Τετάρτη 21 Μαρτίου 2018

ΑΝΤΙΦΑΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ (45 )

Συνέχεια από:Τετάρτη 28 Φεβρουαρίου 2018

ΑΝΤΙΦΑΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΣΤΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΥΣ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΜΟΝΤΕΡΝΟΥΣ.
του Enrico Berti.
        

  Έχουμε και εδώ λοιπόν μία επιχειρηματολογία η οποία είναι δομικά ίδια με την προηγούμενη : αναιρούνται δύο θέσεις αντίθετες μεταξύ τους, μέσω τής μειώσεως τής καθεμιάς σε μία αντίφαση και συνεπώς επιβεβαιώνεται η αλήθεια τής αντιφατικής θέσης αμφοτέρων, δηλαδή ότι κάτι είναι πάντοτε σε ηρεμία και κάτι είναι πάντοτε σε κίνηση, η οποία στην αριστοτελική σύλληψη εξισούται ούτε πολύ ούτε λίγο με την θεωρία τού κινητού ακινήτου! Η θέση τής συμπαντικής ακινησίας, η οποία μας επαναφέρει στον Παρμενίδη, αναιρείται από την ίδια την αλλαγή αυτού που την δηλώνει, ο οποίος στο παρελθόν δέν υπήρχε και στο μέλλον εκ νέου δέν θα υπάρχει!
          Αυτή είναι μία ωμή αναφορά στην υπαρξιακή εμπειρία, δηλαδή στο αναμφισβήτητο δεδομένο του θανάτου, τής θνητότητος. Σε άλλο σημείο ο Αριστοτέλης αναιρεί την ίδια αυτή τήν ακινησία παρατηρώντας ότι "ακόμη και αν ήταν λανθασμένη αυτή η γνώμη η κίνησις θα υπήρχε εξίσου, όπως επίσης και αν ήταν φαντασία και εάν φαινόταν τώρα έτσι και μετά αλλοιώς. Διότι η φαντασία και η γνώμη μοιάζουν να είναι μορφές της κινήσεως" (Φυσ. 254 α 27-30). Είναι μία διαφορετική απόδειξη διά αναιρέσεως, βασισμένη όχι πλέον στο υπαρξιακό δεδομένο τού θανάτου, αλλά στην ίδια την έννοια τής γνώμης και τής φαντασίας: και ακριβώς ο Παρμενίδης μείωνε το γίγνεσθαι σε γνώμη και αναπαράσταση.
          Όσον αφορά την θέση τής καθολικής κινήσεως και ροής η οποία μάς επαναφέρει στον Ηράκλειτο, αυτή συνεπάγεται τον σκεπτικισμό και εμπεριέχεται στην αναίρεση αυτού του τελευταίου. Είναι φανερό λοιπόν ότι όπου το πάν αλλάζει καμμία πρόταση δέν αντικατοπτρίζει την αληθινή κατάσταση τών πραγμάτων, δηλαδή δέν υπάρχει καμμία σταθερή αλήθεια. Όταν τέλος όσον αφορά την υπόθεση ότι τα πράγματα κάποια στιγμή όλα αλλάζουν και κάποια στιγμή στον χρόνο βρίσκονται σε ηρεμία, αυτή φανερώνεται πώς είναι μία ιδιαίτερη περίπτωση τής καθολικής κινήσεως, διότι το πέρασμα από την κίνηση στην ηρεμία ή αντίστροφα είναι με την σειρά του μία μορφή αλλαγής η οποία συμπεριλαμβάνει το πάν. Εάν υπάρχει κάτι που κινείται, το οποίο είναι αναντίρρητο, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη υπάρχει μία αιώνια κίνηση, διότι η αρχή και η παύση τής κινήσεως θα ήταν αυτές μορφές τής κινήσεως και θα επαναπαρήγαγαν την κίνηση στο άπειρο. (Φυσ. VIII. 1-3).
          Μπορούμε να πούμε λοιπόν ότι ο Αριστοτέλης αποδεικνύει διαλεκτικά την κύρια θέση τής μεταφυσικής του, δηλαδή την αναγκαιότητα ενός κινητού ακίνητου σαν αιτία τής αιωνίου κινήσεως τού ουρανού. Σ'αυτή την απόδειξη οδηγείται επίσης και η διάσημη επιχειρηματολογία τής φυσικής και τής Μεταφυσικής, σύμφωνα με την οποία τίποτε δέν μπορεί να κινηθεί αιωνίως απο τον εαυτό του, καθότι αυτό που κινείται περνά απο το δυνάμει στο ενεργεία, δηλαδή είναι εν δυνάμει και η δύναμις μπορεί και να μήν ενεργήσει κάτι που δέν είναι δυνατόν να γίνει αποδεκτό στην περίπτωση μίας αιώνιας κινήσεως. Η ανάγκη ενός κινητού το οποίο να είναι καθαρή ενέργεια και επομένως ακίνητο, αποδεικνύεται μέσω τής αναιρέσεως τής αντιφατικότητός του, δηλαδή ότι το όλον μπορεί να κινήσει αιωνίως από μόνο του τον εαυτό του!
          Μπορούμε όμως να βρούμε και άλλα χωρία όπου ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί την απόδειξη διά της αναιρέσεως, την οποία μπορούμε να ονομάσουμε ελεύθερα διαλεκτική απόδειξη! Για παράδειγμα στην αρχή τής φυσικής προβάλλει μία σειρά υποθέσεων που διχοτομούν τον αριθμό και την φύση τών αρχών, αναιρώντας τες στην συνέχεια μία, μία, μέχρις ότου αποδείξει την αλήθεια τής αντίθετης υποθέσεως εκείνης που αναιρέθηκε! "Είναι αναγκαίο να υπάρχει μία μόνον αρχή ή να υπάρχουν περισσότερες από μία και εάν υπάρχει μία μόνον ή να είναι ακίνητη, όπως λένε ο Παρμενίδης και ο Μέλισσος ή κινητή, όπως λένε οι φυσικοί ...; Εάν όμως υπάρχουν πλέον τής μίας, είναι αναγκαίο να είναι σε περιορισμένο αριθμό ή σε απεριόριστο και εάν πλέον τής μίας σε περιορισμένο αριθμό, να είναι δύο ή τρείς ή ένας άλλος αριθμός. Εάν όμως είναι απεριόριστες ή είναι όπως λέει ο Δημόκριτος, δηλαδή ενός μοναδικού γένους, αλλά διαφορετικές λόγω μορφής ή διαφορετικές λόγω είδους ή και αντίθετες" (Φυσ. 184 b 15-22). Η υπόθεση η οποία θα αποδειχθεί τελικώς, όπως είναι γνωστό, είναι ότι υπάρχουν τρείς αρχές, ύλη, μορφή και έλλειψη, δηλαδή η θεμελιώδης θέση τής αριστοτελικής φυσικής. [Το κενό].
          Την ίδια δομή διαθέτει και ένα απόσπασμα τού απωλεσθέντος διαλόγου Περί Φιλοσοφίας: "η αρχή είναι μία ή είναι πολλές. Και εάν είναι μία έχουμε αυτό που ψάχνουμε, εάν όμως είναι πολλές, είναι οργανωμένες ή ανοργάνωτες. Αλλά εάν είναι ανοργάνωτες, θα είναι ακόμη πιό ανοργάνωτα τα πράγματα που από αυτές προέρχονται, απορρέουν. Και ο κόσμος δέν θα είναι πλέον ένας κόσμος-τάξις, αλλά μία ακοσμία. Εάν όμως είναι οργανωμένες, αυτές θα οργανώθηκαν από μόνες τους ή από μία εξωτερική αιτία. Αλλά εάν οργανώθηκαν από μόνες τους, έχουν κάτι κοινό που τις εναρμονίζει και αυτό είναι η αρχή (Περί Φιλοσοφίας, απόσπασμα 17, Ross).
Την ίδια δομή έχει και η διάσημη υπεράσπιση τής φιλοσοφίας η οποία περιέχεται στον χαμένο Προτρεπτικό. Λέει λοιπόν ο Αλέξανδρος ο Αφροδισιεύς σχολιάζοντας τα Τοπικά: "υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες ακόμη και αν υιοθετήσουμε όλες τις σημασίες τών βεβαιώσεων, είναι δυνατόν να αναιρέσουμε αυτό που ερευνάται! Για παράδειγμα εάν ένας έλεγε ότι δέν πρέπει να φιλοσοφούμε, διότι φιλοσοφία σημαίνει ακριβώς αυτό, τόσο η έρευνα εάν πρέπει να φιλοσοφούμε, ή όχι, όπως είπε ο Αριστοτέλης στον Προτρεπτικό, όσο και η αφιέρωση στην φιλοσοφική έρευνα, και οποιοδήποτε από τα δύο πράγματα δείξαμε ότι ανήκει στον άνθρωπο, σε κάθε περίπτωση θα έχουμε καταστρέψει την θέση τής έρευνας. Σ'αυτή την περίπτωση είναι δυνατόν να αποδείξουμε αυτό που προτείναμε βασιζόμενοι και στις δύο υποθέσεις: Πώς να ορίσουμε μία τέτοια ανάπτυξη παρά "διαλεκτική απόδειξη;"
          Καταλήγοντας λοιπόν μπορούμε να πούμε ότι ο Αριστοτέλης έφερε εις πέρας την έρευνα, την οποία ξεκίνησε ο Σωκράτης και την οποία ανέπτυξε σημαντικά ο Πλάτων, μίας προοδευτικής φιλοσοφικής επιχειρηματολογίας εστιάζοντάς την ακριβώς στην διαλεκτική απόδειξη! Αυτό κατέστη δυνατόν από τον αυστηρό καθορισμό τών δύο αρχών, τής μή-αντιφάσεως και τής τρίτου αποκλείσεως και των διαφορετικών τύπων αντιθέσεως. Η διάκριση, η οποία δηλώθηκε από αυτόν πρώτα, ανάμεσα στην διαλεκτική πρόοδο και την επιστημονική απόδειξη, συνιστάμενη στην απαγωγή τών συνεπειών, αρχών ήδη γνωστών σαν αληθινών, τού επέτρεψε να υπολογίσει την διαλεκτική σαν δομή τής φιλοσοφίας. Αυτή η τελευταία, διαφέροντας τών ιδιαιτέρων επιστημών, δέν διαθέτει ήδη γνωστές δικές της αρχές σαν αληθινές, διότι θέτει το ερώτημα στο όλον και επομένως δέν μπορεί να απευθυνθεί παρά μόνον στην διαλεκτική. Η διαλεκτική, καθαυτή, δέν είναι γνώση, αλλά τέχνη, μία τέχνη επιχειρηματολογική, αλλά εάν εφαρμοστεί σε εναλλακτικές θέσεις ανάμεσα σε υποθέσεις αληθινά αντιφατικές μεταξύ τους (πρός αμφότερα διαπορήσαι) μπορεί να καταλήξει σε αποδείξεις, επιτρέποντας να φανερωθεί τόσο το αληθές όσο και το ψεύδος (κατοψόµεθα τἀληθές τε καὶ τὸ ψεῦδος). Αυτή είναι η διαλεκτική ισχύς, ικανή να ερευνήσει τα αντίθετα ακόμη και ανεξαρτήτως τής ουσίας, και να εδραιώσει πότε η επιστήμη τών αντιθέτων είναι η ίδια!

                                          Συνεχίζεται με τους μοντέρνους!
Αμέθυστος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου