Δευτέρα 31 Δεκεμβρίου 2018

ΠΡΟΣ ΑΚΙΝΔΥΝΟΝ - ΛΟΓΟΣ ΑΝΤΙΡΡΗΤΙΚΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΣ (11)

ΣΤΟΝ ΑΙΡΕΣΙΩΤΗ ΤΗΣ ΚΑΚΟΔΟΞΙΑΣ ΤΟΥ ΒΑΡΛΑΑΜ ΠΟΥ ΣΥΝΕΓΡΑΨΕ ΥΠΕΡ ΑΥΤΗΣ ΜΕΤΑ ΤΗ ΦΥΓΗ ΚΑΙ ΣΥΝΟΔΙΚΗ ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΕΚΕΙΝΟΥ



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12

Απόδειξις (παράστασις) σαφής διεξοδικώτερη (με πολλά επιχειρήματα) ότι ο Ακίνδυνος είναι αρειανός, έκθεσις και ανατροπή της δοξασίας του κατά την όποια ισχυρίζεται ότι είναι κτιστά όλα τα κατά τον θειο Μάξιμο ουσιωδώς θεωρούμενα περί (γύρω από) τον Θεό 

45. Εσύ δείχνεις και στα επόμενα φανερά ότι συνηγορείς με τον μανιώδη κατά την επωνυμία (τον Άρειο). Διότι διατείνεσαι ότι το ενεργούμενο δηλώνει πάντοτε το κτιζόμενο, επομένως κατά την άποψή σου και το ενεργείν σημαίνει το κτίζειν, ενώ επίσης και το έργο (μιας ενεργείας), αν το ακούσουμε, ως κτίσμα θα το εννοήσουμε κατά τη διδασκαλία σου. Τούτο λοιπόν και προφορικά διδάσκεις με παρρησία περιερχόμενος και σε εκτενή συγγράμματα διαπραγματεύεσαι γράφοντας καθαρώς∙ «αν μεν είναι άκτιστο, δεν είναι έργο του επέκεινα των πάντων Θεού∙ διότι το ίδιο (ταυτόν) είναι έργο και ποίημα και κτίσμα. Αν δε ενεργείται από τον Θεό, δεν είναι άκτιστο ούτε άναρχο ούτε συναΐδιο με τον Θεό». Αν λοιπόν πεισθούμε σε σένα, θα πούμε κτιστή και την άναρχη και αΐδια γέννησιν, σαν έργο της θείας φύσεως που είναι. Πολύ περισσότερο σύμφωνα με την άποψή σου και την ακριβέστατη θεολογία σου, αφού και τούτο ισχυρίζεσαι φανερά, θα πούμε ότι είναι έργο της θείας φύσεως τα ποιήματα∙ γι’ αυτό επικρίνεις εμάς ότι κατατέμνουμε (διασπούμε) σε πολλά τον Θεό, διότι λέγουμε ότι τα ποιήματα δεν μετέχουν της θείας ουσίας αλλά της ενεργείας.

Λέγει λοιπόν ο από τη Δαμασκό θείος Ιωάννης στο όγδοο κεφάλαιο των Δογματικών∙ «η μεν γέννησις είναι άναρχη και αΐδια, εφ’ όσον είναι έργο φύσεως και εκ της ουσίας του Θεού προάγουσα (προβάλλεται από την ουσία του Θεού), για να μη υποστεί μεταβολή ο γεννών και για να μην είναι Θεός πρώτος και Θεός ύστερος (δεύτερος) και δεχθεί προσθήκη. Η δε κτίσις επί Θεού, εφ’ όσον είναι έργο θελήσεως, δεν είναι συναΐδια με τον Θεό, επειδή το εκ του μη όντος προαγόμενο εις το είναι (στην ύπαρξη) δεν μπορεί να είναι συναΐδιο με το άναρχο και πάντοτε όν». Ο δε μεγάλος στα θεία Μάξιμος λέγει «έργα όλα τα ουσιωδώς θεωρούμενα περί (απαντώμενα γύρω από) τον Θεό, την αγαθότητα, την αθανασία, την απλότητα και κάθε τι παρόμοιο με αυτά», πού κατ’ αυτόν μάλιστα «και έργα Θεού είναι και δεν έχουν αρχή χρονικώς». Τα δικά σου όμως ποιές μυθικές τερατολογίες δεν ξεπέρασαν; Ποιές ελληνικές φλυαρίες δεν υπερακόντισαν; Ποιές πλατωνικές ιδέες ή προϋπάρξεις ψυχών δεν υπερέβαλαν σε ασέβεια; Διότι λέγεις, «ότι η αθανασία και η αγιότης, η αρετή και η αγαθότης, η ατρεψία και η απλότης εκτός δε από αυτά και η οντότης όλων των όντων, έχουν κτισθή, όχι εν χρόνω βέβαια, αλλά κάποτε εν αιώνι (μέσα στον αιώνα) προ των αγγέλων∙ και ότι όλες αυτές, που είναι μέσα σε ουσίες και υποστάσεις, αφού εκτίσθηκαν πριν από τους αγγέλους, θεωρούνται (απαντώνται) κατά την ουσία και υπόστασή τους ουσιωδώς περί (γύρω από) τον Θεό και μετέχονται από όλους τους αγγέλους και τους ανθρώπους και τα όντα».

46. Και αφού εισάγεις τόσο μεγάλη καινοτομία και δείχνεις με πολλά, όπως εσύ ο ίδιος νομίζεις, και συγγράφεις τόσο αλλόκοτα και ασύστατα (διότι πώς θα μπορούσε η αθανασία και η ατρεψία να είναι καθ’ εαυτήν σε υπόσταση; Πώς αυτά και η αγιότης και η απλότης και η αρετή και τα ανάλογα όλα θα μπορούσαν να θεωρηθούν με δική τους ουσία και υπόσταση, αφού ούτε στον Θεό είναι προαιωνίως ούτε στους μετέχοντας αγγέλους και ανθρώπους;)· αφού λοιπόν τέτοια καινοτομία εισάγεις και υποβιβάζεις με αυτήν σε κτίσμα το θείο, έπειτα αποδίδεις σε εμάς ακριβώς καινοτομία, επειδή φρονούμε ότι η αθανασία και η ατρεψία και η αγαθότης και η απλότης και τα παραπλήσια με αυτά θεωρούνται φυσικώς περί (απαντώνται γύρω από) τον Θεό εξ αϊδίου, παρ’ όλο που ο θείος Μάξιμος είπε «ότι αυτά θεωρούνται περί (γύρω από) τον Θεό ουσιωδώς». Όπως δηλαδή ουσία και φύσις είναι το αυτό, έτσι και φυσικό και ουσιώδες είναι το αυτό∙ γι’ αυτό κι’ εμείς είπαμε μαζί με τον άγιο ότι όλα αυτά είναι άναρχα, ή μάλλον προβάλαμε τον άγιο να τα λέγει. Πώς πράγματι θα μπορούσε να είναι Θεός χωρίς ατρεψία και αθανασία, απλότητα και αγαθότητα, να είναι δε κτιστά η απλότης και η ζωή και η αθανασία και όλα τα παρόμοια με αυτά, τα φυσικώς θεωρούμενα (απαντώμενα) μέσα στα κτίσματα που μετέχουν αυτών; Γι’ αυτό λοιπόν ο Ακίνδυνος ισχυρίζεται ότι εμείς εισάγουμε πολλές άκτιστες θεότητες στην Εκκλησία, διότι δεν δοξάζουμε κατά το παράδειγμα αυτού και του καθηγητού του Βαρλαάμ μόνο την ουσία του Θεού ως άναρχη, αλλά και την αγαθότητα και την απλότητα και την ατρεψία και την αθανασία του. Και πώς όμως, λέγει, ονομάζονται αυτά από τον άγιο έργα, αν είναι άναρχα; Προς αυτόν θα πούμε πάλι εμείς, κατά την αποστολική διδαχή, «ερμηνεύοντας τα πνευματικά για τους πνευματικούς», και πώς ο από την Δαμασκό θείος Ιωάννης είπε έργο και αυτήν την προαιώνια γέννησιν; 

Για ν’ απολογηθούμε δε τώρα και υπέρ των αγίων προς σένα τον κατήγορο εκείνων, αυτοί εδώ έργο λέγουν τη φυσική ενέργεια, οι δε φυσικές ενέργειες συνυπάρχουν πάντοτε με τη φύσιν, από την οποία και μέσα στην οποία έχουν το είναι, και των μεν κτιστών όλων είναι κτιστές, μόνο δε της άκτιστης φύσεως είναι άκτιστες.

(Συνεχίζεται)
Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου