Τετάρτη 4 Απριλίου 2018

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ (1)

F.MSCIACCA

Περιεχόμενα:
- Το πρόβλημα της Ιστορίας και τα μεταφυσικά θεμέλια αυτής (συγκυρία, συμμετοχή και συνέχεια).
- Το πρόβλημα του χρόνου.
- Επιστήμη και σοφία: φιλοσοφία και θεολογία της Ιστορίας. Οι δύο αγάπες και οι δύο πόλεις. Ελευθερία και χρόνος. Η Ιστορία σαν «προσωπική» Ιστορία.

Να μιλήσουμε για την έννοια τής Ιστορίας στον Αυγουστίνο μπορεί να θεωρηθεί ότι βάζουμε ένα πρόβλημα το οποίο είναι ανύπαρκτο σ’ αυτόν ή ακόμη περισσότερο, που έχει λυθεί αρνητικά: δεν υπάρχει λογική ή φιλοσοφία τής Ιστορίας, αλλά μόνον θεολογία. Και αναμφισβήτητα για τον μεγάλο Επίσκοπο δεν υπάρχει λύση ολοκληρωτική του προβλήματος τής Ιστορίας ούτε κάποια λογική τής Ιστορίας χωρίς την βοήθεια των δεδομένων τής αποκαλύψεως. Αυτό όμως δεν σημαίνει πως αρνείται την λογική στιγμή ή την φιλοσοφική διάσταση, διότι ακριβώς πάνω σ’ αυτή θεμελιώνεται η υπερφυσική ή θεολογική, χωρίς να αποκλείεται η δυνατότης μιας μεταφυσικής και μιας λογικής τής Ιστορίας, μιας μεταφυσικής τής εσωτερικότητος και μιας λογικής που είναι διαλεκτική.

Ο κόσμος υπάρχει λόγω μιας θεληματικής ενέργειας τού θεού που τον δημιούργησε: θα μπορούσε και να μην είναι, είναι όμως επειδή ο θεός θέλησε ελεύθερα να υπάρξει. Η ύπαρξίς  του είναι συμπτωματική: η σύμπτωση είναι λοιπόν το πρώτο μεταφυσικό θεμέλιο της Ιστορίας. Ένας αιώνιος κόσμος θα ήταν χωρίς Ιστορία: υπάρχει Ιστορία εκεί όπου υπάρχει δημιούργημα και όπου υπάρχει δημιούργημα υπάρχει η συμπτωματικότης. Διότι ένας αιώνιος κόσμος σημαίνει: (α) υπάρχει μια αρχή, καθεαυτή αμετάβλητη, ξένη, μακρυνή, από την οποία αιωνίως απορρέουν φαινόμενα, τα οποία χάνονται σαν σκιές, τα οποία εμφανίζονται και εξαφανίζονται σαν αντικατοπτρισμοί σε έναν καθρέπτη. (β) η αιώνια αρχή λύνεται δυναμικά μέσα στο δικό της γίγνεσθαι, μάλιστα δε αυτό το τελευταίο είναι η ουσία της: αιωνίως, ab aeterno, η αρχή ταιριάζει το γίγνεσθαι και αντιστρόφως.

Παρατηρούμε πως όπου υπάρχει γίγνεσθαι ατελεύτητο, δεν υπάρχει αιωνιότης αλλά το αέναο, όχι άπειρο αλλά ακαθόριστο και όπου η ουσία τού Είναι είναι το ίδιο το γίγνεσθαι, αυτό το τελευταίο δεν έχει πλέον εκείνη την ουσία δική του για την οποία είναι τέτοιο. Το είναι στην απολυτότητά του Είναι, μπορεί να υπάρχει χωρίς την σύμπτωση, αλλά η συμπτωματικότης, εάν υπάρχει δεν μπορεί να είναι και δεν είναι το απόλυτο ΕΙΝΑΙ. Και εάν αυτό είναι η ίδια η σύμπτωση και εάν σ’ αυτή διαλύεται το παν, δεν υπάρχει τότε το Είναι, αλλά μόνον η σύμπτωση, η οποία εφόσον δεν μπορεί να είναι αφ’ εαυτής καθότι σύμπτωσις, τότε βεβαιώνεται και παράλογα και αντιφατικά με την ίδια της την ουσία. Είναι αδύνατον να μιλήσουμε τότε για Ιστορία διότι έχει εκμηδενισθεί το ίδιο της το θεμέλιο, που είναι η σύμπτωση η οποία εάν υπάρχει, υπάρχει λόγω μιας ηθελημένης Δημιουργικής ενέργειας του ασύμπτωτου Είναι.

Και ούτε είναι, όπως είναι γνωστό, ακριβές να πούμε, για τον Αυγουστίνο, πως ο θεός εδημιούργησε τον κόσμο μέσα στον χρόνο, καθότι δεν υπάρχει χρόνος πριν από την δημιουργία. Ακόμη και ο χρόνος είναι δημιούργημα του θεού, αρχίζει με την δημιουργία και «δεν υπήρχε χρόνος πριν από την αρχή του χρόνου». Και σαν δημιούργημα, και ο χρόνος επίσης είναι συμπτωματικός και δεν είναι συναιώνιος με τον θεό: η συμπτωματικότης του χρόνου είναι η συμπτωματικότης της Ιστορίας, η οποία είναι χρονική, και είναι επίσης η ίδια η συμπτωματικότης του κόσμου.
Αφού καθορίστηκε η αρχή τής συμπτώσεως, με άλλη τόση δύναμη βεβαιώνεται η αρχή της αναλογικής συμμετοχής ανάμεσα στο αιώνιο Δημιουργών και το συμπτωματικό δημιουργημένο. Έτσι ακριβώς το πρώτο «Ιστορικό» γεγονός που είναι η δημιουργία, συνεπάγεται έναν οντολογικό δεσμό ανάμεσα στον Δημιουργό και στο δημιούργημα: ο κόσμος και κάθε του ον θα μπορούσε να μην υπάρχει, αλλά από την στιγμή που Είναι, είναι από και γιά τον Δημιουργό. Αυτός ο δεσμός του κτιστού έχει μια διαλεκτική κίνηση: από το Αιώνιο στο Χρονικό και από το Χρονικό στο Αιώνιο, που δεν είναι όμως ένα ταξείδι πήγαινε έλα: το ον το οποίο είναι από τον θεό, λόγω του γεγονότος πως είναι από Εκείνον, είναι καθ’ εαυτό για εκείνον. Το πήγαινε έλα είναι μπλεγμένο στην ουσία την ίδια του δημιουργημένου όντος και η διαλεκτική του από και του γιά είναι ξανά η αντίφαση των δύο όρων ακόμη και μέσα στην διάκρισή τους. Ή αν προτιμούμε: η κίνηση από τον Δημιουργό στην δημιουργία θέτει το άλλο από την δημιουργία στον Δημιουργό. Δηλαδή για το γεγονός πως η δημιουργία είναι δημιουργία, από την φύση της και την ουσία της, τείνει προς τον θεό, ακόμη και όταν τείνει προς άλλο: η τάση προς άλλο είναι μια «διαφοροποίηση» που δεν καταστρέφει την τάση, την μόνη ουσιώδη, της «συγκλίσεως» προς τον θεό. Οι χρόνοι του θεού είναι το αιώνιο σήμερα, μέσα από το οποίο διήλθαν όλοι οι χρόνοι των πατέρων μας και οι δικοί μας, καθότι από το σήμερα του θεού έχουν προσλάβει μέτρο (modus) και ύπαρξη. Και το ίδιο θα ισχύει και για όσους θα έλθουν (Εξομολ. 1,6,10). Ο θεός δεν είναι οι χρόνοι μας (η Ιστορία), αλλ’ όμως όλοι μας οι χρόνοι περνούν από το δικό του δημιουργικό σήμερα. Και σ’ αυτό το σήμερα ελπίζουν να επιστρέψουν τα λογικά δημιουργήματα. Ας σημειώσουμε: Από το Αιώνιο στο χρονικό και στο Αιώνιο ξανά. Το χρονικό (η Ιστορία) στέκεται στο μέσον σαν περίκλειστο από την αιωνιότητα! Το ξεκίνημά του βρίσκεται στο Αιώνιο και στο Αιώνιο βρίσκεται και το τέλος του. Έτσι λοιπόν η Ιστορία όχι μόνον έχει έναν σκοπό υπεριστορικό, αλλά έχει και μία αρχή: η πηγή είναι και η εκβολή της. Το Αιώνιο είναι πηγή και εκβολή. Και όπως αυτή η Ιστορία φέρει πάνω της το ένδυμα της πηγής και της εκβολής, δεν κυλά σαν ποταμός από το βουνό στην θάλασσα, αλλά ξεπηδά σαν ένας πίδακας νερού, του οποίου η εκβολή είναι η επιστροφή (σαν ένας πόθος) στο σημείο της πηγής από το οποίο ξεπήδησε. Οπωσδήποτε υπάρχει μια διπλή κίνηση καθόδου και ανόδου, αλλά δεν υπάρχει διαχωρισμός! διότι ήδη στην κάθοδο (η δημιουργική πράξη των κτισμάτων) υπονοείται οντολογικώς μέσα στο ίδιο το κτιστό, στην ίδια την δημιουργία η διεύθυνση της αναβάσεως.

Πάνω στο θεμέλιο της συμπτώσεως, η αναλογική συμμετοχή, ανάμεσα στην Δημιουργό αιωνιότητα και το συμπτωματικό δημιούργημα παρουσιάζεται και με μια άλλη πλευρά. Κάθε δημιουργημένο ον είναι συμπτωματικό καθότι θα μπορούσε να μην υπάρχει, αλλά από την στιγμή που δημιουργήθηκε, δεν μπορεί στην ουσία του να είναι διαφορετικό από αυτό που είναι: είναι συμπτωματικό αλλά η ουσία του τού είναι αναγκαία: δεν είναι αφ’ εαυτού, αλλά από την στιγμή που δημιουργήθηκε, είναι αυτό που είναι κατ’ ουσίαν. Ο άνθρωπος, το υποκείμενο της Ιστορίας και του οποίου (και μόνον αυτού) υπάρχει η Ιστορία είναι ένα τυχαίο ον προικισμένο με νοημοσύνη: και δεν υπάρχει νοημοσύνη χωρίς αλήθεια, η οποία είναι εσωτερική στον άνθρωπο παρούσα μέσα στον νου του, του οποίου είναι το φως, που όμως είναι ανώτερη από τον νου και τον υπερβαίνει. Στον ασταθή άνθρωπο υπάρχει κάτι το αμετάβλητο, το οποίο αποτελεί μέρος της πνευματικής του ουσίας. Μέσα στον νοήμονα άνθρωπο υπάρχει κάτι αναγκαίο: μέσα στον χρονικό άνθρωπο υπάρχει η παρουσία του αιωνίου. Ο θνητός άνθρωπος είναι ικανός για αθάνατες σκέψεις, όπως λέει και ο Αριστοτέλης. Με την συμμετοχή του στο Είναι, στην αλήθεια. Χωρίς αυτή ακόμη και αν όλα στον άνθρωπο ήταν τυχαία δεν θα υπήρχε Ιστορία, η οποία έχει μια τάξη θείας προελεύσεως, διότι αυτή η τάξη είναι μέσα στον άνθρωπο ο οποίος την πραγματοποιεί. Δεν θα υπήρχε Ιστορία, διότι τα γεγονότα και τα έργα, όπως δεν εκφράζουν αξίες, θα ήταν χωρίς καμιά αξία και γι’ αυτό δεν θα ήταν «χωρίς να έχουν γίνει και παρόλα αυτά παρόντα» αλλά θα ήταν απλώς σαν να ‘χουν γίνει, πεθαμένα, γεννημένα νεκρά, χωρίς Ιστορία.
  
Ωστόσο η διαλεκτική αιωνίου-χρονικού και χρονικού-αιωνίου, της οποίας θεμέλιο είναι η σύμπτωση η οποία εμπλέκει αναγκαίως τον χρόνο, θεμέλιο της Ιστορίας, κάνει δυνατή την ίδια την Ιστορία, καθώς δικαιώνει, λόγω της μονιμότητος της αξίας και λόγω της υπερβατικότητάς της, την Ιστορικότητα, η οποία υπάρχει (και είναι) μόνον επειδή ιστορικώς (και επομένως μέσα και μαζί με τον χρόνο) φανερώνεται η αξία, η οποία δεν δημιουργείται από τον χρόνο, αλλά δίνει στον χρόνο ένα ιστορικό νόημα έτσι ώστε να είναι χρόνος αξίας. Μια Ιστορία η οποία δημιουργεί την αξία και την παράγει από το δικό της γίγνεσθαι, αρνείται την Ιστορικότητα, το νόημα της Ιστορίας, τον εαυτό της. Αυτή είναι η Ιστοριοκρατία (storicismo), η οποία είναι η αντίληψη της Ιστορίας χωρίς ιστορική αξία, χωρίς Ιστορικότητα, η οποία είναι η Ιστορία των γεγονότων και των ανθρωπίνων έργων, τα οποία όμως εκφράζουν αξίες που δεν είναι ιστορικές και οι οποίες παρόλα αυτά δεν παράγουν μεν μέσα στην Ιστορία (σαν να μπορούσε να υπάρχει η Ιστορία και έπειτα οι αξίες για να τις τοποθετήσουμε μέσα) αλλά την ίδια την Ιστορία μέσω της πνευματικής ανθρώπινης δραστηριότητας σε όλες της τις μορφές.


Amethystos

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου