Δευτέρα 5 Μαρτίου 2018

Ο χρησμός των Δελφών


Το γεγονός ότι, καταφέραμε τελικά να μετατρέψουμε το μοναδικό μεγάλο πλεονέκτημα που μας είχε απομείνει, το γεωπολιτικό, σε ένα τεράστιο μειονέκτημα, δεν είναι καθόλου καλός οιωνός – ενώ οι λύσεις στα προβλήματα μας δεν είναι καθόλου εύκολες, αν και ότι δεν λύνεται κόβεται.
«Η ιστορία διανύει την οικονομική καταστροφή στην Ελλάδα της δεκαετίας του 1890, τους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες στην Αθήνα, τον πόλεμο του 1897 και κορυφώνεται με τα αιματηρά επεισόδια των Ευαγγελικών το 1901. Ένα από τα θέματα της είναι ο ατυχής πόλεμος του 1897 με την Τουρκία. Παρακολουθεί με λεπτομέρειες την περίοδο από την καλλιέργεια φιλοπόλεμου κλίματος από την τότε κυβέρνηση, σε συνδυασμό με το παραλήρημα που καλλιεργούσε η Εθνική Εταιρεία, το Κρητικό ζήτημα με τις σφαγές του χριστιανικού πληθυσμού στο νησί και βεβαίως τις τραγικές απώλειες που αντιμετωπίσαμε με την ήττα μας.
Απώλειες που οδήγησαν στον Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο, στη δυσβάσταχτη αποζημίωση υπέρ των Οθωμανών και ακόμα χειρότερα στα δάνεια που πήραμε – δάνεια που προϋπέθεταν την εκχώρηση των κρατικών εσόδων από διάφορα μονοπώλια. Όλη η παραπάνω περίοδος έχει πολλές θλιβερές ομοιότητες με την εποχή μας, αλλά μία από αυτές είναι η θλιβερότερη: ο ατελείωτος εθνικός διχασμός με τη γνώριμη σήμερα πολεμική ρητορική που οποιαδήποτε διαφωνία την αντιμετωπίζει εχθρικά» (Γ.Σ.).
Επικαιρότητα
Ο Γερμανός επικεφαλής του ESM, κατά τη διάρκεια της επίσκεψης του στην Ελλάδα, είπε τα εξής: «Δεν γνωρίζουμε ακόμη εάν χρειαστούν παρεμβάσεις στο θέμα του χρέους στο τέλος του προγράμματος – ούτε κατά πόσον θα είναι απαραίτητες. Αυτό που έχει σημασία είναι η διατήρηση των πρωτογενών πλεονασμάτων στο 3,5% έως το 2022– ενώ είναι επίσης ουσιαστικό το θέμα της ανάπτυξης. Το χρέος πρέπει να γίνει διαχειρίσιμο, αλλά η ελάφρυνση δεν είναι η πρώτη προτεραιότητα».
Η παραπάνω αναφορά του Γερμανού μοιάζει πραγματικά με έναν χρησμό των Δελφών, αφού είναι αδύνατον να καταλάβει κανείς πως είναι δυνατόν να συνδυαστούν τα πλεονάσματα του 3,5% με την ανάπτυξη – από πού θα προέλθει δηλαδή, όταν όλοι οι συντελεστές του ΑΕΠ είναι αδύνατον να αυξηθούν, χωρίς τη στήριξη τους τουλάχιστον από τις δημόσιες επενδύσεις που ουσιαστικά απαγορεύονται στη χώρα μας (ΑΕΠ = Κατανάλωση + Επενδύσεις + Δημόσιες δαπάνες + «Εξαγωγές – Εισαγωγές»)
Ειδικά όσον αφορά το βασικό συντελεστή του ΑΕΠ (70%), την κατανάλωση, από την οποία βέβαια εξαρτώνται άμεσα οι ιδιωτικές επενδύσεις, πώς μπορεί αλήθεια να αυξηθεί με τους υπερβολικούς φόρους που προϋποθέτει το πλεόνασμα του 3,5%, σε μία χώρα που είναι για 8η συνεχή χρονιά βυθισμένη στην ύφεση;
Σε μία περιοχή (η Ελλάδα έχει ασφαλώς πάψει προ πολλού να είναι κράτος) που το 41% των εισοδημάτων των νοικοκυριών δαπανάται για την κάλυψη των αναγκών στέγασης (νοίκι, νερό, ΔΕΗ κλπ.), από 33% δύο χρόνια πριν, έναντι 11,3% του ευρωπαϊκού μέσου όρου; Πόσο μάλλον όταν οι φόροι κατοχής ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) αυξήθηκαν επτά φορές από το 2010 έως το 2016 στα 3,5 δις €, παρά το ότι ο στόχος ήταν 2,65 δις €; Ακόμη χειρότερα, πώς μπορούν να επιβιώσουν οι Πολίτες μιας χώρας που τα εισοδήματα τους έχουν μειωθεί πάνω από το 50%, οι τιμές των ακινήτων τους επίσης, ενώ το κόστος ζωής έχει εκτιναχθεί στα ύψη;
Όσον αφορά την ελάφρυνση του χρέους, για την οποία η κυβέρνηση έδωσε γη και ύδωρ, ο Γερμανός ήταν κάτι περισσότερο από θρασύς, αμφισβητώντας την ξεκάθαρα – γεγονός που τεκμηριώνει ότι, οι προθέσεις της Γερμανίας συνεχίζουν να είναι η υφαρπαγή της δημόσιας και ιδιωτικής μας περιουσίας, συμπεριλαμβανομένων των ενεργειακών μας αποθεμάτων, χωρίς να μειωθεί το χρέος, με την παραμονή της Ελλάδας στα μνημόνια για τα επόμενα εκατό χρόνια.
Ο στόχος της είναι άλλωστε να μετατραπούν οι Έλληνες σε εξαθλιωμένους, φθηνούς σκλάβους χρέους της στο διηνεκές – με τη βοήθεια της δαμόκλειου σπάθης του χρέους που θα κρέμεται συνεχώς απειλητική επάνω από το κεφάλι τους. Ακόμη χειρότερα, η πρωσική κυβέρνηση δεν μας εγγυάται καν την εδαφική μας ακεραιότητα (βλέπε Μακεδονία και Τουρκία) – ενώ η Ελλάδα παραμένει στην καραντίνα, ως το μοναδικό μη ισότιμο μέλος της Ευρωζώνης, με υπαρκτό τον κίνδυνο εξόδου της. Εν προκειμένω εύλογα θα μας απαντούσε κανείς τα εξής:
«Καλά, σωστά και άγια αυτά που λέτε, αλλά τι μπορούμε να κάνουμε εμείς οι Πολίτες; Πώς να αντιδράσουμε μετά τις διαδοχικές προδοσίες όλων των κυβερνήσεων μας; Μετά την παράδοση της εθνικής μας κυριαρχίας, την υποθήκευση των πάντων, την αδυναμία μετατροπής των χρεών μας σε εθνικό νόμισμα, τη χρεοκοπία των τραπεζών κοκ. με το εγκληματικό PSI; Ύστερα από την καταστροφή που προκάλεσε η σημερινή κυβέρνηση το πρώτο εξάμηνο του 2015 και τη συλλογική συνθηκολόγηση της Βουλής το καλοκαίρι του 2015; Πόσο μάλλον με ένα εντελώς ανίκανο και διαφθαρμένο πολιτικό σύστημα;
Γνωρίζουμε τις δικές μας ευθύνες, όπως είναι η ανοχή μας στη κομματική διαφθορά πριν το 2010, η μη παραγωγή πλούτου, η απομάκρυνση μας από τον πρωτογενή τομέα, το προβληματικό δημόσιο, τα θεσμικά μας ελλείμματα, οι αλόγιστες σπατάλες, η κατάρρευση της παιδείας, οι εσφαλμένες επενδύσεις μας στα ακίνητα κοκ., αλλά όλα αυτά αποτελούν παρελθόν που δεν αλλάζει. Τι μπορούμε να κάνουμε λοιπόν σήμερα; Γνωρίζουμε πως το χρέος μας είναι μη βιώσιμο και ότι η Ελλάδα είναι χρεοκοπημένη, αλλά με ποια λογική να επαναστατήσουμε και να συγκρουστούμε με τους πιστωτές, όταν οι κυβερνήσεις μας έχουν δέσει χειροπόδαρα και είμαστε πια με την πλάτη στον τοίχο;».
Δυστυχώς εδώ δεν είναι η οικονομική λογική αυτή που θα ήταν σε θέση να δώσει κάποια σχετικά ασφαλή απάντηση, αλλά η ιστορία – ο τρόπος δηλαδή που αντέδρασε η χώρα μας έχοντας βιώσει ανάλογες καταστάσεις στο παρελθόν και το κόστος που πλήρωσε, καθώς επίσης οι εμπειρίες άλλων κρατών που είχαν οδηγηθεί σε αντίστοιχα μεγάλα αδιέξοδα.
Η μείωση πάντως του προσδόκιμου ζωής που είχαμε προβλέψει λόγω της κρίσης, με κριτήριο τη Ρωσία που ο πληθυσμός της μειώθηκε κατά 15.000.000 (ανάλυση), διαπιστώθηκε ήδη (πηγή) – ενώ το δημογραφικό μας επιδεινώνεται συνεχώς, αφενός μεν από τη μαζική μετανάστευση των Ελλήνων, αφετέρου επειδή οι θάνατοι έχουν υπερβεί πλέον τις γεννήσεις. Ως εκ τούτου, η άμμος στην κλεψύδρα της Ελλάδας είναι αμείλικτη και δεν μας δίνει πολύ χρόνο ακόμη για να βρούμε τις σωστές απαντήσεις – ιδίως για να τις εφαρμόσουμε.
Το γεγονός όμως ότι, καταφέραμε τελικά να μετατρέψουμε το μοναδικό μεγάλο πλεονέκτημα που μας είχε απομείνει, το γεωπολιτικό, σε ένα τεράστιο μειονέκτημα, δεν είναι καθόλου καλός οιωνός – ενώ λυπόμαστε ειλικρινά, αλλά δεν είμαστε εμείς εκείνοι οι έξυπνοι που έχουν τόσο εύκολες τις απαντήσεις.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου