Γράφει ὁ π. Ἰωάννης Σ. Ρωμανίδης
Κατὰ παράκληση φίλων ἠτοίμασα δι΄ ἐκτύπωσιν τὸ παρὸν δοκίμιον χάριν ἐκείνων ποὺ συγκινοῦνται μὲ τὴν Ρωμηοσύνην μας, πὰρ΄ ὅλην τὴν ὠργανωμένην καὶ ἔντονον πλύσιν ἐγκεφάλου ποὺ ὑφιστάμεθα, διὰ νὰ τὴν ἐγκαταλείψωμεν καὶ τὴν ἀντικαταστήσωμε μὲ τὸν Γραικισμόν, τὸν ὁποίων προσπαθοῦν οἱ Εὐρωπαῖοι νὰ μᾶς ἐπιβάλουν ἀπὸ τὸν Θ΄ αἰώνα καὶ οἱ Ρῶσοι μετὰ τὴν Ἅλωσιν, ὡς περιγράφομεν ἐν τῷ δοκιμίο τοῦτο. Τὸ πόνημα οὖτο εἶναι περιλιψις τῶν ὅσων διδάσκω περὶ τῶν ἱστορικῶν καὶ ἰδεολογικῶν πλαισίων καὶ θεμελίων τῆς Ρωμαίϊκης ὑποστάσεως τοῦ Γένους.
Ὁ ἀναγνώστης θὰ διαπιστώσει ὅτι πολλὰ ἐκ τῶν ἐκτιθέμενων ἐνταύθα, ἑρμηνευτικὰ ἀλλὰ καὶ ἱστορικά, ἀπουσιάζουν ἀπὸ τὰ ἐν χρήσει ἐγχειρίδια τῶν ἐκπαιδευτικῶν ἐν Ἑλλάδι ἱδρυμάτων ὡς καὶ ἀπὸ τὴν ἐπίσημον ἐμφάνισις τοῦ Ἔθνους καὶ τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας. Τὰ ἐν λόγω ἑρμηνευτικὰ καὶ ἱστορικὰ στοιχεῖα ὡς ἐμφανίζονται ἐν Ἑλλάδι εἶναι πιστὴ παραλλαγὴ τῆς εὐρωπαϊκῆς, ρωσικῆς καὶ ἀμερικανικῆς περὶ τῶν....
ἐν προκειμένω θεμάτων ἐπιστήμης. Τὰ περισσότερα ἐν τῷ δοκιμίω τούτω ἀναφερόμενα γεγονότα ὡς γεγονότα δὲν δημοσιεύονται διὰ πρώτην φοράν. Ἔχουν σχεδὸν ὅλα δημοσιευθῆ καὶ ὑπάρχουν κατεσπαρμένα εἰς παλαιὰ καὶ νέα βιβλία, ξένα καὶ Ἑλληνικά.
Ἡ προσφορὰ τοῦ βιβλίου τούτου εἶναι ἡ Ρωμαίϊκη σύνθεσις καὶ ἑρμηνεία τῶν ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον γνωστῶν στοιχείων. Ἀκριβῶς εἰς τὸ σημεῖον τοῦτο ἡ μελέτη αὐτὴ εἶναι ἀντίθεσις καὶ διαμαρτυρία κατὰ τῆς εὐρωπαϊκῆς, ρώσικης, καὶ ἀμερικανικῆς συνθέσεως καὶ ἑρμηνείας, εἰς τὴν ὁποίαν ὑπεδουλώθη ἡ Ρωμηοσύνη μέσω τοῦ ἐν Ἑλλάδι ἐπικρατοῦντος Νεογραικισμοῦ.
Μὲ Γραικισμὸν καὶ Νεογραικισμὸν ἐννοοῦμεν ὄχι τὸν Νεοελληνισμόν, ἀλλὰ μόνον τὸ μὴ Ρωμαίϊκον μέρος τοῦ Νεοελληνισμοῦ. Ὁ Νεογραικισμὸς ὡς καὶ ὁ πρὸ τῆς Ἁλώσεως Γραικισμὸς εἶναι ἐκ τῆς φύσεως τῶν δουλεία χειροτέρα της Φραγκοκρατίας κᾶ τῆς Τουρκοκρατίας.
Ἡ Φραγκοκρατία καὶ ἡ Τουρκοκρατία ἤσαν ὑποδούλωσις τοῦ σώματος. Ὁ Γραικισμὸς καὶ Νεογραικισμὸς εἶναι ὑποδούλωσις τοῦ πνεύματος. Οἱ Ρωμηοὶ τῆς Φραγκοκρατίας καὶ τῆς Τουρκοκρατίας εἶναι ὅσοι δὲν ἠκολούθησαν τὸ παράδειγμα ἐκείνων ποὺ ἐφράγκευσαν καὶ ἐτούρκευσαν. Οἱ σημερινοὶ ἀπομείναντες Ρωμηοὶ ἀσφαλῶς δὲν τουρκεύουν ἂλλ΄ οὔτε φραγκεύουν οὔτε γραικεύουν.
Ὅπως οἱ Γραικοὶ πρὸ τῆς Ἁλώσεως εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ ἐφράγκευσαν, οὕτω καὶ οἱ Νεογραικοὶ ἐγραίκευσαν γενόμενοι οἱ σημερινοὶ Γραικύλοι τῶν Εὐρωπαίων καὶ Ρώσων καὶ τώρα τῶν Ἀμερικανῶν ἐξαδέλφων τῶν Εὐρωπαίων.
Τὸ γραικεύω εἶναι σχεδὸν ταυτὸν μὲ τὸ φραγκεύω. Σημαίνει σήμερον ἀμερικανεύω, ρωσεύω, φραντσεύω, γερμανεύω, δηλαδὴ γίνομαι πνευματικὸς δοῦλος τῶν ἔξω της Ρωμηοσύνης.
Ὁ Ρωμηὸς γνωρίζει σαφῶς ὅτι ὑπάρχει μεγάλη διαφορὰ μεταξὺ συμμαχίας καὶ δουλείας. Γίνεται σύμμαχος μὲ ὁποινδήποτε, ἒφ΄ ὅσον συμφέρει εἰς τὸ Ἔθνος, ἀλλὰ ποτὲ δοῦλος τῶν συμμάχων.
Ὁ Γραικύλος ὅμως νομίζει ὅτι συμμαχία σημαίνει πνευματικὴ δουλείαν, δηλαδὴ συγχώνευσιν πολιτισμῶν καὶ σύγχυσιν ἰδεολογικῶν. Ὁ Γραικύλος δὲν γίνεται μόνον σύμμαχος, ἀλλὰ γίνεται καὶ θέλει νὰ γίνει ἕνα πράγμα μὲ τὸν σύμμαχο. Νομίζει ὅτι συμμαχία εἶναι τὸ νὰ προσφέρεται δὶ΄ ἔρωτα ὡς δούλη πρὸς κύριον ἴνα ἀποκτήση ἰσχυρὸν προστάτην, ὁ ὁποῖος θὰ σώση τὴν Ἑλλαδίτσαν του. Ὁ Νεογραικύλος εἶναι συνεχιστὴς τῆς παραδόσεως τῶν Γραικύλων πρὸ τῆς Ἁλώσεως, οἱ ὁποῖοι μᾶς ἐκήρυττον τὴν ἀνάγκην τῆς φραγκεύσεως τοῦ πνεύματος, διὰ νὰ σωθῶμεν ἀπὸ τὴν δουλείαν τοῦ σώματος.
Μὲ ἄλλα λόγια ὁ Γραικύλος φοβεῖται καὶ ἄρα οὔτε εἶναι οὔτε μπορεῖ νὰ εἶναι Ρωμηός, ἐφόσον φοβεῖται. Φοβεῖται τὴν πνευματικὴν ἀνεξαρτησίαν καὶ ἐλευθερίαν. Θέλει ἐλευθερίαν τοῦ σώματος μόνον. Καὶ διὰ τοῦτο δὲν ἠμπορεῖ καν νὰ φαντασθῆ ὅτι Ρωμηοσύνη ὄχι μόνον δὲν ὑποδουλώνεται πνευματικῶς, ἀλλὰ εἶναι ἐν τῷ κόσμω πολιτιστικὴ δύναμις ἡγετική. Πῶς ἠμπορεῖ ὁ Γραικύλος νὰ ἔχη αἰσθήματα καὶ πεποίθεσιν ἠγέτου, ὅταν εἶναι δοῦλος;
Ὁ Ρωμηὸς ἔχει ἡγετικὰ αἰσθήματα ἀπὸ τὴν Ρωμηοσύνην του. Ὁ Γραικύλος τὸν ἠγέτην κάμνει μόνον ἐντός τῆς Ἑλλαδίτσας του, ἀφοῦ τὰ ἡγετικά του αἰσθήματα καὶ τὴν πολιτικὴν του δύναμιν ἀντλεῖ ἀπὸ πηγὴν ἔξω τῆς Ρωμηοσύνης καὶ ἐκτός τῆς Ἑλλαδίτσας του. Ὁ Ρωμηὸς εἶναι ἀπὸ τὴν Ρωμηοσύνην τοῦ ἀετός. Οἱ Ρωμηοὶ εἶναι πρὸς ἀλλήλους ἀετοὶ καὶ πρὸς ξένους ἀετοί. Ὁ Γραικύλος κάμνει τὸ λεοντάρι εἰς τοὺς Ρωμηοὺς μὲ τὴν βοήθεια τῶν ξένων, ἀλλὰ ειναι φρόνιμον ποντικάκι εἰς τοὺς ξένους.
Δὲν ἐνδιαφέρει τὸν Ρωμηὸν τί λέγουν οἱ ξένοι δι΄ αὐτόν, διότι τὰ κριτήρια του εἶναι ρωμαίικα. Ὁ Γραικὸς ἀγωνίζεται νὰ βρεθῆ εἰς θέσιν νὰ διατυμπανίζει τί καλὰ λέγουν οἱ ξένοι δὶ΄ αὐτόν, φια νὰ ἀποδείξη τὴν ἀξίαν του, διότι τὰ κριτήρια του δὲν εἶναι ρωμαίϊκα ἀλλὰ εὐρωπαϊκά, ρώσικα καὶ ἀμερικάνικα.
Ὁ Ρωμηὸς εἶναι σκληρὸς καὶ ἐλεύθερος καὶ οὐδέποτε ἀφελής. Καὶ ὅταν τὸ σῶμα του ἢ τὰ συμφέροντα του σκλαβωθοῦν, κάμνει ἑλιγμοὺς καὶ ὑποκρίνεται ἀναλόγως τῶν περιστάσεων, διὰ νὰ παραμείνη μὲ τὴν εὐφυΐαν του ὅσον τὸ δυνατὸν πλέον ἐλευθέρα ἡ Ρωμηοσύνη του. Μὲ ὑπερηφάνειαν τὸν Καραγκιόζη κάμνει καὶ πάντοτε ἀδούλωτος ἀετὸς τῆς Ρωμηοσύνης παραμένει.
Ὁ Νεογραικισμὸς ἀρκετὰ ἐζημίωσε τὸ Ρωμαίϊκον μὲ τὴν γεγόμενην ξενομανίαν του, ἡ ὁποία εἶναι εἰς τὴν πραγματικότητα δουλοπρέπεια εἰς τὰ ἀφεντικά του.
Ἀκριβῶς ἐπειδὴ οἱ Νεογραικοὶ εἶναι διηρμένοι μεταξὺ τῶν ἀφεντικῶν τῶν, συμπεριφέρονται ὁ ἕνας Γραικύλος πρὸς τὸν ἄλλον Γραικύλον ὡσὰν τὰ ἀφεντικὰ τῶν. Οἱ Γραικύλοι τῶν Ρώσων φέρονται πρὸς τοὺς Γραικύλους τῶν Ἀμερικανῶν ὡς οἱ Ρῶσοι πρὸς Ἀμερικανοὺς καὶ τανάπαλιν. Τὸ ἴδιον κάμνουν οἱ Γραικύλοι τῶν Φρατσέζων, Ἄγγλων, Γερμανῶν, κλπ.
Δια τοῦτο παρατηρεῖται τὸ περίεργον φαινόμενον νὰ ἐρωτεύεται ὁ Γραικύλος τὸν Ρῶσον φίλον του καὶ νὰ μισῆ τὸν Γραικύλον τῶν Ἀμερικανῶν καὶ τανάπαλιν. Τὸ παράδοξον εἶναι ὅτι ἕκαστος θεωρεῖ τὸν ἄλλον Γραικύλον ἐχθρὸν καὶ προδότην τοῦ Ἔθνους. Ἐξ ἀπόψεως ὅμως Ρωμηοσύνης οἱ Γραικύλοι εἶναι ὅλοι προδόται.
Τοῦτο ὅμως δὲν σημαίνει πάλιν ὅτι δέχεται ὁτιδήποτε τὸ ἀκλὸν καὶ τὸ κάμνει ρωμαίϊκον. Ὅπως γίνεται σύμμαχος μὲ ὅποιον συμφέρει ἐθνικῶς, κατὰ τὸν ἴδιον τρόπον ἀποκτᾶ ὅλα ὅσα χρειάζονται ἀπὸ τὴν σοφίαν τῶν ἐπιστημόνων τοῦ κόσμου, ἀλλὰ τὰ προσαγάγει εἰς τὸν ρωαμαίϊκον πολιτισμόν του. Οὐδέποτε συγχέει τὰς θετικᾶς ἐπιστήμας μὲ τὸν πολιτιισμόν, ἀφοῦ γνωρίζει ὅτι καὶ ὁ βάρβαρος δύναται νὰ ἔχη ἢ νὰ ἀποκτήση καὶ νὰ προαγάγη τὰς θετικᾶς ἐπιστήμας, διὰ νὰ χρησιμοποιήση αὐτᾶς εἷς ὑποδούλωσιν καὶ καταστροφὴν ἀνθρώπων.
Δία τοῦτο ὁ Ρωμηὸς γνωρίζει ὅτι εἶναι πνευματικὸς ἡγέτης καὶ εἰς αὐτοὺς ποὺ εἶναι ὡς τεχνοκρᾶται καὶ ὡς οἰκονομικὴ δύναμις ἠγέται. Ἀλλὰ οἱ Νεογραικύλοι ἔχουν τόσον πολὺ συνηθίσει νὰ συγχέουν τὸ τεχνοκρατικὸν καὶ οἰκονομικὸν στοιχεῖον μὲ τὴν πνευματικῆς ἡγεσίαν, ὥστε δὲν ἀντολαμβάνοναται πλέον τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ Ρωηοσύνη εἶναι σήμερον πολιτιστικὸς ἡγέτης ἑκατομμυρίων ἀνθρώπων ἐκτός τῆς Ἑλλαδίτσας των.
Ὁ Γραικύλος νομίζει ὅτι τοιαύτη ἡγεσίαν εἶχον μόνον οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες καὶ φαντάζεται τὸν ἑαυτόν του ὡς τὸν φύλακα τῶν ἐρειπίων αὐτῶν. Θεωρεῖ συνεχιστᾶς καὶ ἠγέτας τοῦ πολιτιστικοῦ ἔργου τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων τοὺς Εὐρωπαίους. Δὲν εἶναι εἰς θέσιν νὰ καταλάβη ὅτι μόνον ἡ Ρωηοσύνη εἶναι συνεχιστὴς καὶ ἡγέτης τοῦ Ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ. Δία τοῦτο ὁ Γραικύλος εἶναι ὁ κύριος συντελεστὴς εἰς τὴν καλλιέργειαν τοῦ δουλουπρεποὺς φρονήματος τοῦ νεογραικισμοῦ ἐν Ἑλλάδι πνεύματος. Ὁ Γραικύλος ἔχει ἐμπιστοσύνην ὄχι εἰς τὸν ἑαυτὸν τοῦ ἀλλὰ μ΄νὸν εἰς τὰ ξένα ἀφεντικά του.
Ναὶ μὲν Ρωμηὸς ἔχει ἀπόλυτον πεποίθεσιν εἰς τὴν Ρωμηοσύνη του, ἀλλὰ οὔτε φανατικὸς οὔτε μισαλλόδαξος εἶναι καὶ οὔτε ἔχει καμμιὰν ξενοφοβίαν. Ἀντιθέτως ἀγαπᾶ τοὺς ξένους οὐχὶ ὅμως ἀφελῶς.
Τοῦτο διότι γνωρίζει ὅτι ὁ Θεὸς ἀγαπᾶ ὅλους τους ἀνθρώπους καὶ ὄλας τὰς φυλᾶς καὶ ὅλα τὰ ἔθνη χωρὶς διάκρισιν καὶ χωρὶς προτίμησιν. Ὁ Ρωμηὸς γνωρίζει ὅτι ἡ Ρωμηοσύνη τοῦ κατέχει τὴν ἀλήθειαν καὶ εἶναι ἡ ὑψιλὴ μορφὴ τῶν πολιτισμῶν. Ἀλλὰ κατανοεῖ ἄριστα τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Θεὸς ἀγαπᾶ τὸν Ρωμηὸν ὄχι ὅμως περισσότερον ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Ὁ Θεὸς ἀγαπᾶ τὸν κάτοχόν τῆς ἀλήθειας ἂλλ΄ ἐξ ἴσου ἀγαπᾶ τὸν κήρυκα τοῦ ψεύδους. Ἀγαπᾶ τὸν Ἅγιον ἂλλ΄ ἀγαπᾶ ἐξ ἴσου ἀκόμη καὶ τὸν διάβολον.
Δια τοῦτο ἡ Ρωμηοσύνη εἶναι αὐτοπεποίθεσις, ἰταμότης καὶ ἐγωϊσμός. Ὁ ἠρωϊσμὸς τῆς Ρωμηοσύνης εἶναι ἀληθὴς καὶ διαρκῆς κατάστασις τοῦ πνεύματος καὶ ὄχι ἀγριότης, βαρβαρότης καὶ ἁρπακτικότης.
Οἱ μεγαλύτεροι ἥρωες τῆς Ρωμηοσύνης συγκαταλέγονται μεταξὺ τῶν Ἁγίων. Ἡ Ρωμηοσύνη διαφέρει τῶν ἄλλων πολιτισμῶν, διότι ἔχει τὸ ἴδιον θεμέλιον διὰ τὸν ἠρωϊσμόν της ὡς καὶ διὰ τὴν ἁγιωσύνην της, δηλαδὴ τὸ ρωμαΐικον φιλότιμον τὸ ὁποῖον δὲν ὑπάρχει εἰς τὸν εὐρωπαϊκὸν πολιτισμόν. Παρὰ ταῦτα οἱ Γραικύλοι ἀπὸ τὸ 1821 μέχρι σήμερον προπαγανδίζουν ὅτι ὀφειλόμενον νὰ ἐγκαταλείψωμεν τὴν Ρωηοσύνην καὶ νὰ γίνωμεν Εὐρωπαῖοι, διότι δῆθεν ὁ εὐρωπαϊκὸς πολιτισμὸς εἶναι ἀνώτερος ἀπὸ τὴν Ρωμηοσύνην.
Τὸ δοκίμιον τοῦτο δὲν προσπαθεῖ νὰ ἀποδείξη τίποτε. Ἢ Ρωμηοσύνη δὲν ἀποδεικνύεται. Περιγράφεται. Δὲν χρειάζεται ἀπολογητᾶς. Εἶναι ἁπλῶς αὐτὸ ποὺ εἶναι. Τὸ δέχεται κανεὶς ἢ τὸ ἀπορρίπτει. Διὰ τοῦτο τὰ παιδιὰ τῶν Ρωμηῶν ἢ παραμένον πιστοὶ καὶ σκληροὶ Ρωμηοὶ ἢ ἐφράγκευον ἢ ἐτούρκευον.
Καὶ σήμερον ἄλλοι παραμένουν Ρωμηοί, ἄλλοι ὅμως ἀμερικανεύουν, ρωσεύουν, φραντσεύουν, ἀγγλεύουν, δηλαδὴ Γραικεύουν.
Εἰς τὸ παρελθὸν οἱ Ρωμηοὶ εἶχον τὴν ἡγεσίαν καὶ ἤσαν ὠργανωμένοι μὲ ρωμαΐικην ἐπιστήμην καὶ παιδείαν καὶ ἐπικρατοῦσαν εἰς τὸ Ρωμαΐικον.
Μὲ τὴν ἵδρυσιν τῆς Ἑλλαδίτσας τῶν ἑλλαδιστῶν ὅμως οἱ Ρωμηοὶ ἐξετοπήσθησαν ἀπὸ τὴν ἡγεσίαν καὶ ἀνέλαβον αὐτὴν οἱ Γραικύλοιτων Μεγάλων Δυνάμεων καὶ ἵδρυσαν τὸν Νεογρεκισμὸν μὲ ἐπίσημον πρόγραμμα νὰ μὴ εἴμεθα πλέον Ρωμηοὶ ἀλλὰ τὰ ταπεινὰ καὶ φρόνιμα γραικύλα παιδιὰ τῶν Εὐρωπαίων καὶ Ρώσων.
Ὄχι μόνον ἔγινε τοῦτο ἀλλὰ οὔτε προεσπάθησαν οἱ Νεογραικύλοι νὰ τὸ ἀποκρύψουν. Ἤσαν ὑπερήφανοι διὰ τὴν ὑποδούλωσιν τῶν εἰς τὸν πολιτισμὸν τῶν Εὐρωπαίων καὶ Ρώσων καὶ τὴν διετυμπάνιζαν εἰς ὄλας τὰς πολιτιστικᾶς ἐκδειλώσεις, τὴν μουσικήν, τοὺς χορούς, τὴν ἀρχιτεκτονικήν, τὰς ἐνδυμασίας κ.λ.π.
Τὰ πρῶτα κόμματα τῆς «ἐλευθέρας» Ἑλλάδος δὲν ἤσαν τὸ φραντσέζικον κόμμα, τὸ ἀγγλικὸν κόμμα καὶ τὸ ρώσικον κόμμα;
Καὶ ἕως σήμερον ποὺ τὰ ὑπουργεῖα παιδείας καὶ ἐξωτερικῶν ἀποτέλουν μέρος τῆς κομματικῆς πολιτικῆς, δὲν συνεχίζετο ἡ ἴδια κατάστασις;
Ἡ παιδεία καὶ ἡ ἐξωτερικὴ πολιτικὴ πρέπει νὰ εἶναι τὸ ἴδιον δι' ὅλους τους Ρωμηοὺς καὶ ἐκτὸς κομματικῶν διαμαχῶν. Τοῦτο ὅμως δύναται νὰ ἐπιτευχθῆ μόνον ὅταν ἡ ἔχουσα σχέσιν μὲ θέματα πολιτισμοῦ ἐπιστήμη τῆς Ἑλλάδος ἐπανεύρη τὰ Ρωμαίϊκα κριτήρια καὶ βάση αὐτῶν ἀναδημιουργήση ἢ ἀναστήση τὴν ἀδέσμευτον ἀπὸ τὰς περὶ Ρωμηοσύνης πλαστογραφίας τῶν ξένων ἐπιστήμην.
Ἐνώπιόν τοῦ μεγέθους τοῦ ἐν προκειμένω θέματος τὸ παρὸν μελέτημα εἶναι μία προσπάθεια ὄχι λύσεως ἂλλ΄ ἁπλῶς ἀποκαλύψεως σημαντικῶν προβλημάτων ἢ θεμάτων τὰ ὁποία ἐμποδίζουν εἰς τὴν ἀνάπτυξιν μίας ρωμαίϊκης θεωρήσεως τῆς ἱστορικῆς πραγματικότητος τοῦ Γένους.
Οὐσιαστικῶς τὸ πόνημα τοῦτο εἶναι προσκλητήριον εἰς τοὺς Ρωμηοὺς καὶ τὲς Ρωμαίγισσες (ὡς τὶς ὀνομάζει ὁ Μακρυγιάννης) νὰ ἀναλάβουν τὸν ἐπιστημονικὸν ἀγώνα, νὰ ἀναστήσουν τὴν Ρωμηοσύνην ἀπὸ τὸν ἐπιστημονικὸν θάνατον, τὸν ὁποῖον ἐπεξειργάσθηκαν δὶ΄ αὐτὴν 1) οἱ Φράγκοι ἀπὸ τὸν 9ον αἰώνα, 2) οἱ Ρῶσοι μετὰ τὴν Ἅλωσιν, 3) οἱ Γραικοὶ πρὸ τῆς Ἁλώσεως καὶ 4) οἱ Νεογραικοὶ τῆς δούλης εἰς τοὺς Εὐρωπαίους καὶ Ρώσους Ἑλλαδίτσας τοῦ 19ου αἰῶνος, οἱ ὁποῖοι μετέτρεψαν τὴν ρωμαίϊκην Ἐπανάστασιν τοῦ 1821 εἰς ἥτταν τῆς Ρωμηοσύνης καὶ θρίαμβον τοῦ Γραικισμοῦ τοῦ Καρλομάγνου καὶ τοῦ Νεογραικισμοῦ τῶν «Φιλλελήνων» τῶν Μεγάλων Δυνάμεων.
Τὰ χρώματα τοῦ ἐξώφυλλου εἶναι τὰ χρώματα τῆς Ρωμηοσύνης ποὺ διασώζονται μέχρι σήμερον εἰς τὰ λάβαρα τῶν Πατριαρχείων Κωνσταντινουπόλεως καὶ Ἱεροσολύμων.
Ὁ χρυσοὺς ἀετὸς εἶναι ἡ Ρωμηοσύνη τῶν ρωμαίϊκων τραγουδιῶν καὶ ἡ καρδιὰ τοῦ ἀετοῦ εἶναι ὁ χρυσὸς σταυρός.
Ἡ σημαία τῆς Ρωμηοσύνης εἶναι ὁ χρυσοὺς σταυρὸς ἐπάνω εἰς κόκκινο πανί.
Κάποτε οἱ Ρωμαίϊσσες ἔβαφαν τὰ μαλλιὰ τῶν κόκκινα καὶ ἐφοροῦσαν φουστάνια μὲ τὰ ἐθνικὰ χρώματα.
Διὰ τοὺς Ρωμηοὺς τὰ ἐθνικὰ χρώματα καὶ σύμβολα δὲν εἶναι συζητήσιμα. Εἶναι ρωμαίϊκα.
Οἱ Γραικύλοι οὐδέποτε θὰ τὰ ἐπαναφέρουν χωρὶς τὴν ἄδειαν τῶν ἀφεντάδων των. Ὁ Ρωμηὸς ἀφεντάδες δὲν ἔχει καὶ θὰ τὰ ἐπαναφέρη μαζὶ μὲ τὸ προγονικόν τοῦ Γένους σύνθημα: «Ἡ Ρωμανία Νικᾶ»
Ἀριστοτέλειον πανεπιστήμιον Θεσσαλονίκης
Τὴ 14η Σεπτεμβρίου 1974
Ἰωάννης Σ. Ρωμανίδης
AΠO THN ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΟΥ Ι. ΡΩΜΑΝΙΔΗ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ "ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ"
https://attikanea.blogspot.gr/2018/03/blog-post_407.html
ΑπάντησηΔιαγραφή