Σάββατο 2 Φεβρουαρίου 2019

Η ΕΚΠΟΡΕΥΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΙΕΡΟ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟ (ΣΠΟΥΔΗ ΣΤΟ "ΠΕΡΙ ΤΡΙΑΔΟΣ" ΕΡΓΟ ΤΟΥ)

Μπεκατώρος Σπυρίδων - Μεταπτυχιακή Εργασία στην Δογματική (2014)
Υπεύθυνος Καθηγητής : Πρωτοπρεσβύτερος Χρήστος Φιλιώτης – Βλαχάβας
Τομέας Δογματικής και Συμβολικής Θεολογίας
Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας - Θεολογική Σχολή - Α.Π.Θ.


“Non autem habet Dei caritatem, qui Ecclesiae non diligit unitatem” (Αυγουστίνος Ιππώνος, De baptismo 3, 16, 21) 

Σε όλους αυτούς τους χριστιανούς, οι οποίοι δεν σταματούν ποτέ να αγωνίζονται, για την ενότητα των Εκκλησιών!

Πηγή




ΑΓΑΠΑ ΚΑΙ ΚΑΝΕ Ο,ΤΙ ΘΕΣ ΦΙΛΕ;

Ανάμεσα στους Λατίνους, όσοι διέθεταν αληθινά βαθειά σκέψη κατανοούσαν πολύ καλά το γεγονός πως το Ελληνικό Δόγμα περί της Αγίας Τριάδος ήταν βασικώς διαφορετικό από το δικό τους. Αναγνώριζαν πως είναι παράδοξη η προσπάθεια, παρότι αναγκαία, της πεπερασμένης ανθρωπίνου νοήσεως να θέλει να εκφράσει την φύση του απείρου μυστηρίου του Θεού!Αυτό τους βοήθησε να κατανοήσουν πως οποιοδήποτε δόγμα περί Θεού δεν είναι παρά μια απλή ανθρώπινη αλληγορία, τόσο αληθινή όσο παρουσιάζει μια πιστή απεικόνιση της αποκαλύψεως που μας έδωσε ο Θεός, ώστε να μάθει ο άνθρωπος όλα όσα είχε ανάγκη για την σωτηρία του, όμως απολύτως ακατάλληλη να περιγράψει αυτό που είναι ο Θεός στην τέλεια πραγματικότητά του.Σ' αυτή τη βάση ήταν έτοιμοι να δεχθούν πως δύο διαφορετικοί ορισμοί της Ουσίας του Θεού, μπορεί να είναι το ίδιο πιστοί στην θεϊκή πραγματικότητα. Και οι δύο έτσι κι αλλιώς στηρίζονται στην αναλογία και οι αναλογίες δεν μπορούν να είναι αναλυτικές σε όλες τις λεπτομέρειες, πέρα από το σημείο εκείνο το οποίο έχουν πρόθεση να εκφράσουν.Έτσι ο Αυγουστίνος δεν έδειξε καθόλου προβληματισμένος, ούτε έκπληκτος όταν επιβεβαίωνε πως οι Έλληνες ερμήνευαν την Τριάδα διαφορετικά από τους Λατίνους: «Προσπαθώντας να περιγράψουμε πράγματα άρρητα (De Trinitate 7, 4) και προκειμένου να εκφράσουμε με κάποιο τρόπο αυτό που δεν θα μπορέσουμε ποτέ μας να εκφράσουμε ολοκληρωτικά, οι Έλληνες φίλοι μας μας μίλησαν για μία Φύση και τρεις Ουσίες, ενώ οι Λατίνοι για μία Φύση ή Ουσία και για τρία Πρόσωπα». Και η μία και η άλλη μέθοδος είναι νόμιμες, εφόσον οι εκφράσεις αυτές γίνονται κατανοητές “μέσα στο μυστήριο”, καθότι τον Θεό κατανοούμε πιο αυθεντικά απ' όσο μπορούμε να τον εκφράσουμε και υπάρχει πιο αυθεντικά απ' όσο μπορούμε να τον κατανοήσουμε, η υπερβατικότης της θεότητος ξεπερνά τις δυνατότητες της ανθρώπινης γλώσσης.
Ο Θωμάς Ακινάτης (Summa Theol. 1,29,3) κατάλαβε πολύ καλά το λάθος του Αυγουστίνου, ο οποίος ερμήνευσε την υπόσταση με την αφηρημένη έννοια Substantia και ομολόγησε πως οι δύο λέξεις σημαίνουν ακριβώς το ίδιο πράγμα. Παρόλα αυτά, επειδή ο όρος Substantia μπορούσε να εκφράσει ταυτόχρονα και την αφηρημένη έννοια και τη συγκεκριμένη, κατήγγειλε τη χρησιμοποίηση του όρου αυτού για τη μετάφραση της υποστάσεως και προτίμησε την λέξη Subsistentia στην θέση του, τον οποίο όριζε σαν αυτό που υπάρχει καθ' εαυτό και όχι ως προς άλλο, «Per se existit, et non in alio». Αυτή ήταν ακριβώς η σημασία του όρου υπόστασις. Αλλά ούτε και ο Ακινάτης απέδειξε πως κατανόησε μέχρι τέλους την αληθινή σημασία της διαφοράς. Καθότι σκεφτόταν πως υπόστασις σήμαινε απλώς “μοναδικό άτομο” όπως και ο Λατινικός όρος Persona (και θα μπορούσε να συμπληρώσει αλλά δεν το έκανε) και ο Ελληνικός όρος Πρόσωπον. Η μόνη διάκριση που έκανε ο Ακινάτης ανάμεσα στο πρόσωπο και την υπόσταση ήταν το ότι νόμισε πως υπόσταση σήμαινε ένα μοναδικό αντικείμενο ανάμεσα σε οποιοδήποτε είδος αντικειμένων, ενώ περιόριζε την έννοια του προσώπου σε ένα μοναδικό αντικείμενο «in genere rationalium substantiarum» δηλαδή σ' ένα άτομο του ανθρωπίνου είδους.

Στην επιστολή 38, 5 ο Μ. Βασίλειος γίνεται  σαφής. Η υπόσταση είναι το σημείο της “ατομικότητος” του προσώπου, ενώ η Αρχή της κοινωνίας αναφέρεται στην ουσία. Η υπόσταση λοιπόν είναι το σημείο της διακρίσεως μέσα στην Αγία Τριάδα. Παρόλα αυτά όμως ολόκληρη και αδιαφοροποίητη η κοινή ουσία, επειδή δεν είναι σύνθετη, είναι ταυτόσημη στο αδιαφοροποίητο εσωτερικό κάθε προσώπου. Ολόκληρη η ουσία του Υιού είναι ίση με ολόκληρη την ουσία του Πατέρα. Η διάκρισις είναι μόνον ο τρόπος με τον οποίο η ταυτόσημη ουσία παρουσιάζεται αντικειμενικά (υποστατικά) σε κάθε πρόσωπο.

Αυτές οι διακρίσεις (“ατομικότητες”), στην γλώσσα των Καππαδοκών Πατέρων, ονομάζονται “γνωριστικαί ιδιότητες”. Είναι τρόποι υπάρξεως και όχι στοιχεία υπάρξεως. Αυτές οι ιδιότητες ονομάστηκαν αργότερα, υποστατικαί ιδιότητες. Υπόστασις και ουσία, λέει ο Αθανάσιος σημαίνουν ύπαρξη! Διότι είναι, υπάρχουν. Η λέξη ύπαρξις όμως, χρησιμοποιείται στην πατερική γραμματεία συνδυασμένη με την Αρχή! Έτσι τα δύο ιδίως πρόσωπα της Αγίας Τριάδος, εκφράζοντας τον τρόπο υπάρξεως της ουσίας εκφράζουν και την προέλευσή τους από την Πατρική Αρχή ταυτοχρόνως. Στο τέταρτο βιβλίο του Μ. Βασιλείου εναντίον του Ευνομίου αποδεικνύεται πως ο όρος Αγέννητος δεν εκφράζει την ουσία του Θεού αλλά τον τρόπο υπάρξεως. Ο όρος τρόπος υπάρξεως παραπέμπει πάντοτε στην Αρχή, στην προέλευση.


Φίλε, διάβασες τόν Αγιο Γρηγόριο αφού είχες κατανοήσει τόν Αυγουστίνο βάσει τής πεποιθήσεώς σου ότι αδικείται ο Αυγουστίνος;
Ακουσε φίλε μ' όποιον δάσκαλο καθίσεις τέτοια γράμματα θά μάθεις. Ο Ιερώνυμος έγραψε στόν Αυγουστίνο: Ανακαίνισες μιά νεκρή πίστη.[ Μέ τό υποκείμενο] Τόν 4ο μ.χ. αιώνα σύμφωνα μέ τούς λατίνους η πίστη μας ήταν νεκρή. Οταν βρισκόταν στό αποκορύφωμα τής αγιότητος καί στήν καθ' ημάς Ανατολή όποια πέτρα καί νά σήκωνες εύρισκες έναν άγιο.

ΜΕΓΑΛΗ ΝΤΡΟΠΗ.

ΞΕΧΝΑΤΕ ΤΟΝ ΒΑΡΛΑΑΜ ΚΑΙ ΤΟΝ ΑΚΙΝΔΥΝΟ ΕΣΕΙΣ ΟΙ ΔΙΔΑΚΤΟΡΕΣ ΤΗΣ ΝΟΘΕΥΜΕΝΗΣ ΠΙΣΤΗΣ.

Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου