Παρασκευή 21 Δεκεμβρίου 2018

Η ιταλική κυβίστηση

Εκείνο το έτος που θα ξεσπάσει η επόμενη χρηματοπιστωτική κρίση, η Ιταλία θα πιεσθεί πιθανότατα να υπογράψει ένα αντίστοιχο PSI με την Ελλάδα – οπότε θα καταλάβουν το λάθος τους τόσο οι Πολίτες που δεν αγόρασαν εθνικά ομόλογα, όσο και η κυβέρνηση που έσκυψε δουλικά το κεφάλι απέναντι στη Γερμανία.
Ανάλυση
Η Ιταλία τελικά υποχώρησε, έχοντας συμβιβαστεί με έλλειμμα ύψους 2,04% αντί του 2,4% που είχε προτείνει – δηλαδή με περίπου 5 δις € λιγότερα, από αυτά που αρχικά δήλωσε. Λογικά λοιπόν δεν θα μπορέσει να εκπληρώσει τις προεκλογικές της δεσμεύσεις κόστους περί τα 110 δις € (βασικό εισόδημα 780 € μηνιαία κόστους 17 δις €, κατάργηση των συνταξιοδοτικών μεταρρυθμίσεων κόστους 15 δις € και οριζόντιος φόρος 15% κόστους περί τα 70-80 δις €) – για τις οποίες έτσι ή αλλιώς δεν έφτανε το έλλειμμα που είχε καταθέσει με τον προϋπολογισμό της.
Ως εκ τούτου το να δρομολογήσει το συνταξιοδοτικό νόμο που ήθελε, το «Δείκτη 100», σύμφωνα με τον οποίο θα μπορεί κανείς να συνταξιοδοτηθεί όταν η ηλικία του και τα χρόνια που ήταν ασφαλισμένος είναι στο σύνολο τους 100 (δηλαδή, εάν είναι 60 ετών και έχει ένσημα για 40 χρόνια, άρα συνολικά 100, τότε θα συνταξιοδοτείται στα 60), είναι μάλλον δύσκολο – επισημαίνοντας πως θα μείωνε την ηλικία συνταξιοδότησης εκατομμυρίων εργαζομένων από ένα έως πέντε έτη (ένα ενδεχόμενο που αποτελεί κόκκινο πανί για την ΕΕ, για την πολιτική λιτότητας που επιβάλλει η Γερμανία, για τις αγορές, για τις ελίτ κοκ.).
Η βασική αιτία της αποτυχίας της ιταλικής κυβέρνησης ήταν η αδυναμία εθνικοποίησης του δημοσίου χρέους. Εν προκειμένω, οι Ιταλοί είχαν καταλάβει πως το ισχυρότερο όπλο της Ευρώπης εναντίον τους είναι τα επιτόκια των δεκαετών ομολόγων, με τη «συνδρομή» της ΕΚΤ – ένα όπλο που μπορεί να εξουδετερωθεί εντελώς μόνο με την υιοθέτηση του εθνικού τους νομίσματος, η οποία όμως δεν είναι εύκολη διαδικασία (παρά το ότι οι Ιταλοί είναι σε θέση να μετατρέψουν το μεγαλύτερο μέρος του εξωτερικού χρέος τους σε λιρέτες, όπως η Ελλάδα πριν το εγκληματικό PSI – οπότε να επιβαρυνθούν με την υποτίμηση του νομίσματος, λόγω της εκτύπωσης νέων χρημάτων για την εξυπηρέτηση των χρεών τους και οι δανειστές τους). Έτσι θεώρησαν πως θα μπορούσαν να αποφύγουν τις πιέσεις της ΕΚΤ με την έκδοση εθνικών ομολόγων – όπως αυτά που είχαμε προτείνει για την Ελλάδα το 2009 (ανάλυση).
Οφείλουμε να τονίσουμε εδώ πως η Ιταλία διαθέτει ένα ακόμη σημαντικό πλεονέκτημα που δεν είχε ποτέ η Ελλάδα: το ότι, μόλις το 28% των δημοσίων χρεών της βρίσκεται στα χέρια των ξένων επενδυτών (731 δις €). Στα πλαίσια αυτά, η νέα κυβέρνηση είχε ήδη προετοιμάσει ένα νόμο, μέσω του οποίου οι αποταμιεύσεις των Πολιτών της θα μπορούσαν να  χρησιμοποιηθούν για την αγορά ομολόγων του δημοσίου (CIR – Conti individuali di risparmio, πηγή) – έτσι ώστε να ανεξαρτητοποιηθεί η Ιταλία από τις αγορές.
Θα ήταν βέβαια ένα βραχυπρόθεσμο μέτρο, ενδεχομένως σε συνδυασμό με το παράλληλο φορολογικό νόμισμα που ήθελε να υιοθετήσει Ιταλία στο δρόμο της εξόδου της από την Ευρωζώνη – υπενθυμίζοντας πως ένα από τα βασικότερα μέτρα της οικονομικής πολιτικής της νέας κυβέρνησης της ήταν η απαίτηση να παγώσει η ΕΚΤ τα 250 δις € του χρέους της που κατέχει (ομόλογα), αφού κάτι τέτοιο δεν κοστίζει ούτε στην ΕΚΤ, ούτε στην Ευρωζώνη (απλά θα αυξανόταν η ρευστότητα στη νομισματική ένωση κατά το ποσόν αυτό, το οποίο δεν είναι τόσο μεγάλο ώστε να προκληθεί πληθωρισμός).
Εν τούτοις, όταν στα τέλη Νοεμβρίου η ιταλική κυβέρνηση διενέργησε μία δημοπρασία εθνικών ομολόγων, κρατικών τίτλων δηλαδή για αγορά τους από τους ιδιώτες, κατάφερε να πουλήσει ομόλογα αξίας μόλις 900 εκ. € – με τη ζήτηση να είναι χαμηλότερη από ποτέ. Με απλά λόγια, δεν στηρίχθηκε καθόλου από τους Πολίτες, όπως είχε υπολογίσει – οπότε η κυβίστηση ήταν δεδομένη, ενώ η Κομισιόν θα απαιτούσε μία ακόμη μεγαλύτερη μείωση του ελλείμματος, στο 1,6% ή λιγότερο, εάν δεν είχε μεσολαβήσει η εξέγερση των κίτρινων γιλέκων στη Γαλλία. Φυσικά διαδραμάτισε μεγάλο ρόλο η πέμπτη φάλαγγα στο εσωτερικό της χώρας (πρόεδρος, υπουργός οικονομικών), η επέμβαση των βιομηχάνων, καθώς επίσης το επιτόκιο του πενταετούς ομολόγου που εξέδωσε η μεγαλύτερη τράπεζα της, η UNICREDIT, ύψους 8% – μόλις για 3 δις €.
Σε κάθε περίπτωση, η ιταλική κυβέρνηση συνεργασίας υποχώρησε πολύ πιο γρήγορα στις πιέσεις από τον κ. Berlusconi, πριν ακόμη τα επιτόκια των δεκαετών ομολόγων φτάσουν στο 4% – όταν ο τότε πρωθυπουργός αμύνθηκε πάνω από έξι μήνες, ενώ ανατράπηκε όταν τα επιτόκια έφτασαν στο 7%. Πρόκειται για μία μεγάλη ήττα της χώρας, η οποία συνεχίζει να μην είναι σε θέση να ανταγωνισθεί τη Γερμανία χωρίς μεγάλες παρεμβάσεις, όπως διαπιστώνεται από τη μεγάλη διαφορά του κόστους εργασίας της, ανά μονάδα παραγομένου προϊόντος (γράφημα, όλα τα γραφήματα μεγεθύνονται πατώντας επάνω).
Εάν εδώ προσθέσουμε τη διαφορά της ισοτιμίας του ιταλικού ευρώ με το γερμανικό, η οποία υπερβαίνει το 20% (γράφημα), θα κατανοήσουμε πως σύντομα θα έχει την «τύχη» της Ελλάδας – κάτι που βέβαια είναι πολύ ανησυχητικό, αφού πρόκειται για μία ακόμη νίκη της Γερμανίας, στο δρόμο της για την οικονομική κυριαρχία της Ευρώπης.
Περαιτέρω, παρά το ότι το 2000 η Γερμανία, η Ιταλία και η Γαλλία είχαν περίπου τα ίδια μερίδια εξαγωγών στην παγκόσμια αγορά, το ιταλικό μερίδιο έχει υποχωρήσει σημαντικά – – πολύ περισσότερο αυτό της Γαλλίας, η οποία δεν δέχεται ακόμη τις επιθέσεις της Γερμανίας (αν και της έχει επιβληθεί η πολιτική λιτότητας), επειδή χρησιμοποιείται για την επίτευξη των στόχων της.
Σε επίπεδο τώρα πρωτογενούς ισοζυγίου, η Ιταλία ήταν ανέκαθεν σε καλύτερη θέση τόσο σε σχέση με τη Γερμανία, όσο και με τη Γαλλία – η οποία παράγει πλέον πολύ μεγάλα ελλείμματα, τα οποία ίσως υπερβούν ξανά το 3% το 2019, μετά τις παραχωρήσεις του προέδρου της στα κίτρινα γιλέκα. Το μεγάλο μειονέκτημα όμως της Ιταλίας είναι το δημόσιο χρέος της, όπως συμβαίνει επίσης με την Ελλάδα – ενώ η αδυναμία της να αναπτυχθεί εξαιτίας του χρέους, πολύ περισσότερο λόγω των άτυπων μνημονίων που της έχουν επιβληθεί, καθιστά αδύνατη τη μείωση του σε σχέση με το ΑΕΠ της.
Εκείνο το έτος πάντως που θα ξεσπάσει η επόμενη χρηματοπιστωτική κρίση, η Ιταλία θα πιεσθεί πιθανότατα να υπογράψει ένα αντίστοιχο PSI με την Ελλάδα – κρίνοντας από την εκτόξευση του δημοσίου χρέους της το 2008 κατά 23% του ΑΕΠ της, από την τότε άνοδο των επιτοκίων δανεισμού της, καθώς επίσης από τα τεράστια προβλήματα που συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν οι τράπεζες της. Τότε θα καταλάβουν το μεγάλο λάθος τους τόσο οι Πολίτες που δεν αγόρασαν εθνικά ομόλογα, όσο και η κυβέρνηση που έσκυψε δουλικά το κεφάλι απέναντι στη Γερμανία – η οποία θα συνεχίζει να την πιέζει, έως ότου υποταχθεί εντελώς.
Δυστυχώς ο κ. Salvini αποδείχθηκε πως είναι μόνο κενά λόγια και καθόλου πράξεις – ενώ είμαστε σίγουροι πως η Γερμανία τον έχει τοποθετήσει στο στόχαστρο της, περιμένοντας υπομονετικά να χάσουν την εμπιστοσύνη τους οι Ιταλοί στο πρόσωπο του, όταν διαπιστώσουν πως δεν θα τηρήσει σχεδόν τίποτα από αυτά που υποσχέθηκε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου