα πράγματα να ηρεμούν ή
να κινούνται κάποτε, διότι δέν υπάρχει όν με αιώνια κατάσταση, γιατί υπάρχει
κάτι που αιώνια κινεί τα κινούμενα και αυτό το πρώτον κινούν ακίνητον"
(Μετ. 1012 b 33-41).
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου